Ειδικά μάλιστα όσοι θα αρκούντο στις κατηγορίες περί ‘παλινωδίας’.
Και τούτο διότι η κυβερνητική πορεία έχει πολλά επίπεδα. Συνυπάρχουν βεβαίως και οι παλινωδίες. Όμως εμφανίζονται και στοιχεία αποφασιστικότητας. Αλλού υπάρχουν στόχοι, αλλού δεν υπάρχουν και κάπου γίνονται αναπροσαρμογές.
Σε ορισμένους τομείς μοιάζει να υπήρξε προετοιμασία. Ενώ σε άλλους υπήρχε απουσία σχεδίου. Έγιναν λάθος χειρισμοί (π.χ. στα τέλη κυκλοφορίας, στο Λιμάνι του Πειραιά, στον τομέα της περικοπής δημοσίων δαπανών, κλπ) μερικοί από τους οποίους δεν διορθώθηκαν, ενώ άλλοι μοιάζουν να διορθώνονται.
Με δεδομένες όμως τις μεγάλες οικονομικές προκλήσεις, η κυβέρνηση, ως ομάδα και παρά τις επιμέρους αδυναμίες, τείνει συνολικά να κερδίζει τις εντυπώσεις. Ένα πάντως στοιχείο του τοπίου είναι πεντακάθαρο: Το κυβερνών κόμμα, παρά τις de facto δυσκολίες, είναι πολιτικά απόλυτα κυρίαρχο.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Διότι με δεδομένη τη σοβαρότατη οικονομική κρίση, το κυβερνών κόμμα εμφανίζεται για την ώρα ως η πιο αξιόπιστη πολιτική δύναμη που να...
μπορεί να την χειρισθεί. Στο «νόμο της σύγκρισης», ειδικά μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων, η υπεροχή του κυβερνώντος κόμματος παρουσιάζεται συντριπτική. Τούτο συμβαίνει όχι μόνο διότι η εικόνα του νέου Πρωθυπουργού είναι θετική, αλλά διότι η εικόνα της «ομάδας» του ΠΑΣΟΚ πείθει πολύ περισσότερο σε επίπεδο των στελεχών εκείνων που χειρίζονται κρίσιμους τομείς. Είναι σίγουρα εντυπωσιακό ότι το ΠΑΣΟΚ έχει ως δημοφιλέστερους Υπουργούς του τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, τους δύο αρμόδιους για την οικονομία και κυρίως τον Γιώργο Παπακωνσταντίνου, τον Υπουργό κοινωνικής ασφάλισης Ανδρέα Λοβέρδο, την Υπουργό Παιδείας Άννα Διαμαντοπούλου, την Υπουργό Υγείας, Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου, κλπ. Η κυβερνητική του ραχοκοκαλιά λοιπόν, εμφανίζεται ισχυρή, η φρεσκάδα του σχήματος είναι πάντα παρούσα και το κέφι να παραχθεί έργο αναγνωρίζεται από την κοινή γνώμη (όπως έδειξε πρόσφατη δημοσκόπηση). Το ότι το ΠΑΣΟΚ διατηρεί πάντα μια διαφορά περίπου 10% στην πρόθεση ψήφου έναντι της ΝΔ είναι σίγουρα εντυπωσιακό.
Είναι επίσης γεγονός ότι η σημερινή υπεροχή του ΠΑΣΟΚ οφείλεται στις «δικές» του δυνάμεις και όχι απλώς στην προβληματική εικόνα του βασικού ανταγωνιστή του. Την ίδια ώρα όμως, μια τόσο καθαρή υπεροχή είναι αναπόφευκτα συνυφασμένη και με τις αδυναμίες της εναλλακτικής κυβερνητικής λύσης: Η ΝΔ, παρά την απόκτηση νέας ηγεσίας (με θετική μέχρι στιγμής εικόνα), δε φαίνεται να μπορεί να ανακάμψει. Έτσι έχει εξανεμισθεί ο «αέρας» της συμμετοχής απρόσμενου αριθμού ψηφοφόρων στην εκλογή ηγεσίας και άρα ένα δυνητικό momentum.
Τούτο προφανώς συμβαίνει διότι τα προβλήματα της εικόνας της ΝΔ είναι στρατηγικά. Αφορούν το «όλον». Αυτά περιλαμβάνουν την τελευταία φάση της κυβερνητικής της θητείας, φορτία προσώπων στα πλαίσια της άσκησης της εξουσίας της, την αίσθηση ευθυνών για την οικονομική κρίση και κυρίως την εντύπωση ότι υστερεί σε επίπεδο στελεχών. Αυτή ήταν άλλωστε η Αχίλλειος πτέρνα της τελικής πολιτικής διαδρομής της κυβέρνησης Καραμανλή, παρά τις (μειούμενες) αντοχές της εικόνας της. Ιδιαίτερα ανησυχητικό για τη ΝΔ είναι ότι, παρά τα αντιθέτως εικαζόμενα, δεν έχει ουσιαστικά κέρδη από το ΛΑΟΣ, η συσπείρωσή της παραμένει χαμηλή, ενώ εμφανίζεται (πιθανώς) να έχει πρόσθετες απώλειες προς το ΠΑΣΟΚ.
Ταυτόχρονα, τα μικρότερα κόμματα, είτε της Αριστεράς, είτε της υπερδεξιάς, που θα έπρεπε να αντλούν ψήφους διαμαρτυρίας, δεν το πετυχαίνουν με τον μαξιμαλιστικό αντιπολιτευτισμό τους. Το ΚΚΕ έχει μια πάγια αντιπολιτευτική στάση, όμως απέναντι στην κυβέρνηση Παπανδρέου έχει γίνει ακόμη εντονότατα συγκρουσιακό. Ο Συνασπισμός έχει κάνει το λάθος να ανταγωνίζεται το ΚΚΕ, ενώ είναι βέβαιο ότι απογοήτευσε τους πιο προβληματισμένους δικούς του ψηφοφόρους. Συνολικά πάντως, τα κόμματα της Αριστεράς, και ειδικά ο Συνασπισμός, δεν μπορούν να κερδίσουν από μια πολιτική «όχι σε όλα» στην κυβέρνηση, όταν η κοινή γνώμη συνειδητοποιεί ότι κάποια δυσάρεστα μέτρα πρέπει να ληφθούν. Με τη σειρά του, ο ΛΑΟΣ λαϊκίζει έντονα, αλλά ο πραγματικός του στόχος είναι η ΝΔ (και όχι η κυβέρνηση), από την οποία απειλείται στο βαθμό που θα βελτιωθεί η εικόνα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Τις εκατό αυτές πρώτες ημέρες, το ΠΑΣΟΚ εδραίωσε τη θετική του εικόνα με το συγκεκριμένο κυβερνητικό του σχήμα και την όλη προσέγγισή του, που, συνολικά, εξέπεμπε και εκπέμπει ακόμη κάτι νέο. Αυτή η αίσθηση φρεσκάδας διατηρείται κυρίως μέσα από τα κυβερνητικά πρόσωπα τα οποία μοιάζουν πειστικά. Ταυτόχρονα, το ΠΑΣΟΚ, στο πεδίο της οικονομίας, αν και επικρίνεται για ταλαντεύσεις και ελλιπή προετοιμασία, είναι πιθανό να έχει ωφεληθεί από το ότι δίσταζε αρχικά να εγκαταλείψει τις προεκλογικές του δεσμεύσεις και τώρα μοιάζει «να πιέζεται» από την Ε.Ε. για να πάρει τα αναγκαία σκληρά μέτρα. Με την έννοια αυτή, η κοινή γνώμη μοιάζει να αντιμετωπίζει ευνοϊκά την κυβέρνηση, ακριβώς διότι έκανε ότι δυνατόν για να αποφευχθούν τα πιο δυσάρεστα.
Τώρα πάντως που η πλειοψηφία της κοινής γνώμης αναγνωρίζει ότι τα μέτρα αυτά είναι αναπόφευκτα, η κυβέρνηση μπορεί να «απαρνηθεί» τις προεκλογικές της δεσμεύσεις με το λιγότερο δυνατό κόστος. Αν μη τι άλλο, η κοινή γνώμη έχει διαπιστώσει τόσο τις ασφυκτικές πιέσεις της Ε.Ε., όσο και την απειλή δραματικών εξελίξεων στο οικονομικό πεδίο, αν δεν γίνουν όσα επιβάλλονται.
Άρα, κλείνοντας, τις πρώτες 100 ημέρες του, το ΠΑΣΟΚ ως πολιτικά κυρίαρχο, έχει πλέον την ευκαιρία – έστω και με καθυστέρηση – να κάνει όσα απαιτούν οι συγκυρίες. Αυτή τη στιγμή άλλωστε δεν απειλείται πολιτικά ούτε από την αξιωματική αντιπολίτευση, ούτε από τα μικρά κόμματα. Έτσι δισταγμοί και ταλαντεύσεις δεν δικαιολογούνται. Διότι από εδώ και πέρα, οι κίνδυνοι δικής του φθοράς μεγαλώνουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου