Του Νίκου Κοτζιά
Σε πολλαπλά κείμενα έχω αποδείξει ότι η κυβέρνηση δεν διαπραγματεύτηκε το Μνημόνιο με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Τράπεζα, καθώς και με το ΔΝΤ.
Πρόκειται για μια αλήθεια που έχει υιοθετηθεί σήμερα από πολλές πλευρές.
Εξάλλου, οι ίδιοι οι κυβερνητικοί παράγοντες είχαν φροντίσει να καταστήσουν γνωστό πριν από κάθε διαπραγμάτευση ότι δεν επιθυμούν να διαπραγματευτούν, διότι πίστευαν ότι, ως αιτούντες, δεν το δικαιούνταν.
Αν, βέβαια, κυριαρχούσε αυτή η ...
λογική διεθνώς, θα είχαν καταργηθεί ήδη κάθε είδους διαπραγματεύσεις. Ο κανόνας είναι ότι όποιος το ζητά δικαιούται να διαπραγματευτεί, όσο δύσκολη κι αν είναι η θέση του. Αρκεί να έχει το θάρρος, την απαραίτητη γνώση και την αίσθηση ευθύνης. Να φροντίζει να αυξάνει το κόστος για την άλλη μεριά. Διότι όσα περισσότερα χρωστά κανείς, τόσο περισσότερα θα χάσει ο έχων δανείσει. Αρχή την οποία η κυβέρνηση ξέχασε, συχνά με περίεργο τρόπο, που παραπέμπει σε φήμες για προμήθειες εκατοντάδων εκατομμυρίων, τα οποία έλαβαν συγκεκριμένα γραφεία, φίλοι και παλιοί συμμαθητές ορισμένων «αρμοδίων».Η ελληνική πλευρά έφτασε τις τελευταίες εβδομάδες στο σημείο να ειρωνεύεται την κυβέρνηση της Ιρλανδίας, που επιμένει να διαπραγματεύεται τα συμφέροντα της χώρας της και να τα θέτει πάνω από τις επιβραβεύσεις της κυρίας Μέρκελ.
Το ίδιο, εξάλλου, κάνει με τη σειρά της η τελευταία, όταν υπερασπίζεται με πάθος τα συμφέροντα των τραπεζών και των μεγάλων γερμανικών επιχειρήσεων.
Η Ιρλανδία, επίσης, κατάλαβε ότι οι συμφωνίες που της προτάθηκαν στις 11 και στις 25 του Μάρτη δεν εξυπηρετούσαν την ίδια, αλλά τους δανειστές της. Ότι αυτά που θα έδινε εξυπηρετούσαν τα στενά συμφέροντα ορισμένων γερμανικών και γαλλικών τραπεζών, αλλά όχι της ίδιας. Ότι, εάν υποχωρούσε στις απαιτήσεις των Μέρκελ και Σαρκοζί, θα υπονόμευε κάθε προοπτική ανάπτυξης της Ιρλανδίας.
Η Ιρλανδία θα οδηγούταν στην ύφεση και, κατά συνέπεια, στην αδυναμία να ξεχρεώσει δάνεια, έστω και με μικρότερο επιτόκιο. Αντίθετα, η Ελλάδα προσπάθησε να καλύψει τις παραλείψεις που καταγράφηκαν πριν από ένα χρόνο, εξαιτίας της κακής διαπραγμάτευσης που έγινε – ορθότερα, της διαπραγμάτευσης που δεν έκανε. Μόνο που αυτά που πήρε θα μπορούσε να τα είχε πάρει εξαρχής, πριν από ένα χρόνο, χωρίς επιπλέον κόστος. Δέχτηκε όρους που βάζουν την Ελλάδα ακόμα βαθύτερα στην ύφεση. Καθιστούν, δε, αριθμητικά αδύνατη την απαλλαγή της χώρας από τα χρέη και από το διεθνή έλεγχο.
Το χειρότερο, ομολογώ, δεν το είχα φανταστεί. Ότι, δηλαδή, το γεγονός ότι η Ιρλανδία δεν υποχώρησε, ως η Ελλάδα, και προσπαθεί να διαπραγματευτεί τις συμφωνίες της με την ΕΕ αποτελεί στοιχείο χλευασμού από υπουργούς της κυβέρνησης και την κρατική προπαγάνδα, καθώς και από τους δημοσιογράφους που συνδέονται μαζί τους. Ακόμα κι αν η Ιρλανδία δεν τα καταφέρει στο τέλος –ας μην είναι όμως τόσο σίγουροι κάποιοι–, ακόμα και τότε θα έχει σταθεί ως Λεωνίδας στις Θερμοπύλες. Αντίθετα, οι κυβερνητικοί –υπουργοί και ευτελείς προπαγανδιστές– θα έχουν αποδείξει για άλλη μια φορά ότι, ενώ ταχθήκαν να υπηρετούν τις Θερμοπύλες, ακόμα κι αν περάσουν οι Πέρσες, εκείνοι προτίμησαν να... την κάνουν, λέγοντας ότι κανείς δεν πρέπει να τα βάζει με υπέρτερες δυνάμεις! Ιδιαίτερα όταν τους χρωστά!
Τέτοιες τοποθετήσεις δείχνουν το λιγότερο ασχετοσύνη ως προς δύο θεμελιακά ζητήματα. Το πρώτο είναι ότι η διαπραγμάτευση Ιρλανδίας - ΕΕ - ΔΝΤ δεν έχει τελειώσει και, κατά συνέπεια, ας προσέξουν λίγο την ουρά τους κι ας μην παριστάνουν την κολοβή αλεπού. Δεύτερον, αν είχαν κουκούτσι μυαλό, αντί να ειρωνεύονται την Ιρλανδία αλλά και τις πιο περιορισμένες προσπάθειες της Πορτογαλίας, θα ευχόντουσαν να πετύχουν αυτές, προκειμένου να διευκολυνθεί και η δική μας χώρα σε μελλοντικές προσπάθειες. Ας μην ξεχνάνε, μέσα στην ανοησία τους, ότι η επιμήκυνση του ελληνικού δανεισμού έγινε δυνατή, διότι την είχε ήδη λάβει η Ιρλανδία.
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Επίκαιρα" στις 31/3/11
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου