Τετάρτη 15 Ιουλίου 2009

Ποιός πατριωτισμός;

Ττο άρθρο δημοσιεύτηκε, στην παλαιά "Στρατηγική", το 2005 αλλά είναι εξαιρετικά επίκαιρο.

Πρίν απο μερικές μέρες ,αρχές Ιουλίου, έγινε γνωστό ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αποφάσισε εφέτος να αλλάξει ριζικά την μορφή του εορτασμού για την αποκατάσταση της Δημοκρατίας , εορτασμός ο οποίος είχε λάβει την μορφή δεξίωσης, όπου πολιτικοί και “παράγοντες” παρέλαυναν μετά συζύγων που διαγωνίζονταν για την καλύτερη τουαλέτα.Αποφασίστηκε να μετατραπεί σε μία απλή, πρωινή τελετή, με διάγγελμα του Προέδρου και δίχως πολυτελή μπουφέ. Η επιλογή αυτή του Προέδρου της Δημοκρατίας, είναι ένδειξη ότι κάποιοι επιτέλους αφουγκράστηκαν εστω και καθυστερημένα την αγανάκτηση του κόσμου για την προκλητική για το λαϊκό αίσθημα σύναξη αναξιόπιστων και διαπλεκόμενων πολιτικών, δημοσιογράφων, επιχειρηματιώντην ίδια ώρα που θρηνούμε την Τραγωδία της Κύπρου..]

Γράφει ο Σάββας Δ. Βλάσσης


Στις 24 Ιουλίου, πραγματοποιήθηκε η καθιερωμένη δεξίωση στο Προεδρικό Μέγαρο για την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα. Εορτάστηκαν τα 31 χρόνια από την πτώση της χούντας. Για πρώτη φορά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας προσκάλεσε περί τους 600 αντιστασιακούς.

Στο μήνυμά του, ο Κ. Παπούλιας ακολούθησε τα χνάρια του προκατόχου του Κ. Στεφανόπουλου, ο οποίος σε ανάλογες περιπτώσεις μιλούσε με έναν τόνο εθνικό, που οπωσδήποτε είχε απήχηση στις καρδιές των πολιτών αυτής της χώρας. Στο ίδιο μήκος κύματος λοιπόν, ο διάδοχός του θέλησε να συνεγείρει το Πανελλήνιο, μιλώντας για πατριωτισμό: «Αν και η εθνική κυριαρχία είναι δεδομένη και αδιαπραγμάτευτη, ο πατριωτισμός παραμένει υψηλό ιδανικό και συλλογικό καθήκον», είπε.

Δηλώσεις όπως αυτές, από τα χείλη του πρώτου πολίτη της χώρας, εντυπωσιάζουν κατ’ αρχήν, διότι δείχνουν να αποτελούν την εξαίρεση, στον άνευρο και δεσμευτικά φιμωμένο λόγο περί εθνικών θεμάτων των πολιτικών μας. Διότι όταν μιλάμε για πατριωτισμό, δεν έχουμε να κάνουμε με μία προτροπή για υιοθέτηση στάσεως σε θέματα δικαιοσύνης, οικονομίας ή αθλητισμού. Εξυπακούεται ότι μιλάμε για το Έθνος και την Πατρίδα, τα οποία τα τελευταία χρόνια τελούν υπό διωγμό. Έχουν γίνει ταμπού που δεν αγγίζει κανείς πολιτικός παράγοντας ο οποίος θέλει να έχει συμπεριφορές και επιδόσεις «πολιτικώς ορθές». Έτσι, απολύτως ταυτισμένοι με τα κελεύσματα της παγκοσμιοποιήσεως, τούς ακούμε συχνά να αναπτύσσουν ιδέες για ένα διαλυτικό μέλλον της χώρας, για μία «πολυπολιτισμική κοινωνία» ή μία «κοινωνία ανοχής». Οι ίδιοι, κατακεραυνώνουν αμέσως απονέμοντάς του τον τίτλο του «υπερπατριώτη», όποιον τολμήσει να εκφέρει μετρημένο και καθόλου έξαλλο, εθνικό λόγο.

Προκύπτει λοιπόν ένα φυσιολογικό ερώτημα: σε ποιον απευθυνόταν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας όταν μιλούσε για τον πατριωτισμό ως συλλογικό καθήκον; Γενικότερα, σε ποιον απευθύνονται τέτοιου είδους δηλώσεις; Στον απλό πολίτη ή στον
πολιτικό κόσμο; Τί παραπάνω πρέπει να κάνει ο πολίτης, όταν επανειλημμένες δημοσκοπήσεις διαπιστώνουν διαφωνία της κοινής γνώμης με τους χειρισμούς της πολιτικής ηγεσίας σε κορυφαία εθνικά θέματα, πλην όμως τίποτε δεν ταρακουνά και δεν αλλάζει την ακολουθητέα πολιτική; Τί πρέπει να κάνει ο πολίτης, όταν τού απαγορεύεται ο λόγος σε κορυφαία εθνικά θέματα, όπου αντί να διεξαχθεί δημοψήφισμα έχει βρεθεί η φόρμουλα της ψηφοφορίας στην Βουλή; Τί πρέπει να κάνει ο πολίτης όταν η κοινή γνώμη λέει «ΟΧΙ» και η ηγεσία λέει «ΝΑΙ»; Τί πρέπει να κάνει ο πολίτης, όταν άλλα λένε προεκλογικά τα κόμματα και άλλα εφαρμόζουν στα κρίσιμα εθνικά θέματα; Μήπως ό,τι έκαναν οι αντιστασιακοί την εποχή της χούντας; Μα έχουμε γνήσια Δημοκρατία ή επίπλαστη;

Η μόνη εξήγηση που μπορεί να δοθεί παρακολουθώντας τις εξελίξεις στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες, εντοπίζεται στο πεδίο της ψυχολογίας. Η μόνη εξήγηση είναι ότι ο πολιτικός κόσμος γενικότερα, αισθάνεται ενοχές για τις επιλογές με τις οποίες έχουν ταυτιστεί απολύτως τα δύο κόμματα εξουσίας, στα εθνικά θέματα. Ενοχές που βγαίνουν στην επιφάνεια ενστικτωδώς, από την πολιτική ανάγκη να λεχθεί κάτι που θα παρηγορήσει και θα ανακουφίσει τον πελαγωμένο συνειδητοποιημένο πολίτη, ώστε πιθανώς να αποκοιμηθεί με την εντύπωση ότι, «δεν έχουν χαθεί όλα».

Μίλησε λοιπόν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας για πατριωτισμό. Και ρωτούμε:

Πού είναι ο πατριωτισμός, όταν αντί οι ημέρες αυτές να είναι ημέρες περισυλλογής για την καταστροφή της Κύπρου, ο πολιτικός κόσμος γιορτάζει την πτώση της χούντας; Την ίδια ώρα που ο Κυπριακός Ελληνισμός θρηνεί για τον ακρωτηριασμό του, το Εθνικό Κέντρο ανοίγει σαμπάνιες για την επιστροφή στην «ομαλότητα». Γιορτάζουν την επιστροφή των 300 στην Βουλή, όταν 180.000 Κύπριοι έγιναν πρόσφυγες. Διότι αυτό έγινε το 1974.

• Πού ήταν ο πατριωτισμός την «επόμενη μέρα», όταν η Δημοκρατική Ελλάδα παρακολουθούσε απαθώς την συνέχιση του βιασμού της Κύπρου; («Η Κύπρος είναι μακριά»).
• Πού είναι ο πατριωτισμός σε όλες τις μετέπειτα κρίσεις με την Τουρκία, όπως του 1987; (“Mea culpa”).

• Πού είναι ο πατριωτισμός στο Σκοπιανό; («Σε δέκα χρόνια θα το έχουμε ξεχάσει»).
• Πού είναι ο πατριωτισμός στον εξευτελισμό των Ιμίων; («Ρε ναύαρχε, δεν λέμε πως φύσηξε ο αέρας και πήρε την σημαία»).
Πού είναι όλα αυτά τα χρόνια ο πατριωτισμός στις πράξεις των πολιτικών; Οι οποίοι ενεργούν διαρκώς ως ιδιώτες και όχι ως δημόσιοι άνδρες που εκπροσωπούν το Έθνος.

Ποιοι μπορούν να μιλήσουν πραγματικά για πατριωτισμό;
• Όλοι αυτοί που πολέμησαν στο πεδίο της τιμής, περιμένοντας να δουν στον ουρανό της Κύπρου τα ελληνικά αεροπλάνα.

• Όλοι εκείνοι οι άγνωστοι στρατιώτες που εκτέλεσαν πιστά και φιλότιμα το καθήκον τους, δίχως «σκέψεις».

• Όλοι εκείνοι που περίμεναν την εντολή να απογειωθούν, αλλά ποτέ δεν ήλθε.
• Όλοι αυτοί που υπερασπίζονται την ακεραιότητα της πατρίδος, σε έναν ακήρυχτο πόλεμο που έχει αποδεχθεί τρεις δεκαετίες τώρα η πολιτική ηγεσία.

• Όλα τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων που καθημερινά μοχθούν στον αέρα, την στεριά και την θάλασσα, για να δουν το Υπουργείο Οικονομίας να τούς ζητεί πίσω αναδρομικώς, μέρος των επιδομάτων επικινδυνότητος που λαμβάνουν.

• Όλος ο απόδημος Ελληνισμός που στο άκουσμα και μόνο της λέξεως «Ελλάς», σκιρτάει κάτι μέσα του.

• Όλοι οι Κύπριοι αδελφοί, που μετά την εξαγγελία του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους στους «Νικηφόρους» και τις άλλες ασκήσεις, στις οποίες εκλήθησαν ως έφεδροι.

• Όλοι όσοι την νύχτα των Ιμίων σηκώθηκαν στον συννεφιασμένο ουρανό ή ξεροστάλιαζαν στις βραχονησίδες, περιμένοντας την διαταγή.

• Όλοι οι νέοι που εκπληρώνουν την στρατιωτική τους θητεία ενσυνείδητα.

Με τι ύφος μπορεί άραγε όλους αυτούς να τούς αντικρίσει ο σημερινός πολιτικός κόσμος; Τί να πουν για πατριωτισμό οι αγράμματοι, βολεμένοι, ηττοπαθείς και παραιτημένοι, αλλά και (τελευταίως) ξεπουλημένοι, όπως απέδειξαν με την στάση τους σε ένα σχέδιο που προέβλεπε την διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας; Τί να πουν όλοι αυτοί που εορτάζουν ξεδιάντροπα τις ημέρες του μεγάλου θρήνου για τον Κυπριακό Ελληνισμό; Αυτός ο πολιτικός κόσμος λοιπόν, είναι που θυμήθηκε τους αντιστασιακούς και τούς κάλεσε ομαδικά στο Προεδρικό Μέγαρο; Για να τούς τιμήσει άραγε ή για να τούς χρησιμοποιήσει ως άλλοθι; Εξαγοράζοντας με την παρουσία τους την ανοχή της κοινής γνώμης, για την τραγική έλλειψη πατριωτισμού που διακρίνει σήμερα τον πολιτικό μας κόσμο;

Δεν υπάρχουν σχόλια: