Να σας δώσω, λίγο, ένα μετεωρολογικό πλαίσιο σχετικά με το πώς έχουμε φτάσει εδώ. Φέτος, ο χειμώνας ήταν ,από τον Δεκέμβριο μέχρι τον Φεβρουάριο ο θερμότερος χειμώνας από το 1960, σύμφωνα με τις καταγραφές της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας. Η μέση θερμοκρασία ήταν κατά 2,3 βαθμούς Κελσίου υψηλότερη από την κανονική μέση τιμή. Όπως καταλαβαίνετε αυτό είναι μια τεράστια απόκλιση προς τα πάνω. Οι μεγαλύτερες, αυτές αποκλίσεις της μέσης θερμοκρασίας του χειμώνα, από την κανονική τιμή σημειώθηκαν, κυρίως, στη Βόρεια Ελλάδα, την Ανατολική Θράκη και τα νησιά του Βορείου Αιγαίου.
Την ίδια περίοδο, τον χειμώνα που μας πέρασε, τα αντίστοιχα ύψη βροχόπτωσης ήταν μειωμένα. Δηλαδή σας αναφέρω ότι για τον Φεβρουάριο που μας πέρασε τα ύψη της βροχόπτωσης ήταν 50% των κανονικών τιμών. Και λίγο πιο κάτω. Συνολικά για όλη την χώρα.
Δηλαδή, ο χειμώνας δεν ήταν μόνο πολύ θερμός αλλά ήταν και ένας ξηρός χειμώνας για όλες τις περιοχές της χώρας και ιδιαίτερα της Βόρειας Ελλάδας. Δηλαδή, είχαμε έναν πάρα πολύ θερμό και ξηρό χειμώνα.
Γιατί εστιάζω στον χειμώνα; Τον χειμώνα η υετόπτωση που πέφτει, ειδικά στις ορεινές περιοχές της χώρας είτε αυτή είναι η Ήπειρος είτε η Μακεδονία ή Πελοπόννησος ή η Κρήτη, λόγω των χαμηλών θερμοκρασιών πέφτει με τη μορφή χιονιού. Το χιόνι δεν απορρέει. Απλά συσσωρεύεται και λιώνει αργότερα. Έτσι, μπορούμε αυτό το νερό που αποθηκεύεται στο χιόνι να το χρησιμοποιήσουμε και γι αυτό έχουν ροή και τα ποτάμια. Φέτος στα ποτάμια, η ροή ήταν από την Άνοιξη πάρα πολύ χαμηλή. Και φτάσαμε σε ένα πολύ θερμό καλοκαίρι. Ενδεικτικά το Copernicus, το ευρωπαϊκό σύστημα έδειξε ότι έχουμε μια πολύ παρατεταμένη περίοδο υψηλών θερμοκρασιών και μάλιστα η Κυριακή που μας πέρασε ήταν η υψηλότερη θερμοκρασία εδώ και πάρα πολλά χρόνια, για την ανατολική, τουλάχιστον, Μεσόγειο.
Άρα τι μας λέει. Μας λέει ότι ήταν κάτι που θα έπρεπε να το περιμένουμε. Δηλαδή ότι αυτό το φαινόμενο της ξηρασίας που εξελίσσεται, ως φαινόμενο, αργά εξελισσόταν από το χειμώνα και μάλιστα αν το δούμε σε μεγαλύτερο χρονικό πλαίσιο εξελίσσεται τουλάχιστον τα τελευταία δυόμιση - τρία χρόνια.
Είναι μια σοβαρότατη ένδειξη αυτού που ονομάζουμε κλιματική αλλαγή. Έχουμε βροχοπτώσεις; Βεβαίως και έχουμε βροχοπτώσεις. Αυτό, όμως που βιώνουμε πια αλλά και μας δείχναν τα κλιματικά μοντέλα εδώ και πάρα πολύ καιρό είναι ότι αν και θα μειωθεί λίγο το ετήσιο ύψος βροχόπτωσης ή και περισσότερο ανάλογα για τις περιοχές τις οποίες αναφερόμαστε, το σημαντικό είναι ότι αυτό το νερό πέφτει σε πολύ μικρές χρονικές περιόδους, δηλαδή έχουμε πολύ έντονες καταιγίδες, μεγάλης έντασης που δημιουργούν πολλές απορροές και πλημύρες. Και μετά εναλλάσσεται με μεγάλες περιόδους ξηρασίας. Δηλαδή, έχουμε ξηρασία, υψηλές βροχοπτώσεις, πλημύρες, ξηρασία κλπ. Είναι, δηλαδή ένα φαινόμενο το οποίο θα το βλέπουμε όλο και πιό έντονα, το βιώνουμε, ήδη, όπως είπα, αλλά θα το βλέπουμε όλο και πιό έντονα τα επόμενα χρόνια. Ως εκ τούτου έχουμε μακρές περιόδους ξηρασίας και ανομβρίας. Γιατί η ξηρασία προκαλείται από την ανομβρία, την έλλειψη βροχόπτωσης κατά κύριο λόγο και δευτερευόντως από τις υψηλές θερμοκρασίες.
Ποιες είναι οι περιοχές εκείνες που κινδυνεύουν περισσότερο αυτήν τη στιγμή κύριε καθηγητά;
Ήδη από την άνοιξη, βλέπαμε ότι ειδικά για τη Βόρεια Ελλάδα υπήρχαν προβλήματα παντού. Σε όλη την Ελλάδα, αλλά ειδικά για τη Βόρεια Ελλάδα είχαμε από τότε περιοχές που ήταν «στο κόκκινο».
Και αυτές ήταν π.χ. η περιοχή της λίμνης Δοϊράνης, ο Νέστος, άλλες μικρότερες λίμνες και αμέσως μετά ήταν οι Πρέσπες, αντιμετωπίζουν και τώρα πάρα πολύ μεγάλο πρόβλημα. Ας πούμε και μεγαλύτερα ποτάμια, όπως ο Έβρος, ο οποίος έχει πάρα πολύ χαμηλή παροχή. Και όλα αυτά είναι απόρροια της ανομβρίας και μάλιστα της μη ύπαρξης χιονιού. Δεν είχαν χιόνι οι ορεινές περιοχές στις χώρες που βρίσκονται βορείως της Ελλάδας, η Βουλγαρία, η Βόρεια Μακεδονία διότι αυτά τα ποτάμια στη Βόρεια Ελλάδα είναι διασυνοριακά. Φέρνουν νερό από αυτές τις χώρες.
Αλλά και δικά μας ποτάμια τα οποία πηγάζουν μέσα στη χώρα και χύνονται στις θάλασσες της χώρας αντιμετωπίζουν και αυτά προβλήματα. Την Άνοιξη π.χ. διαφαινόταν ένας κίνδυνος και για τη Θεσσαλία και βλέπετε τώρα αντιμετωπίζουν προβλήματα και στη Θεσσαλία. Η Θεσσαλία η οποία επλήγη από μια πάρα πολύ μεγάλη πλημμύρα, τον Daniel, πριν από , περίπου, ένα χρόνο. Στις 9 Σεπτέμβρη του 2023.
Τα νησιά του Αιγαίου, ειδικά οι Κυκλάδες είναι η πιό άνυδρη περιοχή της Ελλάδας. Το πρόβλημα επιτείνεται ακόμη περισσότερο. Και η Ανατολική Κρήτη. Έχετε δει, έχετε ακούσει π.χ. για το φράγμα του Αποσελέμη και κατά πόσο έχει μειωθεί ο όγκος του νερού και η έκταση της λίμνης. Τώρα πια επηρεάζονται και οι δυτικές περιοχές στα Χανιά, δηλαδή, που είναι μια υγρή περιοχή για την Κρήτη.
Άρα θα έλεγα ότι υπάρχουν εκτεταμένα προβλήματα, που καλύπτουν λίγο - πολύ το σύνολο της χώρας.
Να δούμε λίγο και το κομμάτι της Αττικής, καθώς σύμφωνα με έρευνες του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών και με βάση τα στοιχεία που έχουμε από το ρεπορτάζ εδώ στο Liberal στην Αττική τα αποθέματα νερού από 1,1 δισ. κυβικά μέτρα που ήταν το 2022, έχουν φθάσει το 2024 στα μόλις 700 εκατ. κυβικά μέτρα. Αυτό σημαίνει ότι εάν δεν βρέξει, τα αποθέματα για την Αττική αρκούν για μόλις τρία χρόνια. Σας ανησυχούν αυτά τα στοιχεία; Θα ήθελα το σχόλιο σας.
Αυτό που λέτε ακριβώς είναι ότι χάθηκε περίπου το ένα τρίτο του όγκου του νερού. Δεν υπάρχει πιά. Βεβαίως και ανησυχεί. Οδηγούμαστε στο ότι στην Ελλάδα συνήθως αρχίζουμε και ενδιαφερόμαστε όταν πια υπάρξει το πρόβλημα, ενώ θα πρέπει να σκεφτόμαστε και να κάνουμε σχεδιασμό πριν υπάρξει το πρόβλημα. Βεβαίως και είναι δυνατόν να αντιμετωπίσει σοβαρό πρόβλημα λειψυδρίας η Αθήνα αλλά και η Θεσσαλονίκη.
Και η Θεσσαλονίκη μη νομίζετε, επειδή ένα μεγάλο ποσό του νερού που υδρέψει την πόλη έρχεται από τον Αλιάκμονα. Αλλά και γεωτρήσεις. Υπάρχουν σοβαρότατα προβλήματα, τα οποία θα πρέπει να τα διαχειριστούμε, γιατί όπως σας είπα δεν είναι κάτι το οποίο θα το βιώσουμε για ένα - δυο χρόνια. Η δική μου η πεποίθηση είναι ότι ακόμη και αν ανακάμψει, λίγο μετά από 1-3 χρόνια πάλι θα έχουμε τα ίδια.
Τα τελευταία χρόνια έχουν αναπτυχθεί επιστημονικές θέσεις αλλά και έρευνες που συνδέουν ευθέως την λειψυδρία, ιδίως στα νησιά του Αιγαίου αλλά και Κρήτη με το φαινόμενο του υπερτουρισμού. Ποια είναι η δική σας άποψη;
Βάλατε τον όρο λειψυδρία. Να εξηγήσω ότι η ξηρασία είναι φυσικό φαινόμενο, δημιουργείται από την ανομβρία, από την έλλειψη βροχοπτώσεων και από τις υψηλές θερμοκρασίες. Η λειψυδρία είναι πρόβλημα διαχείρισης του νερού. Δηλαδή μπορεί να έχεις επαρκείς υδάτινους πόρους αλλά να μην τους διαχειρίζεσαι σωστά. Έτσι να καταλήγεις στο να λείπει το νερό. Βέβαια όταν έχουμε ξηρασία, η λειψυδρία γίνεται ακραία. Δεν έχεις πια τους όγκους του νερού.
Και η αλήθεια είναι ότι αν εστιάσουμε σε περιοχές μικρότερες, όπως π.χ. ένα νησί ή μια συστάδα νησιών. Επειδή ο τουρισμός, ουσιαστικά, αυξάνει πάρα πολύ τους κατοίκους που χρειάζονται νερό και μάλιστα χρειάζονται πολύ μεγαλύτερες ποσότητες, καθώς ο τουρίστας καταναλώνει πολύ περισσότερο νερό από ότι ο ντόπιος πληθυσμός. Υπάρχουν λόγοι γιατί οι τουρίστες μπορεί να κάνουν περισσότερες φορές μπάνιο μέσα στην ημέρα, ίσως και να σπαταλούν το νερό αλλά όλα αυτά συντελούν στο ότι αυξάνει πάρα πολύ ο όγκος της ζήτησης του νερού που πρέπει να καταναλωθεί. Όπως σας είπα τα περισσότερα νησιά είναι άνυδρα, οι πιό άνυδρες περιοχές της Ελλάδος είναι άνυδρα και το πρόβλημα αυτό το επιτείνει ο υπερτουρισμός και ο τουρισμός θα έλεγα, πριν φθάσουμε στο «υπέρ». Και ο τουρισμός επιτείνει σοβαρά αυτά τα προβλήματα της λειψυδρίας.
Το θέμα δεν είναι να κάνουμε μόνο τη διάγνωση…
Με προλάβατε λίγο με την απάντηση σας… Με ποιους τρόπους μπορούμε να αντιμετωπίσουμε κεντρικά, ως κράτος το πρόβλημα της λειψυδρίας και της ξηρασίας. Μήπως θα πρέπει, για παράδειγμα, να υπάρχει μια κεντρική στρατηγική ανάπτυξη ως προς την εκτίμηση και τη διαχείριση των υδάτινων πόρων; Και ποιές είναι οι λύσεις που προτείνετε εσείς βάσει της επιστημονικής σας γνώσης;
Σίγουρα, όπως είπα πρώτα, είναι η διάγνωση, η διαπίστωση του προβλήματος να καταλάβουμε ότι αυτό που βιώνουμε τώρα θα το βιώνουμε, ίσως, και του χρόνου και για τα επόμενα πολλά χρόνια. Άρα, τι πρέπει να κάνουμε; Πρέπει να επέμβουμε με κάποια μέτρα και βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, να κάνουμε έναν σχεδιασμό. Ο σχεδιασμός αυτός, ναι , μπορεί να γίνει σε επίπεδο χώρας, αλλά επειδή και ο φυσικός πόρος που λέγεται νερό αλλά και πώς το καταναλώνουμε, πού πάει, δηλαδή η κατανάλωση είναι διαφορετικό από τόπο σε τόπο.
Δηλαδή, η κατανάλωση νερού στη Θεσσαλία που είναι μια αγροτική περιοχή, πάνω από το 85, σχεδόν 90%, σε αυτές τις περιοχές καταναλώνεται στην άρδευση. Ενώ στα νησιά πηγαίνει για αστική χρήση, για τους κατοίκους και τους τουρίστες. Οπότε είναι διαφορετικό. Καταναλώνουμε με διαφορετικό τρόπο και διαφορετικούς όγκους νερού. Και οι απαιτήσεις και η ζήτηση είναι διαφορετική. Και έχουμε διαφορετικούς πόρους. Δεν έχουμε παντού τους ίδιους πόρους. Άλλο η Θεσσαλία, άλλο η Σαντορίνη, η Μύκονος, η Φολέγανδρος, για παράδειγμα.
Άρα ναι. Μπορεί να γίνει ένας κεντρικός σχεδιασμός για να μπεί το πλαίσιο. Από εκεί και πέρα θα πρέπει κατά τόπους να μπορούμε να διαχειριστούμε το νερό σε επίπεδο, αν θέλετε, περιφέρειας.
Για παράδειγμα, ένα μοντέλο το οποίο ξεκινά τώρα για τη Θεσσαλία με αυτόν τον οργανισμό. Τέτοιοι οργανισμοί για μένα θα πρέπει να γίνουν σε κάθε περιφέρεια για να μπορούν να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα. Αυτό είναι, γενικά, ως προς την πολιτική και την οργάνωση της διαχείρισης των υδάτινων πόρων. Και βέβαια αυτοί οι οργανισμοί θα πρέπει να είναι και λίγο αυτόνομοι. Θα πρέπει να κάνουν τη δικιά τους πολιτική μέσα στο πλαίσιο της εθνικής πολιτικής. Δηλαδή δεν θά πρεπεπ όλα να έρχονται από την κεντρική εξουσία, από την εκάστοτε κυβέρνηση.
Άρα, απ' ό,τι καταλαβαίνω αναφέρεστε σε ένα αποκεντρωμένο μοντέλο…
Ναι. Τα προβλήματα δεν είναι τα ίδια παντού. Άρα, θα πρέπει οι άνθρωποι, οι οποίοι τα βιώνουν, που ζουν εκεί, να μπορούν να τα διαχειριστούν καλύτερα και το νερό και τα προβλήματα που δημιουργεί η έλλειψη του.
Προφανώς. Είναι οι ιδιαιτερότητες που παρουσιάζει η κάθε περιοχή.
Τώρα ως προς τα μέτρα που είπατε, έχουν προταθεί πάρα πολλά μέτρα. Διακρίνονται σε άμεσα, σε μεσοπρόθεσμα και σε μακροπρόθεσμα. Πολύ επιγραμματικά θα σας τα πώ. Π.χ. στα νησιά θα πρέπει να έχουμε μεγαλύτερες, περισσότερες μονάδες επεξεργασίας νερού. Αφαλάτωσης. Δεν έχουμε πάρα πολλούς όγκους στα νησιά. Το σημαντικό παντού είναι να έχουμε μια διαχείριση της ζήτησης. Δηλαδή να μην σπαταλάμε νερό και να χρησιμοποιούμε τόσο νερό, όσο πραγματικά χρειαζόμαστε. Είτε για αστική κατανάλωση είτε στη γεωργία ή στην κτηνοτροφία. Υπάρχουν πάρα πολλές περιοχές που τα δίκτυα είναι πεπαλαιωμένα. Υπάρχει μεγάλος όγκος νερού ο οποίος χάνεται.
Όπως στη Θεσσαλονίκη, για παράδειγμα;
Παντού σε όλες τις πόλεις. Υπάρχουν πόλεις όπου το νερό που δεν καταμετράται στα δίκτυα λόγω διαρροών, θραύσεων κλπ. Φθάνει το 40 και το 50% του συνολικού όγκου. Μιλάμε για πολύ μεγάλες ποσότητες. Άρα θα πρέπει να γίνει ένα γενναίο πρόγραμμα αντικατάστασης όλων αυτών των αγωγών, των δικτύων. Είπαμε για την αφαλάτωση, αυτά που σας λέω τώρα είναι στη διαχείριση της ζήτησης. Ενημέρωση του πολίτη , του αγρότη, για την σημασία του νερού έτσι ώστε να το πονά. Αν φτάσουμε σε μια κατάσταση που το νερό να είναι χρυσάφι δεν θα υπάρχει πια ως πόρος. Δεν είναι αυτός ο σκοπός. Αλλά η τιμολογιακή πολιτική μπορεί να βοηθήσει ως ένα απώτερο μέτρο. Άλλα μέτρα π.χ. θα μπορούσαν να αυξήσουν τους όγκους του νερού. Πώς θα το κάνουμε αυτό εδώ πέρα; Κατασκευάζοντας ταμιευτήρες. Είτε μεγάλους εκεί που μπορούμε είτε μικρότερους ή μεσαίους.
Για να συγκεντρώνουμε και για να αποθηκεύουμε το επιφανειακό νερό. Ένα παράδειγμα τέτοιας χώρας που έχει πάρα πολλούς ταμιευτήρες είναι η Κύπρος. Και εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Η Κύπρος έχει αναπτύξει ένα πάρα πολύ μεγάλο δίκτυο ταμιευτήρων και συλλέγει το επιφανειακό νερό. Η χώρα μας επειδή έχει όλες αυτές τις ορεινές περιοχές έχουμε πολύ μεγάλες δυνατότητες για να κατασκευαστούν τέτοια έργα, τα οποία μπορεί να είναι πολλαπλού σκοπού. Δηλαδή οι ταμιευτήρες και να παίρνουν, είπαμε για τις πλημύρες πριν, να συγκρατούν μεγάλους όγκους νερού που θα πλημμύριζε τις χαμηλές περιοχές και μπορούν να παράξουν και υδροηλεκτρική ενέργεια π.χ. Αποθηκεύουν το νερό τον χειμώνα ή την Άνοιξη και μπορούμε να το καταναλώσουμε το καλοκαίρι. Δηλαδή, σταχυολογώ κάποια από αυτά τα μέτρα που έχουμε προτείνει εδώ και πάρα πολύ καιρό.
Κάτι το οποίο θέλω να σας σω είναι ότι την περίοδο αυτή ολοκληρώνονται, βρίσκονται, ήδη, σε διαβούλευση, τα σχέδια διαχείρισης λεκανών απορροής - η πρώτη αναθεώρηση. Μέσα σε αυτά τα σχέδια που γίνονται για κάθε υδατικό διαμέρισμα της Ελλάδας, προτείνονται συγκεκριμένα μέτρα για το υδατικό διαμέρισμα. Οπότε, οι προτάσεις υπάρχουν. Από εκεί και πέρα χρειάζεται να τις υλοποιήσουμε, να τις οργανώσουμε, να τις εφαρμόσουμε σωστά.
Για το αγροτικό τομέα θα ήθελα να συμπληρώσω ότι συνολικά για τη χώρα καταναλώνει το 86%, περίπου, του νερού. Βέβαια, υπάρχουν περιοχές που είναι πολύ μεγαλύτερο το ποσοστό αυτό. Στη Θεσσαλία, την Αργολίδα κλπ.
Άρα είναι πάρα πολύ σημαντικό όλα αυτά τα μέτρα και για τον περιορισμό της ζήτησης να εφαρμοσθούν στον μεγάλο καταναλωτή. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να διώξουμε τους αγρότες από τη γή τους. Προφανώς όχι. Απλά πρέπει να γίνουν μέτρα εξοικονόμησης νερού, όπως να μην ποτίζουν συγκεκριμένες ώρες, να μην ποτίζουν με συγκεκριμένες μεθόδους. Η μεταφορά του νερού να μην γίνεται να ανοιχτούς αγωγούς αλλά να γίνεται με κλειστούς αγωγούς ώστε να έχουμε μείωση των απωλειών.
Τέλος, είναι πολύ σημαντικό είναι να δούμε - πράγμα που δεν έχει γίνει ποτέ – ποιες καλλιέργειες μπορούν να καλλιεργηθούν σε ποια περιοχή της χώρας και να επιτρέπουν, να αφήνουν ένα εισόδημα στους αγρότες για να μπορούν να μείνουν στον τόπο τους. Είναι πολύ σημαντικά ζητήματα αυτά.
*Ο Δρ. Αθανάσιος Λουκάς είναι Καθηγητής Τεχνικής Υδρολογίας, Διαχείρισης και Αξιοποίησης Υδατικών Πόρων στο Τμήμα Αγρονόμων Τοπογράφων Μηχανικών του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου