Είδαμε σχολές να μένουν χωρίς νέους εισακτέους φοιτητές, είδαμε ενδιαφέρουσες σχολές να έχουν θέσεις κενές και είδαμε σχολές των οποίων τα πτυχία οδηγούν εξ ορισμού στην ανεργία να εξακολουθούν να παρουσιάζουν σημαντική ζήτηση.
Και εκείνο που διαπιστώσαμε είναι πως ο μέσος απόφοιτος της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, αδυνατεί να ανταποκριθεί στα θέματα των εξετάσεων.
Οι αποδόσεις των αποφοίτων είναι απογοητευτικές, όχι μόνο λόγω των βαθμολογιών, αλλά κυρίως... λόγω της ουσίας που κρύβεται πίσω από τις βαθμολογίες αυτές.
Όταν για παράδειγμα στις εξετάσεις των Οικονομικών σχολών και των σχολών Πληροφορικής, στο μάθημα των Μαθηματικών πάνω από το 40% βαθμολογείται μεταξύ 0 και 5, περίπου το 25% βαθμολογείται μεταξύ 5 και 10 και λιγότερο από το 10% των υποψηφίων βαθμολογείται μεταξύ 16 και 20, δεν χρειάζεται να συζητάμε για την ποιότητα αυτών των Πανεπιστημιακών σχολών, αλλά για την ποιότητα των αποφοίτων των Λυκείων της χώρας. Ειδικά αν δούμε ότι μόλις το 25% των υποψηφίων έλαβε πάνω από 16 στο μάθημα των Οικονομικών και ότι το 45% περίπου των υποψηφίων έλαβε βαθμολογία κάτω από το 10. Τέλος, στο μάθημα της Πληροφορικής που είναι το κατ’ εξοχήν μάθημα αιχμής, το 40% των υποψηφίων πήρε κάτω από 10 και μόλις το 25% πήρε βαθμολογία μεταξύ 16 και 20. Απογοήτευση.
Στις εξετάσεις στον κλάδο των Ανθρωπιστικών Σπουδών, στο μάθημα της Ιστορίας περισσότερο από το 50% των υποψηφίων έλαβε βαθμολογία χαμηλότερη από το 10 και στο μάθημα των Αρχαίων Ελληνικών περίπου το 40% βαθμολογήθηκαν μεταξύ 0 και 10.
Αλλά και στο πεδίο των σπουδών Υγείας τα πράγματα δεν είναι καλύτερα. Κοντά στο 60% των υποψηφίων έλαβε στο μάθημα της Φυσικής κάτω από 10. Ενώ στο μάθημα της Χημείας πάνω από το 45% βαθμολογήθηκε από 0 έως 10.
Με δυο λόγια, εκ των προαναφερθέντων αποτελεσμάτων αποδεικνύεται, ότι τουλάχιστον οι μισοί από τους αποφοίτους των Λυκείων της χώρας, δεν θα έπρεπε, όχι μόνο να μην περάσουν στα Πανεπιστήμια, αλλά να μην έχουν αποφοιτήσει καν από τα σχολεία τους. Διότι δεν είναι το θέμα τυπικό για το «10αράκι» της βάσης. Είναι ουσιαστικό και βαθύ. Αυτός που έχει πάρει κάτω από 10, δεν μπορεί να θεωρείται απόφοιτος Λυκείου.
Το γεγονός πως αυτοί οι νέοι άνθρωποι θεωρούνται απόφοιτοι Λυκείου, διαθέτοντας ποώδεις γνώσεις σε μια σειρά μαθημάτων είναι από μόνο του προβληματικό. Το σύστημα λειτουργεί, οδηγώντας σχεδόν αγράμματους ανθρώπους στην παραγωγική διαδικασία. Διότι στις ημέρες μας αυτός που παίρνει κάτω από 10 στα Μαθηματικά, στην Ιστορία, στη Φυσική, στη Χημεία, στην Οικονομία και στην Πληροφορικά, είναι αγράμματος.
Η λύση δεν απαιτεί θαύματα. Απαιτεί όμως άμεση λύση. Διότι κάθε νέα φουρνιά ημιεγγράμματων αποφοίτων, αποτελεί τροχοπέδη όχι μόνο για τους ίδιους αυτούς τους νέους, αλλά και για ολόκληρη τη χώρα. Διότι αφενός οι ίδιοι δεν θα μπορούν να ελπίζουν σε κάτι καλύτερο στη ζωή τους και αφετέρου η Ελλάδα θα στερείται του απαραίτητου καταρτισμένου δυναμικού.
Ας αντιγράψουν όλα τα σχολεία στη χώρα το μοντέλο των πρότυπων σχολείων. Ας επιλέγονται οι καθηγητές μέσα από αυστηρές αξιολογήσεις, συνεχείς μετεκπαιδεύσεις και κρίσεις και ας περνάνε οι μαθητές μέσα από συνεχείς εξετάσεις και αξιολογήσεις. Η ιστορία του «έλα μωρέ τώρα» πρέπει να σταματήσει. Οι ανεπαρκείς καθηγητές να απομακρυνθούν από την εκπαιδευτική διαδικασία και οι ανεπαρκείς μαθητές ας υποχρεωθούν ακόμα και να επαναλάβουν τα μαθήματα στα οποία απέτυχαν ή ακόμα και ολόκληρη την τάξη τους. “Free lunch” που λένε και οι αγγλοσάξονες δεν υπάρχει στον επαγγελματικό βίο. Είναι λογικό να μην υπάρχει και στη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Έχοντας αποφοιτήσει από το Βαρβάκειο, είχα την ευκαιρία να μελετήσω τους αναρτημένους στην ιστοσελίδα του σχολείου πίνακες, που πιστοποιούν πως η αξιολόγηση και η συνειδητή προσπάθεια ανταμείβονται με τον καλύτερο τρόπο.
Οι διαφορές είναι ουρανομήκεις. Στη Βιολογία (σπουδών Υγείας), το ποσοστό των μαθητών του πρότυπου σχολείου που πήραν πάνω από 16 είναι 90%, με το πανελλαδικό ποσοστό να είναι στο 25%. Στα Μαθηματικά (Θετικών σπουδών) πάνω από 16 έλαβε το 80%, με το αντίστοιχο πανελλήνιο ποσοστό να είναι κάτω από 40%. Στο μάθημα της Χημείας και της Φυσικής οι απόφοιτοι Βαρβακείου που πήραν πάνω από 16, κατά 70% και 80% αντίστοιχα, όταν οι πανελλήνιοι μέσοι όροι είναι 22% και 25% αντίστοιχα.
Οι διαφορές είναι ακόμα πιο ακραίες στις εξετάσεις για τις σχολές Οικονομίας και Πληροφορικής, που βρίσκονται σήμερα στην αιχμή της ζήτησης και της ανάπτυξης. Αφού αυτές οι σχολές υπόσχονται εξαιρετικές και ενδιαφέρουσες σπουδές και ακολούθως σύμφωνα με τις παρούσες συνθήκες, βέβαιη απασχόληση και καλές αμοιβές.
Στα Μαθηματικά σχεδόν το 70% των αποφοίτων Βαρβακείου πήρε πάνω από 16, με το πανελλήνιο ποσοστό να βρίσκεται μόλις στο 8%. Στο μάθημα της Πληροφορικής το 100% των μαθητών του Βαρβακείου βαθμολογήθηκαν από 18 έως 20, με τον αντίστοιχο πανελλήνιο μέσο να βρίσκεται στο 20%. Και στο μάθημα της Οικονομίας το 90% έλαβε πάνω από 16, με το πανελλήνιο ποσοστό να ανέρχεται στο 25%.
Πρώτο μέλημα της πολιτείας πρέπει να είναι η ριζική ανατροπή του σαθρού εκπαιδευτικού μοντέλου της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, που εξυπηρετεί στερεότυπα και αντιλήψεις άλλων εποχών, με προτεραιότητα στις «παλαιάς κοπής» ανάγκες των καθηγητών, των δασκάλων και των υπηρεσιών του υπουργείου. Που αντιστέκονται στις απαιτούμενες αλλαγές, απολαμβάνοντας την ευδαιμονία της μονιμότητας και του ωχαδερφισμού.
Η σύγκριση ανάμεσα στις επιδόσεις ενός προτύπου σχολείου με τις επιδόσεις πανελληνίου δείγματος, πρέπει να λειτουργήσει σαν συναγερμός χιλιάδων ντεσιμπέλ. Η Ελλάδα κινδυνεύει να βυθιστεί στην αγραμματοσύνη. Πρέπει να γίνει κάτι, «χτες».
Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
(από liberal.gr):
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου