Ένα από τα χειρότερα ποσοστά στον κόσμο, σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια, έχει η Ελλάδα. Και αυτή είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει η χώρα, σύμφωνα με τους New York Times: πώς να λύσει το θέμα, χωρίς να διαλύσει τις τράπεζες.
Δεκάδες χιλιάδες νοικοκυριά και επιχειρήσεις δεν είναι σε θέση να...καταβάλουν τις δόσεις του δανείου τους.
Αν και η αντιμετώπιση του θέματος είναι μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα και τους δανειστές, το θέμα είναι τόσο περίπλοκο, που δεν συμπεριλήφθηκε στο πακέτο μεταρρυθμίσεων που πέρασε από την ελληνική βουλή αυτή την εβδομάδα, αλλά θα κατατεθεί αργότερα, γράφει η αμερικανική εφημερίδα.
«Επισήμως, πάνω από το 40% των δανείων των ελληνικών τραπεζών έχουν σοβαρές καθυστερήσεις. Κατά κάποιους υπολογισμούς, το ποσοστό ξεπερνά το 50%, αν συμπεριληφθούν και τα δάνεια που καθυστέρησαν τους τελευταίους μήνες. Αυτό είναι ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στον κόσμο και έχει αποδυναμώσει τόσο το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, σε σημείο να εγείρονται αμφιβολίες για την ικανότητα της χώρας να προχωρήσει στην οικονομική ανάκαμψη», αναφέρουν οι New York Times, σημειώνοντας- για τη σύγκριση- ότι το αντίστοιχο ποσοστό «κόκκινων» δανείων στις ΗΠΑ είναι 2%.
Παρά το τελευταίο πρόγραμμα διάσωσης, της τάξεως των 86 δισ. ευρώ, η χώρα δεν μπορεί να ανακάμψει αν οι τράπεζές της «σπαρταρούν», προειδοποιεί το δημοσίευμα, προσθέτοντας ότι οι συνέπειες μπορεί να γίνουν αισθητές σε όλο το χρηματοπιστωτικό σύστημα της ευρωζώνης και έως την Γουόλ Στριτ.
«Η μεγάλη πρόκληση για την Ελλάδα τώρα είναι το πώς να αντιμετωπίσει το πρόβλημα των ''κόκκινων'' δανείων, με έναν τρόπο που θα δώσει ελπίδα στους οφειλέτες, αλλά όμως δεν θα καταστρέψει το τραπεζικό σύστημα. Για αυτό το λόγο η κυβέρνηση έχει αναβάλει τη δράση για το θέμα για την ώρα». Σε κάθε περίπτωση, σημειώνει η εφημερίδα, οι μακροπρόθεσμες λύσεις για τα «κόκκινα» δάνεια σε μεγάλο βαθμό θα εξαρτηθούν από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία αναμένεται να ολοκληρώσει την αξιολόγηση για τις ελληνικές τράπεζες έως τα τέλη Οκτωβρίου και στη συνέχεια θα εκπονήσει ένα σχέδιο ανάκαμψης σε συνεργασία με τις ελληνικές αρχές.
Το τελευταίο διεθνές πακέτο βοήθειας για την Ελλάδα περιλαμβάνει 25 δισ. δολάρια για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, υπενθυμίζουν οι New York Times. Σύμφωνα με υπολογισμούς που κυκλοφορούν στην Αθήνα, συνεχίζει το δημοσίευμα, οι τράπεζες μπορεί να χρειαστούν μόνο 10-15 δισ. ευρώ σε νέο κεφάλαιο. Αλλά κορυφαίοι τραπεζίτες στην Αθήνα αναγνωρίζουν ότι κανείς δεν ξέρει ακόμη πόσο άσχημες θα αποδειχθούν οι απώλειες από τα δάνεια.
«Σε κάθε χώρα, ο αριθμός των ''κόκκινων'' δανείων αυξάνεται όταν η ύφεση οδηγεί τις επιχειρήσεις σε κλείσιμο και τους ανθρώπους σε ανεργία. Αλλά, στην Ελλάδα οι συνέπειες ήταν τρομακτικές, δεδομένου του βάθους και της διάρκειας της οικονομικής βύθισης». Επιπλέον, σημειώνουν οι New York Times, τα «κόκκινα» δάνεια δεν είναι μόνο σύμπτωμα της ύφεσης, αλλά επίσης αιτία της περαιτέρω οικονομικής δυσπραγίας, δεσμεύοντας χρήματα που σε διαφορετική περίπτωση θα δανείζονταν σε υγιέστερες επιχειρήσεις. Στην Ελλάδα, το 40% των επισφαλών δανείων είναι προς μικρές ή μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες αποτελούν μία βασική πηγή εργασίας στη χώρα, που έχει σχετικά λίγες μεγάλες εταιρείες».
«Ενα υψηλό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων σημαίνει ότι πολλοί πόροι έχουν παγιδευτεί σε μη παραγωγικούς τομείς της οικονομίας», επισημαίνει ο Πλάτων Μονοκρούσος, αναπληρωτής γενικός διευθυντής της Eurobank. Και ο κύκλος μπορεί να αυτο-τροφοδοτείται, σημειώνουν οι New York Times, επισημαίνοντας ότι οι φόβοι για την κατάρρευση των τραπεζών εξαιτίας των «κόκκινων» δανείων ήταν από τους βασικούς λόγους που οδήγησε σε μαζική ανάληψη των καταθέσεων των Ελλήνων, κάτι που με τη σειρά του οδήγησε στην επιβολή των capital controls. Οι περιορισμοί, ακόμη σε ισχύ αν και πιο χαλαροί, περιόρισαν την κατανάλωση, επιβραδύνοντας περαιτέρω την οικονομία και οδηγώντας σε περισσότερα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
«Η αποστολή των τραπεζιτών και των ρυθμιστικών αρχών είναι να σπάσει αυτός ο κύκλος», τονίζει η εφημερίδα. Ομως, αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολο να γίνει, συμπληρώνει. «Υπό την πίεση των δανειστών, το κοινοβούλιο έχει ήδη περάσει νόμους που δίνουν τις ελληνικές τράπεζες μεγαλύτερη εξουσία στην κατάσχεση περιουσιών και μία ταχύτερη νομική διαδικασία. Αυτές οι αλλαγές είχαν στόχο τη μείωση του χρόνου για τις δικαστικές ακροάσεις, που είχαν ξεπεράσει τη δεκαετία και να ωθήσει τους οφειλέτες που μπορεί να έχουν χρήματα αλλά δεν πληρώνουν τις δόσεις. Οι τραπεζίτες λένε ότι θα χρησιμοποιήσουν την αυξημένη εξουσία για να καταρτίσουν πλάνα πληρωμής με όσους οφειλέτες είναι αυτό δυνατό και ότι δεν έχουν ενδιαφέρον να κατασχέσουν περιουσίες σε μία υφεσιακή κτηματομεσιτική αγορά. Ομως, οι δανειολήπτες είναι καχύποπτοι».
Η ΕΚΤ, που έχει την ευθύνη εποπτείας των ελληνικών τραπεζών και τις έχει κρατήσει «ζωντανές», έχει αρχίσει να μελετά προσεκτικά τα χαρτοφυλάκια των δανείων, ώστε να καθορίσει πόσο μεγάλη είναι η ζημιά. Αυτό είναι το πρώτο βήμα που θα κρίνει τι κεφάλαιο χρειάζονται οι τράπεζες για να παραμείνουν βιώσιμες. «Η διαδικασία είναι λεπτή. Το τραπεζικό ξεκαθάρισμα πρέπει να είναι αρκετά σκληρό, ώστε να είναι αξιόπιστο. Ομως, επενδυτές της Γουόλ Στριτ, σε συναντήσεις με αξιωματούχους της ΕΚΤ, ασκούν πιέσεις προκειμένου να μην δείξουν μεγάλη σκληρότητα, αν θέλουν οι τράπεζες να εγείρουν περισσότερα κεφάλαια από τον ιδιωτικό τομέα», γράφει η εφημερίδα. «Το κεφάλαιο από το ταμείο διάσωσης της ευρωζώνης, μέσω των ελληνικών τραπεζών, θα μετριάσει περαιτέρω την αξία των υφιστάμενων τραπεζικών μετοχών, των οποίων η τιμή στο χρηματιστήριο έχει ήδη βυθιστεί», σημειώνει ακόμη.
«Επισήμως, πάνω από το 40% των δανείων των ελληνικών τραπεζών έχουν σοβαρές καθυστερήσεις. Κατά κάποιους υπολογισμούς, το ποσοστό ξεπερνά το 50%, αν συμπεριληφθούν και τα δάνεια που καθυστέρησαν τους τελευταίους μήνες. Αυτό είναι ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στον κόσμο και έχει αποδυναμώσει τόσο το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, σε σημείο να εγείρονται αμφιβολίες για την ικανότητα της χώρας να προχωρήσει στην οικονομική ανάκαμψη», αναφέρουν οι New York Times, σημειώνοντας- για τη σύγκριση- ότι το αντίστοιχο ποσοστό «κόκκινων» δανείων στις ΗΠΑ είναι 2%.
Παρά το τελευταίο πρόγραμμα διάσωσης, της τάξεως των 86 δισ. ευρώ, η χώρα δεν μπορεί να ανακάμψει αν οι τράπεζές της «σπαρταρούν», προειδοποιεί το δημοσίευμα, προσθέτοντας ότι οι συνέπειες μπορεί να γίνουν αισθητές σε όλο το χρηματοπιστωτικό σύστημα της ευρωζώνης και έως την Γουόλ Στριτ.
«Η μεγάλη πρόκληση για την Ελλάδα τώρα είναι το πώς να αντιμετωπίσει το πρόβλημα των ''κόκκινων'' δανείων, με έναν τρόπο που θα δώσει ελπίδα στους οφειλέτες, αλλά όμως δεν θα καταστρέψει το τραπεζικό σύστημα. Για αυτό το λόγο η κυβέρνηση έχει αναβάλει τη δράση για το θέμα για την ώρα». Σε κάθε περίπτωση, σημειώνει η εφημερίδα, οι μακροπρόθεσμες λύσεις για τα «κόκκινα» δάνεια σε μεγάλο βαθμό θα εξαρτηθούν από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία αναμένεται να ολοκληρώσει την αξιολόγηση για τις ελληνικές τράπεζες έως τα τέλη Οκτωβρίου και στη συνέχεια θα εκπονήσει ένα σχέδιο ανάκαμψης σε συνεργασία με τις ελληνικές αρχές.
Το τελευταίο διεθνές πακέτο βοήθειας για την Ελλάδα περιλαμβάνει 25 δισ. δολάρια για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, υπενθυμίζουν οι New York Times. Σύμφωνα με υπολογισμούς που κυκλοφορούν στην Αθήνα, συνεχίζει το δημοσίευμα, οι τράπεζες μπορεί να χρειαστούν μόνο 10-15 δισ. ευρώ σε νέο κεφάλαιο. Αλλά κορυφαίοι τραπεζίτες στην Αθήνα αναγνωρίζουν ότι κανείς δεν ξέρει ακόμη πόσο άσχημες θα αποδειχθούν οι απώλειες από τα δάνεια.
«Σε κάθε χώρα, ο αριθμός των ''κόκκινων'' δανείων αυξάνεται όταν η ύφεση οδηγεί τις επιχειρήσεις σε κλείσιμο και τους ανθρώπους σε ανεργία. Αλλά, στην Ελλάδα οι συνέπειες ήταν τρομακτικές, δεδομένου του βάθους και της διάρκειας της οικονομικής βύθισης». Επιπλέον, σημειώνουν οι New York Times, τα «κόκκινα» δάνεια δεν είναι μόνο σύμπτωμα της ύφεσης, αλλά επίσης αιτία της περαιτέρω οικονομικής δυσπραγίας, δεσμεύοντας χρήματα που σε διαφορετική περίπτωση θα δανείζονταν σε υγιέστερες επιχειρήσεις. Στην Ελλάδα, το 40% των επισφαλών δανείων είναι προς μικρές ή μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες αποτελούν μία βασική πηγή εργασίας στη χώρα, που έχει σχετικά λίγες μεγάλες εταιρείες».
«Ενα υψηλό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων σημαίνει ότι πολλοί πόροι έχουν παγιδευτεί σε μη παραγωγικούς τομείς της οικονομίας», επισημαίνει ο Πλάτων Μονοκρούσος, αναπληρωτής γενικός διευθυντής της Eurobank. Και ο κύκλος μπορεί να αυτο-τροφοδοτείται, σημειώνουν οι New York Times, επισημαίνοντας ότι οι φόβοι για την κατάρρευση των τραπεζών εξαιτίας των «κόκκινων» δανείων ήταν από τους βασικούς λόγους που οδήγησε σε μαζική ανάληψη των καταθέσεων των Ελλήνων, κάτι που με τη σειρά του οδήγησε στην επιβολή των capital controls. Οι περιορισμοί, ακόμη σε ισχύ αν και πιο χαλαροί, περιόρισαν την κατανάλωση, επιβραδύνοντας περαιτέρω την οικονομία και οδηγώντας σε περισσότερα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
«Η αποστολή των τραπεζιτών και των ρυθμιστικών αρχών είναι να σπάσει αυτός ο κύκλος», τονίζει η εφημερίδα. Ομως, αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολο να γίνει, συμπληρώνει. «Υπό την πίεση των δανειστών, το κοινοβούλιο έχει ήδη περάσει νόμους που δίνουν τις ελληνικές τράπεζες μεγαλύτερη εξουσία στην κατάσχεση περιουσιών και μία ταχύτερη νομική διαδικασία. Αυτές οι αλλαγές είχαν στόχο τη μείωση του χρόνου για τις δικαστικές ακροάσεις, που είχαν ξεπεράσει τη δεκαετία και να ωθήσει τους οφειλέτες που μπορεί να έχουν χρήματα αλλά δεν πληρώνουν τις δόσεις. Οι τραπεζίτες λένε ότι θα χρησιμοποιήσουν την αυξημένη εξουσία για να καταρτίσουν πλάνα πληρωμής με όσους οφειλέτες είναι αυτό δυνατό και ότι δεν έχουν ενδιαφέρον να κατασχέσουν περιουσίες σε μία υφεσιακή κτηματομεσιτική αγορά. Ομως, οι δανειολήπτες είναι καχύποπτοι».
Η ΕΚΤ, που έχει την ευθύνη εποπτείας των ελληνικών τραπεζών και τις έχει κρατήσει «ζωντανές», έχει αρχίσει να μελετά προσεκτικά τα χαρτοφυλάκια των δανείων, ώστε να καθορίσει πόσο μεγάλη είναι η ζημιά. Αυτό είναι το πρώτο βήμα που θα κρίνει τι κεφάλαιο χρειάζονται οι τράπεζες για να παραμείνουν βιώσιμες. «Η διαδικασία είναι λεπτή. Το τραπεζικό ξεκαθάρισμα πρέπει να είναι αρκετά σκληρό, ώστε να είναι αξιόπιστο. Ομως, επενδυτές της Γουόλ Στριτ, σε συναντήσεις με αξιωματούχους της ΕΚΤ, ασκούν πιέσεις προκειμένου να μην δείξουν μεγάλη σκληρότητα, αν θέλουν οι τράπεζες να εγείρουν περισσότερα κεφάλαια από τον ιδιωτικό τομέα», γράφει η εφημερίδα. «Το κεφάλαιο από το ταμείο διάσωσης της ευρωζώνης, μέσω των ελληνικών τραπεζών, θα μετριάσει περαιτέρω την αξία των υφιστάμενων τραπεζικών μετοχών, των οποίων η τιμή στο χρηματιστήριο έχει ήδη βυθιστεί», σημειώνει ακόμη.
Πηγή: iefimerida.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου