Με χτυπήματα… κάτω από τη ζώνη, που μπορεί ακόμη και να προκαλέσουν νέες πιέσεις στα ελληνικά ομόλογα, απαντά τώρα η Κομισιόν στη σκληρή κριτική που άσκησε και δημόσια ο Γ. Παπανδρέου, τονίζοντας ότι επί σειρά ετών οι Βρυξέλλες έκαναν τα «στραβά μάτια» στα ψευδή στατιστικά στοιχεία που έστελνε η προηγούμενη κυβέρνηση και αποδίδοντας ευθέως σοβαρές ευθύνες για το σημερινό «ελληνικό δράμα» στην ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κυβερνητικά στελέχη κάνουν λόγο για «βρώμικο πόλεμο» των Βρυξελλών, μετά τις δηλώσεις εκπροσώπου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο οποίος «ανακάλυψε» το θέμα των συμφωνιών swaps με την Goldman Sachs, που ήταν γνωστό ήδη από τον Ιούλιο του 2003 (!), για να ανακινήσει εκ νέου το θέμα της αξιοπιστίας των ελληνικών στοιχείων, αυτή τη φορά με αναφορά σε ένα θέμα που εμπίπτει στη διαχειριστική περίοδο του σημερινού κυβερνώντος κόμματος πριν από τις εκλογές του 2004.
«Είναι σαφές, ότι η Κομισιόν του Χ. Μπαρόζο ανεχόταν τις λαθροχειρίες της προηγούμενης κυβέρνησης με τα στατιστικά στοιχεία, εξυπηρετώντας πολιτικές μικροσκοπιμότητες, καθώς η κυβέρνηση της Ν.Δ. στήριξε την ανανέωση της θητείας του κ. Μπαρόζο στην προεδρία της Κομσιόν», υπογραμμίζουν ...
κυβερνητικά στελέχη.
κυβερνητικά στελέχη.
Ο «φωστήρας» εκπρόσωπος της Κομισιόν Αμαντέου Αλταφάι, ισπανικής καταγωγής, σχολίασε δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου, που ανέφεραν ότι στο παρελθόν η Αθήνα προσέφυγε σε συμφωνίες στην αγορά παραγωγών, οι οποίες βοήθησαν να μειωθεί το ύψος του χρέους και του ελλείμματος που ανέφερε η κυβέρνηση στις Βρυξέλλες.
Ο ίδιος εκπρόσωπος ανέφερε ότι η Eurostat δεν είχε ενημερωθεί από την Ελλάδα για τέτοιου είδους συμφωνίες με μεγάλες τράπεζες της Wall Street, στις οποίες αναφέρθηκαν δημοσιεύματα του γερμανικού και του αμερικανικού Τύπου (Spiegel και Wall Street Journal). «Χρειαζόμαστε πληροφορίες για αυτές τις συμφωνίες και για την επίδρασή τους στα στατιστικά στοιχεία της Ελλάδας», δήλωσε ο «φωστήρας» εκπρόσωπος της Κομισιόν.
Απαντώντας σε αυτές τις δηλώσεις, ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου σχολίασε ότι οι συναλλαγές αυτές ήταν νόμιμες και η Ελλάδα δεν ήταν η μοναδική χώρα που έκλεισε τέτοιες συμφωνίες και, σε κάθε περίπτωση, δεν έχουν γίνει έκτοτε άλλες συμφωνίες τέτοιου είδους, στο βαθμό που έχει αλλάξει και η στατιστική τους μεταχείριση από την Eurostat.
Κυβερνητικά στελέχη υπογραμμίζουν, ότι το θέμα που ανακινήθηκε από τα τελευταία δημοσιεύματα είχε αποκαλυφθεί ήδη από τον Ιούλιο του 2003, από την έγκριτη ειδική επιθεώρηση Risk Magazine και φυσικά ήταν γνωστό στους διεθνείς οικονομικούς κύκλους και, πολύ περισσότερο, στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Eurostat. Άλλωστε, το ίδιο το περιοδικό που αποκάλυψε τις συμφωνίες με την αμερικανική Goldman Sachs, που είχαν συναφθεί το 2001, σημείωνε ότι επρόκειτο για «νόμιμες» συναλλαγές, επιτρεπόμενες από το στατιστικό πλαίσιο της Eurostat.
Το ίδιο θέμα είχε επιχειρήσει να ανακινήσει μερικά χρόνια αργότερα, εν μέσω της κατακραυγής για το σκάνδαλο των δομημένων ομολόγων, το υπουργείο Οικονομίας της Ελλάδας, διανέμοντας τότε ένα non paper σε δημοσιογράφους, σε μια προφανή προσπάθεια πολιτικού συμψηφισμού ευθυνών, η οποία όμως δεν συνεχίσθηκε, αφού δεν υπήρχε το παραμικρό στοιχείο εις βάρος των αξιωματούχων της τότε κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ.
Με τις συναλλαγές αυτές, η κυβέρνηση Σημίτη είχε ακολουθήσει το παράδειγμα της Ιταλίας, που πρώτη ανακάλυψε αυτή την οδό μείωσης των ελλειμμάτων. Οι συμφωνίες περιελάμβαναν την ανταλλαγή δανείων ύψους 10 δις. δολ. σε δολάριο και γιεν με δάνεια σε ευρώ, βάσει της υψηλής ισοτιμίας που είχε τότε το ευρώ. Από τη συναλλαγή αυτή η κυβέρνηση είχε άμεσο ταμειακό όφελος της τάξεως του 1 δις. ευρώ και τα έσοδα αυτά αξιοποιήθηκαν για την αποπληρωμή άλλων, υψηλότοκων δανείων. Βέβαια, οι συμφωνίες swaps περιελάμβαναν και μια ρήτρα «πληρωμής-μπαλονιού», δηλαδή μια εφάπαξ αρκετά υψηλή καταβολή στους αντισυμβαλλόμενους στο χρόνο λήξης των δανείων.
Όλα αυτά ήταν γνωστά από χρόνια στους παροικούντες τις Βρυξέλλες και δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και ο Γ. Αλογοσκούφης απέφυγε επίσημα να τα επικαλεσθεί κατά του ΠΑΣΟΚ, τόσο στη διάρκεια της πολιτικής αντιπαράθεσης για την απογραφή, όσο και σε μεταγενέστερες πολιτικές αντιπαραθέσεις για τα δημόσια οικονομικά.
Σήμερα, ορισμένοι κύκλοι της Κομισιόν, που δυσκολεύονται να απαντήσουν πειστικά στο απλό ερώτημα πώς ήταν δυνατόν να διαφύγει της προσοχής της Eurostat το τεράστιο έλλειμμα που έκρυβε η προηγούμενη κυβέρνηση κάτω από το χαλί, προσφεύγουν στην ανακίνηση ενός ανύπαρκτου θέματος.
Το μεγάλο ερώτημα τώρα είναι σε ποιο βαθμό η νέα συζήτηση που άνοιξε για την αξιοπιστία των ελληνικών στοιχείων, ακριβώς την ώρα που είχε αρχίσει να αποκαθίσταται η αξιοπιστία τους σταδιακά, θα έχει επίδραση στη συμπεριφορά επενδυτών και κερδοσκόπων έναντι των ελληνικών ομολόγων. Το spread χθες άνοιξε και πάλι, στις 300 μονάδες βάσης, αλλά η πραγματική δοκιμασία αρχίζει από σήμερα, καθώς η χθεσινή ήταν ημέρα αργίας στις ΗΠΑ και στην Ασία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου