ΔYO χαρακτηριστικά αποδεικνύουν πασιφανέστατα την ανικανότητα και αποτυχία μιας ηγεσίας σε οποιοδήποτε σύστημα.
Πρώτον, η αδυναμία της να συνδυάσει μακροπρόθεσμους και μεσοπρόθεσμους στόχους και σχεδιασμούς με βραχυπρόθεσμες επιδιώξεις και χειρισμούς.
Και δεύτερον, η ευκολία της να αποδίδει ευθύνες και να μεταβιβάζει αρμοδιότητες σε άλλους.
Κρινόμενο με αυτά τα αλάνθαστα κριτήρια, το καθεστώς Leviathan της χώρας μας και οι κυβερνήσεις του είναι textbook case ανίκανου, αποτυχημένου συστήματος.
Oχι ότι η κοινωνία των δημιουργών χρειαζόμαστε κριτήρια για να το ξέρουμε! Αλλά αναλύσεως ένεκεν και στιγματισμού για το μέλλον!...
Και πρώτα για το πρώτο κριτήριο, την ανεπάρκεια ολοκληρωμένης στρατηγικής σύνθεσης μελλοντικών και παρουσών στοχεύσεων και δράσεων.
Το Κυπριακό: Παράδειγμα γεωπολιτικό
Το 1954 επελέγη η τακτική της διεθνοποίησης, μέσω του ΟΗΕ, του Κυπριακού Ζητήματος. Μέχρι τότε η βασική πολιτική ήταν ότι το ζήτημα αποτελούσε θέμα μιας βρετανικής αποικίας, στην οποία η Ελλάδα είχε αξιώσεις Eνωσης. Ο υπολογίσιμος τουρκικής καταγωγής πληθυσμός και τα στρατηγικά συμφέροντα της Τουρκίας στη νήσο θα επέβαλλαν ούτως ή άλλως συνεννόηση και με την Τουρκία. Αλλά αυτό δεν αποτελούσε βαρύ πρόβλημα για τρεις λόγους.
Πρώτον, η συνεννόηση των χωρών του βαλκανομικρασιατικού πεδίου, και ιδιαίτερα με την Τουρκία, ήταν παλιά εξωτερική πολιτική της Ελλάδας από το 1930. Σκεφθείτε π.χ. τη Συνθήκη του Μοντρέ το 1936 που τροποποίησε τη Συνθήκη της Λωζάνης ως προς το καθεστώς των Στενών υπέρ της Τουρκίας.
Δεύτερον, Ελλάδα και Τουρκία έγιναν μέλη του ΝΑΤΟ και άρα ήταν σύμμαχοι υπό την ηγεσία των ΗΠΑ.
Και τρίτον, το 1953 και 1954 είχαν υπογραφεί οι εξαιρετικής σημασίας Τριπλές Συνθήκες συμμαχίας και συνολικής πολιτικής, οικονομικής και στρατιωτικής συνεργασίας Ελλάδας - Τουρκίας - Γιουγκοσλαβίας υπό την αιγίδα της Αμερικής.
Η συμμετοχή στο ΝΑΤΟ και στις Τριπλές Συνθήκες αντιπροσώπευε μείζονες στρατηγικές επιδιώξεις μεσοπρόθεσμου και μακροπρόθεσμου βεληνεκούς. Το ΝΑΤΟ αφορούσε τον διπολικό αγώνα ΗΠΑ - Σοβιετικής Eνωσης. Η δε Τριπλή Συμμαχία υπηρετούσε την μακροπρόθεσμη λογική του αγώνα αυτού θραύοντας το σιδηρούν παραπέτασμα στο νευραλγικό μέτωπο του βαλκανομικρασιατικού γεωπολιτικού πεδίου και δημιουργώντας τις συνθήκες επανεενεργοποίησής του στην πληρότητα του υψηλού δυναμικού του. Η στρατηγική λογική λέει ότι η λύση του Κυπριακού έπρεπε να επιδιωχθεί στο πλαίσιο και εντός αυτών των συμμαχιών.
Εν μέρει, υπό το κράτος της τότε κρατούσης μεταπολεμικής ροπής απελευθέρωσης των αποικιών των ευρωπαϊκών δυνάμεων και της κατάρρευσης γενικά της αποικιοκρατίας, και βοηθούσης της επιρροής της Σοβιετικής Eνωσης, η οποία είχε κάθε λόγο να επιζητεί τη διάλυση των Τριμερών Συνθηκών μέσω της προσφοράς κενών εγγυήσεων για το Κυπριακό, η Ελλάδα προέβη στη διεθνοποίηση του Κυπριακού με αίτημα πια την αυτοδιάθεση (που ήταν ένα επίκαιρο σύνθημα τότε) και όχι την ένωση.
Να τι εννοώ ως «στρατηγική ασυναρτησία»: επιλογή μιας τακτικής σε ένα θέμα, που αντιβαίνει προς τη λογική μείζονων στρατηγικών συνδυασμών.
Η επιλογή αυτής της τακτικής στο Κυπριακό θα ήταν συμβατή με έναν θεωρητικό (αλλά αδύνατο ρεαλιστικά) συνολικό επαναπροσανατολισμό της εθνικής στρατηγικής προς την κατεύθυνση π.χ. της ένταξης της Ελλάδας στο τότε συγκροτηθέν Κίνημα των Αδεσμεύτων (προετοιμασία στη Συνδιάσκεψη του Μπαντούγκ, 24 Απριλίου 1955, συνέχεια με τη «Διακήρυξη της Νήσου Μπριόνι» στη Δαλματία, 19 Ιουλίου 1956, και, καθοριστικά, πρώτη Συνάντηση Κορυφής στο Βελιγράδι, 1-6 Σεπτεμβρίου 1961). Οι ημερομηνίες αυτές και το ότι ο Τίτο έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στο κίνημα εξαίρουν εξ αντιθέτου τη σημασία των Τριπλών Συνθηκών. Ο Τίτο ήθελε διέξοδο ενδυνάμωσης στην ανεξαρτησία του από τη Σοβιετική Eνωση και αφού δεν λειτούργησε η μείζων επιλογή συντονισμού του με την Αμερική και το ΝΑΤΟ μέσω των Τριπλών Συνθηκών εστράφη ενεργητικά και πρωτεργατικά προς άλλη κατεύθυνση. Η τακτική της Ελλάδας στο Κυπριακό σήμανε το τέλος των νεοσυναφθεισών συνθηκών και συνεπώς το τέλος μιας ύψιστης σημασίας γεωπολιτικής και στρατιωτικής πρωτοβουλίας στο βαλκανομικρασιατικό πεδίο. Και μόνο για αυτό, το καθεστώς και οι κυβερνήσεις του είναι ένοχοι εθνικής καταστροφής.
Είναι χαρακτηριστικό, προς απόδειξη της λογικής συσχέτισης τακτικών και στρατηγικών, ότι ο Μακάριος παρέσυρε την Κύπρο στο Κίνημα των Αδεσμεύτων. Από την ελληνική πλευρά προπαγανδιστικά έβγαινε ένας κοντόφθαλμος τακτικισμός: ότι με την Ελλάδα στη Δυτική Συμμαχία της Ελευθερίας και την Κύπρο στο Κίνημα των Αδεσμεύτων αύξανε η απήχηση των ελληνικών θέσεων! Οποία ηλιθιότητα! Ακριβώς το αντίθετο – εμειούτο.
Eτι περαιτέρω. Η ανικανότητα του καθεστώτος να χαράξει μια ολοκληρωμένη, συνεπή εθνική στρατηγική σύνθεσης βραχυπρόθεσμων, μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων στόχων και υπαγωγής των πρώτων στους τελευταίους διά των μέσων, φαίνεται επίσης στις παλινωδίες των κυβερνήσεών του, που μια επιλέγουν τη μια προτεραιότητα και μετά την άλλη, ταλαντευόμενες σε ένα στρατηγικό χάος. Eτσι η πρώτη κυβέρνηση Καραμανλή του πρεσβύτερου ανέλαβε και για να επαναφέρει και επιλύσει το Κυπριακό στο πλαίσιο που οι υποτιθέμενες μείζονες στρατηγικές επιλογές της χώρας έθεταν. Συνέπεια, οι Συμφωνίες της Ζυρίχης και του Λονδίνου. Αλλά όταν οι συμφωνίες παραβιάσθηκαν de facto και ο Μακάριος εζήτησε την αναθεώρησή τους, η διακυβέρνηση Καραμανλή έληξε παραιτουμένου του πρωθυπουργού για φαινομενικά άσχετο θέμα.
Ανέλαβε ο Γεώργιος Παπανδρέου ο πρεσβύτερος υπό την απειλή πολέμου εκ μέρους της Τουρκίας. Η νέα κυβέρνηση ζήτησε την παρέμβαση της Αμερικής, η οποία και έγινε με αποφασιστικό τρόπο, αφού ο Γ. Παπανδρέου υποσχέθηκε ότι θα λυθεί το Κυπριακό στο πνεύμα και στο πλαίσιο των μείζονων στρατηγικών συμφερόντων της Ελλάδας. Επιφανειακά παραδόξως, ο Παπανδρέου υπαναχώρησε μπροστά στην καλύτερη δυνατή λύση του Κυπριακού, στο περίγραμμα και στη βάση του Σχεδίου Acheson. Γεγονός στο βάθος καθόλου παράδοξο, αφού το καθεστώς είχε πάρει ουσιαστική αντιαμερικανική στάση, παρασυρόμενο από τις αδύναμες εγγυήσεις της Σοβιετικής Eνωσης και από τις γλυκόφθογγες σειρήνες του ευρωπαϊσμού. Εγγυήσεις και σειρήνες ήσαν πάλι στην πραγματικότητα τακτικοί ελιγμοί που συνδυάζονταν με την αυτοσυντήρηση του καθεστώτος. Hξερε το δόλιο ότι με μια πολιτική βαθέος συντονισμού προς την Αμερική οι μέρες του θα ήσαν μετρημένες. Τέτοιος συντονισμός ευνοεί τη χώρα και τον χώρο μας, όπως έχω πολλές φορές εξηγήσει, όχι το καθεστώς.
Οι κυβερνήσεις του καθεστώτος τσαλαβουτάνε στη στρατηγική σαν ερασιτέχνες ψαράδες για να ψαρέψουν σε θολά νερά. Είναι σαν να ψάχνουν πάντοτε να βρουν μια στρατηγική που να προσαρμόζεται στην τακτική κίνηση που υιοθετούν κάθε φορά υπό το κράτος συγκυριακών συνθηκών και επιφανειακών εξελίξεων – αντιστρέφοντας τη λογική ιεραρχία, που απαιτεί προφανώς οι τακτικές επιλογές να εξυπηρετούν και να απορρέουν από στρατηγικές στοχεύσεις. Αυτό που κάνουν λέγεται τακτικισμός. Είναι και οπορτουνισμός. Και ως τέτοιος περιφρονείται δεόντως από πάντες, και πρωτίστως από τους τακτικιστικούς συνδαιτυμόνες των κυβερνήσεων του καθεστώτος ευθύς μόλις παρέλθει η συγκυρία του κοινού τραπεζιού!
Μετάθεση ευθυνών για το πρόβλημα της μετανάστευσης
ΠΑΜΕ επί τροχάδην στο άλλο κριτήριο α-νοησίας, στην ευκολία απόδοσης ευθυνών και μεταβίβασης αρμοδιοτήτων σε άλλους. Ακούμε έκπληκτοι: «Το πρόβλημα της μετανάστευσης στην Ελλάδα είναι πρόβλημα ευρωπαϊκό». «Τα σύνορα της Ελλάδας είναι σύνορα της Ευρωπαϊκής Eνωσης». «Η Ευρώπη θα λύσει τα εθνικά μας θέματα». Ακούγοντας τους εντολοδόχους πολιτικούς και τους δημοσιογράφους-αγωγούς του καθεστώτος, αναρωτιέται κάθε δημιουργός τι στο διάβολο χρειαζόμαστε ελληνική κυβέρνηση αν είναι να είναι σαν μια υπερνομαρχία. Φυσικά και δεν θέλουμε τη χώρα μας έτσι, αλλά αν ήταν να είναι έτσι θα προσέχαμε καλύτερα πού να εναποθέσουμε τις τύχες της, θα αποφασίζαμε με σοφία το πράγμα – σκεφθείτε ότι ο Κολοκοτρώνης έπεισε τη νεαρή Επανάσταση να συνδέσει τα πεπρωμένα του έθνους με την Αγγλία, φρόνιμη και σωτήρια επιλογή. Δεν διανοήθηκε κανένας εγκέφαλος τότε να αφιερώναμε το μέλλον μας στην Ιερά Συμμαχία! Δεν περιμένεις τίποτε ουσιώδες από ένα σύστημα ισορροπίας διαφορετικών συμφερόντων, ανομοιογενών δομών και ασύμβατων επιδιώξεων. Και έτσι το πρόβλημα της μετανάστευσης μένει άλυτο. Τα σύνορα της χώρας είναι διάτρητα. Τα λεγόμενα εθνικά μας θέματα έχουν καταβαραθρωθεί. Και οι άχρηστοι ρίχνουν ευθύνες και αρμοδιότητες σε λάθος μεριές – ευθύνες εκεί που θα μας ήταν ωφέλιμο να δίνουμε αρμοδιότητες και αρμοδιότητες εκεί που θα χρειαζόταν να αποδώσουμε ευθύνες.
Τελευταία ο ίδιος ο πρωθυπουργός επήρθη λέγοντας ότι καταφέραμε να κάνουμε το οικονομικό πρόβλημα της Ελλάδας πρόβλημα της Ευρώπης! Αυτό λεγόμενο ως επιτυχία, που αν ήταν αλήθεια θα έπρεπε να τρέμουμε την αντίδραση αυτής της έρμης της «Ευρώπης». (Μήπως εννοούν εκείνη την εκ Φοινίκης, τη βιασθείσα από τον Δία;!). Αλλά, πρώτον, το πραγματικό οικονομικό πρόβλημα είναι και θα μείνει εξ ολοκλήρου καταδικό μας: η απόδοση του παραγωγικού ιστού της οικονομίας μας (supply side). Δεύτερον, το χρηματοπιστωτικό πρόβλημα είναι επίσης κυριότατα δικό μας: τα δανεικά είτε τα επιστρέφεις όλα είτε δεν τα επιστρέφεις εν όλω. Τρίτον δεν χωρεί. Και στις δύο εναλλακτικές περιπτώσεις οι συνέπειες είναι δικές σου και εξαρτώνται από το πώς θα χειριστείς το θέμα. Με ικανότητα, σοφία και αξιοπιστία ή σαν τσαρλατάνος κουτοπόνηρος;
Η χώρα χρεοκόπησε επισήμως από τη στιγμή που υπέγραψε το αμνημόνευτο μνημόνιο. Βρήκε μερικά χρήματα με ειδικούς όρους εκτός αγοράς. Η χρεοκοπία θα συνεχισθεί και με άλλες αποκοπές χρεών. Το ότι οι εντολοδόχοι και οι αγωγοί του καθεστώτος βαφτίζουν κάθε τέτοια χρεοκοπία ως επιτυχία, είναι ακριβώς δείγμα της κουτοπονηρίας τους. Το ότι από μόνες τους όσες χρεοκοπίες και να γίνουν δεν σώζουν τη χώρα είναι η τραγωδία της κοινωνίας μας αλλά και η ευκαιρία της να κάνει κάτι άλλο.
Στο επόμενο άρθρο θα αναφερθώ στα διάφορα σχέδια χρεοκοπίας της Ελλάδας που συζητούνται στα ευρωπαϊκά forum. Γιατί περί αυτού πρόκειται. Και θα αναλύσω επίσης υπό ποια ακριβώς έννοια το ελληνικό fiasco έγινε πρόβλημα για την «Ευρώπη».
Να κλείσω εδώ με μια απλή διαπίστωση. Δεν είναι σε θέση το καθεστώς να διαρθρώσει μια συνολική ενοποιημένη σύνθεση στρατηγικής και τακτικής κατά την τάξη του χρόνου και την ιεραρχία των συμφερόντων της χώρας και της κοινωνίας. Και συνέχεια βγάζει από πάνω του ευθύνες και αρμοδιότητες. Γιατί; Διότι είναι και ηλίθιο και ιδιοτελές. Είναι αναξιοκρατικό και ανελεύθερο, συνεπώς δεν έχει γνώση άρα ούτε και δυνατότητα πραγματολογικής πρόγνωσης των μελλοντικών εξελίξεων. Κολλάει λοιπόν στη στιγμή, ζει μέρα με τη μέρα. Γιατί επιβιώνει; Μα γιατί μεχρι τώρα χρεώνει τις ζημιές του στη χώρα και την κοινωνία. Χρειάστηκε να καταστρέψει τη χώρα για να καταρρεύσει. Είναι ένοχο εγκλήματος καθοσιώσεως.
Του Απόστολου Πιερρή, διευθυντή του Ινστιτούτου Φιλοσοφικής Έρευνας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου