Το να αφήσει κανείς τη Μερσεντές (μέρος του προβλήματος) και να πιάσει
το τρακτέρ (μέρος της λύσης) είναι πρόκληση.
Τ
Η γενέτειρά μου, η Αλεξανδρούπολη, ιδρύθηκε το
1787 από τους ψαράδες της Αίνου, που βρίσκεται στην ανατολική όχθη του
Δέλτα του Έβρου – σήμερα στην Τουρκία.
Το ψάρι και ένας ολόκληρος
μικρο-πολιτισμός γύρω από την αλιεία του, το μαγείρεμά του και την
κατανάλωσή του αποτέλεσαν ανέκαθεν κεντρικές ιδέες της ταυτότητας της
πόλης.
Η θάλασσα έχει θρέψει χιλιάδες οικογένειες της τοπικής κοινωνίας
και η μνήμη της έχει...
αποτυπωθεί σε χιλιάδες φωτογραφίες, από αυτές τις
παλιές, τις ασπρόμαυρες. Επισκέπτες απ’ όλη την Ελλάδα έχουν να λένε για
τις ψαροταβέρνες της πόλης.
Για εμάς τους ντόπιους, η ιστορία γράφεται
κάθε καλοκαίρι με φόντο τη μεγαλόπρεπη Σαμοθράκη. Ανάμεσα σε χιλιάδες
βαρκάκια που βγαίνουν στο Θρακικό Πέλαγος για μουρμούρια, σαφρίδια,
μελανούρια, κολιούς, λιθρίνια, μουγκριά, σπάρους, χάνους, κοκκοβιούς...
Ο παππούς μου δεν έτρωγε ποτέ ψάρι που είχε πιαστεί την προηγούμενη ημέρα.
Ο παππούς μου δεν έτρωγε ποτέ ψάρι που είχε πιαστεί την προηγούμενη ημέρα.
Αυτή την ιδιοτροπία την κληρονόμησα κι εγώ με μία μικρή,
υφέρπουσα υπερηφάνια. Από πιτσιρικάς χάζευα όταν επισκεπτόμουν την
ψαραγορά της πόλης: Δικαστηρίων και Παύλου Κουντουριώτη γωνία. Μου
έκαναν μεγάλη εντύπωση οι Αιγύπτιοι εργάτες των τρατών, αλλά και το ότι
μπορούσες να βρεις γαρίδες Ταϋλάνδης και σολωμό από τη Νορβηγία. Μου
έκανε εντύπωση, γιατί αφού ένα μεγάλο μέρος του τοπικού πληθυσμού ξέρει
να ψαρεύει και η δική μας θάλασσα βρίσκεται μόλις διακόσια μέτρα
παρακάτω, πώς είναι δυνατόν να έρχεται κόσμος και ψάρι από την άλλη άκρη
της Γης; Τώρα πλέον η απορία μου έχει λυθεί.
Στην ψαραγορά αυτή, λοιπόν, πήρα τα πρώτα μαθήματα για το πώς λειτουργεί ο ανταγωνισμός.
Στην ψαραγορά αυτή, λοιπόν, πήρα τα πρώτα μαθήματα για το πώς λειτουργεί ο ανταγωνισμός.
Το ψάρι πάντα φρέσκο και πάντα φθηνό. Από τότε πέρασαν
χρόνια, περιπλανήθηκα ανά τον κόσμο για περισσότερο από το ένα τρίτο της
ζωής μου, αλλά αυτή την εικόνα της ψαραγοράς την θυμάμαι ακόμη.
Δυστυχώς, εδώ και δύο-τρία χρόνια το κτίριό της έχει κατεδαφιστεί και το
οικόπεδο λειτουργεί ως δωρεάν δημοτικό πάρκινγκ.
Οι ψαροπώλες έχουν
διασκορπιστεί ανά την πόλη και αυτός ο ανταγωνισμός με τον διπλανό για
το φρέσκο, τον σεβασμό προς τον καταναλωτή και την καλύτερη τιμή δεν
υφίσταται πλέον. Οι Αλεξανδρουπολίτες θα έχουν ασφαλώς αντιληφθεί ότι οι
τιμές του ντόπιου ψαριού έχουν φτάσει στα ύψη και ολοένα και
περισσότερο αγοράζουμε ψάρια που έχουν πρώτα καταψυχθεί. Πού; Σε αυτόν
τον τόπο, που γεννήθηκε ως ψαροχώρι.
Δεν ξαφνιάζομαι, γιατί στα τριάντα χρόνια της ζωής μου δεν είδα ποτέ στην Ελλάδα την αλιεία και τη γεωργία να συνδέονται με την ανάπτυξη βιώσιμων τοπικών οικονομιών, την αισθητική του τοπίου, την προστασία των οικοσυστημάτων...
Δεν ξαφνιάζομαι, γιατί στα τριάντα χρόνια της ζωής μου δεν είδα ποτέ στην Ελλάδα την αλιεία και τη γεωργία να συνδέονται με την ανάπτυξη βιώσιμων τοπικών οικονομιών, την αισθητική του τοπίου, την προστασία των οικοσυστημάτων...
Εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις, όλα στο μιλητό και
για λίγα δευτερόλεπτα τηλεοπτικού χρόνου. Το πρόβλημα φυσικά δεν
εστιάζει μόνο στην περιβαλλοντική ανεπάρκεια των πολιτικών και την
έλλειψη φαντασίας. Είναι εξίσου καθοριστικό το ότι πολλοί από τους
συνομηλίκους μου δεν γνωρίζουν πια βασικά στοιχεία της συλλογικής μας
μνήμης.
Για παράδειγμα το πώς να αναγνωρίσουν ή να καθαρίσουν ψάρια.
Πράγμα που για την παραθαλάσσια ιστορία της χώρας μας, αντιστοιχεί σε
επικίνδυνο και ίσως ανήθικο πολιτισμικό και περιβαλλοντικό
αναλφαβητισμό. Γι’ αυτό και δεν πέφτω από τα σύννεφα για το περιστατικό
με τον Κουλούρη και τη Μερσεντές του.
Είναι παρελκόμενο του θλιβερού
συμβολισμού της ψαραγοράς που έγινε πάρκιγκ. Της νεο-πλουτίστικης,
αμερικανογενούς μόδας των τριάντα τελευταίων χρόνων, όπου οι Μερσεντές
και τα SUV μέσα στο κέντρο της πόλης μετατράπηκαν σε τοτέμ της υλικής
«επιτυχίας» των ολίγων.
Το να αφήσει κανείς τη Μερσεντές (μέρος του προβλήματος) και να πιάσει το τρακτέρ (μέρος της λύσης) είναι πρόκληση.
Το να αφήσει κανείς τη Μερσεντές (μέρος του προβλήματος) και να πιάσει το τρακτέρ (μέρος της λύσης) είναι πρόκληση.
Αλλά αν δεν μπορούμε να
θυσιάσουμε μία μικρή δόση «επιλογής» για την αντιμετώπιση της
σοβαρότερης οικονομικής, περιβαλλοντικής και πολιτισμικής κρίσης της
χώρας μας, τι ελπίδα υπάρχει ως προς την επίλυσή της;
Αυτό φυσικά δεν
ισχύει μόνο για την Ελλάδα. Είναι μία πρόκληση που θα πρέπει να ενώσει
όλους τους λαούς της Γης.
Δεν είναι εύκολο, ιδίως αν αναλογιστεί κανείς
ότι οι περισσότερες Μερσεντές κυκλοφορούν πλέον στην Σανγκάη.
Αν όμως η
κρίση μας ωθήσει με επιτυχία προς την ελληνική φύση, μην σας ξαφνιάσει
αν οι «τρόικες» του 2025 θα αποτελούνται από Έλληνες.
Είστε μέσα;
*Ο εθνοβιολόγος Παύλος Γεωργιάδης είναι εμπνευστής της Συντροφιάς Slow Food Θράκης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου