Σίγουρα θα μπορούσαν τα πράγματα να ήταν ευνοϊκότερα για την πατρίδα μας.
Αυτή η αναγνώριση χρόνιων αβελτηριών δεν πρέπει να μας οδηγήσει στην αδιέξοδη και εθνικά ψυχοφθόρα κατάσταση της λαθολογίας.
Ήδη, τον τελευταίο καιρό βλέπουν το φως της δημοσιότητος απόψεις Ελλήνων πολιτικών και πανεπιστημιακών που χρεώνουν τα πάντα, για την σημερινή πορεία των Ελληνοτουρκικών σχέσεων, στην Ελλάδα...
Έφτασε στο σημείο να γραφτεί πως ήταν λάθος η συνεργασία της πατρίδος μας με την Αίγυπτο, την Κύπρο και το Ισραήλ, γιατί έτσι απομονώσαμε και προκαλέσαμε την Τουρκία. Αυτό είναι ένα από τα συμπτώματα της φινλανδοποιημένης πολιτικής σκέψης.
Δηλαδή, πριν προχωρήσουμε στην χάραξη μιας στρατηγικής, να λαμβάνουμε υπ΄όψη αν αυτή ενοχλεί την Τουρκία.
Φτάσαμε στο σημείο να ψέξουμε την τότε Ελληνική κυβέρνηση για την απόρριψη, από την συντριπτική πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων, του σχεδίου Ανάν. Το συγκεκριμένο σχέδιο τους Ελληνοκύπριους αφορούσε και αυτοί αποφάσισαν.
Από την άλλη πλευρά αντιμετωπίζουμε συμπλεγματικά την Τουρκική εξωτερική πολιτική.
Στεκόμαστε με θαυμασμό μπροστά της. Ο,τι κάνουν οι Τούρκοι είναι σωστό και αποτελεσματικό. Λησμονούν όλοι αυτοί την αποτυχημένη οικονομική διείσδυση του Οζάλ στις μουσουλμανικές δημοκρατίες της πρών ΕΣΣΔ, λησμονούν την αποτυχία του Ερντογάν να ηγηθεί της αραβικής άνοιξης, λησμονούν πως η πρόσφατη επέμβαση της Τουρκίας στην Συρία, δεν είχε τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.
Παραβλέπουν πως η πατρίδα μας είναι στην ΕΕ και στην ευρωζώνη, το ίδιο και η Κύπρος. Και γι΄αυτόν τον λόγο κρατούμε στα χέρια μας το όπλο των κυρώσεων.
Παραβλέπουν πως η πατρίδα μας, παρ΄όλη την οικονομική κρίση, εξακολουθεί και κατέχει ηγετική θέση στα Βαλκάνια.
Τέλος παραβλέπουν πως στην υφέρπουσα Ελληνοτουρκική κρίση η πατρίδα μας έχει ένα σαφές πλεονέκτημα στο διπλωματικό πεδίο.
Συνεπώς, τα διαρκή εθνικά αυτομαστιγώματα δεν δικαιολογούνται, από την πορεία των γεγονότων.
Είναι κοινός τόπος πως υπάρχει στην Ελλάδα μια σχολή σκέψης που επιζητεί την, πάση θυσία, επίλυση των διαφορών μας με την Τουρκία. Προφανώς, όμως αυτό δεν εξαρτάται αποκλειστικά από την καλή διάθεση της Ελλάδος. Και κυρίως δεν εξαρτάται από τι εμείς θεωρούμε «διαφορές προς επίλυση.» Είναι γεγονός πως η Τουρκία, ως μια αναθεωρητική δύναμη, θεωρεί πως, αυτά που μπορεί να πάρει από την πατρίδα μας με την απειλή θερμού επεισοδίου, είναι πολύ περισσότερα από αυτά που θα πάρει με την προσφυγή στην Χάγη.
Έτσι, προχθές Τούρκος αξιωματούχος δήλωσε πως «κανένα σχέδιο δεν μπορεί να πετύχει στην Μεσόγειο χωρίς την Τουρκία». Σαφέστατα δηλαδή έθεσε θέμα συμμετοχής στην νομή του ενεργειακού πλούτου που υπάρχει στον βυθό της Μεσογείου.
Ουδείς εχέφρων άνθρωπος μπορεί να πει πως η Τουρκία θα μείνει «απέξω». Έχει αυτονόητο δικαίωμα παρουσίας στην μοιρασιά.
Το θέμα είναι ποιο θα είναι το μερίδιο της και κυρίως πώς αυτό θα καθορισθεί. Με βάση το διεθνές δίκαιο ή το δίκαιο του ισχυρού;
Νομίζω πως η πατρίδα μας θα πρέπει να προετοιμάζεται να παίξει και στα δύο tableaux.
Και να προετοιμασθεί, με όλους τους διακεκριμένους διεθνολόγους που διαθέτει, για να υπερασπισθεί τις θέσεις της στην Χάγη και συγχρόνως να στείλει πειστικό μήνυμα στην Τουρκία πως η πρόκληση θερμού επεισοδίου κρύβει οδυνηρές εκπλήξεις γι΄αυτήν.
Αλλά πάνω απ΄όλα θα πρέπει να βγούμε από αυτό το κλίμα της εθνικής μιζέριας. Της εθνικής κλάψας. Πάνω απ΄όλα χρειάζεται εθνική αυτοπεποίθηση. Όταν την είχαμε, μεγαλουργήσαμε.
Του Σάκη Μουμτζή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου