Ωστόσο, σύμφωνα με τον πρώην Κύπριο υπουργό Νίκο Ρολάνδη, το 2003 η Αθήνα ζήτησε από τη Λευκωσία να αλλάξει μια συμφωνία με την Αίγυπτο, με την οποία -εάν ολοκληρωνόταν όπως προβλεπόταν αρχικά- το Κάιρο θα είχε αποδεχθεί πως το Καστελόριζο έχει ΑΟΖ.
Με απλά λόγια, σύμφωνα με τα λεγόμενα του κ. Ρολάνδη, η Κύπρος είχε προετοιμάσει το έδαφος για να πραγματοποιήσει η Ελλάδα μια κίνηση-ματ έναντι της Τουρκίας σε σχέση με την ΑΟΖ, αλλά η τότε ηγεσία του ΥΠΕΞ, με επικεφαλής τον σημερινό πρωθυπουργό της χώρας, δεν στάθηκε αντάξια των περιστάσεων...
Στις 17 Φεβρουαρίου του 2003 υπεγράφη συμφωνία μεταξύ της Αιγύπτου και της Κύπρου, σχετικά με την εκμετάλλευση των δυνητικών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην ΑΟΖ της Κύπρου. Η υπογραφή της συμφωνίας πραγματοποιήθηκε στο Κάιρο και επικεφαλής της κυπριακής πλευράς ήταν ο τότε Υπουργός Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, κ. Ρολάνδης. Ο ίδιος είχε χρηματίσει και Υπουργός Εξωτερικών από τον Μάρτιο του 1978 έως τον Σεπτέμβριο του 1983 και θεωρείται ο κύριος χειριστής της ενεργειακής συμφωνίας με την Αίγυπτο. Εκ μέρους της αιγυπτιακής πλευράς, υπέγραψε ο Υπουργός Εξωτερικών της χώρας, Αχμέτ Μάχερ.
Η κυπριακή πλευρά, εφαρμόζοντας μια άκρως επιτυχημένη διαπραγματευτική τακτική, κατάφερε να πείσει την Αίγυπτο να υπογράψει μια ισορροπημένη συνθήκη, η οποία δεν θα δημιουργούσε επικοινωνιακό θόρυβο που πιθανόν να προκαλούσε και την αντίδραση της Τουρκίας. Η κυπριακή πλευρά είχε καταφέρει το Κάιρο να αποδεχθεί τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ της κυπριακής και της αιγυπτιακής ΑΟΖ, και να ακολουθεί τον κανόνα της μέσης χάραξης από τις ακτογραμμές των δυο χωρών.
Θα πρέπει να σημειωθεί πως η συγκεκριμένη πρακτική δεν είναι και τόοο αυτονόητη, διότι υπάρχει η τάση, όταν το ένα κράτος διαθέτει πολύ μεγαλύτερη ακτογραμμή οε σχέοη με το άλλο (όπως συμβαίνει στην περίπτωση της Αιγύπτου με την Κύπρο), να ευνοείται το κράτος με τη μεγαλύτερη ακτογραμμή. Ωστόσο, στην περίπτωση της Κύπρου αποδείχθηκε πως η πραγματική δύναμη της διπλωματίας έγκειται στη συνεχή ενημέρωση και τη σωστή αποκωδικοποίηση και σύνθεση των πληροφοριών από τους χειριστές της.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, λοιπόν, η διπλωματική υπηρεσία της Κύπρου ενημέρωσε την κυβέρνηση πως, την ίδια περίοδο, το Κάιρο διαπραγματευόταν μια αντίστοιχη συμφωνία με τη Σαουδική Αραβία για την Ερυθρά Θάλασσα. Η λεπτομέρεια που έκανε τη διαφορά ήταν πως η ακτογραμμή της Σαουδικής Αραβίας είναι τριπλάσια από εκείνη της Αιγύπτου. Κατά συνέπεια, εάν η Αίγυπτος επέμενε στη διαπραγμάτευση με την Κύπρο, δεσμευόταν για μια ανάλογη εξέλιξη (εις βάρος της, όμως, αυτή τη φορά) στις διαπραγματεύσεις με τη Σαουδική Αραβία, καθώς θα υπήρχε νομικό προηγούμενο.
Μετά την κατάλληλη επεξεργασία των νέων στοιχείων, η Λευκωσία έθεσε με διπλωματικό, αλλά σαφή τρόπο το ζήτημα στη σωστή του βάση, με αποτέλεσμα το Κάιρο να αποδεχθεί τη μέση χάραξη. Με άλλα λόγια, απεφεύχθη η επανάληψη της περίπτωσης του διπόλου Μάλτα-Λιβύη, στην οποία η Βαλέτα αναγκάστηκε (λόγω του μεγέθους των ακτογραμμών της Τρίπολης σε σχέση με τη δική της) να μεταφέρει τη χάραξη των εκατέρωθεν ΑΟΖ περίπου κατά 30% βορείως της μέσης γραμμής.
Επιπροσθέτως, ακολουθώντας την ίδια πετυχημένη συνταγή, η Λευκωσία κατάφερε να διαπραγματευτεί με βάση τον κανόνα της μέσης γραμμής τα όρια της ΑΟΖ τόσο με το Ισραήλ, όσο και με τον Λίβανο. Καθίσταται σαφές, λοιπόν, ότι αφ' ενός ο κ. Ρολάνδης είναι ένα έμπειρος πολιτικός που έχει φέρει επιτυχώς εις πέρας δύσκολα διπλωματικά εγχειρήματα και, αφ' ετέρου, επιτυχημένο είναι το διπλωματικό σώμα που διαθέτει ενημερωμένη, αναλυτική και συνδυαστική σκέψη, σε συνδυασμό με τολμηρές κινήσεις, σε ένα πλαίσιο χαμηλών τόνων.
Δημιουργούνται, λοιπόν, έντονα ερωτηματικά σχετικά με το τι ακριβώς οδήγησε τον κ. Ρολάνδη να δηλώνει δημοσίως πως η Ελλάδα έχασε μια μεγάλη ευκαιρία, φοβούμενη την αντίδραση της Τουρκίας. Συμφωνά με τα λεγόμενα του πρώην υπουργού (σε εκπομπή οτο ΡΙΚ 1 - σχετικό απόσπασμα στο www.youtube.com/watch?v=Pq8eYawkZu4), λίγο πριν από την επικείμενη υπογραφή της Κύπρου με την Αίγυπτο για την οριοθέτηση της μεταξύ τους ΑΟΖ, η Αθήνα επέδειξε διστακτικότητα και επενέβη ζητώντας από τη Λευκωσία να μετακινήσει τη γραμμή που έχει συμφωνήσει με το Κάιρο λίγο ανατολικότερα.
Συγκεκριμένα, ο κ. Ρολάνδης αναφέρει όχι η Κύπρος είχε συμφωνήσει με την Αίγυπτο (το 2003) σε μία οριογραμμή, η οποία εκτεινόταν ακριβώς μέχρι το σημείο που αρχίζει η ελληνική ΑΟΖ, εάν συνυπολογιστεί σε αυτή το Καστελόριζο. Με απλά λόγια, η Κύπρος είχε καταφέρει να πείσει την Αίγυπτο να αναγνωρίσει το Καστελόριζο ως έχον ΑΟΖ, με αποτέλεσμα, εάν η συγκεκριμένη συμφωνία υπογραφόταν ως είχε, η Αίγυπτος να μην μπορεί να διαπραγματευτεί τίποτα με την Τουρκία που θα αφορούσε την ελληνική και την κυπριακή ΑΟΖ. Καταδεικνύεται, λοιπόν, ότι η Κύπρος είχε προετοιμάσει το έδαφος για να περιφρουρήσει η Ελλάδα τα δικαιώματά της στην περιοχή. Κι αυτό διότι, στην περίπτωση που υπογραφόταν η συμφωνία, η Τουρκία δεν θα μπορούσε σήμερα να προκαλεί ασύστολα στο Αιγαίο, επικαλούμενη δήθεν το Δίκαιο της Θάλασσας.
Σύμφωνα πάντα με τον Ν. Ρολάνδη, ο οποίος επικαλείται πρακτικά συνεδριάσεων στο γραφείου του γενικού εισαγγελέα, αντιπροσωπεία του ελληνικού ΥΠΕΞ «παρακάλεσε» την κυπριακή πλευρά να μεταφέρει την οριογραμμή κατά 8 ν.μ. ανατολικότερα (15 χιλιόμετρα περίπου), για να μη δημιουργηθούν επιπλοκές με τις γείτονες χώρες.Έτσι, η τότε ελληνική κυβέρνηση και ειδικότερα το ΥΠΕΞ, ακολουθώντας την πολιτική της υποχωρητικότητας, έδωσε πάτημα στην Άγκυρα, ώστε στην περιοχή του Καστελορίζου να δημιουργηθεί μία de facto «γκρίζα ζώνη».
Δυστυχώς, μια αρνητική διαπίστωση που προκύπτει από τα λεγόμενα του κ. Ρολάνδη είναι η έλλειψη αποφασιστικών κινήσεων της ελληνικής διπλωματίας. Η Αθήνα, προφανώς, φοβήθηκε πως η επιτυχία της Κύπρου θα αντανακλούσε και στην ίδια μια μεγάλη ευκαιρία διότι, εάν υπογραφόταν η συμφωνία, η Αθήνα θα αναγκαζόταν να ενεργήσει επιτέλους ως κράτος και όχι ως... αποικία.
Το γεγονός ότι ο σημερινός πρωθυπουργός ήταν ο επικεφαλής μιας τραγικά λανθασμένης κίνησης, δεν δημιουργεί και την καλύτερη παρακαταθήκη για τη σημερινή κυβέρνηση ότι θα πράξει να δέοντα, ώστε να εξασφαλίσει χωρίς εκπτώσεις τα ελληνικά συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο. Διότι, σε κάθε περίπτωση, τα 15 αυτά χιλιόμετρα που «γκρίζαρε» ο πρωθυπουργός και το επιτελείο του προ 8ετίας αντανακλούν την απόσταση της εθνικής επιτυχίας από την εθνική αποτυχία, την οποία αντικρίζει κατάματα σήμερα η χώρα μας.
Ωστόσο, αυτό δεν αφορά μόνο τους χειρισμούς του σημερινού πρωθυπουργού. Θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι, τα τελευταία 35 χρόνια, όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις αποφεύγουν να κάνουν γεωτρήσεις στο Αιγαίο για να μην «ταράξουν» την Τουρκία. Υπενθυμίζουμε ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου (το 1975), επί πρωθυπουργίας του Κωνσταντίνου Καραμανλή, είχε πει την ιστορική φράση «Βυθίσατε το Χόρα», όταν το ερευνητικό σκάφος Χόρα είχε βγει για έρευνα για υποθαλάσσια κοιτάσματα πετρελαίου στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, την οποία και παραβίασε. Ο Α. Παπανδρέου, με τη δήλωση του αυτή, ήθελε να υποδηλώσει την αδυναμία τής τότε κυβέρνησης να απειλήσει την Τουρκία με μια δυναμική αντίδραση.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, την επόμενη χρονιά, η Άγκυρα να αναγγείλει εκ νέου την έξοδο του Χόρα για σεισμικές έρευνες και σε ζώνες του Αιγαίου που ανήκουν στην υφαλοκρηπίδα των ελληνικών νησιών. Ωστόσο, όταν ο Παπανδρέου έγινε πρωθυπουργός και το Χόρα (με τη νέα του ονομασία ΜΤΑ Sismik I, που θεωρητικά είχε μετατραπεί σε ερευνητικό σκάφος γεωλογικού χαρακτήρα) εμφανίστηκε μεταξύ Λήμνου και Μυτιλήνης προκαλώντας τη μεγάλη κρίση του Μαρτίου του 1987, παρότι αρχικά χειρίστηκε δυναμικά το θέμα και ενέπλεξε το NATO σε μια πιθανή σύρραξη στο Αιγαίο, τελικά οπισθοχώρησε διακηρύσσοντας την αρχή «μη πόλεμος». Αυτή την τακτική ακολούθησαν, σε γενικές γραμμές, όλες οι μετέπειτα ελληνικές κυβερνήσεις, με τα γνωστά αποτελέσματα.
Πάντως, υπενθυμίζουμε στην τωρινή κυβέρνηση ότι το Χόρα ή Sismik I έχει αποσυρθεί από τον Ιούλιο του 2006. Οπότε, θα πρέπει να πάψουν να φοβούνται τα φαντάσματα του παρελθόντος, ειδικά στην τωρινή συγκυρία, με την ανακάλυψη νέου κοινού κοιτάσματος μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ, που επιφέρει νέες εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο. Είναι σαφές ότι η υπογραφή της ειδικής συμφωνίας για την ταυτόχρονη εκμετάλλευση του από τις δυο πλευρές (Κύπρος - Ισραήλ), εκτός των προφανών γεω-οικονομικών της επιπτώσεων, υποκρύπτει και τρομακτικές γεωπολιτικές συνέπειες, αφού διαθέτει και παραμέτρους στρατιωτικού χαρακτήρα. Το γεγονός αυτό θέτει τη συζήτηση για την ανακήρυξη ΑΟΖ σε νέο πλαίσιο.
ΜΙΑ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΟΥ ΑΛΛΑΖΕΙ ΤΙΣ ΙΣΟΡΡΟΠΙΕΣ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ
Σύμφωνα με τα όσα έχει αναφέρει ο δρ. Ηλίας Κονοφάγος (Εκτελεστικός Αντιπρόεδρος της Flow Energy S.A.) στο περιοδικό Στρατιωτική Ισορροπία και Γεωπολιτική (τ. 13), έγιναν συνταρακτικές ανακοινώσεις στα πλαίσια του έκτακτου συνεδρίου Oil & Gas International Conference, το οποίο έλαβε χώρα στο Λονδίνο μεταξύ 23-25 Φεβρουαρίου του 2011. Ο τίτλος του συνεδρίου ήταν New and Emerging Plays in the Eastern Mediterranean (Νέα και Αναπτυσσόμενα Παίγνια στην Ανατολική Μεσόγειο).
Κομβικό πρόσωπο του συνεδρίου ο Σόλων Κασσίνης, διευθυντής της Υπηρεσίας Ενέργειας του Κυπριακού Υπουργείου Εμπορίου, ο οποίος -κατά τη διάρκεια της τέταρτης περιόδου του συνεδρίου, με θεματική τις εξελίξεις στο «βόρειο» όριο (Ιταλία, Τουρκία και Κύπρος) της Ανατολικής Μεσογείου- ανέπτυξε το θέμα Το γεωλογικό πλαίσιο και οι δυνητικές δυνατότητες στον τομέα των υδρογονανθράκων στις θαλάσσιες περιοχές της Κύπρου. Ο Κύπριος εισηγητής ξεκαθάρισε το θολό τοπίο μιλώντας για την ανατολική άκρη της κυπριακής ΑΟΖ και το περίφημο πλέον «Οικόπεδο» 12, το οποίο γειτνιάζει με την ΑΟΖ του Ισραήλ.
Ειδικότερα, ο κ. Κασσίνης ανακοίνωσε τα εξής:
• Το κοίτασμα Κύπρος-Α, που εντοπίστηκε και χαρτογραφήθηκε από τη Noble Energy Inc. Operator στο «Οικόπεδο» 12, αποτελεί στην ουσία ένα κοινό κοίτασμα με το Ισραήλ, αφού βρίσκεται ακριβώς πάνω στην οριογραμμή των δύο ΑΟΖ.
• Το συγκεκριμένο κοίτασμα μπορεί να βρίσκεται πάνω στην οριογραμμή, αλλά το ποσοστό ευνοεί τη Λευκωσία, καθώς το 75% κείται στη κυπριακή ΑΟΖ και το 25% στην ισραηλινή.
• Λόγω της συγκεκριμένης ιδιομορφίας, η Λευκωσία και ίο Τελ Αβιβ αποφάσισαν να προχωρήσουν ουσιαστικά σε μια Ενοποίηση Εκμετάλλευσης του κοιτάσματος. Ως είθισται σε τέτοιου είδους περιπτώσεις, και εάν μιλάμε για δύο πλευρές με καλή θέληση, η πρώτη ερευνητική γεώτρηση δεν θα είναι μόνο κυπριακή, αλλά και ισραηλινή. Γενικά, τέτοιου είδους συμφωνίες -δηλαδή η δημιουργία ενός πλαισίου για την ενοποίηση της εκμετάλλευσης ενός κοιτάσματος- λαμβάνουν χώρα για να υπάρξει ταυτόχρονη εξόρυξη του φυσικού αερίου και από τις δύο πλευρές, χωρίς η μία να «τραβάει» φυσικό αέριο από την άλλη.
• Η συμφωνία για την Ενοποίηση Εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων, η οποία στη διεθνή πρακτική αναφέρεται ως Unitization Agreement, έχει ολοκληρωθεί και αναμένεται να υπογραφεί πολύ σύντομα. Παράλληλα, ο Σ. Κασσίνης ανέφερε ότι η κοινή γεώτρηση θα ξεκινήσει μέσα στο 2011, με πιθανότερη ημερομηνία τον Οκτώβριο.
Αξίζει να αναφερθεί ότι η επιτυχία της πρώτης ερευνητικής γεώτρησης θεωρείται δεδομένη (σχεδόν 100%), ενώ το αναμενόμενο απόθεμα σε φυσικό αέριο εκτιμάται πως θα αγγίξει τα 300 δισ. κ.μ. Ωστόσο, εκτός από φυσικό αέριο, εκτιμάται ότι τα αποθέματα πετρελαίου που αναμένεται να ανακαλυφθούν σε μεγαλύτερα βάθη θα αγγίξουν τα 3 δισ. βαρέλια. Για την πλήρη κατανόηση των συγκεκριμένων μεγεθών αρκεί να αναφερθεί πως ο συγκεκριμένος αριθμός βαρελιών επαρκεί για να καλύψει τις πετρελαϊκές ανάγκες της χώρας μας τουλάχιστον για 22 χρόνια!
Όσον αφορά τη συγκεκριμένη Unitization Agreement, εκτός από ένα είδος συμβολαίου που καθορίζει επακριβώς τον τρόπο συνεκμετάλλευσης και από τις δύο πλευρές, αποτελεί και μια μείζονα γεωπολιτική παράμετρο, στην οποία εμπλέκεται άμεσα και η Ελλάδα.
Συγκεκριμένα, σε περιπτώσεις Ενοποιημένης Εκμετάλλευσης Κοιτασμάτων που βρίσκονται σε περιοχές «αυξημένου γεωπολιτικού κινδύνου», δηλαδή σε περιοχές οι οποίες αντιμετωπίζουν οποιουδήποτε τύπου απειλές (πολιτικού και στρατιωτικού χαρακτήρα), η Unitization Agreement δεσμεύει τα κράτη που αποτελούν μέρη της συμφωνίας να προστατεύσουν τις εγκαταστάσεις τους από κοινού. Σύμφωνα με απολύτως επιβεβαιωμένες πληροφορίες, η συμφωνία μεταξύ Λευκωσίας και Τελ Αβίβ περιλαμβάνει και αυτού του είδους τις προβλέψεις. Με άλλα λόγια, σε περίπτωση απειλής των εγκαταστάσεων, τόσο η Κύπρος όσο και το Ισραήλ θα αντιδράσουν με πολιτικά και στρατιωτικά μέσα από κοινού.
Στη δεδομένη περίπτωση, το πρόβλημα της Κύπρου είναι το πώς θα αντιδράσει η Τουρκία τη στιγμή που θα ξεκινήσουν οι διαδικασίες εξόρυξης. Ωστόσο, η Unitization Agreement αλλάζει τα μέχρι χώρα δεδομένα, διότι στο μέχρι τώρα πλαίσιο Ελλάδα-Κύπρος-Τουρκία έχει προστεθεί και το Ισραήλ, το οποίο επίσημα (στον γεω-οικονομικό τομέα) έχει συνδεθεί άμεσα με την Κύπρο και, κατ' επέκταση, με την Ελλάδα. Είναι ηλίου φαεινότερον ότι η υπογραφή της Unitization Agreement Κύπρου-Ισραήλ θα οδηγήσει στη δημιουργία όχι μόνο μιας στρατηγικής σχέσης, αλλά και μιας σχέσης ζωτικής αλληλεξάρτησης σε πολιτικό, οικονομικό και στρατιωτικό επίπεδο.
Τα προαναφερθέντα καταδεικνύουν όχι οι εξελίξεις στην ανατολική λεκάνη της Μεσογείου θα είναι ιστορικές και ραγδαίες, από τη στιγμή που όλα δείχνουν όχι μεταβάλλονται οι ισορροπίες σε γεωπολιτικό επίπεδο. Πλέον, το ζητούμενο δεν είναι τόσο το πώς θα αντιδράσει η Τουρκία, που φαίνεται να γίνεται θεατής των εξελίξεων στην περιοχή, αλλά το κατά πόσον η Αθήνα θα αποφασίσει να αφήσει την τακτική του στρουθοκαμηλισμού και να ενταχθεί δυναμικά στη συγκεκριμένη συμμαχία. Διότι δεν μπορεί να μην αντιλαμβάνεται ότι, αφ' ενός, είναι προς όφελος της και, αφ' ετέρου, ότι η Κύπρος δεν μπορεί -μόνο σε συνεργασία με το Ισραήλ- να αποτελέσει τον αντίποδα στην τουρκική προκλητικότητα...
[Hellenic Nexus, τ. 52 (Μάιος 2001)]
http://xesemesa.blogspot.com/2011/05/blog-post_10.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου