Ο λόγος είναι απλός: το πολιτικό κόστος μιας καθυστέρησης για όλη την Ευρώπη είναι δυσανάλογο σε σχέση με τα πολιτικά οφέλη του Ταμείου, ενώ από την άλλη δεν υπάρχει και... κάποια σοβαρή πανευρωπαϊκή πολιτική δύναμη που να υποστηρίζει την καθυστέρηση.
Ήδη το πραγματικό μέγεθος που μακροοικονομικά θα κινητοποιήσει το Ταμείο θα είναι αρκετά μικρότερο των 750 δισεκατομμυρίων ευρώ, αφού πολλές χώρες δε θα χρησιμοποιήσουν ή θα υπο-χρησιμοποιήσουν το εργαλείο των δανείων.
Αυτό άλλωστε το έχουμε ήδη δει σε άλλα εργαλεία δανειακού τύπου που πρότεινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή το Συμβούλιο και τα οποία δεν έχουν αντίστοιχα αξιοποιηθεί. Ταυτόχρονα, η αμερικανική παρέμβαση γιγαντώθηκε με τον συνδυασμό των πακέτων του Donald Trump και του Joe Biden.
Aπό την άλλη πλευρά, η πολύπλοκη δομή του Ταμείου -χαρακτηριστική του τρόπου με τον οποίο γενικότερα σχεδιάζει η Ευρώπη τις παρεμβάσεις της- αλλά και οι πολλαπλές επιλεξιμότητες, καθιστούν την απορρόφηση των σχετικών πόρων μία μεγάλη πρόκληση για όλα τα ευρωπαϊκά κράτη.
Για την Ελλάδα η πρόκληση είναι ακόμη μεγαλύτερη. Για δύο λόγους: Πρώτον γιατί λόγω της δομής της οικονομίας της και την κρίση της προηγούμενης δεκαετίας η χώρα μας ήταν εξαιρετικά ευάλωτη οικονομικά στη συγκεκριμένη πανδημία.
Δεύτερον γιατί η χώρα μας θα πρέπει να απορροφήσει τα περισσότερα -κατά κεφαλήν- σε σχέση με κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα, αφού κέρδισε, χάρη στη διαπραγμάτευση της κυβέρνησης το καλοκαίρι του 2020, το μεγαλύτερο ποσό, κατά κεφαλήν, σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα.
Το Ελληνικό Σχέδιο Ανάκαμψης, που θα κατατεθεί στις επόμενες μέρες, προσπαθεί να αντιμετωπίσει όλες αυτές τις προκλήσεις με τρόπο που να μεγιστοποιείται τόσο η πιθανότητα απορρόφησης, όσο και η κινητοποίηση ιδιωτικών επενδύσεων, οι οποίες αποτελούν τον καθοριστικό δείκτη επιτυχίας του συγκεκριμένου Σχεδίου.
Μην ξεχνάμε ότι το Σχέδιο προβλέπει κινητοποίηση ιδιωτικών επενδύσεων που θα ξεπερνούν σε ύψος τα 40 δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό χωρίς ιστορικό προηγούμενο για ιδιωτικές επενδύσεις που κινητοποιούνται από το ελληνικό κράτος.
Συμπέρασμα, οι προκλήσεις και οι δυσκολίες που έχουμε να αντιμετωπίσουμε ώστε να πετύχουμε τους στόχους του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης «Ελλάδα 2.0», δεν είναι αυτές που αφορούν την Ευρώπη, το Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας, την κυβέρνηση της Πολωνίας, τους «φειδωλούς» ή οποιονδήποτε τρίτο.
Η πραγματική πρόκληση για να πετύχει το «Ελλάδα 2.0», είναι οι δικές μας δυνατότητες και αδυναμίες, αλλά και η δική μας βούληση να ξεπεράσουμε τον εαυτό μας και να αλλάξουμε τον τρόπο που λειτουργούν το ελληνικό κράτος και η ελληνική οικονομία γενικότερα, έναντι των ευκαιριών που μας δίνουν τα συγκεκριμένα ευρωπαϊκά κονδύλια.
Εντός του οίκου μας θα πρέπει να πορευτούμε για να βρούμε τους παράγοντες που θα κρίνουν το Εθνικό μας Σχέδιο Ανάκαμψης και όχι στα δικαστήρια, τα κοινοβούλια ή τα διαβούλια της Ευρώπης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου