Τετάρτη 30 Ιουνίου 2010

Τι σήμερα τι αύριο τι τώρα…

Rubini: Απαιτείται τώρα μια εύτακτη αναδιάρθρωση του ελληνικού δημοσίου χρέους.


Είναι καιρός να αναγνωρίσουμε ότι η Ελλάδα δεν αντιμετωπίζει απλά μια κρίση ρευστότητας. 
Αντιμετωπίζει κρίση φερεγγυότητας. 
Οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης υποβάθμισαν τα ελληνικά κρατικά ομόλογα στην κατηγορία των 'σκουπιδιών',  ενώ τα σπρεντ χτύπησαν την περασμένη βδομάδα νέα υψηλά. 
Το πακέτο διάσωσης ύψους 110 δις ευρώ της Ε.Ε. και του ΔΝΤ μόνο καθυστερεί την αναπόφευκτη στάση πληρωμών και, το χειρότερο, διακινδυνεύει να την κάνει ανεξέλεγκτη. 
Απαιτείται τώρα μια εύτακτη αναδιάρθρωση του ελληνικού δημοσίου χρέους.
Τα μέτρα λιτότητας που αναγκάστηκε να προωθήσει η Ελλάδα προκειμένου να της χορηγηθούν τα ευρωπαϊκά κεφάλαια διάσωσης απαιτούν μια δρακόντεια δημοσιονομική προσαρμογή της τάξης του 10% του ΑΕΠ. 
Όμως η πολιτική αυτή θα παρατείνει την ύφεση και θα την αφήσει τη χώρα, το 2016, με ένα δημόσιο χρέος που θα φτάνει στο 148% του ΑΕΠ. 
Με τέτοια επίπεδα χρέους, ακόμα και μια μικρή οικονομική αντιξοότητα θα αρκεί για να την οδηγήσει σε νέα κρίση χρέους. 
Και τότε μπορεί να απαιτηθούν νέα δρακόντεια μέτρα λιτότητας – όπως συμφώνησαν το Σαββατοκύριακο οι G20  για τη...
σταθεροποίηση της αναλογίας του χρέους προς το ΑΕΠ των προηγμένων οικονομιών ως το 2016. 
Αλλά για την Ελλάδα αυτή η σταθεροποίηση θα αφορά επίπεδα δημόσιου χρέους που δεν θα είναι πια βιώσιμα.
Ας συγκρίνουμε την Ελλάδα του σήμερα με την Αργεντινή του 1988-2001, μια κρίση που είχε κλιμακωθεί σε άτακτη στάση πληρωμών. 
Κατά την έναρξη της κρίσης το δημόσιο έλλειμμα της Αργεντινής ήταν μόνο 3% του ΑΕΠ. 
Της Ελλάδας είναι 13.6%. 
Το δημόσιο χρέος της Αργεντινής ήταν 50% του ΑΕΠ. 
Της Ελλάδας είναι σήμερα 115% και αυξάνει. 
Το εμπορικό έλλειμμα της Αργεντινής ήταν 2% του ΑΕΠ. 
Της Ελλάδας σήμερα είναι 10%. 
Αν η Αργεντινή ήταν αφερέγγυα, η Ελλάδα είναι αφερέγγυα στο τετράγωνο ή στον κύβο.
Εκείνοι που υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα μπορεί να αποφύγει την αναδιάρθρωση του χρέους της υποδεικνύουν τα παραδείγματα του Βελγίου, της Ιρλανδίας και της Σουηδίας που είχαν προχωρήσει σε μεγάλες δημοσιονομικές περικοπές κατά τη δεκαετία του 1990. 
Πρόκειται όμως για παραδείγματα που δεν είναι συγκρίσιμα με την ελληνική περίπτωση, επειδή αυτές οι περικοπές είχαν συντελεστεί σταδιακά και μέσα σε πολύ μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα, σε οικονομική συγκυρία ανάπτυξης, σε περιβάλλον πτωτικών επιτοκίων, συν ότι συνοδεύτηκαν από μια νομισματική υποτίμηση, η οποία βοήθησε στην άμεση εκτόξευση της ανάπτυξης.
Άλλοι πάλι απορρίπτουν το ενδεχόμενο της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους επειδή πιστεύουν ότι συνεπάγεται δυσβάστακτες ζημιές για τα ευρωπαϊκά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που κατέχουν μεγάλο όγκο ελληνικών κρατικών ομολόγων. 
Η προληπτική  αναδιάρθρωση, ωστόσο, θα περιορίσει αυτές τις ζημιές, ενώ η αναβολή της θα τις κάνει την πραγματικότητα μεγαλύτερες. 
Όπως φάνηκε με τις κρίσεις της Αργεντινής και της Ρωσίας του 1998, η στήριξη του ΔΝΤ από μόνη της δεν εγγυάται την αποτροπή της στάσης πληρωμών. Στην πραγματικότητα,  όταν η χώρα είναι αφερέγγυα, η στήριξη του ΔΝΤ μπορεί να προκαλέσει πολύ μεγαλύτερες ζημιές και στη χρεώστρια χώρα και στους πιστωτές της.   
Όταν χρησιμοποιείται διεθνής οικονομική βοήθεια για τη διασφάλιση της φερεγγυότητας μιας χώρας, επωφελούνται μόνο οι τυχεροί πιστωτές που κατέχουν ομόλογα τα οποία πλησιάζουν στη λήξη τους γιατί η οικονομική στήριξη τους επιτρέπει να πάρουν τα λεφτά τους στο ακέραιο. Και όταν έρχεται η τελική στάση πληρωμών, οι εναπομείναντες πιστωτές υφίστανται πολύ μεγαλύτερες ζημιές γιατί εκείνοι είναι που θα πάρουν μόνο ό,τι τελικά απομείνει. 
Με δυο λόγια, μια εύτακτη αναδιάρθρωση του χρέους – όπως έγινε στο Πακιστάν  και στην Ουκρανία το 1999 και στην Ουρουγουάη το 2002 – είναι καλύτερες και για την πλειοψηφία των ιδιωτών πιστωτών, και για την χρεώστρια χώρα και για τους πολυμερείς οργανισμούς, από την μια άτακτη πτώχευση του τύπου της Αργεντινής.
Το Πακιστάν, η Ουκρανία και η Ουρουγουάη αναδιάρθρωσαν το χρέος τους παρατείνοντας με νέες συμφωνίες την περίοδο αποπληρωμής του και εισάγοντας νέα χαριστικά επιτόκια που ήταν  βιώσιμα και σε επίπεδα κάτω των επιτοκίων της αγοράς. 
Το σημαντικό εδώ είναι πως η ονομαστική αξία των ομολόγων δεν μειώθηκε, όπως κατά κανόνα συμβαίνει σε μια άτακτη στάση πληρωμών. 
Η αλήθεια είναι βέβαια ότι οι πιστωτές που δέχτηκαν να παράσχουν νέους χαριστικούς όρους σε αυτές τις χώρες, υπέστησαν κάποιες ζημιές. Όμως οι ζημιές τους ήταν πολύ μικρότερες των ζημιών που θα υφίσταντο σε περίπτωση ευθείας στάσης πληρωμών. 
Κι από τη στιγμή που η αγοραία αξία των ομολόγων τους είχε ήδη μειωθεί σημαντικά, δεν υπέστησαν περαιτέρω ζημιές σε σχέση με την αξία τους στην αγορά. Κι αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίο η πολύ μεγάλη πλειοψηφία των πιστωτών - άνω του 90% - προσυπογράφουν την  εύτακτη αναδιάρθρωση του χρέους.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, η αναδιάρθρωση θα είναι ακόμα πιο εύκολη. 
Τα κρατικά ομόλογα των ως  άνω τριών αναδυόμενων οικονομιών είχαν εκδοθεί από ξένες αρχές – συγκεκριμένα του Λονδίνου και της Νέας Υόρκης – πράγμα που σημαίνει ότι η διαφορά παραπέμπονταν σε ξένα δικαστήρια για τα οποία  υπήρχε κίνδυνος να αποφανθούν υπέρ των πιστωτών, σε περίπτωση που οι τελευταίοι δεν αποδέχονταν την πρόταση αναδιάρθρωσης και κρατούσαν τα ομόλογά τους διεκδικώντας το σύνολο των χρημάτων τους. 
Στην περίπτωση του ελληνικού χρέους όμως, το 95% των ελληνικών ομολόγων έχει εκδοθεί από τις ίδιες τις ελληνικές αρχές και τα εθνικά δικαστήρια τείνουν να προστατεύουν την εθνική ακεραιότητα μιας χώρας.
Άλλο ένα πλεονέκτημα σε ό,τι αφορά την Ελλάδα είναι ότι οι περισσότερες τράπεζες που κατέχουν μεγάλο όγκο ελληνικών ομολόγων τα έχουν στο χαρτοφυλάκιο ‘διακράτησης μέχρι της λήξη τους’ και όχι στο χαρτοφυλάκιο των ‘διαθεσίμων προς πώληση’. 
Όσο λοιπόν δεν μειώνεται η ονομαστική αξία τους μπορούν να παριστάνουν – όπως κάνουν τώρα – ότι αποτιμώνται ακόμη στο σύνολο της ονομαστικής αξίας τους, κι ας είναι ήδη η σημερινή τους αγοραία αξία πολύ χαμηλότερη.
Το πικρό χάπι της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους μπορεί να απαλυνθεί με τα κατάλληλα γλυκαντικά, όπως είναι η πιστωτική στήριξη της ΕΕ και του ΔΝΤ. 
Σαφώς και θα ήταν καλύτερα να χρησιμοποιηθεί ένα μικρό μέρος της διεθνούς οικονομικής βοήθειας προκειμένου να δελεάσει τους πιστωτές να αποδεχτούν μια προληπτική αναδιάρθρωση αντί να δαπανηθούν 110 δις δολάρια στην προσπάθεια αποτροπής μιας αναδιάρθρωσης η οποία θα γίνει αναπόφευκτη αργότερα. 
Αυτοί οι δημόσιοι πόροι θα ήταν προτιμότερο να χρησιμοποιηθούν για την προστασία άλλων οικονομιών της Ευρωζώνης που δοκιμάζονται σήμερα – για  παράδειγμα της Ισπανίας – που είναι πολύ πιθανό ότι τα ομόλογά της θα βρεθούν σύντομα υπό νέα πίεση. 
Με δυο λόγια, η εύτακτη αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους μπορεί να επιτευχθεί και είναι επιθυμητή και για τη χρεώστρια χώρα και για τους πιστωτές. 
Αν η Ευρώπη θέλει να αποφύγει την εμβάθυνση της κρίσης, είναι και αναπόφευκτη.

Δεν υπάρχουν σχόλια: