Αν οι διεθνείς αγορές ομολόγων επιμένουν να σφυροκοπούν τα ομόλογα των χωρών της ευρωζώνης που αντιμετωπίζουν οξύ πρόβλημα δημόσιου χρέους, το πράττουν όχι τόσο διότι καθυστερημένα ανακάλυψαν τις διαρθρωτικής φύσεως αδυναμίες των οικονομιών τους, αλλά κυρίως διότι έχουν αντιληφθεί...
...όπως όλοι μας τον τελευταίο καιρό– ότι αυτό που επί δεκαετίες συνηθίσαμε να ονομάζουμε ευρωπαϊκό οικοδόμημα δεν είναι τίποτε άλλο παρά «λίθοι και πλίνθοι και ξύλα και κέραμος ατάκτως ερριμμένα».
Η προβληματική στατικότητα, οι κακοτεχνίες, οι αστοχίες και τα πάσης φύσεως λειτουργικά κενά του «κοινού ευρωπαϊκού μας σπιτιού» (όπως τόσο αυτάρεσκα, όμως, φευ, παραπλανητικά κόμπαζαν παλιότεροι ευρωπαίοι ηγέτες) είναι τόσο μεγάλα, τόσο προφανή, ώστε ...κάθε εκ των υστέρων επέμβαση για τη θεραπεία τους μοιάζει με απλό μερεμέτισμα, με βιασμένη, βασισμένη σε εκτίμηση πιθανοτήτων και κατά το μάλλον ή ήττον ανεπαρκή και εκ των ενόντων προσπάθεια για να βγει η χρονιά.
Κι ύστερα βλέπουμε...
Οι αγορές σπάνια εμφανίζονται ως Επιμηθείς. Σπάνια διστάζουν, ορρωδούν ή παρασύρονται από αντιπερισπασμούς. Τα εύκολα, τα άκοπα κέρδη τα αποκομίζουν εκμεταλλευόμενες τις αδυναμίες του συστήματος που κάθε τόσο τις οξυγονώνει και τις συντηρεί. Ενίοτε μάλιστα δεν φείδονται και αυτής της τελικής επιβίωσης του ξενιστή τους.
Οι αγορές σπάνια εμφανίζονται ως Επιμηθείς. Σπάνια διστάζουν, ορρωδούν ή παρασύρονται από αντιπερισπασμούς. Τα εύκολα, τα άκοπα κέρδη τα αποκομίζουν εκμεταλλευόμενες τις αδυναμίες του συστήματος που κάθε τόσο τις οξυγονώνει και τις συντηρεί. Ενίοτε μάλιστα δεν φείδονται και αυτής της τελικής επιβίωσης του ξενιστή τους.
Είναι μικρά, επιθετικά καρκινώματα υπό τη μορφή αδηφάγων συγκεντρώσεων κεφαλαίου που διακρίνονται για τον έντονα κακοήθη χαρακτήρα και τη μεταστατικότητά τους. Καρκινώματα ικανά να καταστρέψουν μεγάλους, ατροφικούς ιστούς και όργανα που διακρίνονται για την πλαδαρότητα και τη ραθυμία τους, προσέτι δε για την αδυναμία προσαρμογής τους σε έκτακτες περιστάσεις που αναπτύσσονται μέσα τους και γύρω τους και που τα αφορούν χωρίς τα ίδια να τις ορίζουν. Για να το εκφράσω κάπως διαφορετικά, λιγότερο τρομολαγνικά ή ψυχαναγκαστικά: πρόκειται για καθρέφτες των ατομικών και συλλογικών φοβιών αλλά και της υποκείμενης απληστίας και ηθικής ένδειας των κοινωνιών μας. Για το παρασιτικό μας περίβλημα. Για μηχανισμούς αυτοοργάνωσης και αυτοκαταστροφής που επιτρέπουν την κυκλοφορία, την ανακύκλωση ή, κατά περίπτωση, τη δημιουργική εξαφάνιση του πλούτου.
Τι βλέπουν λοιπόν στην Ευρώπη σήμερα οι αγορές;
Βλέπουν, καταρχάς, έναν πλήρη αποπροσανατολισμό της κοινής ευρωπαϊκής προσπάθειας που άρχισε στις αρχές της δεκαετίας του 1950 με στόχο την οικονομική και πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης.
Τι βλέπουν λοιπόν στην Ευρώπη σήμερα οι αγορές;
Βλέπουν, καταρχάς, έναν πλήρη αποπροσανατολισμό της κοινής ευρωπαϊκής προσπάθειας που άρχισε στις αρχές της δεκαετίας του 1950 με στόχο την οικονομική και πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης.
Οι Ευρωπαίοι σήμερα δίνουν την εντύπωση ότι έχουν στρέψει την προσοχή τους αποκλειστικά στο εύρος του διασκελισμού του διπλανού ή του παραδιπλανού τους, στον ρυθμό του βηματισμού ενός εκάστου και στο πόσο εξέχει η κεφαλή του πρώτου εν σχέσει προς την κεφαλή του έσχατου στη στοίχιση που επιβάλλει το είδος της συμβατικής ή αναγκαστικής συμβίωσης που αποτελεί για το σύνολο των μελών της η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι δηλώσεις σημαντικών Ευρωπαίων ηγετών και θεσμικών παραγόντων της Ένωσης παράγουν μια απίστευτη χασμωδία, τα δε παραγγέλματα που καθορίζουν την κατεύθυνση ή τον επιζητούμενο – από ποιον άραγε; ‑ συγχρονισμό προκαλούν μεγαλύτερη σύγχυση από κάθε εξωτερική πρόκληση.
Χάριν της λεπτομέρειας, χάριν του εφήμερου, χάριν της πολιτικής μυωπίας και του αισθήματος ασφάλειας που αυτή γεννά μόνο για ό,τι βρίσκεται μέσα στο οπτικό πεδίο του μύωπα, κάθε έννοια προοπτικής και υπέρβασης, κάθε στόχος που απαιτεί να εγκαταλείψει κανείς το αγαπημένο του καβούκι, καλύπτονται από την αχλύ της αμφιβολίας και της προαποφασισμένης υπαναχώρησης...
Πραγματική εναρμόνιση δεν θα μπορούσε ποτέ να γίνει με απλή μεταφορά πόρων, καθ’ ην στιγμήν απουσίαζε η πολιτική, διοικητική, οικονομική και αμυντική συνοχή σε επίπεδο Ένωσης.
Πραγματική εναρμόνιση δεν θα μπορούσε ποτέ να γίνει με απλή μεταφορά πόρων, καθ’ ην στιγμήν απουσίαζε η πολιτική, διοικητική, οικονομική και αμυντική συνοχή σε επίπεδο Ένωσης.
Εν μέσω μιας έντονα διαφοροποιούμενης και εγγενώς αποκλίνουσας από κράτος σε κράτος πραγματικότητας, δεν θα ήταν ποτέ εφικτός ένας θαυματουργικά δρων συνεκτικός αυτοματισμός.
Μάλλον για ιχνογραφική μεταφορά ανομολόγητων σχεδιασμών ή σκοπιμοτήτων επρόκειτο.
Μάλλον για διασπορά στοιχείων και ορίων ενός μελλοντικού, πιθανότατα ανεκτού ή και ευκταίου εθνικού και πολιτικού διαχωρισμού.
Μάλλον για δίχτυα που με περισσή υπομονή και μαεστρία απλώθηκαν σ’ ένα ψαροτόπι πολύτιμων αλιευμάτων.
Όλο αυτό το σισύφειο έργο της «ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης» με ατμομηχανή τα ποικιλώνυμα ταμεία «συνοχής» δείχνει σήμερα να εξαντλείται σε μια τεραστίων διαστάσεων επιχείρηση real estate.
Σε μια ανταλλαγή της εφήμερης ψευδαίσθησης μιας κοινής, χωρίς προαπαιτούμενα και επί ίσοις όροις πορείας με την εξαγορά ολόκληρων κρατών και των λαών τους σε τιμή ευκαιρίας.
Οι πατέρες της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης παρακινήθηκαν στην επιλογή τους αυτή από το βαρύ φορτίο δύο ανθρωπιστικών καταστροφών που όμοιές τους δεν γνώρισε μέχρι σήμερα ο κόσμος και που οι επιγενόμενοι δείχνουν να ξεχνούν. Δεν επρόκειτο λοιπόν για απλή προσπάθεια επούλωσης πληγών ή γεφύρωσης ρηγμάτων. Επρόκειτο για ένα άνευ προηγουμένου εγχείρημα ανέκκλητης αποτροπής ενός τρίτου Αρμαγεδδώνος.
Οι πατέρες της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης παρακινήθηκαν στην επιλογή τους αυτή από το βαρύ φορτίο δύο ανθρωπιστικών καταστροφών που όμοιές τους δεν γνώρισε μέχρι σήμερα ο κόσμος και που οι επιγενόμενοι δείχνουν να ξεχνούν. Δεν επρόκειτο λοιπόν για απλή προσπάθεια επούλωσης πληγών ή γεφύρωσης ρηγμάτων. Επρόκειτο για ένα άνευ προηγουμένου εγχείρημα ανέκκλητης αποτροπής ενός τρίτου Αρμαγεδδώνος.
Επρόκειτο για μια ειλικρινή χειρονομία κατάθεσης όλων των συμβατικών όπλων όλων των πλευρών στο πεδίο μιας πνιγμένης στο αίμα συλλογικής μνήμης και οικοδόμησης πάνω σ’ αυτήν μιας νέας συλλογικής ταυτότητας από μηδενική βάση.
Επρόκειτο, εντέλει, για ένα μοναδικό πολιτικό, οικονομικό και προπάντων πολιτισμικό πείραμα συνύπαρξης με την ουσιαστική έννοια του όρου. Όχι περιχαράκωσης.
Όχι συνεννόησης. Όχι απλής συνεργασίας. Όχι απλής αναζήτησης κοινών συμφερόντων ή κοινής γλώσσας επικοινωνίας. Όχι μη εννοούμενων μισόλογων και εύκολα αναιρούμενων ημίμετρων.
Συνύπαρξης με την έννοια της βαθύτερης, της καθολικής αποδοχής του άλλου.
Συνύπαρξης που στο πολιτικό επίπεδο μπορούσε να εκφραστεί μόνο μέσα από κοινές, κρατικού τύπου δομές.
Συνύπαρξης που απέκλειε ab initio κάθε λογής συσπειρώσεις και αντισυσπειρώσεις και δεν εξαντλούσε τη δυναμική της σε συμβιβαστικά κοινά δασμολόγια και εφήμερους εμπορικούς κανονισμούς.
Είμαστε σήμερα μάρτυρες της αποτυχίας αυτού του μοναδικού πειράματος. Μιας αποτυχίας που δεν οφείλεται στην πλημμελή εφαρμογή των απαιτούμενων από τις περιστάσεις μέτρων, αλλά μάλλον στην πλήρη αποφυγή τους μέσω της υποτροπής και της μετάλλαξης παλαιών ασθενειών: του εθνικισμού, του ηγεμονισμού, του μεταμφιεσμένου ή υφέρποντος προστατευτισμού… Ασθενειών που βρήκαν την πιο χαρακτηριστική έκφρασή τους σε ένα κοινό νόμισμα το οποίο υφίσταται ερήμην κοινής νομισματικής πολιτικής! Σε μια τύποις ενιαία οικονομία που στερείται κοινού οικονομικού και δημοσιονομικού υποβάθρου και σχεδιασμού και οιασδήποτε δυνατότητας αντιστάθμισης των εσωτερικών ανισορροπιών της ή επιβολής των προτεραιοτήτων της! Μια οικονομία που στερείται ακόμα και της δυνατότητας έγκαιρης και πειστικής απάντησης σε διεθνείς προκλήσεις – προκλήσεις που διαμορφώνονται αναπόφευκτα και ολοένα πιο επικίνδυνα ερήμην της.
Σε ένα διεθνές τοπίο στο οποίο ήδη κυριαρχούν μεγάλα, ευέλικτα οικονομικά μορφώματα – μορφώματα ικανά να εκτονώνουν τις εσωτερικές τους ανισορροπίες και αντιφάσεις και να διαπραγματεύονται μεταξύ τους από θέσεως ισχύος – στενεύουν πλέον ασφυκτικά τα περιθώρια για όσους εμμένουν σε μια παρωχημένη αντίληψη της εθνικής τους ανεξαρτησίας.
Είμαστε σήμερα μάρτυρες της αποτυχίας αυτού του μοναδικού πειράματος. Μιας αποτυχίας που δεν οφείλεται στην πλημμελή εφαρμογή των απαιτούμενων από τις περιστάσεις μέτρων, αλλά μάλλον στην πλήρη αποφυγή τους μέσω της υποτροπής και της μετάλλαξης παλαιών ασθενειών: του εθνικισμού, του ηγεμονισμού, του μεταμφιεσμένου ή υφέρποντος προστατευτισμού… Ασθενειών που βρήκαν την πιο χαρακτηριστική έκφρασή τους σε ένα κοινό νόμισμα το οποίο υφίσταται ερήμην κοινής νομισματικής πολιτικής! Σε μια τύποις ενιαία οικονομία που στερείται κοινού οικονομικού και δημοσιονομικού υποβάθρου και σχεδιασμού και οιασδήποτε δυνατότητας αντιστάθμισης των εσωτερικών ανισορροπιών της ή επιβολής των προτεραιοτήτων της! Μια οικονομία που στερείται ακόμα και της δυνατότητας έγκαιρης και πειστικής απάντησης σε διεθνείς προκλήσεις – προκλήσεις που διαμορφώνονται αναπόφευκτα και ολοένα πιο επικίνδυνα ερήμην της.
Σε ένα διεθνές τοπίο στο οποίο ήδη κυριαρχούν μεγάλα, ευέλικτα οικονομικά μορφώματα – μορφώματα ικανά να εκτονώνουν τις εσωτερικές τους ανισορροπίες και αντιφάσεις και να διαπραγματεύονται μεταξύ τους από θέσεως ισχύος – στενεύουν πλέον ασφυκτικά τα περιθώρια για όσους εμμένουν σε μια παρωχημένη αντίληψη της εθνικής τους ανεξαρτησίας.
Στο ίδιο αυτό τοπίο, η γεροντική άνοια της Ευρώπης, με προεξάρχουσα τη γερμανική εκδοχή της νόσου, είναι ικανή σήμερα να καταστρέψει καθετί ευρωπαϊκό χάριν της βλακώδους αντιμετώπισης των νέων συνθηκών με παλιές μεθοδολογίες – ακόμα και την επιβίωση της χίμαιρας που κάποιοι ήδη σπεύδουν να ονομάσουν «μικρά πλην έντιμον Ευρώπη».
Δεν είναι τυχαίο ότι αχανείς χώρες, όπως η Ρωσία, πελαγοδρομούν μεταξύ της προσκόλλησης σε μια ενωμένη Ευρώπη και της ασιατικής προοπτικής ως προνομιακού εταίρου της Κίνας...
Αν, σύμφωνα με τον μύθο, η αρπαγή της Ευρώπης έγινε από έναν ξένο, τον μεταμορφωμένο σε ταύρο Δία, η σημερινή αρπαγή της Ευρώπης γίνεται δυστυχώς από τους ίδιους τους Ευρωπαίους.
Αν, σύμφωνα με τον μύθο, η αρπαγή της Ευρώπης έγινε από έναν ξένο, τον μεταμορφωμένο σε ταύρο Δία, η σημερινή αρπαγή της Ευρώπης γίνεται δυστυχώς από τους ίδιους τους Ευρωπαίους.
«Διεμερίσαντο τα ιμάτιά μου εαυτοίς, και επί τον ιματισμόν μου έβαλον κλήρον...»
Του Ευάγγελου Μπαϊρακτάρη
Του Ευάγγελου Μπαϊρακτάρη
* Ο κ. Μπαϊρακτάρης είναι Δρ Νομικής ΑΠΘ-συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου