Σε μια συγκυρία βαθύτατης κρίσης του ελληνισμού, αναγκαία προϋπόθεση για να συνεχίσουμε να υπάρχουμε ως αυτόνομο έθνος, είναι ο απολογισμός της ιστορικής μας πορείας.
Μπορούμε να αντικρύσουμε το ίδιο μας το μέλλον μόνον εφ’ όσον έχουμε συνείδηση και γνώση της ιστορικής μας διαδρομής...
Διακόσια χρόνια μετά την Επανάσταση του ’21, και σχεδόν εκατό χρόνια μετά το 1922 η ανεξαρτησία μας κινδυνεύει να ακυρωθεί. Και όχι μόνο εξ αιτίας της επανεμφάνισης του νεοθωμανισμού, και της υποταγής μας στην δυτική αποικιοκρατία, αλλά και μέσα από την στάση μεγάλου μέρους των ελίτ της χώρας που υποστηρίζουν πως θα πρέπει η ιστορική μας μνήμη να λοβοτομηθεί, και εν τέλει να πάψουμε να αντιστεκόμαστε.
Σήμερα, η Τουρκία, επιχειρεί να αναιρέσει τις κατακτήσεις του 1821, επανεντάσσοντας τον ελληνισμό ως υποτελή στον νεοθωμανικό χώρο. Από την Κύπρο έως την Θράκη και το Αιγαίο, ο ελληνισμός απειλείται στις τελευταίες του εστίες. Και την ίδια στιγμή η Δύση μας έχει εξαντλήσει οικονομικά και πνευματικά και επιχειρεί να μας μεταβάλει σε ένα απλό σύνορο με την Οθωμανική Ανατολή. Έτσι έγινε και παλιότερα. Προηγήθηκαν οι Φράγκοι το 1204 και ακολούθησαν οι Τούρκοι το 1453.
Απέναντι σε αυτές τις απειλές, ιδιαίτερα μετά το 2000, στα πλαίσια ενός παρασιτικού «εξευρωπαϊσμού», που κατέρρευσε με πάταγο το 2009, επιχειρήθηκε μια σταδιακή αλλά καθολική αναθεώρηση της νεοελληνικής ιστορίας, η οποία συνεχίζεται και σήμερα από τη Μαρία Ρεπούση, έως τον Αντώνη Λιάκο, και τη Σία Αναγνωστοπούλου, με αποκορύφωμα την απόρριψη της γενοκτονίας των Ποντίων δύο χρόνια πριν από τον Νίκο Φίλη και τις προσπάθειες κυριολεκτικής εξαφάνισης της ιστορίας μας από τα σχολικά βιβλία. Θεμελιώδης επιδίωξη τους είναι η απόρριψη της συνέχειας και του αγωνιστικού ήθους του ελληνικού έθνους.
Αναζητώντας λοιπόν λύση στα αποπνικτικά αδιέξοδα, στα οποία έχουμε περιπέσει, με ευθύνη του συνόλου του πολιτικού συστήματος, αλλά και ενός μεγάλου μέρους των διανοουμένων και του πνευματικού κόσμου, είμαστε υποχρεωμένοι, ως έθνος, να ξανασκύψουμε στην ιστορία μας: Συρρικνωνόμαστε δημογραφικά και γεωγραφικά· πιεζόμαστε από τις μεγάλες μεταναστευτικές μετακινήσεις λαών πολύ απόμακρων πολιτιστικά από εμάς· είμαστε κατεστραμμένοι οικονομικά, καταπτοημένοι και απογοητευμένοι. Δεν διαθέτουμε πλέον τίποτε άλλο για να ξανασηκωθούμε, παρά την μεγάλη ιστορική μας διαδρομή. Οι Έλληνες παραμένουν ένα μεγάλο ιστορικό έθνος. Αν αφαιρεθεί και αυτό, τότε δεν έχουμε άλλη λύση παρά την υποταγή και την ιστορική εξαφάνιση.
Ο Ποντιακός ελληνισμός αποτελεί ένα προνομιακό τμήμα του ελληνισμού από όλες τις απόψεις.
Πρώτον, διότι υπέστησαν μια πρωτοφανή γενοκτονία και διώξεις χωρίς προηγούμενο. Σφαγιάστηκαν και κυνηγήθηκαν από τους Τούρκους από την εποχή των Βαλκανικών πολέμων μέχρι τον οριστικό εξανδραποδισμό τους το 1922.
Δεύτερον διότι υπέστησαν αναρίθμητες διώξεις και εκτοπίσεις στο εσωτερικό της Σοβιετικής Ένωσης, και
τρίτον διότι βίωσαν την προσφυγιά και αναρίθμητες ταλαιπωρίες στην ίδια τους την πατρίδα, αντιμετωπίζοντας ακόμα και έναν εκτεταμένο αντιποντιακό ρατσισμό. Και όμως αντιστάθηκαν αποφασιστικά και ένοπλα τις τουρκικές διώξεις… από το 1453 μέχρι το 1922.
Για όλους αυτούς τους λόγους διατηρούν μια ισχυρή ταυτότητα που τους μεταβάλει σε αιχμή του δόρατος ενάντια σε κάθε προσπάθεια λοβοτόμησης της ιστορικής μας συνείδησης και εκ νέου επιβολής της νεοθωμανικής Τουρκίας.
Γι’ αυτό και παραμένει ζωντανή, τόσο η πολιτιστική τους ταυτότητα (τραγούδια, χοροί) όσο και η συλλογική τους συνείδηση. Γι’ αυτό και αποτελούν προνομιακό στόχο των κάθε είδους εθνομηδενιστών. Γι’ αυτό και πρέπει και μπορούν να αποτελέσουν την πρωτοπορία του αγώνα για επαναεθνικοποίηση της πολιτικής και πνευματικής μας ζωής. Οι Πόντιοι δεν αποτελούν απλώς ένα κομμάτι του ελληνισμού, αλλά θυμίζουν σε όλους τους υπόλοιπους Έλληνες «ποιοι είναι τι τους πρέπει».
Υ.Γ. Ο Κωνσταντίνος Καβάφης, το 1921, έγραψε το ποίημα «Πάρθεν», εμπνευσμένο από το δημοτικό τραγούδι του Πόντου, που συμβόλιζε γι’ αυτόν πιο ριζικά, πιο αυθεντικά, τον «καημό της ρωμιοσύνης».
Πάρθεν
Αὐτὲς τὲς μέρες διάβαζα δημοτικὰ τραγούδια,
γιὰ τ᾿ ἆθλα τῶν κλεφτῶν καὶ τοὺς πολέμους,
πράγματα συμπαθητικά· δικά μας, Γραικικά.
Διάβαζα καὶ τὰ πένθιμα γιὰ τὸν χαμὸ τῆς Πόλης
«Πῆραν τὴν Πόλη, πῆραν την· πῆραν τὴν Σαλονίκη». [ ]
Ὅμως ἀπ᾿ τ᾿ ἄλλα πιὸ πολὺ μὲ ἄγγιξε τὸ ᾆσμα
τὸ Τραπεζούντιον μὲ τὴν παράξενή του γλώσσα
καὶ μὲ τὴν λύπη τῶν Γραικῶν τῶν μακρυνῶν ἐκείνων
ποὺ ἴσως ὅλο πίστευαν ποὺ θὰ σωθοῦμε ἀκόμη.
Μὰ ἀλοίμονον μοιραῖον πουλὶ «ἀπαὶ τὴν Πόλην ἔρται»
μὲ στὸ «φτερούλιν ἀθε χαρτὶν περιγραμμένον
κι οὐδὲ στὴν ἄμπελον κονεύ᾿ μηδὲ στὸ περιβόλι
ἐπῆγεν καὶ ἐκόνεψεν στοῦ κυπαρίσ᾿ τὴν ρίζαν».
Οἱ ἀρχιερεῖς δὲν δύνανται (ἢ δὲν θέλουν) νὰ διαβάσουν
«Χέρας υἱὸς Γιανίκας ἔν» αὐτὸς τὸ παίρνει τὸ χαρτί,
καὶ τὸ διαβάζει κι ὀλοφύρεται.
«Σίτ᾿ ἀναγνῶθ᾿ σίτ᾿ ἀνακλαῖγ᾿ σίτ᾿ ἀνακροῦγ᾿ τὴν κάρδιαν.
Ν᾿ ἀοιλλὴ ἐμᾶς νὰ βάϊ ἐμᾶς ἡ Ρωμανία πάρθεν».
Στο δημοτικό τραγούδι του Πόντου, Ἕλλενος-οι, δεν είναι μόνον ο Κωνσταντίνος Παλιολόγος ως εμβληματική φυσιογνωμία αλλά και οι ίδιοι οι αγωνιζόμενοι Πόντιοι=Έλληνες.
Η μάνα του νέου από την Τραπεζούντα προστάζει τον γιο της να πάρει τα όπλα και να παλέψει ενάντια στους Τούρκους:
–Ἔπαρ’ υιέ μ’ την σπάθην σου, τ’ Ελλένικον κοντάρι σ’
δέβ’ ἀτουνούς, σκόρπισον ἀτ’ς σὰν ἄνεμος τὰ φύλλα.
του Γιώργου Καραμπελιά
* Αναδημοσίευση από το Περιοδικό «Άρδην».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου