Πέμπτη 20 Ιουλίου 2017

Μάχη ευρωπαϊκών χωρών για προσέλκυση πλουσίων

Στην παροχή γενναιόδωρων φορολογικών κινήτρων για την προσέλκυση φυσικών προσώπων με υψηλά εισοδήματα προχωρούν ολοένα και περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.

Με το βρετανικό θεσμικό πλαίσιο για τους φορολογικούς κατοίκους, του λεγόμενους Non-Doms, να έχει μεταβληθεί επί τα χείρω από τον Απρίλιο και το Βrexit να προστίθεται στην αβεβαιότητα, πληθαίνουν οι προσπάθειες τρίτων χωρών να προσελκύσουν για μετεγκατάσταση ιδιώτες, με μεγάλα διεθνή εισοδήματα, που μέχρι τώρα έμεναν στο Λονδίνο...


Την ίδια ώρα αβεβαιότητα επικρατεί και στην Ελλάδα σχετικά με την μελλοντική φορολογική αντιμετώπιση των υψηλών εισοδημάτων. Μάλιστα η κατάσταση επιτείνεται από το γεγονός ότι και η τρέχουσα φορολογική επιβάρυνση κρίνεται υπερβολική συγκριτικά με άλλες χώρες.
Και κάπως έτσι, η όλη κατάσταση που διαμορφώνεται, βάζει σε ανάλογη διαδικασία μετεγκατάστασης και πολλούς Ελληνες επιχειρηματίες.
Η διαδικασία αυτή δεν είναι καινούργια, πάντως. Ως γνωστόν, Μάλτα, Κύπρος, Ιρλανδία και Λουξεμβούργο, εδώ και χρόνια, έχουν διαμορφώσει φιλικό για τα υψηλά εισοδήματα θεσμικό πλαίσιο διαμονής. Ομως, τώρα, η σχετική προσπάθεια υιοθετείται και από άλλες μεγαλύτερες χώρες όπως η Ολλανδία, η Γαλλία και η Ισπανία. 
Ετσι μετά την Πορτογαλία, αλλά και την Ολλανδία, από φέτος στη σχετική λίστα προστέθηκε και η Ιταλία, μια χώρα του «πυρήνα» στον «ευρωπαϊκό εμφύλιο» πόλεμο της διεκδίκησης των Ultra High Net Worth Individuals (UHNWI), όπως αποκαλούνται εν συντομία από τους τραπεζίτες αυτά τα φυσικά πρόσωπα. Πρόκειται για ιδιώτες με μεγάλα διεθνή εισοδήματα από μετοχές, ομόλογα, ακίνητα, επιχειρήσεις, καταθετικά προϊόντα και άλλες τοποθετήσεις. Η λογική των φορολογικών πολιτικών που υιοθετούνται για να τους προσελκύσουν, εστιάζεται στην κατ’ αποκοπήν ετησία φορολογική τους επιβάρυνση με ένα σταθερό ποσό (Lump Sum) και την απαλλαγή τους από κάθε άλλη υποχρέωση, πλην αυτών που προκύπτουν από τις δραστηριότητές του στο κράτος έδρας.
Τι υιοθέτησε λοιπόν η Ιταλία και έχει ήδη τα πρώτα θετικά αποτελέσματα;
• Επιτρέπει σε πλούσιους ιδιώτες, με μεγάλα διεθνή εισοδήματα, να γίνουν φορολογικοί της κάτοικοι (Non-Doms), πληρώνοντας ετησίως 100.000 ευρώ συν 25.000 ευρώ για κάθε μέλος της οικογένειάς τους.
Επίσης:
• Απαλλάσσονται από κάθε άλλη υποχρέωση φόρου για τα εισοδήματα που έχουν στο εξωτερικό ή εισάγουν στη χώρα.
• Υποχρεούνται μόνο σε κανονική φορολόγηση για την όποια επαγγελματική ή επιχειρηματική δραστηριότητα ασκήσουν στην Ιταλία και τα αποτελέσματά της.
Για να είναι επιλέξιμοι για υπαγωγή σε αυτό το καθεστώς οι ενδιαφερόμενοι πρέπει να είναι ξένοι φορολογικοί κάτοικοι για τα εννιά από τα τελευταία 10 χρόνια. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται όμως και όσοι εύποροι Ιταλοί ζουν στο εξωτερικό. Οσοι ενταχθούν στο ιταλικό non dom καθεστώς θα μπορούν να απολαμβάνουν τα προνόμια αυτού του καθεστώτος για τα επόμενα 15 χρόνια αρχής γενομένης από τη χρήση του 2017.
Το καθεστώς αυτό εμπεριέχει σύμφωνα με τους ειδικούς και πρόνοια κοινωνικής δικαιοσύνης, αφού φέρνει σημαντικότατα φορολογικά έσοδα στη χώρα (π.χ. 200.000 ευρώ για μία τετραμελή οικογένεια), που σε διαφορετική περίπτωση δεν θα εισπράττονταν και οδηγεί σε προστιθέμενη αξία για την οικονομία. Και αυτό διότι οι εύπορες οικογένειες που μετακομίζουν σε αυτές τις χώρες, ως non-doms, δίνουν, για παράδειγμα, ώθηση στην τοπική αγορά ακινήτων, καθώς τα καλά σπίτια γίνονται περιζήτητα, αλλά και στην τοπική κατανάλωση ακόμη και σε είδη υπερπολυτελείας, καθώς και στους τοπικούς παρόχους διαφόρων υπηρεσιών, αναφέρει στην «Κ» στέλεχος μεγάλης συμβουλευτικής εταιρείας.
Αν αναλογιστεί κανείς ότι τα ποσά αυτά που δαπανώνται από τους non doms φορολογούνται τόσο από τους έμμεσους φόρους (ΦΠΑ) όσο και από άμεσους (τον φόρο εισοδήματος που καταβάλλει ο πωλητής των αγαθών και υπηρεσιών), γίνεται άμεσα αντιληπτό γιατί ευυπόληπτες χώρες και όχι «φορολογικοί παράδεισοι» που παραδοσιακά φορολογούσαν υψηλά, δέχονται να απέχουν από τη φορολογία επί των συγκεκριμένων ιδιωτών.
Μπορεί να μην φορολογούν το παγκόσμιο εισόδημά τους, αλλά κάθε ευρώ που δαπανάται στη χώρα υποδοχής αποφέρει πολλαπλά οφέλη. Και αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν και επενδύσεις των Non-doms σε επιχειρηματικές δραστηριότητες εντός Ιταλίας, εν προκειμένω.
Νομικά γραφεία και φορολογικοί σύμβουλοι από την Ιταλία εκτιμούν πως εκατοντάδες εύποροι Ιταλοί από τη Βρετανία, τις ΗΠΑ αλλά και την Ασία, που επί χρόνια ζουν εκεί, θα επιλέξουν να γυρίσουν στην πατρίδα τους χωρίς να ανησυχούν για ενδεχόμενες τεράστιες ετήσιες φορολογικές επιβαρύνσεις από τα διεθνή εισοδήματά τους. Και με βάση τους πρώτους μήνες εφαρμογής του καθεστώτος, οι ενδιαφερόμενοι είναι πολλοί...
Το αυτογκόλ της Αγγλίας και οι νέοι «παίκτες»
Για τους γνωρίζοντες, η κλιμακούμενη έξοδος εύπορων ξένων από το Λονδίνο προς τρίτες χώρες δεν είναι αποτέλεσμα του Βrexit. Αυτό σίγουρα επιτείνει την τάση, αλλά δεν είναι η βασική αιτία. Η πραγματική ρίζα του προβλήματος βρίσκεται αλλού:
Η βρετανική κυβέρνηση, πριν από ακριβώς δύο χρόνια και συγκεκριμένα τον Ιούλιο του 2015, αποφάσισε να καταργήσει –αρχής γενομένης από τον Απρίλιο του 2017– το ευνοϊκό καθεστώς φορολόγησης των ξένων που διαμένουν στο νησί, τους λεγόμενους non doms. Η απόφαση προβλέπει ότι θα φορολογεί πλέον όσους ζουν εκεί τα 15 από τα 20 τελευταία χρόνια με τους συντελεστές που φορολογούνται όλοι οι Βρετανοί υπήκοοι. Και κάπως έτσι βάζει τέλος σε ένα καθεστώς δεκαετιών.
Οπως σημειώνουν πηγές με βαθιά γνώση του θέματος, «η Αγγλία υιοθέτησε το καθεστώς των non doms από τον μεσοπόλεμο και μετά, επιδιώκοντας να προσελκύσει εταιρείες που φέρνουν ξένο συνάλλαγμα, ώστε να αποπληρώσει τις μεγάλες υποχρεώσεις που της δημιούργησαν οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι».
Το πλαίσιο αυτό οδήγησε στο Λονδίνο πολλούς, μεταξύ άλλων και Ελληνες, εφοπλιστές, ενώ τις προηγούμενες δεκαετίες έγινε μεγάλη χρήση του ιδιότυπου καθεστώτος και από ευκατάστατος Ρώσους, Κινέζους και όχι μόνο. Ουσιαστικά όλοι πλήρωναν έναν κατ’ αποκοπήν ετήσιο φόρο και μια επιπλέον μικρή συγκριτικά επιβάρυνση για τα κεφάλαια που εισήγαγαν από τις διεθνείς δραστηριότητές τους για προσωπική χρήση.
Το τέλος
Τώρα αυτό τελείωσε. Αποτέλεσμα; Πολλοί έχουν ήδη φύγει προς περισσότερο φιλόξενες φορολογικά και θεσμικά χώρες, συμπεριλαμβανομένων της Ελβετίας, της Πορτογαλίας και εσχάτως και της Ιταλίας. Δεν είναι λίγοι, πλέον, στο Ηνωμένο Βασίλειο εκείνοι που μιλούν για «αυτογκόλ». Τώρα, η βρετανική κυβέρνηση πρέπει να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα: να αντιμετωπίσει αυτό το πρόβλημα σε συνθήκες αβεβαιότητας για το μέλλον εν μέσω αβέβαιων διαπραγματεύσεων για την έξοδο της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Για πολλούς, το βρετανικό καθεστώς των non doms ήταν αυτό που κατέστησε το Λονδίνο παγκόσμια μητρόπολη του επιχειρείν και κοσμοπολίτικη πρωτεύουσα της Ευρώπης. Τώρα πια, όμως, έχει να αντιμετωπίσει όχι μόνον τον παραδοσιακό ανταγωνιστή της, τη Νέα Υόρκη, αλλά και νέα μητροπολιτικά κέντρα από την Ασία: η Σαγκάη και η Σιγκαπούρη επιλέγονται από ολοένα και περισσότερους εύπορους ιδιώτες με διεθνή εισοδήματα και δραστηριότητες ως πόλεις μόνιμης εγκατάστασης.
Παράλληλα οι περιφερειακοί ανταγωνιστές, όπως το Μονακό και η Κύπρος, κερδίζουν συνεχώς φορολογικούς κατοίκους. Το ίδιο ισχύει και με το ανερχόμενο Ντουμπάι.
Και πόλεις στο παιχνίδι
Ορισμένες πόλεις, όπως το Ρότερνταμ στην Ολλανδία και το Βανκούβερ στον Καναδά, υιοθετούν ακόμα πιο στοχευμένες πολιτικές. Οι δύο συγκεκριμένες, όπως όμως και πολλές άλλες, έχουν τα τελευταία λίγα χρόνια εισαγάγει συγκεκριμένα κίνητρα και πολιτικές για την προσέλκυση ναυτιλιακών επιχειρήσεων. Η δε Λεμεσός στην Κύπρο γνωρίζει αλματώδη οικονομική και οικιστική ανάπτυξη από τον συνδυασμό παροχής φορολογικών κινήτρων τόσο σε επιχειρήσεις όσο και στους βασικούς τους μετόχους.
Καταφέρνουν, έτσι, όλοι οι παραπάνω και να αυξάνουν τα φορολογικά τους έσοδα –που σε διαφορετική περίπτωση δεν θα είχαν, ούτε θα φαντάζονταν για την ακρίβεια–, αλλά και να καρπώνονται τις επενδυτικές και καταναλωτικές δαπάνες των προσώπων που προσελκύουν.
Και το επιτυγχάνουν αυτό με τη συναίνεση των πολιτών τους, οι οποίοι βλέπουν τα υψηλά εφάπαξ ετήσια έσοδα που καταβάλλουν οι non doms ως κοινωνικά δίκαια και εθνικά επωφελή. Κι έτσι, ο θεσμός λειτουργεί πολλαπλασιαστικά από πολλές απόψεις και σε διαφορετικά μέτωπα.
Αναδίπλωση Βρετανών
Οι Βρετανοί έχοντας αντιληφθεί πλέον το κόστος της απόφασής τους του 2015, που ανέτρεψε το καθεστώς των non doms, σκοπεύουν να αναθεωρήσουν τις πρόνοιές του. «Μελετούμε την επέκταση του προγράμματος διευκόλυνσης επιχειρηματικών επενδύσεων (Business Investment Relief), ώστε να ενθαρρύνουμε την εισροή επενδύσεων και ταλέντου», αποκάλυψε προ ολίγων ημερών στην «Κ» ο Βρετανός υπουργός Ναυτιλίας Τζον Χέις. Μπορεί, όμως, και να κινδυνεύουν να έχουν χάσει το συγκεκριμένο τρένο.
Η απειλή για την Ελλάδα και τον αφελληνισμό της ναυτιλίας
Στην Ελλάδα η προσπάθεια προσέλκυσης ξένων φορολογικών κατοίκων βρίσκεται μάλλον σε εμβρυϊκό στάδιο. Για την ακρίβεια, επικεντρώνεται στο καθεστώς της «χρυσής βίζας» για μη Ευρωπαίους πολίτες. Δηλαδή, τη χορήγηση βίζας σε όσους αγοράζουν ακίνητα αξίας άνω των 250.000 ευρώ.
Ομως η πολιτική αυτή έχει περιορισμένη επιτυχία: Μέχρι σήμερα, έχουν εκδοθεί περί τις 1.800 βίζες, κι αυτό γιατί υπάρχει έντονος ανταγωνισμός από άλλες μεσογειακές χώρες, ενώ ο θεσμός υπονομεύτηκε και από την περιρρέουσα οικονομική και πολιτική αστάθεια των τελευταίων ετών. Εσχάτως καταβάλλονται κάποιες προσπάθειες να επεκταθεί το καθεστώς χορήγησης βίζας και σε όσους τοποθετούνται στην ελληνική ομολογιακή και χρηματιστηριακή αγορά. Ωστόσο, οι προσπάθειες αυτές ακόμα δεν έχουν νομοθετηθεί.
Αλλά την ίδια ώρα που –έστω με αυτά τα περιορισμένα κίνητρα– καταβάλλεται προσπάθεια προσέλκυσης εύπορων ξένων, απειλείται η παραμονή των Ελλήνων υψηλής αξίας για την οικονομία.
Αυτή την εβδομάδα δημοσιεύτηκε η πρώτη έρευνα που ενισχύει τους φόβους για ενδεχόμενη έξοδο ελληνικών ναυτιλιακών επιχειρήσεων από τη χώρα, εξαιτίας της αβεβαιότητας που προκαλεί η παρατεταμένη διερεύνηση του ελληνικού θεσμικού πλαισίου για την ποντοπόρο από τις υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Πολλοί είναι εκείνοι που φοβούνται ότι δεν θα καταλήξει σε κάτι καλό.
Ειδικότερα μία στις δύο (το 56% των ερωτηθέντων) ελληνικές ναυτιλιακές επιχειρήσεις δηλώνει σε μεγάλη έρευνα της Ernst & Young (ΕΥ), με θέμα «Επανατοποθετώντας την Ελλάδα ως διεθνές ναυτιλιακό κέντρο», πως θα εξέταζε μετεγκατάσταση των λειτουργιών διαχείρισης πλοίων εκτός Ελλάδας.
Οι βασικές αιτίες;
α) Το φορολογικό πλαίσιο που ισχύει σήμερα (84%) και
β) το ρυθμιστικό περιβάλλον (64%).
Αυτοί είναι οι βασικοί παράγοντες που θα οδηγούσαν σε μια τέτοια κρίσιμη απόφαση, σύμφωνα με την έρευνα της Ε&Υ.
«Βλέπουν» Σιγκαπούρη
Η Σιγκαπούρη, το Λονδίνο και το Ντουμπάι αναδεικνύονται ως οι πλέον ελκυστικοί εναλλακτικοί προορισμοί. Τρεις στους τέσσερις ερωτηθέντες θεωρούν μάλιστα ότι η Σιγκαπούρη θα αναδειχθεί στο κορυφαίο ναυτιλιακό κέντρο παγκοσμίως στα επόμενα δέκα χρόνια. Η Κύπρος φαίνεται, επίσης, να αποτελεί μια ανταγωνιστική επιλογή, σε μικρή απόσταση από την Ελλάδα.
Η αβεβαιότητα που προκαλεί η οικονομική κρίση, αλλά και οι συνεχείς αλλαγές στο ρυθμιστικό πλαίσιο των επιχειρήσεων, δημιουργούν ένα μη ανταγωνιστικό περιβάλλον για τις ναυτιλιακές και τις σχετικές με τη ναυτιλία επιχειρήσεις, αναφέρει η E.Y. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, «οι πρόσφατες πρωτοβουλίες που έχουν ληφθεί από άλλες χώρες (π.χ. Κύπρος, Σιγκαπούρη), προκειμένου να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητά τους στον τομέα της ναυτιλίας, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μετεγκατάσταση των ναυτιλιακών εταιρειών από τον Πειραιά».
Παράλληλα, απειλές θεωρούνται κατά την έκθεση της Ε.Υ. και το φορολογικό καθεστώς για τις εγκατεστημένες στην Ελλάδα ναυτιλιακές και η «επανάπαυση της πολιτείας και η έλλειψη πολιτικής δέσμευσης» όπως και η «απουσία μιας σαφούς στρατηγικής για την προώθηση του ναυτιλιακού πλέγματος». Καθόλου αμελητέες αιτίες δηλαδή, τόσο στη μία όσο και στην άλλη περίπτωση.

Δεν υπάρχουν σχόλια: