Οι περισσότεροι αποφαίνονται μετά βεβαιότητος ποιος δεν θα συνεργαστεί με ποιον και προδικάζουν εξελίξεις οκτώ με δέκα μήνες πριν τις εκλογές.
Μάλιστα ακούγονται και ονόματα πρωθυπουργίσιμων. Δηλαδή, να είχαμε να λέγαμε.
Ποιο είναι το αυτονόητο; Τα πάντα θα κριθούν από το αποτέλεσμα των εκλογών με την απλή αναλογική. Αν η Νέα Δημοκρατία... κινηθεί περί το 35% είναι προφανές πως, ασυζητητί, θα καταθέσει τη διερευνητική εντολή, επιδιώκοντας την αυτοδυναμία στις επόμενες εκλογές που μπορεί να διεξαχθούν και με το νόμο Παυλόπουλου.
Σημειώστε το. Το 35% είναι ασφαλές εφαλτήριο για το 38%. Αν όμως το ποσοστό της θα κινηθεί στην περιοχή του 32% πολύ δύσκολα θα πείσει τους πολίτες πως στις εκλογές με την ενισχυμένη αναλογική θα κατακτήσει την αυτοδυναμία. Αλλά και πάλι δεν έχει κανένα λόγο να συγκυβερνήσει με οποιοδήποτε άλλο κόμμα. Αυτό θα το κάνει στις επόμενες εκλογές από αναμφίβολα καλύτερη θέση από πλευράς βουλευτικών εδρών.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ, από τη στιγμή που δεν θα είναι πρώτο κόμμα, οι έδρες του θα κυμανθούν στις πρώτες εκλογές λίγο κάτω από τις 90. Δηλαδή θα πρέπει να βρει άλλες 61 για να σχηματίσει κυβέρνηση συνεργασίας. Τα νούμερα -το έχω γράψει πολλές φορές- δεν βγαίνουν. Εννοείται πως αν είναι το πρώτο κόμμα δεν θα έχει κανένα λόγο να υποκύψει στην απαίτηση Ανδρουλάκη ο Α. Τσίπρας να μην είναι ο πρωθυπουργός. Θα επιλέξει την εκ νέου προσφυγή στις κάλπες και καλά θα κάνει.
Τούτων δοθέντων ο ρόλος του ΠΑΣΟΚ, ενώ φαίνεται πως είναι καθοριστικός, τελικά μπορεί να αποδειχθεί πολύ λιγότερο σημαντικός. Τα δύο μεγάλα κόμματα θα επιλέξουν τη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση με την ενισχυμένη αναλογική, όπου το ΠΑΣΟΚ θα εκλέξει γύρω στους 28-30 βουλευτές -στην καλύτερη περίπτωση- έναντι των 40-45 που θα έχει εκλέξει στις εκλογές με απλή αναλογική.
Το ερώτημα είναι τι θα γίνει αν και στις δεύτερες εκλογές δεν θα υπάρξει αυτοδυναμία. Και εδώ θα μετρήσουν οι αριθμοί. Αν από το πρώτο κόμμα λείπουν 2-3 βουλευτές για το 151 πιθανόν, κατά τη συνήθη πρακτική, να προσχωρήσουν στην πλειοψηφία βουλευτές από άλλα κόμματα, ώστε να σχηματιστεί κυβέρνηση. Θα είναι μεν εύθραυστη, αλλά χωρίς πολιτικούς συμβιβασμούς, παρά μόνον με προσωπικές εξυπηρετήσεις. Συμβαίνουν αυτά.
Αν όμως το πρώτο κόμμα, όποιο και αν είναι αυτό, κινηθεί γύρω στους 140 βουλευτές οι επιλογές που έχει μπροστά του είναι δύο. Είτε κυβέρνηση συνεργασίας με προγραμματικές παραχωρήσεις, είτε τρίτες εκλογές.
Έγραψα χθες πως η πολιτική κατάσταση έχει όλα τα χαρακτηριστικά της κινούμενης άμμου. Όχι για το ζήτημα των υποκλοπών -εφ όσον βέβαια δεν υπάρξουν και άλλες αποκαλύψει- όσο για την οικονομική αβεβαιότητα που προκαλεί ανησυχία στα νοικοκυριά και ανατρέπει τον κυβερνητικό οικονομικό προγραμματισμό. Η πρόθεση του πρωθυπουργού για εκλογές στο τέλος της τετραετίας με τον ισχύοντα εκλογικό νόμο είναι δεδομένη, όμως πολλές φορές η πραγματικότητα αλλάζει τους σχεδιασμούς εν όλω ή εν μέρει.
Ποιο είναι το αυτονόητο; Τα πάντα θα κριθούν από το αποτέλεσμα των εκλογών με την απλή αναλογική. Αν η Νέα Δημοκρατία... κινηθεί περί το 35% είναι προφανές πως, ασυζητητί, θα καταθέσει τη διερευνητική εντολή, επιδιώκοντας την αυτοδυναμία στις επόμενες εκλογές που μπορεί να διεξαχθούν και με το νόμο Παυλόπουλου.
Σημειώστε το. Το 35% είναι ασφαλές εφαλτήριο για το 38%. Αν όμως το ποσοστό της θα κινηθεί στην περιοχή του 32% πολύ δύσκολα θα πείσει τους πολίτες πως στις εκλογές με την ενισχυμένη αναλογική θα κατακτήσει την αυτοδυναμία. Αλλά και πάλι δεν έχει κανένα λόγο να συγκυβερνήσει με οποιοδήποτε άλλο κόμμα. Αυτό θα το κάνει στις επόμενες εκλογές από αναμφίβολα καλύτερη θέση από πλευράς βουλευτικών εδρών.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ, από τη στιγμή που δεν θα είναι πρώτο κόμμα, οι έδρες του θα κυμανθούν στις πρώτες εκλογές λίγο κάτω από τις 90. Δηλαδή θα πρέπει να βρει άλλες 61 για να σχηματίσει κυβέρνηση συνεργασίας. Τα νούμερα -το έχω γράψει πολλές φορές- δεν βγαίνουν. Εννοείται πως αν είναι το πρώτο κόμμα δεν θα έχει κανένα λόγο να υποκύψει στην απαίτηση Ανδρουλάκη ο Α. Τσίπρας να μην είναι ο πρωθυπουργός. Θα επιλέξει την εκ νέου προσφυγή στις κάλπες και καλά θα κάνει.
Τούτων δοθέντων ο ρόλος του ΠΑΣΟΚ, ενώ φαίνεται πως είναι καθοριστικός, τελικά μπορεί να αποδειχθεί πολύ λιγότερο σημαντικός. Τα δύο μεγάλα κόμματα θα επιλέξουν τη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση με την ενισχυμένη αναλογική, όπου το ΠΑΣΟΚ θα εκλέξει γύρω στους 28-30 βουλευτές -στην καλύτερη περίπτωση- έναντι των 40-45 που θα έχει εκλέξει στις εκλογές με απλή αναλογική.
Το ερώτημα είναι τι θα γίνει αν και στις δεύτερες εκλογές δεν θα υπάρξει αυτοδυναμία. Και εδώ θα μετρήσουν οι αριθμοί. Αν από το πρώτο κόμμα λείπουν 2-3 βουλευτές για το 151 πιθανόν, κατά τη συνήθη πρακτική, να προσχωρήσουν στην πλειοψηφία βουλευτές από άλλα κόμματα, ώστε να σχηματιστεί κυβέρνηση. Θα είναι μεν εύθραυστη, αλλά χωρίς πολιτικούς συμβιβασμούς, παρά μόνον με προσωπικές εξυπηρετήσεις. Συμβαίνουν αυτά.
Αν όμως το πρώτο κόμμα, όποιο και αν είναι αυτό, κινηθεί γύρω στους 140 βουλευτές οι επιλογές που έχει μπροστά του είναι δύο. Είτε κυβέρνηση συνεργασίας με προγραμματικές παραχωρήσεις, είτε τρίτες εκλογές.
Έγραψα χθες πως η πολιτική κατάσταση έχει όλα τα χαρακτηριστικά της κινούμενης άμμου. Όχι για το ζήτημα των υποκλοπών -εφ όσον βέβαια δεν υπάρξουν και άλλες αποκαλύψει- όσο για την οικονομική αβεβαιότητα που προκαλεί ανησυχία στα νοικοκυριά και ανατρέπει τον κυβερνητικό οικονομικό προγραμματισμό. Η πρόθεση του πρωθυπουργού για εκλογές στο τέλος της τετραετίας με τον ισχύοντα εκλογικό νόμο είναι δεδομένη, όμως πολλές φορές η πραγματικότητα αλλάζει τους σχεδιασμούς εν όλω ή εν μέρει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου