Η κρίση του κορονοϊού αύξησε τις πιέσεις που, ούτως ή άλλως, δεχόταν η λίρα λόγω των εξελίξεων στη Συρία και ανάγκασε την κεντρική τράπεζα να «κάψει» και τα τελευταία καθαρά συναλλαγματικά αποθέματα που διέθετε, σπρώχνοντας τη χώρα και τον πρόεδρό της στο χείλος του γκρεμού.
Σύμφωνα με ανάλυση των Financial Times με ημερομηνία 27 Μαρτίου, τα καθαρά συναλλαγματικά αποθέματα της Τουρκίας είχαν διαμορφωθεί στο τέλος Φεβρουαρίου κοντά στο 1,5 δισ. δολάρια, ενώ σήμερα δεν αποκλείεται και να έχουν... εξανεμιστεί πλήρως. Κι αυτό, όπως σημειώνει η εφημερίδα, «δημιουργεί ανησυχία για την ικανότητα της χώρας να προστατεύσει την οικονομία της από το παγκόσμιο οικονομικό σοκ που προκαλεί η πανδημία του κορονοϊού».
Η Άγκυρα, βεβαίως, ισχυρίζεται ότι αυτό δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια, καθώς και ότι οι διεθνείς επενδυτές δίνουν σημασία όχι στα καθαρά αποθέματα, αλλά στα μικτά, που είναι πολύ υψηλότερα και αποτιμώνται κοντά στα 90 δισ. Τονίζει, παράλληλα, ότι η κεντρική τράπεζα πράττει τα δέοντα για να οχυρωθεί, όπως απέδειξε και με τα βραχυπρόθεσμα swaps του Φεβρουαρίου, τα οποία της διασφάλισαν σχεδόν 26 δισ. δολάρια από τους ιδιώτες.
Χαρακτηριστικά είναι τα όσα είχε πρόσφατα δηλώσει ο αναπληρωτής διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας, Ογκιουζάν Οζμπάς. «Με τη δυναμική της δομή, η τουρκική οικονομία θα είναι μία από αυτές που θα πληγούν λιγότερο σε αυτή τη διαδικασία και θα ανακάμψει σε πολύ μικρό χρόνο», είχε αναφέρει.
Τέτοιες ωστόσο δηλώσεις δεν δείχνουν να πείθουν και πολλούς. Ήδη, άλλωστε, η κεντρική τράπεζα ήταν αναγκασμένη από πέρυσι να στηρίζει διαρκώς το τουρκικό νόμισμα απέναντι στις που αυτή δεχόταν λόγω των (δυσμενών για τον Ερντογάν) εξελίξεων στη Συρία.
«Η λίρα ενδεχομένως να είναι η αχίλλειος φτέρνα της Τουρκίας στον πόλεμο της Συρίας», εκτιμούσε χαρακτηριστικά στις 18 Οκτωβρίου το Reuters σε σχετική του ανάλυση.
Προφανώς, τα πράγματα τώρα είναι ακόμη χειρότερα, διότι εκτός από τη Συρία, η Τουρκία έχει εμπλακεί – χωρίς τη θέλησή της, όπως ισχύει για όλες τις χώρες – και σε ένα σαφώς πιο μεγάλο και απειλητικό πόλεμο. Ένα πόλεμο ο οποίος δεν κερδίζεται με συμβατικούς στρατούς, όσο ισχυροί κι αν είναι, αλλά με διαφορετικά μέσα, από τα οποία ο Ερντογάν δεν μοιάζει να διαθέτει αρκετά. «Τα καθαρά συναλλαγματικά αποθέματα της Τουρκίας είναι αμελητέα. Υποθέτουμε ότι η κεντρική τράπεζα δεν διαθέτει πραγματικές πηγές συναλλάγματος για να αντιμετωπίσει την αδυναμία της λίρας όταν αυτή προκύψει», σημείωνε από τότε ο αναλυτής της Commerzbank, Τάτα Γκόζε. Και να που, πιθανότατα, θα αποδειχθεί προφητικός.
Χρέος και αρνητικά επιτόκια
Η θηλειά μοιάζει να σφίγγει εξαιτίας δύο ακόμη παραγόντων.
Σύμφωνα με ανάλυση των Financial Times με ημερομηνία 27 Μαρτίου, τα καθαρά συναλλαγματικά αποθέματα της Τουρκίας είχαν διαμορφωθεί στο τέλος Φεβρουαρίου κοντά στο 1,5 δισ. δολάρια, ενώ σήμερα δεν αποκλείεται και να έχουν... εξανεμιστεί πλήρως. Κι αυτό, όπως σημειώνει η εφημερίδα, «δημιουργεί ανησυχία για την ικανότητα της χώρας να προστατεύσει την οικονομία της από το παγκόσμιο οικονομικό σοκ που προκαλεί η πανδημία του κορονοϊού».
Η Άγκυρα, βεβαίως, ισχυρίζεται ότι αυτό δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια, καθώς και ότι οι διεθνείς επενδυτές δίνουν σημασία όχι στα καθαρά αποθέματα, αλλά στα μικτά, που είναι πολύ υψηλότερα και αποτιμώνται κοντά στα 90 δισ. Τονίζει, παράλληλα, ότι η κεντρική τράπεζα πράττει τα δέοντα για να οχυρωθεί, όπως απέδειξε και με τα βραχυπρόθεσμα swaps του Φεβρουαρίου, τα οποία της διασφάλισαν σχεδόν 26 δισ. δολάρια από τους ιδιώτες.
Χαρακτηριστικά είναι τα όσα είχε πρόσφατα δηλώσει ο αναπληρωτής διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας, Ογκιουζάν Οζμπάς. «Με τη δυναμική της δομή, η τουρκική οικονομία θα είναι μία από αυτές που θα πληγούν λιγότερο σε αυτή τη διαδικασία και θα ανακάμψει σε πολύ μικρό χρόνο», είχε αναφέρει.
Τέτοιες ωστόσο δηλώσεις δεν δείχνουν να πείθουν και πολλούς. Ήδη, άλλωστε, η κεντρική τράπεζα ήταν αναγκασμένη από πέρυσι να στηρίζει διαρκώς το τουρκικό νόμισμα απέναντι στις που αυτή δεχόταν λόγω των (δυσμενών για τον Ερντογάν) εξελίξεων στη Συρία.
«Η λίρα ενδεχομένως να είναι η αχίλλειος φτέρνα της Τουρκίας στον πόλεμο της Συρίας», εκτιμούσε χαρακτηριστικά στις 18 Οκτωβρίου το Reuters σε σχετική του ανάλυση.
Προφανώς, τα πράγματα τώρα είναι ακόμη χειρότερα, διότι εκτός από τη Συρία, η Τουρκία έχει εμπλακεί – χωρίς τη θέλησή της, όπως ισχύει για όλες τις χώρες – και σε ένα σαφώς πιο μεγάλο και απειλητικό πόλεμο. Ένα πόλεμο ο οποίος δεν κερδίζεται με συμβατικούς στρατούς, όσο ισχυροί κι αν είναι, αλλά με διαφορετικά μέσα, από τα οποία ο Ερντογάν δεν μοιάζει να διαθέτει αρκετά. «Τα καθαρά συναλλαγματικά αποθέματα της Τουρκίας είναι αμελητέα. Υποθέτουμε ότι η κεντρική τράπεζα δεν διαθέτει πραγματικές πηγές συναλλάγματος για να αντιμετωπίσει την αδυναμία της λίρας όταν αυτή προκύψει», σημείωνε από τότε ο αναλυτής της Commerzbank, Τάτα Γκόζε. Και να που, πιθανότατα, θα αποδειχθεί προφητικός.
Χρέος και αρνητικά επιτόκια
Η θηλειά μοιάζει να σφίγγει εξαιτίας δύο ακόμη παραγόντων.
Ο ένας έχει να κάνει με το χρέος που ωριμάζει μέχρι το τέλος του έτους και θα κληθεί να αναχρηματοδοτήσει η Άγκυρα, σε εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες στις αγορές, το οποίο υπολογίζεται πως ξεπερνά τα 170 δισ. δολάρια.
Ο άλλος προκύπτει από το αρνητικό πρακτικά επιτόκιο δανεισμού – επισήμως είναι στο 10,75%, όμως ο πληθωρισμός έτρεχε μέχρι τον Φεβρουάριο ταχύτερα – κάτι που σημαίνει ότι είναι πολύ δύσκολο να προσελκύσει δολάρια, ειδικά σε μια περίοδο που η ζήτηση για το αμερικανικό νόμισμα έχει εκτοξευτεί στα ύψη από τις όλες τις αναπτυσσόμενες χώρες, το οπλοστάσιο των οποίων όμως είναι σαφώς πιο γεμάτο.
«Το επίπεδο των καθαρών συναλλαγματικών αποθεμάτων δεν είναι επαρκές ώστε να επιτρέψει στην κεντρική τράπεζα να προχωρήσει σε μια βιώσιμη στήριξη του νομίσματος. Εάν επιχειρήσουν κάτι τέτοιο, τότε ίσως οι πιέσεις από τις αγορές να ενταθούν», όπως εκτίμησε μιλώντας στους FT ο επικεφαλής του τμήματος αξιολογήσεων της Fitch για τις αναδυόμενες χώρες της Ευρώπης.
Ίσως γι' αυτό και η αμερικανική Fed δεν περιλαμβάνει (για την ώρα) την τουρκική κεντρική τράπεζα στις νέες συμφωνίες που συνάπτει για ανταλλαγές μέσω swaps, αγνοώντας τα αιτήματα του Ερντογάν και σπρώχνοντάς τον ένα ακόμη βήμα πιο κοντά στον γκρεμό.
Σύμφωνα με έναν (όχι και τόσο παλιό) γνώριμό μας, τον Πολ Τόμσεν, μόνο δύο χώρες ανάμεσα στις 9 αναπτυσσόμενες οικονομίες που δεν ανήκουν στην ΕΕ δεν έχουν ζητήσει ακόμη βοήθεια από τη «δεξαμενή» των 50 δισ. δολαρίων που διαθέτει το ΔΝΤ για άμεση εκταμίευση: Η Τουρκία και η Ρωσία.
Γιώργος Παυλόπουλος
«Το επίπεδο των καθαρών συναλλαγματικών αποθεμάτων δεν είναι επαρκές ώστε να επιτρέψει στην κεντρική τράπεζα να προχωρήσει σε μια βιώσιμη στήριξη του νομίσματος. Εάν επιχειρήσουν κάτι τέτοιο, τότε ίσως οι πιέσεις από τις αγορές να ενταθούν», όπως εκτίμησε μιλώντας στους FT ο επικεφαλής του τμήματος αξιολογήσεων της Fitch για τις αναδυόμενες χώρες της Ευρώπης.
Ίσως γι' αυτό και η αμερικανική Fed δεν περιλαμβάνει (για την ώρα) την τουρκική κεντρική τράπεζα στις νέες συμφωνίες που συνάπτει για ανταλλαγές μέσω swaps, αγνοώντας τα αιτήματα του Ερντογάν και σπρώχνοντάς τον ένα ακόμη βήμα πιο κοντά στον γκρεμό.
Σύμφωνα με έναν (όχι και τόσο παλιό) γνώριμό μας, τον Πολ Τόμσεν, μόνο δύο χώρες ανάμεσα στις 9 αναπτυσσόμενες οικονομίες που δεν ανήκουν στην ΕΕ δεν έχουν ζητήσει ακόμη βοήθεια από τη «δεξαμενή» των 50 δισ. δολαρίων που διαθέτει το ΔΝΤ για άμεση εκταμίευση: Η Τουρκία και η Ρωσία.
Γιώργος Παυλόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου