Οι έξι διαφορετικοί κίνδυνοι για το 2010, η τρομακτική «έκρηξη» των πρωτογενών δαπανών του Ελληνικού Δημοσίου και οι ευθύνες της Πολιτείας
Όταν προσπαθήσει κανείς να αναλύσει «μακροοικονομικά» τις επενδυτικές προοπτικές για μία συγκεκριμένη χρονική περίοδο, είναι υποχρεωμένος να συμπεριλάβει στις σκέψεις του τόσο τις ευκαιρίες, όσο και τους κινδύνους που ελλοχεύουν.
Όταν προσπαθήσει κανείς να αναλύσει «μακροοικονομικά» τις επενδυτικές προοπτικές για μία συγκεκριμένη χρονική περίοδο, είναι υποχρεωμένος να συμπεριλάβει στις σκέψεις του τόσο τις ευκαιρίες, όσο και τους κινδύνους που ελλοχεύουν.
Στη σημερινή χρονική συγκυρία όμως έχουμε την άποψη ότι, η οποιαδήποτε τέτοια ανάλυση, η προσπάθεια καλύτερα (αφού καμία επιστήμη δεν μπορεί να ισχυρισθεί με συνέπεια ότι έχει τη δυνατότητα να προβεί σε ασφαλείς «προβλέψεις» - ούτε καν οι «θετικές»), οφείλει μάλλον να επικεντρωθεί στους κινδύνους, αφήνοντας κατά μέρος τις ευκαιρίες.
Υφίστανται λοιπόν τουλάχιστον έξι διαφορετικές «απειλές» για τα, προς επένδυση ή αποταμίευση, χρήματα, οι οποίες είναι απαραίτητο να λαμβάνονται πολύ σοβαρά υπ’ όψιν, πριν ακόμη αποφασισθεί η ...
τοποθέτηση τους οπουδήποτε (ακόμη και για τις καταθέσεις σε τραπεζικούς, χαμηλότοκους λογαριασμούς, για τις οποίες σήμερα πρέπει να επιλέγεται, μετά από έρευνα, τόσο η τράπεζα, όσο και το κράτος που εδρεύει – όπως απεδείχθη από τα ιδρύματα της Ισλανδίας, τα οποία προσέφεραν υψηλά επιτόκια, για να προσελκύσουν πελάτες από το εξωτερικό.
τοποθέτηση τους οπουδήποτε (ακόμη και για τις καταθέσεις σε τραπεζικούς, χαμηλότοκους λογαριασμούς, για τις οποίες σήμερα πρέπει να επιλέγεται, μετά από έρευνα, τόσο η τράπεζα, όσο και το κράτος που εδρεύει – όπως απεδείχθη από τα ιδρύματα της Ισλανδίας, τα οποία προσέφεραν υψηλά επιτόκια, για να προσελκύσουν πελάτες από το εξωτερικό.
Οι απειλές αυτές, οι κίνδυνοι καλύτερα, είναι οι εξής:
(α) Η διαπιστωμένη υπερχρέωση των κρατών, των επιχειρήσεων και των ιδιωτών, στον ανεπτυγμένο «δυτικό» κόσμο. Ο κίνδυνος αυτός αιωρείται σαν «δαμόκλειος σπάθη» επάνω από τις «πολιτικές» Οικονομίες όλων των προηγμένων χωρών, ενώ θα παραμείνει για αρκετό χρονικό διάστημα αμετακίνητος. Η βασικότερη αιτία είναι το ότι, τα υψηλά δημόσια χρέη θα εμποδίζουν με συνεχώς αυξανόμενο ρυθμό τα κράτη να επενδύουν στις αγορές τους, ενισχύοντας την οικονομική ανάπτυξη, κατά τις «επιταγές» της θεωρίας του Keynes. Πόσο μάλλον όταν τα φορολογικά έσοδα τους θα μειώνονται συνεχώς, γεγονός που σημαίνει ότι, σε κάποια οριακή χρονική στιγμή, τα κράτη θα αναγκασθούν να τα αυξήσουν δυσανάλογα, μη «ανταποδοτικά», προκαλώντας πιθανότατα καταστροφικές υφέσεις (deflations).
Αντίστοιχα οι επιχειρήσεις, δημόσιες και ιδιωτικές, έχουν σήμερα Ισολογισμούς, οι οποίοι πολύ σύντομα θα πρέπει να «επιδιορθωθούν» (υψηλές επισφάλειες – αναγκαιότητα διαγραφής χρεών, πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα, απέναντι σε μειωμένες προοπτικές αύξησης της ζήτησης, κεφαλαιακή ανεπάρκεια κλπ). Το γεγονός αυτό θα έχει σαν αποτέλεσμα μία, κατά κάποιον τρόπο, «Ύφεση Ισολογισμών», η οποία θα «απορυθμίσει» τόσο τα χρηματιστήρια, όσο και την πραγματική Οικονομία. Τέλος, όσον αφορά τις επιχειρήσεις και τους ιδιώτες, η ήδη διαφαινόμενη «συγκράτηση» των τραπεζών στην παροχή δανείων, λόγω υψηλού ρίσκου, θα οδηγήσει στη μείωση των επενδύσεων, καθώς επίσης της ιδιωτικής κατανάλωσης, με περεταίρω αρνητικές συνέπειες για την Οικονομία (ύφεση, ενδεχομένως αποπληθωρισμός κλπ).
Στους «υποψηφίους» ύφεσης (deflation), δεν ανήκει μόνο η Ελλάδα και οι υπόλοιπες χώρες του ευρωπαϊκού νότου ή της Ανατολικής Ευρώπης, οι οποίες αντιμετωπίζουν ήδη μεγάλα δημοσιονομικά προβλήματα - ανήκουν επίσης πολύ ισχυρότερα κράτη, όπως οι Η.Π.Α., η Μ. Βρετανία και η Ιαπωνία. Η Ελλάδα θα είχε ίσως τα λιγότερα προβλήματα, εάν μπορούσε να μειώσει άμεσα τις δαπάνες του δημοσίου, οι οποίες αποτελούν την πλέον επώδυνη «πληγή» της. Αρκεί να σημειωθεί εδώ ότι, μέσα σε τρία μόλις έτη (2006-2009), οι δημόσιες δαπάνες αυξήθηκαν κατά 18 ολόκληρα δις €, χωρίς τους τόκους - δηλαδή σχεδόν κατά 45%, από τα 41 στα 59 δις €. Όσο όμως η κυβέρνηση «προτάσσει» ατυχώς τα έσοδα των εξόδων, το τεράστιο πρόβλημα της Ελλάδας θα επιδεινώνεται διαρκώς.
Στον πίνακα που ακολουθεί, διαπιστώνεται η «έκρηξη» των πρωτογενών δαπανών δημοσίου μέσα σε τρία μόλις έτη – τόσο σε απόλυτα μεγέθη, όσο και σε ποσοστιαία επί του εκάστοτε ΑΕΠ. Εάν δεν είχαν αυξηθεί κατά το τεράστιο ποσόν των 18 δις € (με το ποσόν αυτό θα αγοράζαμε ετήσια 6 επιχειρήσεις του μεγέθους της ΔΕΗ, ήτοι θα εξασφαλίζαμε 24.000 Χ 6 = 144.000 νέες θέσεις εργασίας - κάθε χρόνο) τότε, με σημερινά έσοδα 50 δις € και με τόκους 12 δις €, μηδενίζοντας τις δημόσιες επενδύσεις (έλλειμμα δημοσίων επενδύσεων 2009 ύψους 7,19 δις € !), θα είχαμε έλλειμμα μόλις 3 δις € - ήτοι 1,25% επί του ΑΕΠ μας! Προφανώς λοιπόν το πρόβλημα ευρίσκεται στις δαπάνες και όχι στην «ελλιπή φορολογική συνείδηση», ή όπου αλλού θα ήθελε να το «μεταθέσει» η πολιτική μας ηγεσία (κυρίως στην Πολιτεία επομένως και πολύ λιγότερο στους Πολίτες).
ΠΙΝΑΚΑΣ: Διαφορά δαπανών μεταξύ 2006 και 2009
ΕΤΟΣ | ΑΕΠ | ΠΡΩΤΟΓΕΝΕΙΣ ΔΑΠΑΝΕΣ* | ΠΟΣΟΣΤΟ/ΑΕΠ |
2006 | 213.085 | 40.883 | 19,18% |
2009 | 240.150 | 59.098 | 24,60% |
Αύξηση: 18.215 |
Πηγή: Υπουργείο Οικονομικών Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
* Χωρίς τόκους και χρεολύσια
(β) Η πιθανότητα δημιουργίας νέων κερδοσκοπικών «υπερβολών» (φούσκες), κάτι που μάλλον διαφαίνεται στις τιμές των εμπορευμάτων (πετρέλαιο, χρυσός) και στα ασιατικά κυρίως χρηματιστήρια. Δυστυχώς, η ύπαρξη «υπερβολών» διαπιστώνεται σχεδόν πάντοτε εκ των υστέρων, ενώ ο κίνδυνος, λόγω των «carry traders», αυτών δηλαδή που «μεταφέρουν» φθηνά χρήματα από το χώρο του δολαρίου στις υποθετικά κερδοφόρες αγορές (Κίνα κλπ), είναι σε μεγάλο βαθμό αυξημένος.
Για παράδειγμα, στην περίπτωση που η Fed αυξήσει τα επιτόκια πιο γρήγορα και υψηλότερα από το αναμενόμενο, είναι εξαιρετικά πιθανόν να αποσύρουν απότομα οι επενδυτές (carry traders) τα δολάρια τους από τις ασιατικές αγορές - με αποτέλεσμα το «σπάσιμο της φούσκας» (ειδικά αυτής των ακινήτων, κατά το «παράδειγμα» της μεγάλης ασιατικής κρίσης της δεκαετίας του 90, στην ευρύτερη εκείνη περιοχή – «τίγρεις»).
(γ) Η σταθερότητα των τιμών (ιδιαίτερα στα ακίνητα για τη χώρα μας, αφού μία ενδεχόμενη υποχώρηση τους θα έχει ανυπολόγιστες συνέπειες), όπου δεν έχει ακόμη γίνει φανερό, εάν θα ακολουθήσει πληθωρισμός ή αποπληθωρισμός.
Οφείλουμε ίσως να προσθέσουμε εδώ ότι, υπερχρεωμένος θεωρείται αυτός που οφείλει περισσότερα, από όσο θα εισέπραττε πουλώντας τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή όλα τα περιουσιακά στοιχεία του. Τα αμερικανικά «νοικοκυριά» (αλλά και τα ισπανικά, ιρλανδικά κλπ), υπερχρεώθηκαν, όταν μειώθηκε κατακόρυφα η αξία της ακίνητης περιουσίας τους. Τα τελευταία χρόνια, οι αυξήσεις στις τιμές των ακινήτων στην Ελλάδα ήταν σχεδόν αντίστοιχες με αυτές της Ισπανίας (ετήσια, 11% περίπου). Όσο λοιπόν παραμένει η αξία των ακινήτων στην Ελλάδα στα σημερινά επίπεδα, τα Ελληνικά «νοικοκυριά» δεν είναι υπερχρεωμένα.
Τα ακίνητα βέβαια δεν είναι απαραίτητο να είναι υποθηκευμένα (δεν είναι σε μεγάλο βαθμό στην Ελλάδα), για να καταρρεύσει η αγορά. Εάν τυχόν εμφανισθεί υψηλή ανεργία (όπως στην Ισπανία), γεγονός που φυσικά απευχόμαστε, τότε αρκετοί θα αναγκασθούν να πουλήσουν περιουσιακά στοιχεία τους - οπότε θα αυξηθεί δυσανάλογα η προσφορά, έναντι μειωμένης ζήτησης.
(δ) Η εξέλιξη της ανεργίας η οποία, εάν αυξηθεί περεταίρω (επίσης ειδικά στη χώρα μας, η οποία διακρίνεται για την εποχιακή ανεργία λόγω τουρισμού – πολλοί εργαζόμενοι στις τουριστικές επιχειρήσεις είναι το μισό χρόνο στα ταμεία ανεργίας) θα έχει καταστροφικά αποτελέσματα (απεργίες, ευρύτερες κοινωνικές αναταραχές κλπ), για πολλές «δυτικές» Οικονομίες.
(ε) Η «πιστωτική παγίδα», η οποία μπορεί πολύ εύκολα να εξουδετερώσει όλες τις προσπάθειες αναθέρμανσης της οικονομίας, αφού επιδρά ανασταλτικά τόσο στις επενδύσεις, όσο και στην κατανάλωση. Ο κίνδυνος εδώ αυξάνεται καθημερινά, επειδή η υφιστάμενη κρίση έχει διαρκέσει πάρα πολύ - ενώ δεν «φαίνονται» ακόμη προοπτικές «εξόδου» ή, έστω, «σταθεροποίησης» στα σημερινά επίπεδα.
(στ) Τέλος, η χρονική στιγμή (timing), την οποία θα επιλέξουν οι κεντρικές τράπεζες, από κοινού (το «ευτυχέστερο» σενάριο) ή χωριστά (το δυσμενέστερο), για να αποσύρουν τα «μέτρα στήριξης» - όπως επίσης για να αυξήσουν τα βασικά επιτόκια.
Οι επενδυτικές αγορές λοιπόν «προσφέρουν» μία εξτρεμιστικά διαφοροποιημένη εικόνα, έτσι ώστε η κάθε επένδυση σε αυτές να απαιτεί μία λεπτομερειακή «επί μέρους» ανάλυση της συγκεκριμένης τοποθέτησης (είτε αυτή είναι μετοχή, είτε ακίνητο, είτε εμπόρευμα κλπ). Δηλαδή, δεν πρέπει κανείς να αποφασίζει με βάση γενικούς κανόνες (για παράδειγμα «ακίνητα»), αλλά μετά από ειδικές, θεμελιώδεις αναλύσεις (για παράδειγμα, ακίνητο σε μία ορισμένη περιοχή ενός συγκεκριμένου κράτους και μίας ειδικής μορφής – επαγγελματικό ή κατοικία) - με ελάχιστο πλέον «ειδικό βάρος» στις τεχνικές αναλύσεις.
Ίσως σήμερα να είναι πιο «ασφαλείς» οι φαρμακευτικές επιχειρήσεις (παραγωγοί φαρμάκων), τις οποίες πολύ δύσκολα θα ανταγωνιστούν οι ασιατικές χώρες αφού, όχι μόνο προστατεύονται από τα «δυτικά» κράτη (η έγκριση νέων φαρμάκων είναι μία πολύ χρονοβόρα διαδικασία), αλλά και απαιτούν πολύ υψηλές επενδύσεις στην έρευνα – ανάπτυξη. Επίσης οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην ιατρική και στην περιβαλλοντική τεχνολογία
Ολοκληρώνοντας, όσον αφορά τα κράτη με κίνδυνο χρεοκοπίας (αποικιοκρατικής αντιμετώπισης, περιθωριοποίησης κλπ), οι επενδύσεις στα χρηματιστήρια τους ή σε οποιεσδήποτε άλλες «αξίες» τους (εταιρικά ομόλογα, ακίνητα, προθεσμιακές καταθέσεις κλπ), είναι συνδεδεμένες με πολύ υψηλό ρίσκο, απέναντι στο οποίο ευρίσκονται ελάχιστες, αλλά εξαιρετικά κερδοφόρες, ευκαιρίες.
Επίλογος: Η Ελλάδα έχει πάρα πολλά συγκριτικά πλεονεκτήματα, ενώ είναι μια πλούσια χώρα, πολλαπλά προικισμένη από τη φύση. Σε σχέση με την "αποτίμηση" της, αλλά και όσον αφορά την ιδιοσυγκρασία/πεποιθήσεις του «ευρωπαϊκού Βορά», τα εξής:
(α) Για την «αποτίμηση των παγίων», θα έπρεπε κανείς να ξεκινήσει από τη διαπίστωση ότι, είναι σε άμεση εξάρτηση με την κερδοφορία τους. Για παράδειγμα, η αποτίμηση του ομίλου της Intracom σήμερα είναι στο 0,25 της αξίας του (λογιστική), επειδή είναι ζημιογόνος, ενώ της Jumbo στο 3,37 της αξίας της, επειδή είναι κερδοφόρα. Κατά την ίδια λογική, η σημερινή «αποτίμηση των παγίων» της Ελλάδας, λόγω του δημοσιονομικού της προβλήματος και της ζημιογόνου εικόνας της (ετήσια ελλείμματα), είναι μάλλον χαμηλή – κατά την έποψη μας εντελώς αδικαιολόγητα.
Η Ολλανδία, έχοντας μία εξαιρετικά προβληματική Φύση (επίπεδο κάτω από τη θάλασσα), η οποία για να λειτουργήσει απαιτήθηκαν τεράστιες επενδύσεις, με όλο όσο κόστος «συντήρησης» συνεπάγονται, έχει πολύ καλύτερη «αποτίμηση», επειδή είναι κερδοφόρα (θετικό εμπορικό ισοζύγιο περί τα 60 δις $) – με μεγάλες εξαγωγές αγροτικών προϊόντων. Έτσι, έχει τη δυνατότητα να οφείλει (εξωτερικό χρέος) περίπου 2,27 τρις $ (2007), έναντι ΑΕΠ 644,6 δις $ (δηλαδή, 3,52 φορές το ΑΕΠ της), ενώ αντιμετωπίζεται πολύ θετικά από τις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Αντίθετα η Ελλάδα, με μία πολύ «παραγωγική» Φύση (γεωργία, τουρισμός, ναυτιλία), η οποία απαιτεί ελάχιστες επενδύσεις και χαμηλό κόστος συντήρησης τους, έχει χαμηλότερη «αποτίμηση», επειδή είναι ζημιογόνα (αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο περί τα 60 δις $). Έτσι, παρά το ότι οφείλει περίπου 400 δις € (εξωτερικό χρέος), έναντι ΑΕΠ 240 δις € (δηλαδή 1,67 φορές το ΑΕΠ της), αντιμετωπίζεται πολύ αρνητικά από τις διεθνείς αγορές (φυσικά λόγω και του υψηλού δημοσίου χρέους της).
Ουσιαστικά λοιπόν, για να πετύχει η Ελλάδα μία σωστή «αποτίμηση των παγίων της», θα πρέπει εν πρώτοις να λειτουργήσει κερδοφόρα – με πλεονάσματα δηλαδή, αντί με ελλείμματα, κάτι που επιτυγχάνεται σχετικά εύκολα, εάν περιορίσει δραστικά τις δαπάνες της, αυξάνοντας τις εξαγωγές της (ακόμη και η Πορτογαλία έχει διπλάσιες εξαγωγές από εμάς – 50 δις $ το 2007, έναντι 27 δις $ δικές μας), καθώς επίσης μειώνοντας τις εισαγωγές της (προτίμηση των καταναλωτών στα Ελληνικά προϊόντα, πόσο μάλλον αφού δεν διαθέτουμε αλυσίδες στις χώρες του εξωτερικού, όπως οι «εταίροι» μας).
(β) Σε σχέση τώρα με την ιδιότυπη «ιδιοσυγκρασία» των Βορείων, οφείλουμε να διευκρινίσουμε ότι, στις χώρες του ευρωπαϊκού βορά κυριαρχεί το «δόγμα» της δύναμης, της κυριαρχίας και της υποταγής (υπάρχει μία καταπληκτική ομοιότητα ανάμεσα στην «Πλατωνική» θεωρία της δικαιοσύνης και στη θεωρία/πρακτική του «ολοκληρωτισμού» - και στα δύο, ως γνωστόν, κυβερνούν οι «εκλεκτοί»: είτε αυτοί είναι άτομα, είτε χώρες).
Ακριβώς για το λόγο αυτό, οι άνθρωποι εκεί είναι πειθαρχικοί (υπακούουν, δεν τολμούν να φέρουν καμία αντίρρηση, «αστυνομεύονται» στο έπακρον από τις χώρες τους), παραγωγικοί (για τα κράτη τους όμως – ελάχιστα για τον εαυτό τους), αποτελεσματικοί και «βλοσυροί» - διασκεδάζουν μόνο όταν ευρίσκονται σε διακοπές στο εξωτερικό. Αντίθετα, στο νότο επικρατεί η απόλαυση, η ανοχή και η ελευθερία (απειθαρχία, αναποτελεσματικότητα, ελάχιστα για το κράτος – πολλά για τον εαυτό τους, χαμόγελο). Αυτό που συνήθως ισχυρίζονται οι «Βόρειοι» για τους «Νοτίους» είναι το ότι, απολαμβάνουν τη ζωή τους, αλλά είναι ανεύθυνοι και δεν μπορείς ποτέ να τους εμπιστευθείς (αναξιοπιστία). Η «μεγάλη σύγκρουση» λοιπόν, κατά την υποκειμενική μας άποψη πάντοτε, θα είναι κάποια στιγμή αναπόφευκτη.
Αθήνα, 26. Ιανουαρίου 2010
Βασίλης Βιλιάρδος (copyright)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου