Η ευρωπαική προοπτική της Τουρκίας θα πρέπει να επαναξεταστεί υπό το φως των νέων ευρωενωσιακών εξελίξων, της νέας ευρωπαικής αρχιτεκτονικής και ιδίως της κρίσης που ταλανίζει την Ευρωπαική Ένωση, ΕΕ.
Η Κροατία έχει ολοκληρώσει τις διαπραγματέυσεις της και καλώς εχόντων των πραγμάτων θα ενταχθεί το 2012, ενώ η ΠΓΔΜ και η Τουρκία είναι υποψήφιες χώρες sine die, χωρίς δηλαδή, μέχρι στιγμής, ημερομηνία προσχώρησης, έστω και ενδεικτική.
Παράλληλα, στον προθάλαμο της ΕΕ συνοστίζονται και άλλες χώρες των ... Βαλκανίων για τις οποίες η χώρα μας αλλά και άλλα κράτη μέλη έχουν εκφράσει την υποστήριξή τους για ένταξη, και οι οποίες έχουν συμφωνίες με την ΕΕ.
Η περίπτωση της Ισλανδίας είναι διαφορετική, αφού θεωρείται ότι είναι έτοιμη για ένταξη, λόγω συμμετοχής της στην Ευρωπαική Οικονομική Ζώνη και έγκαιρης προσαρμογής της.
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά στην Τουρκία, η χώρα μας έχει πάγια θέση υπέρ της ένταξής της, με αποτέλεσμα να μην κρύβονται πια πίσω μας όσοι πραγματικά δεν ήθελαν την ένταξή της γείτονας χώρας.
Θα λέγαμε παραστατικά ότι “έπεσαν οι μάσκες” και ο καθένας αναλαμβάνει τις ευθύνες του έναντι της Τουρκίας, η οποία έχει αρχίσει να εκφράζει την πραγματική (ή φαινομενική;) δυσαρέσκειά της.
Ποιοί είναι όμως οι λόγοι που επικαλούνται όσοι προβάλλουν αντιρρήσεις :
1. Το μέγεθος της γείτονας και η δημογραφική της έκρηξη, ιδίως στις περιοχές της Ανατολίας, μιας που στην Ευρωπαική Τουρκία το ποσοστό των γεννήσεων είναι κάπως υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ. O πληθυσμός είναι ένα από τα στοιχεία που καθορίζουν τη στάθμιση των ψήφων κράτους-μέλους στο Συμβούλιο, τον αριθμό των ευρωβουλευτών του και γενικά την εκπροσώπησή του στα ‘Οργανα της ΕΕ. Η Τουρκία, μετά τη Γερμανία, θα είναι, αν ενταχθεί, η πολυπληθέστερη χώρα, και άρα θα πρέπει να διεκδικήσει όσα της αναλογούν, εκτός αν συμβιβαστεί με κάτι λιγότερο ευνοικό στην Πράξη προσχωρήσεώς της.
2. Το ότι είναι χώρα Ισλαμική, επιχείρημα που ψυθυρίζεται, αφού στις περισσότερες χώρες της ΕΕ το ισλαμικό στοιχείο είναι πολύ ισχυρό και η ελευθερία των θρησκευτικών πεποιθήσεων συνταγματικά κατοχυρωμένη, με διαχωρισμό της ‘’επίσημης’’ εκκλησίας από το κράτος.
3. Το ότι η Τουρκία θα εισπράξει τη μερίδα του λέοντος από τα Διαρθρωτικά και άλλα Ταμεία της ΕΕ σε περίοδο οικονομικής λιτότητας. Το επιχείρημα είναι ότι, αφού η Πολωνία με πολύ λιγότερο πληθυσμό, προβλέπεται να εισπράξει 68 δις ευρώ από την ΕΕ την περίοδο 2007 έως 2013, η Τουρκία θα πρέπει να εισπράξει τουλάχιστον 100 δις την περόδο 2014 έως 2020. Τίθεται λοιπόν το ζήτημα ποιός θα τα πληρώσει.
4. Τέλος, ότι η ένταξή της θα επιβαρύνει υπέρμετρα την Κοινή Αγροτική Πολιτική, λόγω του είναι χώρα γεωργική, πράγμα που προκαλεί αντιδράσεις, ιδίως στη Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία αλλά και Πολωνία, που φοβούνται ότι όχι μόνο θα μειωθεί το μερίδιό τους από την ΚΑΠ αλλά και ότι θα πρέπει να συνεισφέρουν περισσότερα.
Το παρόν θα αναλύσει κυρίως το 3 και το 4 και έμμεσα το 1 και το 2 τα οποία ‘’δεν ανθίστανται στη βάσανο’’.
Η οικονομική κρίση την οποία αντιμετωπίζουν όλες οι χώρες της ΕΕ, ακόμη και οι οικονομικά πιο εύρωστες, εκδηλώθηκε από πλευράς αντιμετώπισης του προβλήματος ποικιλοτρόπως.
Η στήριξη προς την Ελλάδα, μόνο υπό μορφή δανείων, ενέπλεξε για πρώτη φορά στα χρονικά της ΕΕ, και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, και διεθνοποίησε ένα ζήτημα υπαρξιακό για την ίδια τη ζώνη ευρώ, που έπρεπε να είχε επιλυθεί μέσα στην ευρωπαϊκή οικογένεια.
Ενα πρώτο συμπέρασμα είναι ότι η ευρωενωσιακή αλληλεγγύη ανήκει πια στο παρελθόν και ότι τα δείγματα γραφής από πλευράς των μεγάλων και ιδίως της Γερμανίας είναι ότι ο καθένας είναι για τον εαυτό του.
Η νέα αυτή προσέγγιση θα δοκιμαστεί με τις νέες δημοσιονομικές προοπτικές για την περίοδο 2014 εως 2020.
Αν οι αμιγείς χρηματοδότες της ΕΕ, αυτοί δηλαδή που συνεισφέρουν περισσότερα στον ευρωενωσιακό προυπολογισμό και ιδίως η Γερμανία, αποφασίσουν να κλείσουν τη στρόφιγγα λόγω της κρίσης, τα κονδύλια των Διαρθρωτικών Ταμείων και της ΚΑΠ θα μειωθούν αντίστοιχα.
Αφού λοιπόν τα προς κατανομή θα είναι πολύ λιγότερα, όλοι θα πάρουν λιγότερα και κυρίως μια χώρα, όπως η Τουρκία η οποία τουλάχιστον επίσημα διεκδικεί την ένταξη και η οποία θα μπορούσε να αρκεστεί σε ακόμη λιγότερα για να ανατρέψει αυτό το σε βάρος της επιχείρημα.
Αυτό συνέβη με τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία που προσχώρησαν τελευταίες και στις οποίες, παρά το ότι έχουν μεγαλύτερες ανάγκες από τη Χώρα μας, αντιστοιχούν λιγότερα κατ’αναλογία κονδύλια, ακόμη και αν τελικά καταφέρουν να τα απορροφήσουν στο σύνολό τους.
Στην πραγματικότητα με δεδομένο ότι η Τουρκία θα δικαιούται καταρχήν το μεγαλύτερο μερίδιο από τα προαναφερόμενα Ταμεία, το συνολικό ύψος των προς κατανομή κονδυλίων θα πρέπει να διπλασιαστεί μια που τα δώδεκα νέα κράτη μέλη αλλά και οι χώρες συνοχής εξακολουθούν να έχουν σημαντικές ανάγκες που δεν έχουν ικανοποιηθεί, πολύ περισσότερο που τώρα η Ιρλανδία, λόγω της κρίσης που τη μαστίζει θα επανενταχθεί στις χώρες συνοχής και βέβαια θα προστεθεί και η Κροατία διεκδικώντας και αυτη μερίδιο από τα προς τα κατανομή, στα οποία θα συμμετάσχει αυτή τη φορά και η Κύπρος η οποία για διαπραγματευτικούς λόγους δεν διεκδίκησε σχεδόν τίποτα για την παρούσα προγραμματική περίοδο.
Αν δε επιλυθεί με τον οποιονδήποτε τρόπο το Κυπριακό αυτό θα οδηγήσει σε επιπλέον αύξηση των αναγκών.
Οι νέες λοιπόν δημοσιονομικές προοπτικές θα είναι προφανώς προοπτικές λιτότητας, με μείωση του κοινοτικού προϋπολογισμού ή σε κάθε περίπτωση μη αύξησή του παρά τις αυξημένες ανάγκες της ‘Ένωσης λόγω της Συνθήκης της Λισαβόνας, της κρίσης και της επικείμενης διεύρυνσης.
Αυτό θα επηρεάσει και τα Διαρθρωτικά Ταμεία αλλά και το Ταμείο γεωργίας και ανάπτυξης της υπαίθρου και γενικότερα όλες τις χρηματοδοτήσεις από πλευράς ΕΕ.
Στο απαισιόδοξο βέβαια αυτό σενάριο που ευνοεί την ένταξη της Τουρκίας, ο αντίλογος είναι ότι η Γερμανία, που είναι ο κύριος χρηματοδότης της ΕΕ, έχει κάθε συμφέρον να υπάρχουν επαρκή κονδύλια στην πολιτική συνοχής μια που αυτή είναι η χώρα που κυρίως επωφελείται, έστω και έμμεσα.
Πράγματι από μελέτη του Υπουργείου Περιφερειακής ανάπτυξης της Πολωνίας προκύπτει ότι για κάθε ευρώ που διατίθεται από την πολιτική συνοχής στην Πολωνία, η Γερμανία ‘’εισπράττει’’ πάνω από ένα ευρώ λόγω του ότι τα περισσότερα δημόσια έργα στην Πολωνία γίνονται από γερμανικές εταιρίες, γερμανικά μηχανήματα και γερμανικά υλικά. Άλλωστε, η Επιτροπή που γνωρίζει τις πραγματικές ανάγκες των κρατών μελών θα προτείνει τη συνέχιση με επαρκείς πόρους της σημαντικής αυτής πολιτικής και οι τυχόν περικοπές θα γίνουν από το Συμβούλιο και σε μικρότερο βαθμό από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Υπό το φως των ανωτέρω και με δεδομένο ότι η Γερμανία και κυρίως τα μεγάλα κράτη μέλη της ΕΕ που έχουν και τις πιο ανταγωνιστικές οικονομίες επωφελούνται από την ενιαία εσωτερική αγορά όπου διαθέτουν τα προϊόντα τους και τις υπηρεσίες τους είναι πιθανό τα σε βάρος της Τουρκίας επιχειρήματα να ανατραπούν τελείως μια που η χώρα αυτή γνωρίζει ραγδαία οικονομική ανάπτυξη και προσφέρεται ως μια τεράστια εν δυνάμει αγορά για τα ευρωπαϊκά προϊόντα.
Εξάλλου, το θέμα των Τούρκων μεταναστών στη Γερμανία θα θεωρηθεί επουσιώδες, υπό το φως των ανωτέρω, μια που οι περισσότεροι Τούρκοι δεύτερης γενιάς έχουν αποκτήσει τη γερμανική ιθαγένεια και υπάρχει η δυνατότητα να συμφωνηθούν μακράς διάρκειας μεταβατικές περίοδοι στην ελεύθερη κυκλοφορία των Τούρκων στην ΕΕ, πέραν από το βιολογικό ή πολιτικό ορίζοντα των εν ενεργεία Γερμανών πολιτικών…
Η αποδυνάμωση των κατά της Τουρκίας επιχειρημάτων ισχύει και για την Κοινή Αγροτική Πολιτική λόγω της αναθεώρησής της που οδηγεί σε συρρίκνωση του κλάδου, μείωση των κονδυλίων που διατίθενται στους γεωργούς και σε κάποιο βαθμό επανεθνικοποίησή της. ‘Έτσι η ένταξη της Τουρκίας δεν θα έχει επιπτώσεις στην ΚΑΠ όπως αυτή θα έχει διαμορφωθεί στο εγγύς μέλλον.
Το ευρωενωσιακό σκηνικό όπως διαμορφώνεται εν μέσω κρίσης, έλλειψης ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, ελλείμματος πολιτικής ηγεσίας και επικείμενης διεύρυνσης, έστω προς το παρόν με Κροατία και Ισλανδία, οδηγεί στην πράξη στο μινιμαλιστικό σενάριο ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης που υποστήριζε ανέκαθεν το Ηνωμένο Βασίλειο, αρεσκείας των ΗΠΑ, παρά τις πιο φιλόδοξες διακηρύξεις της Συνθήκης της Λισαβόνας, που θα δοκιμαστούν στην πράξη : Μια τεράστια ενιαία εσωτερική αγορά, με ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων, εμπορευμάτων, κεφαλαίων και υπηρεσιών, με συνοδευτικές πολιτικές, με το δοκιμαζόμενο και βαλλόμενο ευρώ και χωρίς προοπτική ομοσπονδιοποίησης.
Σε μια τέτοια αγορά η Τουρκία θα έχει οπωσδήποτε θέση, μια που όλα τα άλλα αντεπιχειρήματα, όπως προαναφέρθηκε, εξαφανίζονται ή αμβλύνονται σε σημαντικό βαθμό, αν λάβει κανείς υπόψη του και ένα επιπλέον υπέρ, την γεωπολιτική τής ενέργειας όπου η Τουρκία αναδεικνύεται σε παίκτη.
Βέβαια, οι νέες εξελίξεις στην Τουρκία και το νεο-οθωμανικό δόγμα του Νταβούτογλου οδηγούν σε αύξηση των φωνών κατά της ένταξης και το ερώτημα που θα τεθεί είναι αν η Τουρκία θα έχει πια συμφέρον να προσχωρήσει σε μια χαλαρή ΕΕ χωρίς να αναμένει δείγματα ευρωενωσιακής αλληλεγγύης και οικονομικής στήριξης και με την οικονομία της ανοιχτή στους ανταγωνιστικούς Ευρωπαίους εταίρους.
Κάποιες φωνές στην Τουρκία θα την προτιμήσουν ίσως εκτός, ενώ άλλες μπορεί να ξανασκεφτούν την ειδική σχέση που θα της εξασφαλίσει μεγαλύτερη ευελιξία.
“Τα πάντα ρει”.
Ο Γιώργος Κρεμλής είναι ανώτατο στέλεχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Η Κροατία έχει ολοκληρώσει τις διαπραγματέυσεις της και καλώς εχόντων των πραγμάτων θα ενταχθεί το 2012, ενώ η ΠΓΔΜ και η Τουρκία είναι υποψήφιες χώρες sine die, χωρίς δηλαδή, μέχρι στιγμής, ημερομηνία προσχώρησης, έστω και ενδεικτική.
Παράλληλα, στον προθάλαμο της ΕΕ συνοστίζονται και άλλες χώρες των ... Βαλκανίων για τις οποίες η χώρα μας αλλά και άλλα κράτη μέλη έχουν εκφράσει την υποστήριξή τους για ένταξη, και οι οποίες έχουν συμφωνίες με την ΕΕ.
Η περίπτωση της Ισλανδίας είναι διαφορετική, αφού θεωρείται ότι είναι έτοιμη για ένταξη, λόγω συμμετοχής της στην Ευρωπαική Οικονομική Ζώνη και έγκαιρης προσαρμογής της.
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά στην Τουρκία, η χώρα μας έχει πάγια θέση υπέρ της ένταξής της, με αποτέλεσμα να μην κρύβονται πια πίσω μας όσοι πραγματικά δεν ήθελαν την ένταξή της γείτονας χώρας.
Θα λέγαμε παραστατικά ότι “έπεσαν οι μάσκες” και ο καθένας αναλαμβάνει τις ευθύνες του έναντι της Τουρκίας, η οποία έχει αρχίσει να εκφράζει την πραγματική (ή φαινομενική;) δυσαρέσκειά της.
Ποιοί είναι όμως οι λόγοι που επικαλούνται όσοι προβάλλουν αντιρρήσεις :
1. Το μέγεθος της γείτονας και η δημογραφική της έκρηξη, ιδίως στις περιοχές της Ανατολίας, μιας που στην Ευρωπαική Τουρκία το ποσοστό των γεννήσεων είναι κάπως υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ. O πληθυσμός είναι ένα από τα στοιχεία που καθορίζουν τη στάθμιση των ψήφων κράτους-μέλους στο Συμβούλιο, τον αριθμό των ευρωβουλευτών του και γενικά την εκπροσώπησή του στα ‘Οργανα της ΕΕ. Η Τουρκία, μετά τη Γερμανία, θα είναι, αν ενταχθεί, η πολυπληθέστερη χώρα, και άρα θα πρέπει να διεκδικήσει όσα της αναλογούν, εκτός αν συμβιβαστεί με κάτι λιγότερο ευνοικό στην Πράξη προσχωρήσεώς της.
2. Το ότι είναι χώρα Ισλαμική, επιχείρημα που ψυθυρίζεται, αφού στις περισσότερες χώρες της ΕΕ το ισλαμικό στοιχείο είναι πολύ ισχυρό και η ελευθερία των θρησκευτικών πεποιθήσεων συνταγματικά κατοχυρωμένη, με διαχωρισμό της ‘’επίσημης’’ εκκλησίας από το κράτος.
3. Το ότι η Τουρκία θα εισπράξει τη μερίδα του λέοντος από τα Διαρθρωτικά και άλλα Ταμεία της ΕΕ σε περίοδο οικονομικής λιτότητας. Το επιχείρημα είναι ότι, αφού η Πολωνία με πολύ λιγότερο πληθυσμό, προβλέπεται να εισπράξει 68 δις ευρώ από την ΕΕ την περίοδο 2007 έως 2013, η Τουρκία θα πρέπει να εισπράξει τουλάχιστον 100 δις την περόδο 2014 έως 2020. Τίθεται λοιπόν το ζήτημα ποιός θα τα πληρώσει.
4. Τέλος, ότι η ένταξή της θα επιβαρύνει υπέρμετρα την Κοινή Αγροτική Πολιτική, λόγω του είναι χώρα γεωργική, πράγμα που προκαλεί αντιδράσεις, ιδίως στη Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία αλλά και Πολωνία, που φοβούνται ότι όχι μόνο θα μειωθεί το μερίδιό τους από την ΚΑΠ αλλά και ότι θα πρέπει να συνεισφέρουν περισσότερα.
Το παρόν θα αναλύσει κυρίως το 3 και το 4 και έμμεσα το 1 και το 2 τα οποία ‘’δεν ανθίστανται στη βάσανο’’.
Η οικονομική κρίση την οποία αντιμετωπίζουν όλες οι χώρες της ΕΕ, ακόμη και οι οικονομικά πιο εύρωστες, εκδηλώθηκε από πλευράς αντιμετώπισης του προβλήματος ποικιλοτρόπως.
Η στήριξη προς την Ελλάδα, μόνο υπό μορφή δανείων, ενέπλεξε για πρώτη φορά στα χρονικά της ΕΕ, και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, και διεθνοποίησε ένα ζήτημα υπαρξιακό για την ίδια τη ζώνη ευρώ, που έπρεπε να είχε επιλυθεί μέσα στην ευρωπαϊκή οικογένεια.
Ενα πρώτο συμπέρασμα είναι ότι η ευρωενωσιακή αλληλεγγύη ανήκει πια στο παρελθόν και ότι τα δείγματα γραφής από πλευράς των μεγάλων και ιδίως της Γερμανίας είναι ότι ο καθένας είναι για τον εαυτό του.
Η νέα αυτή προσέγγιση θα δοκιμαστεί με τις νέες δημοσιονομικές προοπτικές για την περίοδο 2014 εως 2020.
Αν οι αμιγείς χρηματοδότες της ΕΕ, αυτοί δηλαδή που συνεισφέρουν περισσότερα στον ευρωενωσιακό προυπολογισμό και ιδίως η Γερμανία, αποφασίσουν να κλείσουν τη στρόφιγγα λόγω της κρίσης, τα κονδύλια των Διαρθρωτικών Ταμείων και της ΚΑΠ θα μειωθούν αντίστοιχα.
Αφού λοιπόν τα προς κατανομή θα είναι πολύ λιγότερα, όλοι θα πάρουν λιγότερα και κυρίως μια χώρα, όπως η Τουρκία η οποία τουλάχιστον επίσημα διεκδικεί την ένταξη και η οποία θα μπορούσε να αρκεστεί σε ακόμη λιγότερα για να ανατρέψει αυτό το σε βάρος της επιχείρημα.
Αυτό συνέβη με τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία που προσχώρησαν τελευταίες και στις οποίες, παρά το ότι έχουν μεγαλύτερες ανάγκες από τη Χώρα μας, αντιστοιχούν λιγότερα κατ’αναλογία κονδύλια, ακόμη και αν τελικά καταφέρουν να τα απορροφήσουν στο σύνολό τους.
Στην πραγματικότητα με δεδομένο ότι η Τουρκία θα δικαιούται καταρχήν το μεγαλύτερο μερίδιο από τα προαναφερόμενα Ταμεία, το συνολικό ύψος των προς κατανομή κονδυλίων θα πρέπει να διπλασιαστεί μια που τα δώδεκα νέα κράτη μέλη αλλά και οι χώρες συνοχής εξακολουθούν να έχουν σημαντικές ανάγκες που δεν έχουν ικανοποιηθεί, πολύ περισσότερο που τώρα η Ιρλανδία, λόγω της κρίσης που τη μαστίζει θα επανενταχθεί στις χώρες συνοχής και βέβαια θα προστεθεί και η Κροατία διεκδικώντας και αυτη μερίδιο από τα προς τα κατανομή, στα οποία θα συμμετάσχει αυτή τη φορά και η Κύπρος η οποία για διαπραγματευτικούς λόγους δεν διεκδίκησε σχεδόν τίποτα για την παρούσα προγραμματική περίοδο.
Αν δε επιλυθεί με τον οποιονδήποτε τρόπο το Κυπριακό αυτό θα οδηγήσει σε επιπλέον αύξηση των αναγκών.
Οι νέες λοιπόν δημοσιονομικές προοπτικές θα είναι προφανώς προοπτικές λιτότητας, με μείωση του κοινοτικού προϋπολογισμού ή σε κάθε περίπτωση μη αύξησή του παρά τις αυξημένες ανάγκες της ‘Ένωσης λόγω της Συνθήκης της Λισαβόνας, της κρίσης και της επικείμενης διεύρυνσης.
Αυτό θα επηρεάσει και τα Διαρθρωτικά Ταμεία αλλά και το Ταμείο γεωργίας και ανάπτυξης της υπαίθρου και γενικότερα όλες τις χρηματοδοτήσεις από πλευράς ΕΕ.
Στο απαισιόδοξο βέβαια αυτό σενάριο που ευνοεί την ένταξη της Τουρκίας, ο αντίλογος είναι ότι η Γερμανία, που είναι ο κύριος χρηματοδότης της ΕΕ, έχει κάθε συμφέρον να υπάρχουν επαρκή κονδύλια στην πολιτική συνοχής μια που αυτή είναι η χώρα που κυρίως επωφελείται, έστω και έμμεσα.
Πράγματι από μελέτη του Υπουργείου Περιφερειακής ανάπτυξης της Πολωνίας προκύπτει ότι για κάθε ευρώ που διατίθεται από την πολιτική συνοχής στην Πολωνία, η Γερμανία ‘’εισπράττει’’ πάνω από ένα ευρώ λόγω του ότι τα περισσότερα δημόσια έργα στην Πολωνία γίνονται από γερμανικές εταιρίες, γερμανικά μηχανήματα και γερμανικά υλικά. Άλλωστε, η Επιτροπή που γνωρίζει τις πραγματικές ανάγκες των κρατών μελών θα προτείνει τη συνέχιση με επαρκείς πόρους της σημαντικής αυτής πολιτικής και οι τυχόν περικοπές θα γίνουν από το Συμβούλιο και σε μικρότερο βαθμό από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Υπό το φως των ανωτέρω και με δεδομένο ότι η Γερμανία και κυρίως τα μεγάλα κράτη μέλη της ΕΕ που έχουν και τις πιο ανταγωνιστικές οικονομίες επωφελούνται από την ενιαία εσωτερική αγορά όπου διαθέτουν τα προϊόντα τους και τις υπηρεσίες τους είναι πιθανό τα σε βάρος της Τουρκίας επιχειρήματα να ανατραπούν τελείως μια που η χώρα αυτή γνωρίζει ραγδαία οικονομική ανάπτυξη και προσφέρεται ως μια τεράστια εν δυνάμει αγορά για τα ευρωπαϊκά προϊόντα.
Εξάλλου, το θέμα των Τούρκων μεταναστών στη Γερμανία θα θεωρηθεί επουσιώδες, υπό το φως των ανωτέρω, μια που οι περισσότεροι Τούρκοι δεύτερης γενιάς έχουν αποκτήσει τη γερμανική ιθαγένεια και υπάρχει η δυνατότητα να συμφωνηθούν μακράς διάρκειας μεταβατικές περίοδοι στην ελεύθερη κυκλοφορία των Τούρκων στην ΕΕ, πέραν από το βιολογικό ή πολιτικό ορίζοντα των εν ενεργεία Γερμανών πολιτικών…
Η αποδυνάμωση των κατά της Τουρκίας επιχειρημάτων ισχύει και για την Κοινή Αγροτική Πολιτική λόγω της αναθεώρησής της που οδηγεί σε συρρίκνωση του κλάδου, μείωση των κονδυλίων που διατίθενται στους γεωργούς και σε κάποιο βαθμό επανεθνικοποίησή της. ‘Έτσι η ένταξη της Τουρκίας δεν θα έχει επιπτώσεις στην ΚΑΠ όπως αυτή θα έχει διαμορφωθεί στο εγγύς μέλλον.
Το ευρωενωσιακό σκηνικό όπως διαμορφώνεται εν μέσω κρίσης, έλλειψης ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, ελλείμματος πολιτικής ηγεσίας και επικείμενης διεύρυνσης, έστω προς το παρόν με Κροατία και Ισλανδία, οδηγεί στην πράξη στο μινιμαλιστικό σενάριο ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης που υποστήριζε ανέκαθεν το Ηνωμένο Βασίλειο, αρεσκείας των ΗΠΑ, παρά τις πιο φιλόδοξες διακηρύξεις της Συνθήκης της Λισαβόνας, που θα δοκιμαστούν στην πράξη : Μια τεράστια ενιαία εσωτερική αγορά, με ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων, εμπορευμάτων, κεφαλαίων και υπηρεσιών, με συνοδευτικές πολιτικές, με το δοκιμαζόμενο και βαλλόμενο ευρώ και χωρίς προοπτική ομοσπονδιοποίησης.
Σε μια τέτοια αγορά η Τουρκία θα έχει οπωσδήποτε θέση, μια που όλα τα άλλα αντεπιχειρήματα, όπως προαναφέρθηκε, εξαφανίζονται ή αμβλύνονται σε σημαντικό βαθμό, αν λάβει κανείς υπόψη του και ένα επιπλέον υπέρ, την γεωπολιτική τής ενέργειας όπου η Τουρκία αναδεικνύεται σε παίκτη.
Βέβαια, οι νέες εξελίξεις στην Τουρκία και το νεο-οθωμανικό δόγμα του Νταβούτογλου οδηγούν σε αύξηση των φωνών κατά της ένταξης και το ερώτημα που θα τεθεί είναι αν η Τουρκία θα έχει πια συμφέρον να προσχωρήσει σε μια χαλαρή ΕΕ χωρίς να αναμένει δείγματα ευρωενωσιακής αλληλεγγύης και οικονομικής στήριξης και με την οικονομία της ανοιχτή στους ανταγωνιστικούς Ευρωπαίους εταίρους.
Κάποιες φωνές στην Τουρκία θα την προτιμήσουν ίσως εκτός, ενώ άλλες μπορεί να ξανασκεφτούν την ειδική σχέση που θα της εξασφαλίσει μεγαλύτερη ευελιξία.
“Τα πάντα ρει”.
ΥΓ: Σε κάθε περίπτωση, για τη χώρα μας, η ένταξη και γενικότερα η στενή σχέση Τουρκίας-ΕΕ, έχει μόνο πλεονεκτήματα, τα οποία θα αναλύσουμε σε προσεχές άρθρο.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΡΕΜΛΗΣ Ο Γιώργος Κρεμλής είναι ανώτατο στέλεχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου