Παρακολουθούν την ταχύτατη μετάλλαξη του «αγαπημένου τους» ηγέτη, τον οποίο και ψήφισαν στις εσωκομματικές εκλογές απέναντι στους Τζανακοπουλο-Χαρίτσηδες, σε μια αυθεντικά πρωινάδικη περσόνα που συνομιλεί με κάθε ψεκασμένο στη χώρα, υιοθετεί κάθε θεωρία συνομωσίας, μεταδίδει, δίκην φερέφωνου κάθε παλαβομάρα και είναι έτοιμος να πει και να διαδώσει ακόμη και το μεγαλύτερο ψέμα αρκεί να πειστεί πως θα τον βοηθήσει να εδραιωθεί ως εναλλακτική... του Μητσοτάκη.
Για την εναπομείνασα αριστερή τους ευαισθησία ο Κασσελάκης είναι πλέον ένας παθολογικός ψεύτης, ένα πρόσωπο χωρίς κανένα ηθικό φραγμό, ένα ανερμάτιστο πολιτικά και ηθικά άτομο, και βρωμερή και τρισάθλια λαϊκίζουσα περσόνα, για την οποία η αντικειμενική αλήθεια είναι απλώς εμπόδιο που πρέπει πάση θυσία να ξεπεραστεί στη διαδρομή για την κατάκτηση του στόχου, αλλά … αυτός είναι κι άλλος δεν υπάρχει.
Οι καθημερινές προσωπικές ύβρεις προς το πρόσωπο του και τα ιδιωτικά αναθέματα εξακολουθούν να συγκινούν ή και να δικαιολογούν την απέχθεια και την αγανάκτηση τους για τον πολιτικό αχταρμά που υποτίθεται πως του εκπροσωπεί, αλλά σε τίποτε δεν αλλάζει μια σκληρή και ανελέητη πραγματικότητα: οι τύποι και οι τύπισσες της περιόδου Τσίπρα που απόμειναν στην Κουμουνδούρου να ξημεροβραδιάζονται με την εικόνα του άχαστου ηγέτη στο προσκεφάλι τους και να προσεύχονται για ένα «πολιτικό ατύχημα» που θα τους γλιτώσει από την κάθε «Σαλώμη» που κυκλοφορεί στους διαδρόμους και υπονομεύει βαθύτατα ακόμη και την ύπαρξη του κόμματος ( οσονούπω, μετά τις ευρωεκλογές, θα κληθούν να αντιμετωπίσουν και την αλλαγή ονόματος) και να χρειάζονται άδεια εισόδου στο κτίριο από τις διάφορες «Σαλώμες» που κατοικοεδρεύουν στους ορόφους.
Η κατάσταση που βιώνουν είναι για λύπηση, οι ίδιοι ζουν με ψυχοφάρμακα και ελπίζουν «στον καλό θεό της ελληνικής αριστεράς», αλλά είναι σαφές πως το παιχνίδι γι΄αυτούς έχει χαθεί οριστικά και αμετάκλητα, ήδη αντιμετωπίζονται ως παρείσακτοι και γραφικοί, απομεινάρια μιας άλλης εποχής για την οποία ο σύντροφος Στέφανος ούτε να μιλάει θέλει, ούτε να την θυμάται.
Ο ίδιος έχει χαράξει μια εντελώς νέα πορεία προς ένα εκλογικό κοινό με κοινό τόπο τον χαβαλέ των πρωινάδικων, τις θεωρίες της ψέκας, την υπονομευτική αφέλεια, την δομική πολιτική ηλιθιότητα, το συστηματικό ψέμα, την ανερμάτιστη συνωμοσιολογία, την γκεμπελική προσέγγιση της επικοινωνίας.
Σε αυτό το κλίμα η επιλογή του Άρη Σπηλιωτόπουλου ως συμβούλου επικοινωνίας και αναλυτή δημοσκοπήσεων απλώς ολοκληρώνει μια εμφανή πολιτική στροφή του κυρ-Στέφανου από τον ΣΥΡΙΖΑ στον «Κασσελακικό» με βασικό (αποκλειστικό σχεδόν) κριτήριο το απύθμενο μίσος προσωπικά προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη, η ίδια η ύπαρξη του οποίου είναι non grata για τους νεόγερους του αυθεντικού καραμανλισμού, οι οποίοι ζουν και αναπνέουν για να πάρουν την εκδίκηση τους «από το κόμμα που τους εγκατέλειψε άσπλαχνα και υιοθέτησε τα ορφανά του Σημίτη».
Ότι έχει απομείνει από την περίοδο Τσίπρα στην Κουμουνδούρου βιώνει τον απόλυτο παραλογισμό να χρειάζεται να υπενθυμίζει την ύπαρξη του «καταγγέλλοντας» τον πρόεδρο και υπενθυμίζοντας σε κάθε ευκαιρία κάποιες από τις αποχρώσες ενδείξεις του δήθεν αριστερού τους παρελθόντος, διαδικασία που είναι και φτηνή και φθείρει ανεπανόρθωτα τους ίδιους, να περιφέρονται και να παρακαλάνε για μια δήλωση, για μια τηλεοπτική εμφάνιση, για μια διακριτή παρουσία, η οποία, στο κάτω-κάτω της γραφής, δεν έχει κανένα πρακτικό αντίκρισμα.
Οι παλιοί «τσιπρικοί» κατάντησαν, με τις ευλογίες του ίδιου του Τσίπρα, να χρησιμοποιούνται ως αριστερό άλλοθι από την καραμανλική πτέρυγα, για την οποία αποκλειστικός στόχος είναι η καταστροφή Μητσοτάκη ακόμη και αν χρειαστεί για να συμβεί να καταστραφεί και η χώρα.
Το λες και κατάντια, αλλά συμβαίνει και – το χειρότερο- δεν έχει εναλλακτική. Όπως συμβαίνει και με τον «άχαστο ηγέτη» έτσι και με τους επιγόνους του δεν ασχολείται κανένας στη χώρα, ούτε προβλέπεται να ασχοληθεί.
Ο «Κασσελακικός» διαμορφώνεται καθημερινά με μοναδικό σκοπό να διαδεχθεί, ακόμη και πάνω σε ερείπια αν χρειαστεί, την κυβέρνηση Μητσοτάκη για να υπηρετήσει με συνέπεια τα συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα που έχουν επενδύσει στις διάφορες «Σαλώμες» της πολιτικής για να ξαναβγούν στον αφρό μετά από μια περίοδο που υποχώρησαν από τον εγγενή φαταουλισμό τους.
Στο παιχνίδι αυτό ο Άρης Σπηλιωτόπουλος είναι πολυτιμότερος από την Όλγα Γεροβασίλη, εκτός των άλλων η Όλγα δεν κυκλοφορεί με καλοκαιριάτικη ανεμελιά σε συνάντηση με τον Αντώναρο με τσαντάκι Λουί Βιτόν (έστω και σε απομίμηση από βιοτεχνία στο Περιστέρι)…
Για την εναπομείνασα αριστερή τους ευαισθησία ο Κασσελάκης είναι πλέον ένας παθολογικός ψεύτης, ένα πρόσωπο χωρίς κανένα ηθικό φραγμό, ένα ανερμάτιστο πολιτικά και ηθικά άτομο, και βρωμερή και τρισάθλια λαϊκίζουσα περσόνα, για την οποία η αντικειμενική αλήθεια είναι απλώς εμπόδιο που πρέπει πάση θυσία να ξεπεραστεί στη διαδρομή για την κατάκτηση του στόχου, αλλά … αυτός είναι κι άλλος δεν υπάρχει.
Οι καθημερινές προσωπικές ύβρεις προς το πρόσωπο του και τα ιδιωτικά αναθέματα εξακολουθούν να συγκινούν ή και να δικαιολογούν την απέχθεια και την αγανάκτηση τους για τον πολιτικό αχταρμά που υποτίθεται πως του εκπροσωπεί, αλλά σε τίποτε δεν αλλάζει μια σκληρή και ανελέητη πραγματικότητα: οι τύποι και οι τύπισσες της περιόδου Τσίπρα που απόμειναν στην Κουμουνδούρου να ξημεροβραδιάζονται με την εικόνα του άχαστου ηγέτη στο προσκεφάλι τους και να προσεύχονται για ένα «πολιτικό ατύχημα» που θα τους γλιτώσει από την κάθε «Σαλώμη» που κυκλοφορεί στους διαδρόμους και υπονομεύει βαθύτατα ακόμη και την ύπαρξη του κόμματος ( οσονούπω, μετά τις ευρωεκλογές, θα κληθούν να αντιμετωπίσουν και την αλλαγή ονόματος) και να χρειάζονται άδεια εισόδου στο κτίριο από τις διάφορες «Σαλώμες» που κατοικοεδρεύουν στους ορόφους.
Η κατάσταση που βιώνουν είναι για λύπηση, οι ίδιοι ζουν με ψυχοφάρμακα και ελπίζουν «στον καλό θεό της ελληνικής αριστεράς», αλλά είναι σαφές πως το παιχνίδι γι΄αυτούς έχει χαθεί οριστικά και αμετάκλητα, ήδη αντιμετωπίζονται ως παρείσακτοι και γραφικοί, απομεινάρια μιας άλλης εποχής για την οποία ο σύντροφος Στέφανος ούτε να μιλάει θέλει, ούτε να την θυμάται.
Ο ίδιος έχει χαράξει μια εντελώς νέα πορεία προς ένα εκλογικό κοινό με κοινό τόπο τον χαβαλέ των πρωινάδικων, τις θεωρίες της ψέκας, την υπονομευτική αφέλεια, την δομική πολιτική ηλιθιότητα, το συστηματικό ψέμα, την ανερμάτιστη συνωμοσιολογία, την γκεμπελική προσέγγιση της επικοινωνίας.
Σε αυτό το κλίμα η επιλογή του Άρη Σπηλιωτόπουλου ως συμβούλου επικοινωνίας και αναλυτή δημοσκοπήσεων απλώς ολοκληρώνει μια εμφανή πολιτική στροφή του κυρ-Στέφανου από τον ΣΥΡΙΖΑ στον «Κασσελακικό» με βασικό (αποκλειστικό σχεδόν) κριτήριο το απύθμενο μίσος προσωπικά προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη, η ίδια η ύπαρξη του οποίου είναι non grata για τους νεόγερους του αυθεντικού καραμανλισμού, οι οποίοι ζουν και αναπνέουν για να πάρουν την εκδίκηση τους «από το κόμμα που τους εγκατέλειψε άσπλαχνα και υιοθέτησε τα ορφανά του Σημίτη».
Ότι έχει απομείνει από την περίοδο Τσίπρα στην Κουμουνδούρου βιώνει τον απόλυτο παραλογισμό να χρειάζεται να υπενθυμίζει την ύπαρξη του «καταγγέλλοντας» τον πρόεδρο και υπενθυμίζοντας σε κάθε ευκαιρία κάποιες από τις αποχρώσες ενδείξεις του δήθεν αριστερού τους παρελθόντος, διαδικασία που είναι και φτηνή και φθείρει ανεπανόρθωτα τους ίδιους, να περιφέρονται και να παρακαλάνε για μια δήλωση, για μια τηλεοπτική εμφάνιση, για μια διακριτή παρουσία, η οποία, στο κάτω-κάτω της γραφής, δεν έχει κανένα πρακτικό αντίκρισμα.
Οι παλιοί «τσιπρικοί» κατάντησαν, με τις ευλογίες του ίδιου του Τσίπρα, να χρησιμοποιούνται ως αριστερό άλλοθι από την καραμανλική πτέρυγα, για την οποία αποκλειστικός στόχος είναι η καταστροφή Μητσοτάκη ακόμη και αν χρειαστεί για να συμβεί να καταστραφεί και η χώρα.
Το λες και κατάντια, αλλά συμβαίνει και – το χειρότερο- δεν έχει εναλλακτική. Όπως συμβαίνει και με τον «άχαστο ηγέτη» έτσι και με τους επιγόνους του δεν ασχολείται κανένας στη χώρα, ούτε προβλέπεται να ασχοληθεί.
Ο «Κασσελακικός» διαμορφώνεται καθημερινά με μοναδικό σκοπό να διαδεχθεί, ακόμη και πάνω σε ερείπια αν χρειαστεί, την κυβέρνηση Μητσοτάκη για να υπηρετήσει με συνέπεια τα συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα που έχουν επενδύσει στις διάφορες «Σαλώμες» της πολιτικής για να ξαναβγούν στον αφρό μετά από μια περίοδο που υποχώρησαν από τον εγγενή φαταουλισμό τους.
Στο παιχνίδι αυτό ο Άρης Σπηλιωτόπουλος είναι πολυτιμότερος από την Όλγα Γεροβασίλη, εκτός των άλλων η Όλγα δεν κυκλοφορεί με καλοκαιριάτικη ανεμελιά σε συνάντηση με τον Αντώναρο με τσαντάκι Λουί Βιτόν (έστω και σε απομίμηση από βιοτεχνία στο Περιστέρι)…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου