Τί είναι πιο σημαντικό για μία χώρα;
Η δημοσιονομική της κατάσταση ή ο παραγωγικός δυναμισμός της;
του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Πριν μία δεκαετία ακριβώς, ο Ιταλός οικονομικός σχολιαστής Αντρέ Κοστολάνι μού είχε διηγηθεί την ακόλουθη ιστορία:
του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Πριν μία δεκαετία ακριβώς, ο Ιταλός οικονομικός σχολιαστής Αντρέ Κοστολάνι μού είχε διηγηθεί την ακόλουθη ιστορία:
«Πριν από 200 περίπου χρόνια έγινε στο παλάτι μιας Γαλλίδας δούκισσας ένας έντονος διάλογος μεταξύ των καλεσμένων για το τί είναι σημαντικότερο σε μία όπερα, η μουσική ή τα λόγια.
Και οι δύο έκαναν κόρτε στην δούκισσα.
Ο ένας έγραψε γι αυτήν ένα σονέτο και ο άλλος το επένδυσε με την μουσική του.
Η δούκισσα έπρεπε να αποφανθεί ποιο από τα δύο τής άρεσε περισσότερο, η μουσική ή το κείμενο.
Αυτή η ιστορία δεν είναι παρά το περιεχόμενο της πασίγνωστης όπερας του Ρίχαρτ Στράους Capriccio. Η κατάληξη αυτής της υπόθεσης δεν έκρυβε καμμία έκπληξη. Η δούκισσα παραδέχθηκε στο φινάλε της όπερας ότι δεν μπορεί να αποφασίσει κι έτσι το ερώτημα έμεινε αναπάντητο».
Παρόμοια συζήτηση γίνεται εδώ και μερικά χρόνια ανάμεσα στους οικονομολόγους και στους ειδικούς της οικονομίας: Ποιο από τα δύο είναι σημαντικότερο στην διακυβέρνηση μιας χώρας, η οικονομική ισχύς ή η δημοσιονομική της κατάσταση;
Και ενώ η δούκισσα δεν κατάφερε να υπερβεί το δίλημμα και να απαντήσει, εγώ νομίζω ότι μπορώ να τοποθετηθώ ξεκάθαρα στο ερώτημα. Στην όπερα θεωρώ την μουσική σημαντικότερη, αλλά παράλληλα δεν μπορώ να αγνοήσω και τα λόγια. Αν τα αγνοούσα, τότε δεν θα πήγαινα να δω όπερα, αλλά κονσέρτο –χωρίς το δράμα και τα κοστούμια.
Παρόμοια συζήτηση γίνεται εδώ και μερικά χρόνια ανάμεσα στους οικονομολόγους και στους ειδικούς της οικονομίας: Ποιο από τα δύο είναι σημαντικότερο στην διακυβέρνηση μιας χώρας, η οικονομική ισχύς ή η δημοσιονομική της κατάσταση;
Και ενώ η δούκισσα δεν κατάφερε να υπερβεί το δίλημμα και να απαντήσει, εγώ νομίζω ότι μπορώ να τοποθετηθώ ξεκάθαρα στο ερώτημα. Στην όπερα θεωρώ την μουσική σημαντικότερη, αλλά παράλληλα δεν μπορώ να αγνοήσω και τα λόγια. Αν τα αγνοούσα, τότε δεν θα πήγαινα να δω όπερα, αλλά κονσέρτο –χωρίς το δράμα και τα κοστούμια.
Ως προς την διακυβέρνηση μιας χώρας, το σημαντικότερο είναι η ισχύς της οικονομίας της (επενδύσεις, πλήρης απασχόληση, κλπ) και όχι τα χρηματικά της (δημοσιονομική κατάσταση).
Αν μία χώρα βρίσκεται ψηλά οικονομικά, τότε θα τακτοποιηθούν και τα δημοσιονομικά της.
Είναι μόνον ζήτημα χρόνου.
Αντίθετα, μια αδύνατη οικονομία δεν μπορεί ποτέ να επηρεάσει θετικά τα δημοσιονομικά της.
Η απάντησή μου ίσως είναι λίγο αφηρημένη για εσάς, αλλά ας δούμε την ίδια αυτή ερώτηση σε σχέση με την κατάσταση της υγείας ενός ανθρώπου.
Η απάντησή μου ίσως είναι λίγο αφηρημένη για εσάς, αλλά ας δούμε την ίδια αυτή ερώτηση σε σχέση με την κατάσταση της υγείας ενός ανθρώπου.
* Είναι ποτέ δυνατόν ένας υγιέστατος άνθρωπος να αρρωστήσει μόνο και μόνο επειδή διέπραξε κάποιες μικροαμαρτίες;
* Και το αντίθετο, είναι δυνατόν να γίνει τελείως καλά ένας βαριά ασθενής, μόνο και μόνο επειδή ακολούθησε αυστηρά τις εντολές του γιατρού σε φάρμακα και δίαιτα;
Και στις δύο περιπτώσεις, η απάντηση είναι: σίγουρα όχι.
Τεράστιο ενδιαφέρον, από την άποψη αυτή, παρουσιάζει η περίπτωση της αμερικανικής οικονομίας. Στα τελευταία χρόνια της θητείας Κλίντον, στις ΗΠΑ αντιμετωπιζόταν με αρκετή επιείκεια ένα σχετικά αυξανόμενο ποσοστό πληθωρισμού. Κατά την διάρκεια αυτής της χρονικής περιόδου, χάρη στον πληθωρισμό, οι αμερικανικές επιχειρήσεις επένδυσαν, αυτοματοποίησαν και εξορθολογικοποίησαν μαζικά την οικονομία. Χάρη στις επενδύσεις τους, αύξησαν το 1998 την παραγωγικότητα της χώρας κατά 7%. Και ποιο είναι το αποτέλεσμα; Η παραγωγικότητα κάνει δυνατή την αύξηση των μισθών και των εν γένει αμοιβών, χωρίς να αυξηθούν και οι τιμές της ευημερίας.
Αυτό ήταν τότε το μυστικό του δυναμικού που έδειχνε προς πάσα κατεύθυνση η αμερικανική οικονομία. Επρόκειτο για την παραγωγή πλούτου μέσω της εντυπωσιακής ανόδου της παραγωγικότητας. Όμως, η άνοδος της τελευταίας επηρέαζε προς τα κάτω τις τιμές, αλλά ασκούσε πιέσεις και στα εισοδήματα. Η αμερικανική οικονομική πολιτική είχε ανατρέψει μία οικονομική παράδοση χωρίς να λάβει υπ’ όψιν της τις επιπτώσεις της. Διότι, ναι μεν η παραγωγικότητα είναι ο μεγάλος εχθρός του πληθωρισμού, πλην όμως έχει και παρενέργειες. Οδηγεί σε υψηλά εισοδήματα τα οποία δημιουργούν ευφορία –η οποία ώθησε τα νοικοκυριά στις ΗΠΑ προς τον υπέρμετρο δανεισμό, με αποτέλεσμα να σκάσει το 2008 η φούσκα του αποκαλούμενου δανειστικού καπιταλισμού.
Με άλλα λόγια, η ισχυρή ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας την δεκαετία τού ’90 οδήγησε στην υπερχρέωση, η οποία εξερράγη με την πτώση της τιμής των ακινήτων.
Δίδαγμα: Αν η Ευρώπη, και μαζί με αυτήν και η Ελλάδα, θέλουν να βγουν από τα δημοσιονομικά τους αδιέξοδα, λίγος πληθωρισμός δεν θα έκανε κακό.
Τεράστιο ενδιαφέρον, από την άποψη αυτή, παρουσιάζει η περίπτωση της αμερικανικής οικονομίας. Στα τελευταία χρόνια της θητείας Κλίντον, στις ΗΠΑ αντιμετωπιζόταν με αρκετή επιείκεια ένα σχετικά αυξανόμενο ποσοστό πληθωρισμού. Κατά την διάρκεια αυτής της χρονικής περιόδου, χάρη στον πληθωρισμό, οι αμερικανικές επιχειρήσεις επένδυσαν, αυτοματοποίησαν και εξορθολογικοποίησαν μαζικά την οικονομία. Χάρη στις επενδύσεις τους, αύξησαν το 1998 την παραγωγικότητα της χώρας κατά 7%. Και ποιο είναι το αποτέλεσμα; Η παραγωγικότητα κάνει δυνατή την αύξηση των μισθών και των εν γένει αμοιβών, χωρίς να αυξηθούν και οι τιμές της ευημερίας.
Αυτό ήταν τότε το μυστικό του δυναμικού που έδειχνε προς πάσα κατεύθυνση η αμερικανική οικονομία. Επρόκειτο για την παραγωγή πλούτου μέσω της εντυπωσιακής ανόδου της παραγωγικότητας. Όμως, η άνοδος της τελευταίας επηρέαζε προς τα κάτω τις τιμές, αλλά ασκούσε πιέσεις και στα εισοδήματα. Η αμερικανική οικονομική πολιτική είχε ανατρέψει μία οικονομική παράδοση χωρίς να λάβει υπ’ όψιν της τις επιπτώσεις της. Διότι, ναι μεν η παραγωγικότητα είναι ο μεγάλος εχθρός του πληθωρισμού, πλην όμως έχει και παρενέργειες. Οδηγεί σε υψηλά εισοδήματα τα οποία δημιουργούν ευφορία –η οποία ώθησε τα νοικοκυριά στις ΗΠΑ προς τον υπέρμετρο δανεισμό, με αποτέλεσμα να σκάσει το 2008 η φούσκα του αποκαλούμενου δανειστικού καπιταλισμού.
Με άλλα λόγια, η ισχυρή ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας την δεκαετία τού ’90 οδήγησε στην υπερχρέωση, η οποία εξερράγη με την πτώση της τιμής των ακινήτων.
Δίδαγμα: Αν η Ευρώπη, και μαζί με αυτήν και η Ελλάδα, θέλουν να βγουν από τα δημοσιονομικά τους αδιέξοδα, λίγος πληθωρισμός δεν θα έκανε κακό.
Όπως ακριβώς ένα ποτήρι κόκκινο κρασί την ημέρα κάνει καλό.
Ίσως, λοιπόν, στο επίπεδο αυτό να βρίσκεται και ένας αυριανός δρόμος προς την ευμάρεια.
europeanbusinessreview
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου