Υπάρχει ένα κοινό ερώτημα τόσο στα ρετιρέ όσο και στα ισόγεια της κοινωνίας.
Γιατί γίνεται τέτοια ακραία σύγκρουση μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης για
Γιατί γίνεται τέτοια ακραία σύγκρουση μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης για
το ποιος θα είναι ή θα γίνει κυβέρνηση και πρωθυπουργός;
Μετά τον Μάιο του 2010 όλα αυτά αποτελούν παρελθόν. Στην αρχή ήρθε η χρεοκοπία. Στη συνέχεια η τρόικα. Μαζί με την τελευταία τα Μνημόνια και οι δανειακές συμβάσεις. Τα προαπαιτούμενα και οι δεσμεύσεις. Οι κυβερνήσεις, τα κόμματα που συμμετείχαν, οι υπουργοί, ακόμη και οι βουλευτές της πλειοψηφίας που ψήφιζαν τους νόμους στο Κοινοβούλιο, έβλεπαν πολιτικά βατερλό. Οι ψηφοφόροι, ο λαός, μίσησε τους πολιτικούς και τις επιλογές τους. Πολύ περισσότερο αυτούς που βρίσκονταν στις θέσεις εξουσίας. Σήμερα ξαφνικά παρακολουθούμε μια ακραία πόλωση και διελκυστίνδα για το ποιοι θα βρεθούν και πόσο γρήγορα στην εξουσία. Ή από την άλλη πλευρά για πόσο μακρύτερο χρονικό διάστημα κάποιοι, κόμματα και πρόσωπα, θα παραμείνουν στη διακυβέρνηση της χώρας.
Προφανώς πολλοί και σε μεγάλο βαθμό αυταπατώνται. Πιστεύουν ίσως αδιάβαστοι και ανενημέρωτοι, όπως είναι το μεγαλύτερο μέρος του Κοινοβουλίου και όποιοι «τελευταίοι των Μοϊκανών» εξακολουθούν να συμμετέχουν στην κομματική καμαρίλα, ότι επέρχονται μέρες απελευθέρωσης. Μπορεί και να θυμούνται εκείνες τις ένδοξες μέρες του 1944. Με τον κόσμο στους δρόμους να πανηγυρίζει, τις γαλανόλευκες σημαίες να κυματίζουν, την ελπίδα και την αισιοδοξία να διαπερνούν την κοινωνία. Καμία σχέση με το σήμερα.
Ακόμη και αυτή η έξοδος από τα Μνημόνια είναι στη βάση της σχηματική. Περισσότερο διαδικαστική και λιγότερο ουσιαστική. Γιατί δομικά η Ελλάδα ήταν και παραμένει στην ευρωζώνη. Σύμφωνα με το θεσμικό πλαίσιο που έχει συμφωνηθεί, η Ελλάδα θα παραμείνει υπό επιτήρηση, έστω χωρίς αυτή να έχει τη μορφή τιμωρίας, για πολλές δεκαετίες ώσπου να αποπληρώσει το 75% του δυσθεώρητου χρέους της.
Πέραν αυτών, πριν από το τέλος των Μνημονίων θα πρέπει να υπάρξουν αποφάσεις εις βάρος των ασφαλισμένων ή να προωθηθούν οι απολύσεις χωρίς όριο. Η όποια κυβέρνηση συνασπισμού ή μη θα πρέπει να διαπραγματευθεί το χρέος αλλά και να αντιμετωπίσει σε κάθε περίπτωση με «εθνικό μέτωπο» και γεωπολιτική επάρκεια την τουρκική επιθετικότητα στις ΑΟΖ της Κύπρου και της Ελλάδας, την ένταση που δημιουργείται στην ανατολική Μεσόγειο, την εκπόνηση ρεαλιστικής και βιώσιμης στρατηγικής για την ανασυγκρότηση της χώρας, εντός μάλιστα των ορίων της ευρωζώνης.
Τίθεται το ερώτημα γιατί σε μια τέτοια σχετικά αρνητική ή τουλάχιστον δυσοίωνη στη βάση του πολιτικού κόστους ή και ευθύνης περίοδο το μόνο θέμα που κυριαρχεί στην Ελλάδα είναι πότε θα γίνουν εκλογές και ποιος θα επικρατήσει.
Σε άλλες προηγούμενες περιόδους τέτοιες συγκρούσεις συνδέονταν με πλαίσια στήριξης, μεσογειακά προγράμματα, αναπτυξιακά... πλάνα χρηματοδοτούμενα από τα περίφημα ευρωπαϊκά ταμεία συνοχής.
Οι πρωτοσέλιδοι μάλιστα τίτλοι των εφημερίδων της εποχής μιλούσαν για το «μοίρασμα της πίτας», τις σχέσεις διαπλοκής, τα παίγνια των επιχειρηματιών για να δομήσουν τις τότε μονοκομματικές κυβερνήσεις και να «διορίσουν» τους υπουργούς της επιρροής τους στις κρίσιμες κυβερνητικές θέσεις για τα ιδιωτικά τους συμφέροντα. Οι κομματικοί μηχανισμοί ειδικά της αντιπολίτευσης τότε προέβαλλαν μονίμως το αίτημα για πρόωρες εκλογές, για να δημιουργούν κλίμα πολιτικής αστάθειας, να διατηρούν σε ετοιμότητα την εκλογική τους πελατεία και να πιέζουν τους επιχειρηματίες για «μαύρες χρηματοδοτήσεις». Το πελατειακό κράτος τού τότε θα έπρεπε να βρίσκεται υπό το καθεστώς της προσδοκίας ότι έρχεται οσονούπω και η ώρα «για τα δικά μας παιδιά».Μετά τον Μάιο του 2010 όλα αυτά αποτελούν παρελθόν. Στην αρχή ήρθε η χρεοκοπία. Στη συνέχεια η τρόικα. Μαζί με την τελευταία τα Μνημόνια και οι δανειακές συμβάσεις. Τα προαπαιτούμενα και οι δεσμεύσεις. Οι κυβερνήσεις, τα κόμματα που συμμετείχαν, οι υπουργοί, ακόμη και οι βουλευτές της πλειοψηφίας που ψήφιζαν τους νόμους στο Κοινοβούλιο, έβλεπαν πολιτικά βατερλό. Οι ψηφοφόροι, ο λαός, μίσησε τους πολιτικούς και τις επιλογές τους. Πολύ περισσότερο αυτούς που βρίσκονταν στις θέσεις εξουσίας. Σήμερα ξαφνικά παρακολουθούμε μια ακραία πόλωση και διελκυστίνδα για το ποιοι θα βρεθούν και πόσο γρήγορα στην εξουσία. Ή από την άλλη πλευρά για πόσο μακρύτερο χρονικό διάστημα κάποιοι, κόμματα και πρόσωπα, θα παραμείνουν στη διακυβέρνηση της χώρας.
Προφανώς πολλοί και σε μεγάλο βαθμό αυταπατώνται. Πιστεύουν ίσως αδιάβαστοι και ανενημέρωτοι, όπως είναι το μεγαλύτερο μέρος του Κοινοβουλίου και όποιοι «τελευταίοι των Μοϊκανών» εξακολουθούν να συμμετέχουν στην κομματική καμαρίλα, ότι επέρχονται μέρες απελευθέρωσης. Μπορεί και να θυμούνται εκείνες τις ένδοξες μέρες του 1944. Με τον κόσμο στους δρόμους να πανηγυρίζει, τις γαλανόλευκες σημαίες να κυματίζουν, την ελπίδα και την αισιοδοξία να διαπερνούν την κοινωνία. Καμία σχέση με το σήμερα.
Ακόμη και αυτή η έξοδος από τα Μνημόνια είναι στη βάση της σχηματική. Περισσότερο διαδικαστική και λιγότερο ουσιαστική. Γιατί δομικά η Ελλάδα ήταν και παραμένει στην ευρωζώνη. Σύμφωνα με το θεσμικό πλαίσιο που έχει συμφωνηθεί, η Ελλάδα θα παραμείνει υπό επιτήρηση, έστω χωρίς αυτή να έχει τη μορφή τιμωρίας, για πολλές δεκαετίες ώσπου να αποπληρώσει το 75% του δυσθεώρητου χρέους της.
Πέραν αυτών, πριν από το τέλος των Μνημονίων θα πρέπει να υπάρξουν αποφάσεις εις βάρος των ασφαλισμένων ή να προωθηθούν οι απολύσεις χωρίς όριο. Η όποια κυβέρνηση συνασπισμού ή μη θα πρέπει να διαπραγματευθεί το χρέος αλλά και να αντιμετωπίσει σε κάθε περίπτωση με «εθνικό μέτωπο» και γεωπολιτική επάρκεια την τουρκική επιθετικότητα στις ΑΟΖ της Κύπρου και της Ελλάδας, την ένταση που δημιουργείται στην ανατολική Μεσόγειο, την εκπόνηση ρεαλιστικής και βιώσιμης στρατηγικής για την ανασυγκρότηση της χώρας, εντός μάλιστα των ορίων της ευρωζώνης.
Τίθεται το ερώτημα γιατί σε μια τέτοια σχετικά αρνητική ή τουλάχιστον δυσοίωνη στη βάση του πολιτικού κόστους ή και ευθύνης περίοδο το μόνο θέμα που κυριαρχεί στην Ελλάδα είναι πότε θα γίνουν εκλογές και ποιος θα επικρατήσει.
Είναι παράλογο.
Ιστορικά παράλογο. Σε μια περίοδο που η εθνική συνεννόηση είναι μονόδρομος, η Προεδρία της Δημοκρατίας, η ανώτατη Πολιτειακή Αρχή που ο κυρίαρχος συνταγματικός ρόλος της είναι να ενώνει το έθνος και τον λαό, δημιουργεί έναν επικίνδυνο διχασμό και μια πολιτική αστάθεια διαρκείας.
Μενέλαος Τασιόπουλος
Μενέλαος Τασιόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου