O Thomas Jefferson ήταν ο τρίτος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και κύριος συντάκτης της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας.
Επίσης ήταν γόνος πλούσιας οικογένειας, σπουδαγμένος στις Ευρώπες, γαιοκτήμονας με πληθώρα δούλων στην κατοχή του και ολίγον προικοθήρας.
Όταν αποφάσισε να διεκδικήσει την προεδρία των ΗΠΑ, παρότι επιτυχημένος πολιτικός, ο κόσμος δεν ήταν με το μέρος του. Δεν είχε εκείνο το κάτι που θα τον έκανε αρεστό στο ευρύ κοινό. Δεν ήταν παιδί του λαού και το ήξερε. Αποφάσισε λοιπόν να κάνει κάτι το ευφυέστατο...
Είπε στον λαό, πως το πρότυπο αμερικανού πολίτη δεν είναι ο πλούσιος επιτυχημένος γαιοκτήμονας αλλά ο φτωχός αναξιοπαθής αγρότης. Ο μέσος αμερικάνος δηλαδή.
Οι ταλαίπωροι πολίτες αισθάνθηκαν ιδιαίτερη τιμή από τα λόγια του Jefferson. Δεν είναι και λίγο να μαθαίνεις πως είσαι το πρότυπο ενός ολόκληρου έθνους. Και βεβαίως τον εξέλεξαν πρόεδρο τους σε ανταπόδοση της τιμής. Και γιατί να μην τον τιμήσουν με την ψήφο τους; Αφού εκείνος τους τίμησε με τον θαυμασμό του, η ψήφος ήταν το λιγότερο που μπορούσαν να κάνουν για τον άνθρωπο που επιτέλους αναγνώρισε την ανωτερότητα τους.
Επίσης ήταν γόνος πλούσιας οικογένειας, σπουδαγμένος στις Ευρώπες, γαιοκτήμονας με πληθώρα δούλων στην κατοχή του και ολίγον προικοθήρας.
Όταν αποφάσισε να διεκδικήσει την προεδρία των ΗΠΑ, παρότι επιτυχημένος πολιτικός, ο κόσμος δεν ήταν με το μέρος του. Δεν είχε εκείνο το κάτι που θα τον έκανε αρεστό στο ευρύ κοινό. Δεν ήταν παιδί του λαού και το ήξερε. Αποφάσισε λοιπόν να κάνει κάτι το ευφυέστατο...
Είπε στον λαό, πως το πρότυπο αμερικανού πολίτη δεν είναι ο πλούσιος επιτυχημένος γαιοκτήμονας αλλά ο φτωχός αναξιοπαθής αγρότης. Ο μέσος αμερικάνος δηλαδή.
Οι ταλαίπωροι πολίτες αισθάνθηκαν ιδιαίτερη τιμή από τα λόγια του Jefferson. Δεν είναι και λίγο να μαθαίνεις πως είσαι το πρότυπο ενός ολόκληρου έθνους. Και βεβαίως τον εξέλεξαν πρόεδρο τους σε ανταπόδοση της τιμής. Και γιατί να μην τον τιμήσουν με την ψήφο τους; Αφού εκείνος τους τίμησε με τον θαυμασμό του, η ψήφος ήταν το λιγότερο που μπορούσαν να κάνουν για τον άνθρωπο που επιτέλους αναγνώρισε την ανωτερότητα τους.
Ο Jefferson, είχε χτυπήσει φλέβα χρυσού. Είχε ανακαλύψει αυτό που λέμε «λαϊκισμό». Είπε στον φτωχό λαό πως είναι όλοι τους υπέροχοι, πως δεν χρειάζεται να αλλάξουν καθόλου. Αν παρόλη την ανωτερότητα τους, τυγχάνει και να υποφέρουν από τη μιζέρια της ζωής τους, τότε ο φταίχτης δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να είναι οι ίδιοι αλλά οτιδήποτε άλλο. Οι ίδιοι ήταν άλλωστε πρότυπο μίας ολόκληρης κοινωνίας.
Σχεδόν διακόσια χρόνια μετά, ένας άλλος γόνος πλουσιότατης οικογένειας της αμερικανικής ηπείρου και γιός πρώην προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, ο George Bush ο νεότερος αποφασίζει να συμμετάσχει στις προεδρικές εκλογές του 2000. Ήταν με διαφορά το αουτσάιντερ των ρεπουμπλικάνων υποψηφίων για το χρίσμα και ο λιγότερο δημοφιλής.
Την ώρα που κανένας δεν του έδινε σημασία, πήγε και έδωσε μία συνέντευξη σε ένα δημοσιογράφο γνωστού αμερικανικού τηλεοπτικού δικτύου και έγινε ρεζίλι των σκυλιών. Δεν ήξερε τίποτα σε ότι αφορά την εξωτερική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών. Αγνοούσε ακόμα και τα ονόματα σημαντικών πολιτικών ηγετών. Ακόμα και το πολίτευμα συμμαχικών κρατών. Για εβδομάδες το βίντεο του εξευτελισμού του έκανε το γύρο του κόσμου και όλοι γελούσαν με την ασχετοσύνη, την αφέλεια και την αδιαφορία που επεδείκνυε για όλα τα σημαντικά ζητήματα που απασχολούσαν τότε την ανθρωπότητα.
Παραδόξως, μαζί με όλους τους άλλους, γελούσαν και οι επιτελείς της προεκλογικής του εκστρατείας και οργανωτές της σχετικής συνέντευξης, που έβλεπαν τα ποσοστά δημοτικότητάς του να ανεβαίνουν με γοργούς ρυθμούς.
Αυτό ήταν. Ο ξινός και απόμακρος Μπον Βιβέρ, γιος του πρώην προέδρου και πετρελαιάς, George Bush τζούνιορ, είχε χτυπήσει φλέβα χρυσού. Ο μέσος αμερικανός πολίτης που δεν ξέρει την τύφλα του για την Ευρώπη την Ασία και την Αφρική, είχε βρει στο πρόσωπο του Bush, το άλτερ έγκο του. «Αν ο πρόεδρος δεν χρειάζεται να είναι έξυπνος, τότε γιατί να είμαι κι εγώ». Προφανώς θα σκέφτονταν οι ψηφοφόροι του όταν τον επέλεγαν για πρόεδρο τους. Όσο οι αντίπαλοι του τον χλεύαζαν για την ασχετοσύνη του, τόσο ο λαός τον συμπαθούσε και τον ένιωθε σαν κάτι από τον εαυτό του.
Ο Bush είχε για υπουργό εξωτερικών του την Condoleezza Rice. Μία γυναίκα εξαιρετικής ευφυΐας και ικανοτήτων. Κανείς δεν ταυτίστηκε ποτέ μαζί της. Ούτε καν οι αφροαμερικανοί. Δεν είχαν τίποτα κοινό με την Rice. Το αμερικάνικο όνειρο, δεν αφορά ευφυείς και πολυτάλαντους ανθρώπους που επέτυχαν στη ζωή τους χρησιμοποιώντας τις ικανότητες που απόκτησαν με σκληρή εργασία.
Το αμερικανικό όνειρο αφορά τους ανθρώπους που από το τίποτα έγιναν τα πάντα, εκμεταλλευόμενοι μία ευκαιρία, μία αλλαγή της τύχης, μία συγκυρία, μία κατάλληλη στιγμή. Αφορά εκείνους που άκοπα έγιναν όλα αυτά που όλοι θα θέλαμε να είμαστε κι’ ας μη το μολογάμε.
Αν πρέπει να ψάξω για έναν εκφραστή του αμερικανικού ονείρου στην Ελληνική πραγματικότητα, δεν θα μπορούσα να βρω καλύτερη περίπτωση από τον πρωθυπουργό μας, τον Αλέξη Τσίπρα.
Ο Αλέξης Τσίπρας είναι ένας άνθρωπος, γεμάτος ψεγάδια. Δεν είναι ιδιαίτερα ευφυής. Δεν είναι ιδιαίτερα μορφωμένος. Δεν φαίνεται να του άρεσε ποτέ το διάβασμα. Δεν είναι εργασιομανής. Μία φορά στη ζωή του χρειάστηκε να εργαστεί δύο συνεχόμενες βάρδιες και ακόμα έχει να το λέει. Δεν ξέρει αγγλικά αλλά δεν κολλάει να χρησιμοποιήσει αυτά τα λίγα που κατέχει οπουδήποτε του χρειαστεί. Ο τρόπος που πολιτεύεται θυμίζει επαρχιακό καφενέ. Ο τρόπος που παίρνει τις σημαντικότερες αποφάσεις χωρίς άγχος και φόβο για τις ενδεχόμενες συνέπειες, θυμίζει τον Τομ Σόγιερ στα καλύτερά του.
Αυτός λοιπόν ο άνθρωπος έγινε άκοπα και σχεδόν αιφνιδιαστικά πρωθυπουργός μας. Επιτέλους οι απανταχού «να ‘μουν για μια μέρα πρωθυπουργός», δικαιωθήκαν. Είδαν ένα δικό τους παιδί να τα καταφέρνει.
Η διαφορά ανάμεσα στον «Ηγεμών εκ Δυτικής Λιβύης» του Καβάφη και τον Τσίπρα, είναι ότι ο δεύτερος δεν φοβάται για την αμορφωσιά του. Δεν ντρέπεται για την οκνηρία του. Δεν είναι λιγομίλητος. Δεν νιώθει την ανάγκη να αγοράζει σε κοινή θέα βιβλία ελληνικά, ιδίως ιστορικά και φιλοσοφικά όπως ο άλλος ηγεμών. Δεν είναι βαθύς στις σκέψεις αλλά και δεν τον ενδιαφέρει να είναι.
Του αρκεί να είναι ο προπονητής του καφενείου, ο πρόεδρος του δεκαπενταμελούς, ο μέτριος φοιτητής, ο ημιμαθής της διπλανής πόρτας που κατάφερε όμως, εύκολα και γρήγορα να γίνει κυβερνήτης όλων μας.
Δεν είναι ο μαρξιστικός ιδεαλισμός που κάνει τον Τσίπρα αγαπητό στον λαό. Είναι οι χαζομαρούλες, τα λαθάκια, η ανεμελιά, η αφέλεια, ο ωχαδερφισμός που τον κάνει έναν από εμάς.
Αν λοιπόν πρέπει να συγκρίνω τον Jefferson και τον Bush με τον Τσίπρα, θα πω ότι ο πρώτος έγινε επιτηδευμένα λαϊκιστής, ο δεύτερος εκπαιδεύτηκε από τους συμβούλους του στον λαϊκισμό, ενώ ο τρίτος γεννήθηκε λαϊκιστής. Είναι ο μόνος από τους τρεις που ο λαϊκισμός είναι η μητρική του γλώσσα.
Του Δημήτρη Χριστοδουλάκη*
* Ο κ. Δημήτρης Χριστοδουλάκης είναι Μαθηματικός, MSc Information Systems.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου