∆ΥΟ ΣΤΟΙΧΕΙΑ.  Τον κ. Καραµανλή ανησυχούν ιδιαιτέρως δύο στοιχεία: Πρώτον, ότι το πολιτικό σύστηµα αυτή τη στιγµή δεν έχει επιδείξει ουδεµία διάθεση στοιχειώδους συνεννόησης για στοιχειώδεις αλλαγές, οι οποίες, ούτως ή άλλως, υπό τις παρούσες συνθήκες, είναι αναγκαίες, ακόµη και αν δεν το απαιτούσαν οι δανειστές.

∆εύτερον, ότι η δική του πληροφόρηση -και προφανώς διαθέτει επαρκή- λέει ότι τα δηµοσκοπικά ποσοστά της Ν.∆. αυτή τη στιγµή είναι πολύ χαµηλά και θα ήταν δυνατόν να κατέβουν χαµηλότερα στις ευρωεκλογές, όπου το γεγονός ότι δεν κρίνεται η τύχη µίας κυβέρνησης καθιστά την ψήφο άλλοτε τιµωρητική, οπωσδήποτε χαλαρή και πάντως προειδοποιητική.

Οµως ένα πολύ χαµηλό ποσοστό δηµιουργεί συνθήκες σαφούς απόστασης της κοινωνίας από το κόµµα που κυβερνά. Και από το σηµείο αυτό αρχίζει και διακυβεύεται η πολιτική σταθερότητα, σε συνδυασµό µε το πρώτο στοιχείο που ανησυχεί τον κ. Καραµανλή. ∆ηλαδή την αδυναµία των πολιτικών δυνάµεων να συνεννοηθούν στοιχειωδώς µεταξύ τους.

Ο κ. Σαµαράς άκουσε την ανάλυση αυτή του κ. Καραµανλή, συµφώνησε και πάλι για τη σταθερότητα, διαβεβαίωσε πως κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του για να µην υπάρξει ακυβερνησία, που σηµαίνει, όπως είπε, ότι πρέπει να διαφυλαχθεί ο βίος της σηµερινής κυβέρνησης (σ.σ.: γι’ αυτό άλλωστε στηρίζει µε νύχια και µε δόντια ο πρωθυπουργός τον κ. Βενιζέλο).

Ο κ. Καραµανλής, από την πλευρά του, διαβεβαίωσε τον κ. Σαµαρά ότι τον στηρίζει απολύτως, παρά το γεγονός ότι διατηρεί κάποιες επιφυλάξεις τόσο για την αισιοδοξία του πρωθυπουργού όσο και για το κατά πόσο θα κατορθώσει η Ν.∆., µε τόσο βαθιά καθηµαγµένη κοινωνία, να διατηρήσει ποσοστά που εξ αντικειµένου πλέον παίζουν τον δικό τους ρόλο στην πολιτική σταθερότητα. Κατά τον πρώην πρωθυπουργό, ενώ όλο το πολιτικό σύστηµα αντιλαµβάνεται την έντονη λαϊκή δυσφορία, αρκείται µόνο σε µια διαπιστωτική επιβεβαίωση της δυσφορίας αυτής, χωρίς να δρα. ∆ράση που προϋποθέτει, βεβαίως, συνεννόηση µεταξύ όλων των πολιτικών δυνάµεων.
ΠΡΟΩΡΕΣ. Από τη συζήτηση προέκυψε επίσης ότι ο κ. Σαµαράς, παρά τα περί του αντιθέτου λεγόµενα και γραφόµενα, δεν έχει στη σκέψη του να προλάβει έναν πιθανό κατήφορο εκλογικών ποσοστών στις ευρωεκλογές. Αυτό δείχνει µια αλλαγή στάσης σε σχέση µε παλαιότερες υποδείξεις των συµβούλων του και ενδεχοµένως να αποκαλύπτει και έναν φόβο µήπως και σε µια πρόωρη προσφυγή στις κάλπες η Ν.∆. δεν κατορθώσει να επιτύχει ποσοστά που είτε θα της επέτρεπαν µια εκλογική νίκη είτε θα της εξασφάλιζαν κυρίαρχο ρόλο σε µια κυβερνητική συγκρότηση.

Και οι δύο συνοµιλητές συµφώνησαν, µε πλέον κατηγορηµατικό τον κ. Σαµαρά, ότι σε περίπτωση εκλογικής νίκης του ΣΥΡΙΖΑ θα επιβεβαιωθεί και στην πράξη αφ’ ενός η δυσκολία σχηµατισµού κυβέρνησης, αφ’ ετέρου η αδυναµία εκπλήρωσης από τον ΣΥΡΙΖΑ των υποσχέσεων που αφειδώς δίνει, στην περίπτωση που θα κατόρθωνε να βρει κυβερνητικούς συνεργάτες. Αυτή η αθέτηση υποσχέσεων είναι φυσικό να ενισχύσει την απογοήτευση του κόσµου, που άλλα προσδοκούσε και, έτσι, να διαµορφωθούν νέες συνθήκες πολιτικής αστάθειας, καθώς µια τέτοια κυβέρνηση δεν θα µπορούσε να µακροηµερεύσει.

Η αίσθηση του αδιεξόδου

Σε ό,τι αφορά ιδιαιτέρως τις κοινωνικές αντιδράσεις απέναντι γενικότερα στο πολιτικό σύστηµα -και την πολιτική αστάθεια που προκαλούν-, αλλά και ειδικότερα απέναντι στη Νέα ∆ηµοκρατία, οι φόβοι του κ. Καραµανλή εδράζονται σε δύο βασικώς γεγονότα, τα οποία εξήγησε στον διάδοχό του στη Ν.∆. Το πρώτο είναι ότι σήµερα οι Ελληνες έχουν χάσει κάτι µεταξύ 50% και 60% του βιοτικού επιπέδου στο οποίο έζησαν τα χρόνια πριν από την οικονοµική κρίση. Η πραγµατικότητα αυτή επηρεάζει απολύτως τη διάθεση του κόσµου και συνήθως οι ευθύνες επιρρίπτονται από τους πολίτες στις πολιτικές δυνάµεις, ιδιαιτέρως δε σε αυτές που κυβέρνησαν ή κυβερνούν τον τόπο. Το δεύτερο γεγονός έχει να κάνει µε τη συνεπακόλουθη της πτώσης του βιοτικού επιπέδου απαξίωση των περιουσιών των Ελλήνων. Κυρίως δε µε την αδυναµία πλέον όχι µόνο να εκµεταλλευθούν τις περιουσίες τους αυτές, κυρίως την ακίνητη περιουσία, αλλά και να πωλήσουν για να αποκτήσουν κάποια έσοδα. Η σηµερινή αξία των περιουσιών των Ελλήνων είναι λογιστική. Αυτή δε η πραγµατικότητα δηµιουργεί την αίσθηση του αδιεξόδου και είναι φυσικό και να επηρεάζει τις διαθέσεις της κοινωνίας, αλλά και να τις στρέφει εναντίον εκείνων που νοµίζει ως υπαίτιους για την κατάσταση αυτή...
Του Νίκου Σίμου
Εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ