Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2010

Η κυβέρνηση "παζάρεύει" με Γερμανία ή Διεθνές Νομισματικό Ταμείο!

Ελληνογερμανικό θρίλερ και κρίσιμο τεστ ομολόγων

«Παζάρια» για τις εγγυήσεις της Ε.Ε. στα ελληνικά ομόλογα, παίζει το χαρτί της προσφυγής στο ΔΝΤ η κυβέρνηση 
– Νέα φορολογικά μέτρα για τον κατευνασμό Βρυξελλών και αγοράς 
– Δοκιμάζει τα… νερά το υπουργείο Οικονομικών με νέα έκδοση 10ετών ομολόγων, στην «πλάτη» της ισπανικής επιτυχίας με 15ετή
Σε δύο μέτωπα δίνει η κυβέρνηση την κρίσιμη μάχη επιβίωσης της ελληνικής οικονομίας, καθώς συνεχίζονται τα σκληρά παζάρια για την εξασφάλιση ευρωπαϊκών εγγυήσεων στα ελληνικά ομόλογα, ενώ παράλληλα το υπουργείο Οικονομικών ετοιμάζεται να δοκιμάσει τα… νερά των αγορών, με μια νέα έκδοση 10ετών τίτλων, που στόχος είναι να αποδείξει ότι η χώρα εξακολουθεί να διατηρεί ανοικτή πρόσβαση στο δανεισμό, έστω και με τριτοκοσμικό κόστος.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το υπουργείο Οικονομικών έχει θέσει σε εφαρμογή σχέδιο κατευνασμού των Βρυξελλών, ενόψει της κρίσιμης συνεδρίασης Eurogroup/Ecofin στις 16 Μαρτίου. Έτσι, τις επόμενες εβδομάδες:
-         Θα γίνει δεκτή αντιπροσωπεία «ελεγκτών» της Κομισιόν, της  ΕΚΤ και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και πιθανόν και ο ίδιος ο επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων, Όλι Ρεν, στους οποίους θα παρουσιασθούν αναλυτικά τα μέτρα που ήδη έχουν προωθηθεί ή προωθούνται, αλλά και τα στοιχεία για την εκτέλεση του προϋπολογισμού τον Ιανουάριο, που είναι αρκετά ενθαρρυντικά για την πορεία των εσόδων και τη συγκράτηση των δαπανών, αν και εκφράζονται φόβοι ότι από τον Φεβρουάριο τα έσοδα θα αυξηθούν με πιο συγκρατημένους ρυθμούς, καθώς εξαντλείται η επίδραση της έκτακτης εισφοράς στις επιχειρήσεις και τους κατέχοντες μεγάλη ακίνητη περιουσία.
-         Μετά το γύρο των συναντήσεων, η κυβέρνηση προωθεί άμεσα στη Βουλή το τελικό κείμενο του φορολογικού νομοσχεδίου και το νομοσχέδιο για την εισοδηματική πολιτική του 2010, με το οποίο δεν αναμένεται να ξεπεράσει την «κόκκινη γραμμή», περικόπτοντας τον 14ο μισθό των δημοσίων υπαλλήλων, για την οποία έχουν ασκήσει πιέσεις οι Βρυξέλλες. Αντ’ αυτού, αναμένεται να ανακοινωθεί αύξηση των συντελεστών του ΦΠΑ κατά δύο μονάδες, αλλά και νέα αύξηση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα καύσιμα. Αυτά τα μέτρα υπολογίζεται ότι συνολικά θα αποδώσουν αύξηση εσόδων της τάξεως του 1% του ΑΕΠ (2,4 δις. ευρώ) και θα «κλείσουν την τρύπα» που οι κοινοτικοί εκτιμούν ότι θα εμφανισθεί στην πορεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού, λόγω της μεγαλύτερης από το αναμενόμενο οικονομικής επιβράδυνσης. Οι οικονομικές υπηρεσίες της Κομισιόν και η ΕΚΤ έχουν υπολογίσει ότι τα μέτρα του Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης θα περιορίσουν κατά 3% του ΑΕΠ το φετινό έλλειμμα, δηλαδή 1% λιγότερο από τις εκτιμήσεις της κυβέρνησης.
Ταυτόχρονα με το «καρότο» των πρόσθετων μέτρων, η κυβέρνηση αφήνει σκόπιμα ανοικτό το ενδεχόμενο να χρησιμοποιήσει και το… μαστίγιο που ενοχλεί ιδιαίτερα την Γερμανία, δηλαδή προειδοποιεί ότι θα προσφύγει στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, αν οι Ευρωπαίοι επιμείνουν στην άρνησή τους να προσφέρουν σαφείς εγγυήσεις για το δανεισμό της Ελλάδας, αφήνοντας τις αγορές να κερδοσκοπούν ανελέητα με στόχο τα ελληνικά ομόλογα.
Σαφείς προειδοποιήσεις
Τα δύο κορυφαία στελέχη του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης έστειλαν ένα σαφές προειδοποιητικό μήνυμα στο Βερολίνο, ότι αν συνεχίσει να ασκεί ακραίες πιέσεις για μέτρα που δεν μπορούν να γίνουν ανεκτά, όπως η περικοπή του 14ου μισθού των δημοσίων υπαλλήλων, η Αθήνα θα αρχίσει να εξετάζει πολύ σοβαρά το ενδεχόμενο προσφυγής στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για οικονομική υποστήριξη.
Ο υπουργός Οικονομικών, Γ. Παπακωνσταντίνου, με μια ιδιαίτερα προσεκτική δήλωση στο πρακτορείο Reuters, χαρακτήρισε μεν ως απίθανο το ενδεχόμενο να στραφεί η Ελλάδα στο ΔΝΤ, αλλά έσπευσε να προσθέσει, ότι «δεν μπορεί να αποκλειστεί  τελείως η ιδέα».
Πιο ελεύθερα μίλησε για το ίδιο θέμα η υπουργός Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, κ. Λούκα Κατσέλη, σε συνέντευξή της στον Real FM. Η κ. Κατσέλη ξεκαθάρισε ότι στην πραγματικότητα για την ελληνική κυβέρνηση έχει μικρή πρακτική σημασία αν «επιτηρείται» η οικονομική πολιτική από την Ε.Ε. ή το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
«Έτσι ή αλλιώς, η επιτήρηση είναι πάντοτε πρόβλημα. Αυτή τη στιγμή η οικονομία μας και οι πολίτες υφίστανται το κόστος. Οι όροι δεν είναι διαφορετικοί, είναι ίδιοι και για μας αυτό σημαίνει πολύ γρήγορη και αποτελεσματική υλοποίηση του Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης», τόνισε η κ. Κατσέλη και έσπευσε αμέσως να εξηγήσει, ότι «η Ευρωζώνη δε θέλει να αφήσει μια χώρα της να αποταθεί στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, γιατί αυτό ουσιαστικά είναι μία έμπρακτη απόδειξη της αδυναμίας της Ευρωζώνης να επιλύσει τα του οίκου της. Επομένως το ζήτημα έχει πολιτικές προεκτάσεις, αλλά βεβαίως αυτό που πρέπει να μας απασχολήσει είναι το γεγονός ότι αν η Ευρωζώνη δεν μπορεί να βρει λύσεις, οι χώρες αναζητούν διεξόδους αλλού».
Σε άλλο σημείο της ίδιας συνέντευξης, η κ. Κατσέλη ξεκαθάρισε, ότι « εάν η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει μηχανισμούς επίλυσης συστημικής αστάθειας, όπως αυτή που εμφανίζεται, όταν ένα κράτος-μέλος της γίνεται θύμα κερδοσκοπικών τάσεων και δεν υπάρχει τρόπος επίλυσης στα πλαίσια της Ευρωζώνης, τότε αυτό αναδεικνύει την αδυναμία της να επιλύσει σημαντικά προβλήματα. Σήμερα είναι η Ελλάδα, αύριο θα είναι άλλη χώρα. Και επομένως τότε ξαναμπαίνει ορθά το θέμα του να εξετάσουμε άλλες πηγές χρηματοδότησης».
Σε αυτές τις δηλώσεις των δύο κορυφαίων αξιωματούχων, ήλθε χθες να προστεθεί μια νέα παράμετρος πολιτικής πίεσης στην Γερμανία, που δεν πέρασε απαρατήρητη από τα διεθνή πρακτορεία (σχετική ανταπόκριση δημοσίευσε το Reuters). Στη χθεσινή συνεδρίαση της Βουλής, τέθηκε από βουλευτές της αντιπολίτευσης το μείζον, αν και ξεχασμένο, θέμα των οφειλόμενων από την Γερμανία αποζημιώσεων για τα δεινά της κατοχής, το οποίο πάντα αγγίζει μια ευαίσθητη χορδή της γερμανικής πολιτικής ηγεσίας.
Καθώς το πολιτικό «παιχνίδι» γίνεται καθημερινά όλο και πιο σκληρό και η Γερμανία βρίσκεται αντιμέτωπη πλέον με τον κίνδυνο να προσφύγει μια χώρα της Ευρωζώνης στο ΔΝΤ, γελοιοποιώντας διεθνώς τους θεσμούς της νομισματικής ένωσης, Γερμανοί πολιτικοί σχολιαστές αφήνουν να εννοηθεί ότι πολύ σύντομα η καγκελάριος Μέρκελ θα εγκαταλείψει τη σκληρή γραμμή του… «ούτε ευρώ για την Ελλάδα».
Μιλώντας στο Reuters, ο πολιτικός επιστήμονας Ντίτμαρ Χερτς τόνισε ότι σήμερα είναι πολιτικά απαγορευτικό για την κ. Μέρκελ να μιλήσει για βοήθεια στην Ελλάδα, καθώς αυτή την περίοδο συζητείται στην Γερμανία το μέλλον του κοινωνικού κράτους, με αφορμή μια δικαστική απόφαση για τα επιδόματα ανεργίας. «Τέτοια θέματα στην Γερμανία κρίνουν τις εκλογικές αναμετρήσεις», τονίζει ο Χερτς, «γι’ αυτό και είναι πολύ δύσκολο να “πουλήσει” αυτή τη στιγμή η κ. Μέρκελ στην κοινή γνώμη την ιδέα της διάσωσης της Ελλάδας. Έτσι, η Γερμανία θα αφήσει χρόνο στο ελληνικό πρόγραμμα σταθεροποίησης για να γίνουν ορατά τα αποτελέσματά του και αν γίνουν θα ακολουθήσει ηπιότερη στάση».
Την ίδια ώρα, ο κ. Γιώργος Παπακωνσταντίνου, σε μια προσπάθεια να διευκολύνει την πολιτική της καγκελαρίου Μέρκελ, υποδεικνύει μέσω του Reuters στην Γερμανία τη λύση που θα ήταν αρκετή για να «ανασάνει» η ελληνική οικονομία, χωρίς άμεση επιβάρυνση των Γερμανών φορολογουμένων: όπως τόνισε, θα ήταν αρκετό για να δανεισθεί με χαμηλότερο κόστος η Ελλάδα, αν η Ευρωπαϊκή Ένωση παρουσίαζε με περισσότερες λεπτομέρειες στις αγορές το σχέδιο διάσωσης που θα ετίθετο σε εφαρμογή, αν υπήρχε πρόβλημα χρηματοδότησης της χώρας μας.
Με αυτά τα δεδομένα, στις 16 Μαρτίου αναμένεται να επιτευχθεί μια συμφωνία, που θα διασώζει την Ευρωζώνη από τον κίνδυνο γελοιοποίησης, με μια ελληνική προσφυγή στο ΔΝΤ, χωρίς να χρειασθεί η άμεση ενίσχυση της Ελλάδας από τους κρατικούς προϋπολογισμούς των ευρωπαϊκών κρατών.
Από την πλευρά τους, οι υπουργοί Οικονομικών θα δώσουν στη δημοσιότητα με περισσότερες λεπτομέρειες το σχέδιο παρέμβασής τους για τη διευκόλυνση του δανεισμού της Ελλάδας, σε περίπτωση εκδήλωσης νέων πιέσεων στην αγορά των ελληνικών ομολόγων και θα επιτρέψουν στην κυβέρνηση να εφαρμόσει τα μέτρα που έχει αποφασίσει, χωρίς να επιμείνουν στην περικοπή του 14ου μισθού. Αν επιβεβαιωθεί αυτό το σενάριο, τονίζουν τραπεζικοί κύκλοι στην Αθήνα, από τον επόμενο μήνα αρχίζει η άνοιξη στην ελληνική αγορά ομολόγων και μετοχών.
Πάντως, τραπεζικά και κυβερνητικά στελέχη επισημαίνουν ότι ιδιαίτερα κρίσιμη σημασία θα έχει η στάση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, θυμίζοντας ότι η πολύμηνη αναταραχή στην ελληνική αγορά ομολόγων άρχισε από τη στιγμή που ανακοίνωσε η ΕΚΤ, τον περασμένο Νοέμβριο, ότι από το 2011 θα αποσύρει τα έκτακτα μέτρα υποστήριξης της ρευστότητας της ευρωπαϊκής αγοράς και ως εκ τούτου θα πάψουν να γίνονται δεκτά για αναχρηματοδότηση ομόλογα ευρωπαϊκών κρατών με βαθμολογία χαμηλότερη από το «Α».
Αυτή η ανακοίνωση, σε συνδυασμό με τις υποβαθμίσεις των ελληνικών ομολόγων, που έχουν πλέον με μόνη «ομπρέλα» τις αξιολογήσεις της Moodys στο Α2, δηλαδή δύο σκαλιά πάνω από το μη αποδεκτό από την ΕΚΤ «ΒΒΒ», προκάλεσε τη θύελλα πιέσεων στα ελληνικά ομόλογα. Κυβερνητικά στελέχη στην Αθήνα επιμένουν, ότι για να δοθεί τέλος στην αναταραχή θα πρέπει και η ΕΚΤ να κάνει ένα βήμα πίσω και να ανακοινώσει, ότι λόγω της παρατεταμένης κρίσης στην ευρωπαϊκή οικονομία, που επιβεβαιώθηκε και από τα απογοητευτικά τελευταία στοιχεία για το ΑΕΠ, σκοπεύει να διατηρήσει μέχρι και το τέλος του 2011 τα έκτακτα μέτρα της.
Μια τέτοια δήλωση από την ΕΚΤ θα ήταν αρκετή για να δοθεί τέλος στις κερδοσκοπικές επιθέσεις, εκτιμούν κυβερνητικά στελέχη και τονίζουν ότι τα οικονομικά δεδομένα (και όχι η αδυναμία της Ελλάδας) δικαιολογούν μια ανακοίνωση με αυτό το περιεχόμενο από την ΕΚΤ. Προς το παρόν, η διοίκηση της ΕΚΤ τηρεί φαινομενικά άκαμπτη στάση, αλλά δέχεται πιέσεις για το θέμα αυτό όχι μόνο από την Ελλάδα, αλλά και από τη μεγαλύτερη οργάνωση εργοδοτών της Ευρώπης, που ζήτησαν άμεση ανακοίνωση για τη διατήρηση των έκτακτων μέτρων, καθώς διαπιστώνουν ότι κλείνουν οι γραμμές χρηματοδότησης των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων από τις τράπεζες και τίθεται σε κίνδυνο η οικονομική ανάκαμψη.