Ἄδειασε καὶ ἡ πλατεία τοῦ (ἀλλοτινοῦ) Συντάγματος. Νὰ πάῃ κι ὁ GAP νὰ κάνῃ διακοπὲς ἥσυχος. Μὴν τὶς χάσῃ… Πολὺ θὰ τοῦ κακοφανῇ καὶ τότε νὰ δεῖτε νέα μέτρα καὶ νέους φόρους καὶ νέες θλίψεις ποὺ θὰ περάσῃ.
Γιὰ ἐτοῦτο κι ἔδωσε ἐντολὴ νὰ ἀδειάσῃ ἡ πλατεία τοῦ (ἀλλοτινοῦ) Συντάγματος.
Γιὰ ἐτοῦτο κι ἔδωσε ἐντολὴ νὰ ἀδειάσῃ ἡ πλατεία τοῦ (ἀλλοτινοῦ) Συντάγματος.
Γιὰ νὰ μὴν τὸν πιάσουν τὰ κυκλοθυμικά του καὶ ματά-ξανά-ξεσπάσῃ στὸν κοσμάκη. ...
Ἀπὸ τὴν ἄλλην σκέφθηκε πὼς μὲ μίαν ἄδεια βο(υ)λὴ δὲν ἔχει κανένα νόημα νὰ φασκελώνῃ ὁ κοσμάκης. Φοβήθηκε μήπως χρειαστῇ νὰ μᾶς πληρώσῃ καὶ νευρολόγους ἢ ψυχιάτρους μὲ τόσην στέρησι ἐκτονώσεως.
Ἐφ’ ὅσον λοιπὸν μᾶς τσίμπησε ὅσα ἦταν νὰ μᾶς τσιμπήσῃ, μᾶς ἅρπαξε ὅσα μποροῦσε νὰ μᾶς ἁρπάξῃ, μᾶς ἐξόργισε ὅσο περισσότερο μποροῦσε νὰ μᾶς ἐξοργίσῃ, σκέφθηκε νὰ μᾶς ἀπαλλάξῃ κι ἀπὸ τὸ καθημερινὸ βάσανο τῆς πλατείας. Καὶ μᾶς ἔδωσε ἄδεια. Γιὰ ἐτοῦτο τὴν ἄδειασε.
Βέβαια, τί νὰ τὴν κάνῃς τὴν ἄδεια ὅταν δὲν ἔχεις χρῆμα γιὰ νὰ τὴν χαρῇς; Μὲ τί ψιλὰ νὰ πᾶς διακοπές; Οὔτε ἔως τὴν Μαλακάσα δὲν φθάνεις μὲ τὰ ποσὰ ποὺ θὰ πληρώσῃς γιὰ βενζίνη. Κι ἐὰν τὴν περάσῃς τὴν Μαλακάσα, κι ἀντέξῃς τὰ διόδια, καὶ καταφέρῃς νὰ φθάσῃς ἔως τὴν Λαμία, τότε οὔτε δένδρο δὲν θὰ βρῇς γιὰ νὰ ἀράξῃς καὶ νὰ ξεκουραστῇς. Διότι τὰ δένδρα τὰ ἔχουν καταλάβει ἤδη οἱ σκηνίτες.
Ἀλλὰ ἐὰν φανῇς τυχερὸς καὶ βρῇς ἐστ’ ᾦ κάποιον θᾶμνο, πάλι ἄσχημα θὰ εἶναι τὰ πράγματα. Διότι τί θὰ φᾶς; Ποῦ θὰ κοιμηθῇς; Κάτω ἀπὸ τὸν θᾶμνο ὡς ἄλλος Ὀδυσσεύς; Δὲν πάει; Συνεπῶς, καλλίτερα τὸ ἔχεις νὰ μείνῃς στὸ κλεινὸν ἄστυ, νὰ κάνῃς βουτιὲς στὸν ἱδρώτα σου καὶ νὰ λιάζεσαι στὴν ταράτσα σου. Γλυτώνεις τὴν βενζίνη, τὰ διόδια, τὰ ἀγκάθια, τὰ φίδια, τοὺς δενδρίτες (διότι μίαν μάχη θὰ τὴν δώσῃς, δὲν τὴν γλυτώνεις) καὶ τὸν φόρο πολυτελείας.
Μάλλιστα, φόρο πολυτελείας παρακαλῶ! Δὲν τὸ γνωρίζατε; Ὅποιος καταφέρῃ νὰ πάῃ αὐτὸ τὸ καλοκαίρι διακοπές, ἄμα τῇ ἐπιστροφῇ του ὁ ἔφορος θὰ ἀπαιτήσῃ τὸν εἰδικὸ φόρο πολυτελείας γιὰ τὶς διακοπές.
Μὴν γελᾶτε. Δὲν τὸ ἔχουν ἀνακοινώσει διότι οὐδεῖς θὰ πήγαινε διακοπές. Τώρα ὅμως θὰ σᾶς περιμένουν στὴν ἐπιστροφή μὲ ὑπογεγραμμένο, ψηφισμένο καὶ δημοσιευμένο νομοσχέδιο. Μὴν γελᾶτε σᾶς λέω. Ὑπάρχει κι ἕνας ἐπὶ πλέον λόγος, πλὴν τῆς συλλογῆς χρημάτων, γιὰ τὴν νέα φορολογία.
Ὅπως θὰ ἔχετε παρατηρήσει ὅλοι σας, δὲν τολμᾶ κάποιος κουδουνισμένος νὰ ἐμφανισθῇ δημοσίως. Τὸ κράξιμο, τὸ αὐγὸ καὶ τὸ σαλατικὸ ποὺ εἰσπράττει δὲν λέγεται. Πῶς νὰ πᾶνε λοιπὸν διακοπὲς τὰ κουδουνισμένα, ὅταν γνωρίζουν πὼς σὲ κάθε παραλία, σὲ κάθε κολπίσκο, σὲ κάθε ξέρα θὰ τοὺς κυνηγᾶ ἕνα ΚΡΑ ἢ κάποιο ζαρζαβάτι; «Κᾶτσε», λένε, «νὰ τοὺς μαντρώσουμε γιὰ τὰ καλὰ μέσα, μήπως καταφέρουμε νὰ ξεκουραστοῦμε λιγουλάκι».
Βέβαια, δὲν ἔχουν ἀνακοινώσει ἀκόμη κάτι γιὰ τὸν φόρο πολυτελείας ποὺ πρὸ ἀνέφερα. Καὶ οὔτε θὰ τὸ κάνουν. Εἴπαμε, ἄμα τῇ ἐπιστροφῇ, ὁ ἔφορος μὲ τὸν λογαριασμὸ ἀνὰ χείρας. Ποῦ θὰ πάῃ; Θὰ διαρρεύσῃ… Σήμερα, αὔριο, σὲ λίγες ἡμέρες; Πάντως συντόμως θὰ τὸ γνωρίζῃ ὅλη ἡ Ἑλλάς. Καὶ τότε θὰ δεῖτε ταχύτητες ἐπιστροφῆς καὶ ταρᾶτσες γεμᾶτες. Τότε λοιπὸν θὰ ξαμοληθοῦν τὰ κουδουνισμένα στὶς παραλίες. Ὅταν θὰ ἔχουν ἀδειάσει. Κι ἐμεῖς θὰ βράζουμε στὸ ζουμί μας.
Φιλονόη.
Υ.Γ. Ἐγὼ διακοπὲς δὲν θὰ πάω. Δὲν ἀντέχω νὰ πληρώνω καὶ τὸν φόρο πολυτελείας.Ἴσως τοῦ χρόνου.
Ἀπὸ τὴν ἄλλην σκέφθηκε πὼς μὲ μίαν ἄδεια βο(υ)λὴ δὲν ἔχει κανένα νόημα νὰ φασκελώνῃ ὁ κοσμάκης. Φοβήθηκε μήπως χρειαστῇ νὰ μᾶς πληρώσῃ καὶ νευρολόγους ἢ ψυχιάτρους μὲ τόσην στέρησι ἐκτονώσεως.
Ἐφ’ ὅσον λοιπὸν μᾶς τσίμπησε ὅσα ἦταν νὰ μᾶς τσιμπήσῃ, μᾶς ἅρπαξε ὅσα μποροῦσε νὰ μᾶς ἁρπάξῃ, μᾶς ἐξόργισε ὅσο περισσότερο μποροῦσε νὰ μᾶς ἐξοργίσῃ, σκέφθηκε νὰ μᾶς ἀπαλλάξῃ κι ἀπὸ τὸ καθημερινὸ βάσανο τῆς πλατείας. Καὶ μᾶς ἔδωσε ἄδεια. Γιὰ ἐτοῦτο τὴν ἄδειασε.
Βέβαια, τί νὰ τὴν κάνῃς τὴν ἄδεια ὅταν δὲν ἔχεις χρῆμα γιὰ νὰ τὴν χαρῇς; Μὲ τί ψιλὰ νὰ πᾶς διακοπές; Οὔτε ἔως τὴν Μαλακάσα δὲν φθάνεις μὲ τὰ ποσὰ ποὺ θὰ πληρώσῃς γιὰ βενζίνη. Κι ἐὰν τὴν περάσῃς τὴν Μαλακάσα, κι ἀντέξῃς τὰ διόδια, καὶ καταφέρῃς νὰ φθάσῃς ἔως τὴν Λαμία, τότε οὔτε δένδρο δὲν θὰ βρῇς γιὰ νὰ ἀράξῃς καὶ νὰ ξεκουραστῇς. Διότι τὰ δένδρα τὰ ἔχουν καταλάβει ἤδη οἱ σκηνίτες.
Ἀλλὰ ἐὰν φανῇς τυχερὸς καὶ βρῇς ἐστ’ ᾦ κάποιον θᾶμνο, πάλι ἄσχημα θὰ εἶναι τὰ πράγματα. Διότι τί θὰ φᾶς; Ποῦ θὰ κοιμηθῇς; Κάτω ἀπὸ τὸν θᾶμνο ὡς ἄλλος Ὀδυσσεύς; Δὲν πάει; Συνεπῶς, καλλίτερα τὸ ἔχεις νὰ μείνῃς στὸ κλεινὸν ἄστυ, νὰ κάνῃς βουτιὲς στὸν ἱδρώτα σου καὶ νὰ λιάζεσαι στὴν ταράτσα σου. Γλυτώνεις τὴν βενζίνη, τὰ διόδια, τὰ ἀγκάθια, τὰ φίδια, τοὺς δενδρίτες (διότι μίαν μάχη θὰ τὴν δώσῃς, δὲν τὴν γλυτώνεις) καὶ τὸν φόρο πολυτελείας.
Μάλλιστα, φόρο πολυτελείας παρακαλῶ! Δὲν τὸ γνωρίζατε; Ὅποιος καταφέρῃ νὰ πάῃ αὐτὸ τὸ καλοκαίρι διακοπές, ἄμα τῇ ἐπιστροφῇ του ὁ ἔφορος θὰ ἀπαιτήσῃ τὸν εἰδικὸ φόρο πολυτελείας γιὰ τὶς διακοπές.
Μὴν γελᾶτε. Δὲν τὸ ἔχουν ἀνακοινώσει διότι οὐδεῖς θὰ πήγαινε διακοπές. Τώρα ὅμως θὰ σᾶς περιμένουν στὴν ἐπιστροφή μὲ ὑπογεγραμμένο, ψηφισμένο καὶ δημοσιευμένο νομοσχέδιο. Μὴν γελᾶτε σᾶς λέω. Ὑπάρχει κι ἕνας ἐπὶ πλέον λόγος, πλὴν τῆς συλλογῆς χρημάτων, γιὰ τὴν νέα φορολογία.
Ὅπως θὰ ἔχετε παρατηρήσει ὅλοι σας, δὲν τολμᾶ κάποιος κουδουνισμένος νὰ ἐμφανισθῇ δημοσίως. Τὸ κράξιμο, τὸ αὐγὸ καὶ τὸ σαλατικὸ ποὺ εἰσπράττει δὲν λέγεται. Πῶς νὰ πᾶνε λοιπὸν διακοπὲς τὰ κουδουνισμένα, ὅταν γνωρίζουν πὼς σὲ κάθε παραλία, σὲ κάθε κολπίσκο, σὲ κάθε ξέρα θὰ τοὺς κυνηγᾶ ἕνα ΚΡΑ ἢ κάποιο ζαρζαβάτι; «Κᾶτσε», λένε, «νὰ τοὺς μαντρώσουμε γιὰ τὰ καλὰ μέσα, μήπως καταφέρουμε νὰ ξεκουραστοῦμε λιγουλάκι».
Βέβαια, δὲν ἔχουν ἀνακοινώσει ἀκόμη κάτι γιὰ τὸν φόρο πολυτελείας ποὺ πρὸ ἀνέφερα. Καὶ οὔτε θὰ τὸ κάνουν. Εἴπαμε, ἄμα τῇ ἐπιστροφῇ, ὁ ἔφορος μὲ τὸν λογαριασμὸ ἀνὰ χείρας. Ποῦ θὰ πάῃ; Θὰ διαρρεύσῃ… Σήμερα, αὔριο, σὲ λίγες ἡμέρες; Πάντως συντόμως θὰ τὸ γνωρίζῃ ὅλη ἡ Ἑλλάς. Καὶ τότε θὰ δεῖτε ταχύτητες ἐπιστροφῆς καὶ ταρᾶτσες γεμᾶτες. Τότε λοιπὸν θὰ ξαμοληθοῦν τὰ κουδουνισμένα στὶς παραλίες. Ὅταν θὰ ἔχουν ἀδειάσει. Κι ἐμεῖς θὰ βράζουμε στὸ ζουμί μας.
Φιλονόη.
Υ.Γ. Ἐγὼ διακοπὲς δὲν θὰ πάω. Δὲν ἀντέχω νὰ πληρώνω καὶ τὸν φόρο πολυτελείας.Ἴσως τοῦ χρόνου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου