Έχασε δε την στήριξη του ΚΜΟ των 200 ημερών από τον Μάιο, ενώ οι εισηγμένες στις ΗΠΑ κινεζικές μετοχές έχουν χάσει τους τελευταίους πέντε μήνες 770 δισ. δολάρια.
Οι διαχειριστές κινδύνου αποθαρρύνουν το κυνήγι ευκαιριών, καθώς αρκετές εταιρείες κινδυνεύουν με απώλειες έως και 90% των εσόδων τους εξαιτίας των κρατικών παρεμβάσεων...
Μια από τις κυρίαρχες ειδήσεις της εβδομάδας ήταν και εξακολουθεί να είναι το άγριο sell off των κινεζικών μετοχών που βρέθηκαν στο στόχαστρο μιας σειράς περιοριστικών κανονισμών που επέβαλε το Πεκίνο. Η πίεση των δεικτών σε Χονγκ Κονγκ και Κίνα φαίνεται ότι συντηρεί τη νευρικότητα και στις υπόλοιπες διεθνείς αγορές, με τη Wall Street και τις ευρωπαϊκές αγορές να έχουν χάσει ένα μέρος της δυναμικής τους αυτή την εβδομάδα.
Η Meituan, η NetEase, η Pinduoduo, η Tencent ,η Alibaba ή η JD.com ήταν στο επίκεντρο των πωλήσεων, οι οποίες μπορεί να ξεκίνησαν από τον τεχνολογικό κλάδο, σύντομα όμως επεκτάθηκαν στον εκπαιδευτικό αλλά και σε άλλους τομείς, καθώς οι επενδυτές φοβούνται ότι θα υπάρξουν και άλλοι κλάδοι που θα μπουν στο στόχαστρο των ρυθμιστικών αρχών του Πεκίνου.
Οι διαχειριστές κινδύνου ανησυχούν για το σύνολο των κανονισμών που βγαίνουν, πιέζοντας τους διαχειριστές χαρτοφυλακίου να μειώσουν τις συμμετοχές τους, ακόμη και αν κάποιοι από αυτούς θα προτιμούσαν να εκμεταλλευτούν τη μεγάλη πτώση αναζητώντας επενδυτικές ευκαιρίες. Βλέπετε, το διακύβευμα όπως θα δούμε στη συνέχεια είναι μεγάλο, καθώς κάποιες εταιρείες κινδυνεύουν με απώλειες έως και 90% των εσόδων τους εξαιτίας των κρατικών παρεμβάσεων.
Μια από τις κυρίαρχες ειδήσεις της εβδομάδας ήταν και εξακολουθεί να είναι το άγριο sell off των κινεζικών μετοχών που βρέθηκαν στο στόχαστρο μιας σειράς περιοριστικών κανονισμών που επέβαλε το Πεκίνο. Η πίεση των δεικτών σε Χονγκ Κονγκ και Κίνα φαίνεται ότι συντηρεί τη νευρικότητα και στις υπόλοιπες διεθνείς αγορές, με τη Wall Street και τις ευρωπαϊκές αγορές να έχουν χάσει ένα μέρος της δυναμικής τους αυτή την εβδομάδα.
Η Meituan, η NetEase, η Pinduoduo, η Tencent ,η Alibaba ή η JD.com ήταν στο επίκεντρο των πωλήσεων, οι οποίες μπορεί να ξεκίνησαν από τον τεχνολογικό κλάδο, σύντομα όμως επεκτάθηκαν στον εκπαιδευτικό αλλά και σε άλλους τομείς, καθώς οι επενδυτές φοβούνται ότι θα υπάρξουν και άλλοι κλάδοι που θα μπουν στο στόχαστρο των ρυθμιστικών αρχών του Πεκίνου.
Οι διαχειριστές κινδύνου ανησυχούν για το σύνολο των κανονισμών που βγαίνουν, πιέζοντας τους διαχειριστές χαρτοφυλακίου να μειώσουν τις συμμετοχές τους, ακόμη και αν κάποιοι από αυτούς θα προτιμούσαν να εκμεταλλευτούν τη μεγάλη πτώση αναζητώντας επενδυτικές ευκαιρίες. Βλέπετε, το διακύβευμα όπως θα δούμε στη συνέχεια είναι μεγάλο, καθώς κάποιες εταιρείες κινδυνεύουν με απώλειες έως και 90% των εσόδων τους εξαιτίας των κρατικών παρεμβάσεων.
Η πτώση έχει ξεκινήσει από τον Φεβρουάριο
Η περιπέτεια των κινεζικών τεχνολογικών μετοχών στην ουσία ξεκίνησε εδώ και μήνες όπως αφοπλιστικά αποκαλύπτει το παρακάτω διάγραμμα που αντιπαραβάλλει τον Nasdaq με τον τεχνολογικό δείκτη Hang Seng tech.
Όσον αφορά δε τις εισηγμένες στην αμερικανική αγορά κινεζικές μετοχές, έχουν χάσει τους τελευταίους πέντε μήνες 770 δισ. δολάρια από την αξία τους.
Παρά ταύτα, η επενδυτική κοινότητα κατανόησε το μέγεθος της παρέμβασης μόλις πριν λίγες εβδομάδες, όταν η κινεζική ρυθμιστική αρχή κυβερνοχώρου έδωσε εντολή να αφαιρεθεί η υπηρεσία της DiDi Global, της μεγαλύτερης εταιρείας μίσθωσης διαδρομών στην Κίνα ,από τα καταστήματα εφαρμογών για smartphone στην Κίνα, ισχυριζόμενη ότι η εταιρεία μίσθωσης διαδρομών συλλέγει και χρησιμοποιεί παράνομα τα προσωπικά στοιχεία των πελατών της.
Η ρυθμιστική αρχή ζήτησε από την DiDi, να διορθώσει υφιστάμενα προβλήματα και να ευθυγραμμιστεί με τα εθνικά πρότυπα και τις νομικές απαιτήσεις περί προστασίας της ασφάλειας των προσωπικών πληροφοριών των πελατών της.
Το εντυπωσιακό δε είναι ότι οι ρυθμιστικές αρχές της Κίνας θυμήθηκαν να εντείνουν τους ρυθμιστικούς ελέγχους λίγες μόλις ημέρες μετά το εντυπωσιακό ντεμπούτο της DiDi Global στο ταμπλό της Wall Street, σε μια από τις μεγαλύτερες αρχικές δημόσιες προσφορές της τελευταίας δεκαετίας κατά την οποία η εταιρεία άντλησε το ποσό των 4,4 δισ. δολαρίων.
Μετά τις υψηλές πτήσεις πέριξ μιας κεφαλοποίησης των 75 δισ. δολαρίων -χρηματιστηριακή αξία ανάλογη της Uber και τετραπλάσια της Lyft – η εταιρεία προσγειώθηκε σε μια κεφαλοποίηση πέριξ των 38 δισ. μέσα σε λίγες μόλις ημέρες.
H DiDi δεν είναι η μόνη εταιρεία που βρίσκεται στο μικροσκόπιο των κινεζικών ρυθμιστικών αρχών προκειμένου να περιορίσουν τις αθέμιτες εργασιακές πρακτικές. Μια σειρά κολοσσών όπως η Tencent, η Alibaba ή η JD.com κ.α είδαν τις κεφαλαιοποιήσεις τους να σμιλεύονται επικίνδυνα, καθώς οι επενδυτές συνεχίζουν ν’ ανησυχούν για τη συνεχόμενη καταστολή της Κίνας στις εταιρείες τεχνολογίας.
Domino effect
Στη συνέχεια το Πεκίνο αποφάσισε να αυστηροποιήσει το ρυθμιστικό πλαίσιο και τους ελέγχους στην ακμάζουσα αγορά των κρυπτονομισμάτων, απαγορεύοντας στις χρηματοοικονομικές εταιρείες να διεξάγουν συναλλαγές και ενθαρρύνοντας τις κινεζικές επαρχίες να απαγορεύσουν την εξόρυξη κρυπτονομισμάτων.
H σκυτάλη παραδόθηκε στον κλάδο των φροντιστηρίων, μία από τις πιο αναπτυσσόμενες βιομηχανίες στην Κίνα, που αυτή τη στιγμή απαριθμεί περίπου ένα εκατομμύριο ιδρύματα και δέκα εκατομμύρια εργαζομένους, ενώ η συνολική αποτίμησή της το 2018 έφτανε στα 260 δισεκατομμύρια δολάρια.
Οι πρωτοβουλίες της κυβέρνησης να περιορίσει τον κλάδο διδασκαλίας μετά το σχολείο είχαν σαν αποτέλεσμα οι μετοχές των εκπαιδευτικών εταιρειών-όπως για παράδειγμα η New Oriental Education & Technology Group, η Gaotu Techedu και η TAL Education -να χάσουν το μεγαλύτερο μέρος της αξίας τους μέσα σε λίγες μέρες, μιας και κινδυνεύουν να απωλέσουν έως και το 90% των εσόδων τους.
Στο μάτι του κυκλώνα είναι και πολλοί παγκόσμιοι κολοσσοί, όπως για παράδειγμα η SoftBank ή η Temasek, που έχουν επενδύσει δισεκατομμύρια δολάρια σε κινεζικές startups του συγκεκριμένου κλάδου, εκτοξεύοντας τις ανησυχίες της διαχειριστικής κοινότητας για τον επόμενο κλάδο που θα στοχεύσουν στη συνέχεια η κινεζικές αρχές και το νέο ωστικό κύμα στις αγορές.
Βέβαια πάντα υπάρχουν και οι εξαιρέσεις. Ορισμένες εταιρείες υψηλής τεχνολογίας όπως η Semiconductor Manufacturing International, τις οποίες οι αναλυτές θεωρούν λιγότερο εκτεθειμένες στις κρατικές παρεμβάσεις έχουν προς το παρόν ξεφύγει του ωστικού κύματος των πωλήσεων. Όπως εξαιρετικά επισήμανε ο μακροοικονομικός στρατηγικός της CIBC World Markets στο Χονγκ Κονγκ, Patrick Bennett: «... Εάν αυτά τα ρυθμιστικά μέτρα έχουν πράγματι σχεδιαστεί για τον έλεγχο της ποιότητας και όχι της ποσότητας της ανάπτυξης, νομίζω ότι οι μεσοπρόθεσμες έως μακροπρόθεσμες προοπτικές της αγοράς είναι καλές, αλλά θα μπορούσε να περιλαμβάνει κάποιο βραχυπρόθεσμο «πόνο», όπως αυτός που βλέπουμε τώρα».
Το ερώτημα βέβαια που γεννάται είναι το εξής: ποιος είναι ο αληθινός στόχος των κινεζικών αρχών;
Ανατομία στην καρδιά των κινεζικών παρεμβάσεων
Η έγκριτη εφημερίδα της Σιγκαπούρης THE STRAITS TIMES είχε πρόσφατα ένα εκτεταμένο αφιέρωμα για την παιδεία της Κίνας με εστίαση στην μεγάλη ανισότητα των σχολικών μονάδων ανάμεσα στο Πεκίνο και τη Σαγκάη και ως εκ τούτου στη σημασία της βιομηχανίας των φροντιστηρίων.
Βλέπετε, για τον Κινέζο πολίτη η εκπαίδευση είναι ο βασικός μοχλός της κοινωνικής του ανέλιξης και το εκπαιδευτικό σύστημα είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστικό σε όλες τις βαθμίδες και προσανατολισμένο σε πολύ αυστηρές εξετάσεις. Γι’ αυτό οι γονείς που έχουν τη δυνατότητα, επενδύουν μεγάλα ποσά σε ιδιωτικά φροντιστήρια προκειμένου να διασφαλίσουν την πρόσβαση των παιδιών τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και κατ’ επέκταση σε ένα καλύτερο εργασιακό μέλλον.
Ειδικά σε περιοχές που οι ελλείψεις στο εκπαιδευτικό σύστημα είναι μεγάλες, λόγω της ανεπάρκειας σχολικών αιθουσών ή δασκάλων, η βιομηχανία των φροντιστηρίων ευδοκιμεί. Αρκεί να αναφέρουμε ότι μόνο στην περιοχή του Πεκίνου, το 2019 υπήρχε κενό 28.000 δασκάλων.
Η κινεζική κυβέρνηση αποφάσισε όμως να παρέμβει στην τόσο σημαντική για τους πολίτες αγορά των φροντιστηριακών μαθημάτων, υποχρεώνοντας όλα τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια που προσφέρουν ενισχυτική διδασκαλία μετά το σχολείο να λειτουργούν ως μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί και απαγορεύοντας τη δυνατότητα να αντλούν κεφάλαια μέσα από δημόσιες εγγραφές ή να μετασχηματίζονται σε εταιρείες που αντλούν κεφάλαια από τις κεφαλαιαγορές. Επιπλέον θα θέσει περιορισμούς στις ώρες και τις μέρες που μπορούν να λειτουργήσουν τα φροντιστήρια.
Γιατί όμως το κράτος προβαίνει σε τέτοιες παρεμβάσεις;
Μία από τις επίσημες δικαιολογίες είναι ότι η επιδίωξη των γονιών για είσοδο των παιδιών τους σε καλές πανεπιστημιακές σχολές, έφτασε να αποτελεί ένα μεγάλο οικονομικό αλλά και ψυχολογικό βάρος για την κινεζική οικογένεια.
Η αλήθεια όμως είναι ότι το αληθινό κίνητρο εδράζεται πίσω από τους φόβους του Κομμουνιστικού Κόμματος για αύξηση των ανισοτήτων μέσα στην Κίνα, καθώς τα λιγότερο εύπορα νοικοκυριά δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν για φροντιστηριακά μαθήματα.
Επιπλέον η εμμονή για καλή μόρφωση αποτελεί τροχοπέδη στην αλλαγή της δημογραφικής πολιτικής, σύμφωνα με την οποία η Κίνα επιδιώκει να αντιστρέψει τον κανόνα « ένα παιδί ανά οικογένεια» προκειμένου να αποφύγει τη γήρανση του πληθυσμού και συνεπακόλουθα την οικονομική της επιβράδυνση.
Δίνοντας όμως οι οικογένειες εξαιρετικά μεγάλη έμφαση στην μόρφωση των παιδιών τους, επωμίζονται μεγάλα οικονομικά κόστη τα οποία με τη σειρά τους αποτελούν τροχοπέδη στην απόφαση να προχωρήσουν στη γέννηση και άλλων παιδιών. Αυτός είναι λοιπόν ένας από τους κύριους λόγους των παρεμβάσεων της κινεζικής κυβέρνησης στην αγορά των ιδιωτικών φροντιστηρίων, κάτω από το πρόσχημα πάντα της εξάντλησης των παιδιών.
Σύμφωνα δε με την ανάλυση της THE STRAITS TIMES, άλλος ένας λόγος των παρεμβάσεων είναι ότι αρκετά ιδιωτικά φροντιστηριακά μαθήματα στηρίζονται σε διαδικτυακές πλατφόρμες που χρησιμοποιούν καθηγητές με έδρα στις ΗΠΑ, γεγονός που ενοχλεί τις κινεζικές αρχές.
Προχωρώντας στην καρδιά των παρεμβάσεων και στους τεχνολογικούς κολοσσούς, είναι προφανές ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να διαχειριστεί την αυξανόμενη κοινωνική δυσαρέσκεια απέναντι στην τεράστια εξουσία που έχουν οι τεχνολογικοί γίγαντες της Κίνας, πολλοί από τους οποίους κατηγορούνται ότι υπερεκμεταλλεύονται τους εργαζομένους τους.
Ένα άλλο αγκάθι αφορά τους τεχνολογικούς κολοσσούς που διαχειρίζονται μεγάλους όγκους δεδομένων και διαπραγματεύονται σε ξένα χρηματιστήρια. Η κυβέρνηση της Κίνας φοβάται ότι οι ξένες ελεγκτικές αρχές έχουν τη δυνατότητα να αποκτήσουν πρόσβαση σε αυτά τα δεδομένα, για αυτό και είναι αποφασισμένη να αλλάξει τους κανόνες του παιχνιδιού, υιοθετώντας μια ερμαφρόδιτη στρατηγική που από τη μια θέλει να διατηρήσει ένα στοιχειώδες περιβάλλον ελεύθερης αγοράς για τις κινέζικες επιχειρήσεις, αλλά από την άλλη απαιτεί ολοένα και μεγαλύτερο βαθμό συμμόρφωσης στις κεντρικές κατευθύνσεις της κυβερνητικής πολιτικής.
Κάτω από αυτό το πρίσμα, είναι λογικό πολλοί διαχειριστές να φοβούνται ότι οι περιπέτειες των κινεζικών μετοχών έχουν ακόμα δρόμο μπροστά τους.
Ο ορατός κίνδυνος της μετατόπισης των εφοδιαστικών αλυσίδων στο δυτικό ημισφαίριο
Η πανδημία COVID-19 δεν προκάλεσε πρωτοφανή κρίση μόνο στα συστήματα υγείας, αλλά αποκάλυψε τα τρωτά σημεία της παγκοσμιοποίησης, με επιτομή την παράλυση των εφοδιαστικών αλυσίδων.
Η κρίση στις εφοδιαστικές αλυσίδες είναι αυτή που οδηγεί ολοένα και περισσότερους ομίλους στην απόφαση να αναζητήσουν εναλλακτικές λύσεις για την προμήθεια των απαραίτητων πρώτων υλών, επιφέροντας σημαντικές αλλαγές που θα οδηγήσουν σε ένα νέο επιχειρηματικό περιβάλλον σε όλη την αλυσίδα παραγωγής, διανομής και εμπορίας.
Τα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες της Ασίας, από τις οποίες εξαρτάται άμεσα η Ευρώπη για την προμήθεια μιας πληθώρας προϊόντων, από εκείνα της προσωπικής προστασίας έως τους ημιαγωγούς, ανέδειξαν σε μεγάλο βαθμό την ανάγκη αλλαγής στάσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τη βιομηχανική πολιτική σε ένα σύνολο οικονομικών δραστηριοτήτων, με έμφαση την μετατόπιση των εφοδιαστικών αλυσίδων προς δυσμάς.
Πρόκειται για μια ριζική στροφή από τις πρακτικές της προηγούμενης εικοσαετίας, με όλο και περισσότερους μεγάλους λιανοπωλητές να κατευθύνονται σε μια αλλαγή πολιτικής προμηθειών με στόχο την μείωση της εξάρτησής τους από την Ασία και τον επαναπατρισμό μέρους των παραγωγικών δραστηριοτήτων.
Πολλές ευρωπαϊκές βιομηχανίες έχουν προχωρήσει στον έστω εν μέρει απογαλακτισμό τους από την παραγωγή στην Ασία, με την σουηδική Η&Μ και τον ισπανικό όμιλο Inditex να έχουν κάνει εδώ και μήνες την αρχή. (σ.σ:περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ).
Την σκυτάλη ετοιμάζονται να πάρουν οι ευρωπαϊκές εταιρείες παραγωγής ημιαγωγών. Μάλιστα η ΕΕ στοχεύει σε διπλασιασμό της παραγωγικής της ικανότητας μέχρι το 2030, καταλαμβάνοντας το 20% της παγκόσμιας αγοράς. Πρόκειται για έναν από τους πιο φιλόδοξους στόχους της Ευρώπης προκειμένου ν’ ανταπεξέλθει στον ανταγωνισμό εξ Ανατολάς.
Μια αυτάρκης Αμερική που δεν θα εξαρτάται από τις προμήθειες της Ασίας είναι επίσης το σύνθημα από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Όπως ανέδειξε η στήλη τον Μάιο, η αποδόμηση των σημερινών εφοδιαστικών αλυσίδων μόλις άρχισε και ο χάρτης του εμπορίου θα χαρτογραφηθεί εκ νέου, με νέους εταίρους και νέα εμπορικά μπλοκ.
Ακριβώς αυτό υπηρετεί στην καρδιά του το αμερικανικό νομοσχέδιο Endless Frontier Act. Πρόκειται για ένα νέο πρόγραμμα εφοδιαστικής αλυσίδας και αντιμετώπισης κρίσεων, με επίκεντρο τις ΗΠΑ και δορυφόρους τους παγκόσμιους συμμάχους και εταίρους της. (σ.σ: περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ).
Το ερώτημα βέβαια που αυθόρμητα προκύπτει, είναι ποια είναι θα είναι η θέση και η ισχύς της Ασίας στο νέο εμπορικό κόσμο που αναδύεται. Η στήλη αναρωτιέται αν η αγορά έχει αρχίσει ήδη να κάνει τις προεξοφλήσεις της.
Και επειδή μια εικόνα πολλές φορές ξεπερνάει τις 1.000 λέξεις, παραθέτουμε ένα συγκριτικό διάγραμμα της μητέρας των αγορών, του S&P 500 με τους δύο βασικούς κινεζικούς δείκτες.
Venetimary1@gmail.com
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου