Πριν μερικές βδομάδες εθεάθη στο αθηναϊκό κέντρο μια αντιπροσωπεία: τραπεζίτες της Goldman Sachs συνόδευαν μια πανίσχυρη ομάδα ενός επενδυτικού ομίλου με επικεφαλής τον Τζον Πόλσον, γνωστό γκουρού των αμερικανικών hedge funds, σε συναντήσεις του με Έλληνες αξιωματούχους και αναλυτές.
Τα στελέχη επενδυτικών τραπεζών σαν την Goldman συνοδεύουν συχνά επενδυτές πελάτες τους σε ‘ερευνητικά’ ταξίδια.
Και η ομάδα του Πόλσον που έχει καταγράψει πολύ μεγάλα κέρδη στοιχηματίζοντας πάνω στα προβληματικά στοιχεία ενεργητικού κατά τα δύο περασμένα χρόνια θεωρείται πολύ σημαντικό ‘στοίχημα’. Αλλά εν μέσω του πυρετώδους κλίματος που κυριαρχεί στην Αθήνα οι συναντήσεις προκάλεσαν θυμό και άγριους ψιθύρους σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
«Πολύς κόσμος αναρωτήθηκε τι συμβαίνει – η χρονική σύμπτωση ήταν τουλάχιστον ατυχής», δήλωσε ο πρόεδρος μεγάλης... ευρωπαϊκής τράπεζας.
Με την εμβάθυνση της κρίσης γύρω από τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας τις τελευταίες εβδομάδες, Έλληνες και ευρωπαίοι αξιωματούχοι εξέφρασαν την έντονη δυσφορία τους – αν όχι την ανοικτή οργή τους – σχετικά με το ρόλο των δυτικών επενδυτικών τραπεζών και των hedge funds.
Αυτό έχει εν μέρει να κάνει με το ρόλο που παίζουν τα hedge funds και άλλοι παράγοντες της αγοράς ενάντια στο ευρώ εν γένει και το δημόσιο χρέος των χωρών της ‘περιφέρειας’ της Ευρωζώνης όπως είναι η Ελλάδα, με τη χρήση παραγώγων εργαλείων και με χαρακτηριστική περίπτωση τα συμβόλαια ασφάλισης έναντι κινδύνου πτώχευσης. Αλλά η οργή των κρατικών αξιωματούχων έχει να κάνει και με το ρόλο που έχουν παίξει οι τιτάνες της Γουόλ Στριτ βοηθώντας την Ελλάδα και τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης στη ‘ζύμωση’ των στοιχείων του δημόσιου χρέους τους κατά την περασμένη 10ετία προκειμένου να ανταποκρίνονται στα ευρωπαϊκά κριτήρια – συνεπώς στη συγκάλυψη ορισμένων από τα δημοσιονομικά προβλήματα του Νότου που σήμερα επιστρέφουν στοιχειώνοντας τις διεθνείς αγορές. Πρόκειται για μια υπόθεση που από ορισμένες απόψεις συνηχεί με την οργή γύρω από την αμερικανική κρίση των στεγαστικών δανείων υψηλού κινδύνου το 2007 – όπου οι επενδυτικές τράπεζες κατηγορήθηκαν για την μεγιστοποίηση του συστημικού χρηματοπιστωτικού κινδύνου μέσα από τις πρακτικές του ‘πακεταρίσματος’ και της πώλησης στεγαστικών δανείων υψηλού κινδύνου στους επενδυτές.
Οι εντάσεις γύρω από την 11χρονη Ευρωζώνη, στην οποία η Ελλάδα προσχώρησε το 2001 και που σήμερα έχει 16 μέλη, δεν υπήρξαν ποτέ τόσο μεγάλες όσο τώρα, καθώς μια από τις ιδρυτικές προϋποθέσεις της – ότι τα κρατικά ομόλογα που εκδίδουν τα κράτη μέλη είναι ισοδύναμα – τίθεται σε δοκιμασία από τις αγορές.
Η Goldman Sachs εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην αθηναϊκή σκηνή το 2002 με τον διακανονισμό μιας πολύ μεγάλης συμφωνίας ανταλλαγής χρέους που είχε στόχο τον περιορισμό του κόστους αναχρηματοδότησης του δημόσιου χρέους της Ελλάδας το οποίο εκείνη τη χρονιά είχε ξεπεράσει το ετήσιο ΑΕΠ της χώρας. Η συμφωνία αφορούσε ανταλλαγή χρέους ύψους 5 δις ευρώ και συνδέονταν με εκκρεμές ελληνικό χρέος, όπου τα ομόλογα σε γεν και δολάρια μετατράπηκαν σε ομόλογα σε ευρώ. Καθώς η συμφωνία είχε τη μορφή της ανταλλαγής συναλλάγματος και όχι δανείου, η Ελλάδα εμφανίζονταν ως συμμορφούμενη με τα όρια περί δημοσιονομικού ελλείμματος της Ε.Ε. ενώ παράλληλα μετέφερε τις πληρωμές της κάπου στο απώτερο μέλλον.
Οι τραπεζίτες και οι αξιωματούχοι δήλωσαν ότι οι συμφωνίες ήταν νόμιμες, ότι δηλαδή συμφωνούσαν με τους λογιστικούς κανόνες της Ε.Ε. της συγκεκριμένης εποχής και ότι ανάλογες συναλλαγές είχαν ήδη πραγματοποιηθεί μεταξύ επενδυτικών τραπεζών και άλλων χωρών του νότου της Ευρωζώνης, συμπεριλαμβανομένων της Ιταλίας και της Πορτογαλίας. Ωστόσο υπήρχε θέμα καθώς η συμφωνία διαπραγματεύτηκε κρυφά από τα φώτα της δημοσιότητας και δεν εμφανίστηκε στον ισολογισμό της Ελλάδας ως τον επόμενο χρόνο, όπου η αναλογία του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ της χώρας έπεσε από το 105,3% στο 103,7%. Το ντιλ είχε διαπραγματευτεί η Αντιγόνη Λουδιάδη, ελληνικής καταγωγής, επικεφαλής πωλήσεων του ευρωπαϊκού τμήματος σταθερού εισοδήματος και συναλλάγματος της Goldman. Έχει ειπωθεί ότι η Goldman πήρε κάπου 1 δις δολάρια για την ανάληψη πιστωτικού κινδύνου, ενώ η ελληνική Υπηρεσία Δημόσιου Χρέους κατέβαλε ένα τεράστιο ποσό ύψους 200 εκατομμυρίων ευρώ σε τέλη και προμήθειες.
Το 2005 η Goldman μετέφερε το συμβόλαιο swap στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας και η ΕΤΕ συνέστησε ένα όχημα ειδικού σκοπού με το όνομα ‘Τίτλος’ και μετέτρεψε το συμβόλαιο σε ομολογιακούς τίτλους 20ετούς διάρκειας που κράτησε στα βιβλία της – δίνοντας έτσι στην κυβέρνηση μια περαιτέρω ανάσα.
Παρά τα υψηλά της κόστη η συναλλαγή του 2002 εγκαθίδρυσε τη φήμη της Goldman στην Ελλάδα ως ενός επενδυτικού οίκου που όλα-τα-μπορεί. «Ήταν μια μεγάλη κερδοφόρα συμφωνία που έκανε τις άλλες επενδυτικές τράπεζες να πρασινίσουν από τη ζήλια τους», είπε ένας έλληνας τραπεζίτης.
Η Goldman διατηρεί ακόμη σχετικά χαμηλό προφίλ στην Ελλάδα. Σε αντίθεση με άλλες επενδυτικές τράπεζες, δεν έχει γραφεία στην Αθήνα αν και εκμεταλλεύεται τη γνώση της τοπικής αγοράς των στελεχών της με ελληνική καταγωγή όπως η κυρία Λουδιάδη. Από τότε που το ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου ήρθε στην εξουσία τον περασμένο Οκτώβριο η Goldman έγινε ευρύτερα γνωστή. Ο Γκάρι Κον, ανώτατος αξιωματούχος της τράπεζας, συνάντησε τον Έλληνα πρωθυπουργό στην Αθήνα δύο φορές μέσα τους περασμένους τρεις μήνες. Η Goldman, σε συνεργασία με την Deutsche Bank, συνάντησαν τον Έλληνα υπουργό Οικονομικών Γιώργο Παπακωνσταντίνου στο πρώτο του επενδυτικό ταξίδι στην Ευρώπη τον περασμένο Νοέμβριο, όταν ο Έλληνας υπουργός επισκέφτηκε το Λονδίνο και τη Φρανκφούρτη.
Αναμένονταν ότι η αμερικανική τράπεζα θα μπορούσε να βοηθήσει την Αθήνα στη διεύρυνση της βάσης της αγοράς κρατικών ομολόγων της στην Ασία και την Αμερική. «Η Goldman είναι σε θέση να συμβουλεύσει την Ελλάδα πώς να συγκεντρώσει πόρους εν καιρώ κρίσης», παρατηρεί ένας πρώην υπουργός Οικονομικών. Και αυτό παρά την εμπλοκή της τράπεζας στην αμφιλεγόμενη συμφωνία ανταλλαγής συναλλάγματος πριν 8 χρόνια, για την οποία η ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία Eurostat ανακοίνωσε την περασμένη βδομάδα ότι θέλει περισσότερη πληροφόρηση. Η συμφωνία είχε γίνει πριν την σύσφιξη των κανονισμών της Eurostat για τα στοιχεία που οι χώρες μέλη της Ευρωζώνης οφείλουν να δίνουν για το δημόσιο χρέος τους. Ένας άλλος πρώην υπουργός Οικονομικών – που είχε το υπουργείο το 2002 –, ο Νίκος Χριστοδουλάκης, δήλωσε προχτές στους Financial Times: «Η συμφωνία ανταλλαγής συναλλάγματος με την Goldman πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με τους κανόνες της Eurostat».
Η Goldman αρνήθηκε να κάνει οποιοδήποτε σχόλιο σχετικά με την ανακοίνωση της Eurostat για τα ελληνικά συμβόλαια ανταλλαγής συναλλάγματος ή για την επίσκεψη της ομάδας Πόλσον στην Αθήνα. Ωστόσο διάφορες πηγές καθώς και πρώην αξιωματούχοι του ελληνικού υπουργείου Οικονομικών που συμμετείχαν σε αυτές τις συμφωνίες, εξέφρασαν την έκπληξή τους έναντι της θέσης της Eurostat ότι δεν ήταν πλήρως ενημερωμένη για τις συμφωνίες καθώς οι σχετικές λεπτομέρειες έχουν δημοσιοποιηθεί εδώ και πολλά χρόνια.
Μετά την ανάδυση της ελληνικής κρίσης οι Βρυξέλλες επιδιώκουν την περαιτέρω σύσφιξη των κανόνων που διέπουν την αναφορά των δημοσιονομικών στοιχείων των κρατών μελών. Η νέα αθηναϊκή κυβέρνηση εν τω μεταξύ επιχειρεί να ξεκαθαρίσει τι συνέβη υπό της προκατόχου της. Έκθεση του υπουργείου Οικονομικών για ‘την αξιοπιστία των αριθμών των δημοσίων οικονομικών’, που δόθηκε στη δημοσιότητα τον περασμένο μήνα, αναφέρει σε μια της υποσημείωση: «Η μεγάλης έκτασης αναθεώρηση που εμφανίζεται στα στοιχεία του δημόσιου χρέους στα τέλη της δεκαετίας του 90 και στις αρχές της δεκαετίας του 2000 οφείλεται στην εκτεταμένη χρήση ειδικών χρηματοπιστωτικών προϊόντων όπως οι τιτλοποιήσεις. Η στατιστική καταγραφή των συγκεκριμένων προϊόντων τον καιρό εκείνο παρέμενε θολή».
Η δυσφορία των επενδυτών πηγαίνει ωστόσο πέρα την παρούσα αναταραχή στην Ελλάδα. Τα τελευταία χρόνια πολλές ευρωπαϊκές χώρες χρησιμοποίησαν περίπλοκα χρηματοπιστωτικά προϊόντα όπως οι τιτλοποιήσεις ή τα παράγωγα για να εξωραΐσουν τους ισολογισμούς τους, κατά κανόνα επισπεύδοντας την αναγνώριση των εσόδων ή μεταφέροντας την αναγνώριση των χρεών κάπου στο μακρινό μέλλον. Και αρκετές ήταν οι επενδυτικές τράπεζες που βοήθησαν σ’ αυτά τα ντιλ, συχνά με παχυλές αμοιβές.
Σε ό,τι αγορά την ελληνική συμφωνία ανταλλαγής συναλλάγματος, οι τράπεζες που συμμετείχαν σε αυτές υπογραμμίζουν ότι όλα έγιναν σύμφωνα με τη νομιμότητα. Κάποιοι παρατηρούν ακόμη ότι η συχνότητα αυτών των συμφωνιών έχει μειωθεί δραστικά, κι όχι μόνο εξαιτίας των αλλαγών στις απαιτήσεις της Eurostat. Παρόλα αυτά πολλοί αξιωματούχοι των Βρυξελλών παραμένουν άκρως ενοχλημένοι. «Υπάρχει πρόβλημα», δηλώνει ανώτατος αξιωματούχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. «Έχεις την αίσθηση ότι οι τράπεζες παίζουν με όλες τις πλευρές του πράγματος, βγάζοντας λεφτά ό,τι κι αν συμβαίνει στην Ελλάδα».
Αλλά το μεγάλο ζήτημα είναι αν αυτή η υποβόσκουσα οργή μπορεί να μετατραπεί σε σοβαρή αντεπίθεση αν οι επιθέσεις των αγορών συνεχιστούν.
Δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι ανώτατα τραπεζικά στελέχη και αξιωματούχοι των hedge funds υποστηρίζουν πως είναι εντελώς άδικο να επιρρίπτονται σε αυτούς οι ευθύνες για τα παρόντα δεινά. Συγκεκριμένα, ισχυρίζονται, το ότι χώρες σαν την Ελλάδα αντιμετωπίζουν σήμερα τόσο μεγάλο πρόβλημα, έχει να κάνει πρωτίστως με την κακοδιαχείριση των δημοσιονομικών τους για πολλά χρόνια, η οποία δημιούργησε μεγάλα ελλείμματα και, εν μέσω μιας σταθερής πτώσης της ανταγωνιστικότητάς τους, κατέληξε σε υψηλό δημόσιο χρέος. Και αν το ευρώ είναι σήμερα υπό πίεση, προσθέτουν, αυτό αντανακλά την έλλειψη μιας δημοσιονομικής συμφωνίας ή μιας πολιτικής υποδομής για τη διαχείριση της νομισματικής ένωσης και δεν συνδέεται με τις κερδοσκοπικές πιέσεις των hedge funds.
«Είναι γελοίο να κατηγορείς τα hedge funds - είναι σα να πυροβολείς τον ταχυδρόμο», λέει ανώτατο στέλεχος της Γουόλ Στριτ. Ή όπως το θέτει ο Γιοχάνες Τζουστ, διαχειριστής χαρτοφυλακίου στη Merrill Lynch: “Ο λόγος για τον οποίον πιέζονται τα ελληνικά ομόλογα και ανεβαίνει σε επίπεδα ρεκόρ το κόστος ασφάλισης έναντι κινδύνου πτώχευσης των ελληνικών ομολόγων έχει να κάνει με την κακή κατάσταση των δημόσιων οικονομικών της χώρας. Τα hedge funds πουλάνε ή σορτάρουν σε ελληνικά ομόλογα εξαιτίας της οικονομίας, όχι επειδή έχουν κάποια ατζέντα ενάντια στην Ελλάδα».
Παρόλα αυτά αν η κρίση κλιμακωθεί υπάρχουν δύο ζητήματα στα οποία μπορεί να υπάρξει κάποια στόχευση. Το πρώτο έχει να κάνει με τη σκοτεινή φύση των αγορών στις οποίες οι επενδυτές βάζουν τα στοιχήματα τους. Τα συμβόλαια ασφάλισης έναντι κινδύνου πτώχευσης του δημόσιου χρέους, για παράδειγμα, διαπραγματεύονται εντός αγοράς, κι αυτό σημαίνει πως είναι αδύνατον να διακρίνεις τι όγκος συναλλαγών πραγματοποιείται ή ποιοι είναι οι βασικοί αγοραστές και πωλητές. Κατά συνέπεια υπάρχει μεγάλη δυσφορία εντός και εκτός του χρηματοπιστωτικού κόσμου ότι επιτήδειοι επενδυτές μπορεί να χειραγωγούν τις τιμές διαδίδοντας φημολογίες ή χρησιμοποιώντας διάφορες συναλλακτικές τακτικές για να καταγράψουν γρήγορα κέρδη.
Ο δεύτερος προβληματισμός έχει να κάνει με το ότι ορισμένα από τα ντιλ των συμβολαίων παραγωγών και των τιτλοποιήσεων που οι επενδυτικές τράπεζες πραγματοποίησαν εντός της Ευρωζώνης τα προηγούμενα χρόνια έγιναν υπό αδιαφανείς συνθήκες. «Σε ορισμένες τράπεζες τα πράγματα εξελίχθηκαν ενίοτε σε τοπικό επίπεδο που ακόμη και οι επικεφαλής δεν κατανοούν», παραδέχεται ο Ευρωπαίος επικεφαλής μιας αμερικανικής επενδυτικής τράπεζας. «Οι σκελετοί μπορεί να βγουν από το ντουλάπι».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου