Όλοι οι πρωθυπουργοί, τα τελευταία 25 χρόνια ήταν σημαντικά καλύτεροι από τα κόμματά τους.
Δηλαδή ο «πρωθυπουργικός» μέσος όρος σε ικανότητες, συμπεριφορά, διαχειριστική επάρκεια και όραμα υπερείχε κατά πολύ από τον αντίστοιχο μέσο όρο του πολιτικού προσωπικού των κυβερνητικών κομμάτων... Και ο Σημίτης ήταν καλύτερος από το ΠΑΣΟΚ της εποχής του και ο Καραμανλής από τη «δική του» ΝΔ και ο Σαμαράς από την επόμενη ΝΔ. Το ίδιο ισχύει και για τους τελευταίους πρωθυπουργούς, τον Αλέξη Τσίπρα και τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Γιατί έχει πολιτική αξία σήμερα αυτή η σχεδόν εμπειρική παρατήρηση;
Δηλαδή ο «πρωθυπουργικός» μέσος όρος σε ικανότητες, συμπεριφορά, διαχειριστική επάρκεια και όραμα υπερείχε κατά πολύ από τον αντίστοιχο μέσο όρο του πολιτικού προσωπικού των κυβερνητικών κομμάτων... Και ο Σημίτης ήταν καλύτερος από το ΠΑΣΟΚ της εποχής του και ο Καραμανλής από τη «δική του» ΝΔ και ο Σαμαράς από την επόμενη ΝΔ. Το ίδιο ισχύει και για τους τελευταίους πρωθυπουργούς, τον Αλέξη Τσίπρα και τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Γιατί έχει πολιτική αξία σήμερα αυτή η σχεδόν εμπειρική παρατήρηση;
Γιατί τόσο ο Μητσοτάκης όσο και ο Τσίπρας αναζητούν έναν τρόπο διαφυγής από την κακοδαιμονία των κομμάτων τους, ο ένας με ένα νέου τύπου μοντέλο διακυβέρνησης, το λεγόμενο «επιτελικό κράτος» και ο άλλος με ένα καινούργιο μοντέλο αντιπολίτευσης, το οποίο για να είμαστε ακριβείς ακόμη παραμένει αντικείμενο έρευνας. Η πρόθεσή του όμως είναι σαφής.
Ο Μητσοτάκης και η ΝΔ
Τι κάνει ο Μητσοτάκης;
Ο Μητσοτάκης και η ΝΔ
Τι κάνει ο Μητσοτάκης;
Επιχειρεί με ένα χειρουργικό «μπάι πας» να υπερβεί τα βαρίδια και τις παθογένειες της ΝΔ.
Αξιοποιώντας στην κυβέρνηση πολλά πρόσωπα που δεν έχουν καμμιά σχέση πολιτική και ιστορική με τη ΝΔ. Επιβάλλοντας, στη συνέχεια, ένα συγκεντρωτικό σύστημα διακυβέρνησης με κέντρο το Μαξίμου και μια ομοιογενή ηγετική ομάδα με στόχο να αποφύγει όσο είναι δυνατόν τις γκέλες και τις αστοχίες των υπουργών.
Ο στόχος είναι να μην «καταπιούν» τη διακυβέρνηση οι ανεπάρκειες και οι παθογένειες της παραδοσιακής ΝΔ.
Αν θα το καταφέρει είναι ένα στοίχημα. Πάντως διαλέγει μια ρηξικέλευθη συνταγή σε ένα δίλημμα που ταλάνισε σχεδόν όλους τους προηγούμενους ενοίκους του Μεγάρου Μαξίμου.
Τα κόμματα-βαρίδια
Ολοι οι τελευταίοι πρωθυπουργοί διέθεταν καθαρή αντίληψη για τα κόμματά τους. Οτι αποτελούσαν κόμματα-βαρίδια, με χαμηλής ποιότητας πολιτικό προσωπικό, με στελέχη «ιδρυματισμένα» και χωρίς ίχνος πολιτικής αυτονομίας.
Ο στόχος είναι να μην «καταπιούν» τη διακυβέρνηση οι ανεπάρκειες και οι παθογένειες της παραδοσιακής ΝΔ.
Αν θα το καταφέρει είναι ένα στοίχημα. Πάντως διαλέγει μια ρηξικέλευθη συνταγή σε ένα δίλημμα που ταλάνισε σχεδόν όλους τους προηγούμενους ενοίκους του Μεγάρου Μαξίμου.
Τα κόμματα-βαρίδια
Ολοι οι τελευταίοι πρωθυπουργοί διέθεταν καθαρή αντίληψη για τα κόμματά τους. Οτι αποτελούσαν κόμματα-βαρίδια, με χαμηλής ποιότητας πολιτικό προσωπικό, με στελέχη «ιδρυματισμένα» και χωρίς ίχνος πολιτικής αυτονομίας.
Επιπλέον ένα πολιτικό προσωπικό, βαριά επιβαρυμένο από δυο επικίνδυνες πολιτικές ασθένειες: Την εξάρτηση από το κράτος και το πελατειακό σύστημα και τη διαπλοκή με μικρά ή μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα.
Ολοι οι τελευταίοι πρωθυπουργοί έβλεπαν ότι μια καλή διακυβέρνηση ήταν το πιο σύντομο ανέκδοτο με βάση το παραδοσιακό κομματικό σύστημα. Ολοι επιχείρησαν να αλλάξουν τα κόμματά τους και είτε εγκατέλειψαν τις αλλαγές στη μέση του δρόμου είτε τις ακύρωσαν γιατί έβλεπαν στο βάθος του δρόμου τον κομματικό «Μινώταυρο».
Κορυφαίο παράδειγμα ο Κώστας Σημίτης, ο οποίος τη βραδιά της εκλογικής νίκης του ΠΑΣΟΚ το 2000 μονολογούσε ότι «με αυτό το ΠΑΣΟΚ δεν πρόκειται να ξανακερδίσουμε τις εκλογές». Επιχείρησε να αλλάξει τα πράγματα μετά την κρίση του ασφαλιστικού το 2001 και τελικά τα άφησε όλα στη μέση. Με αποτέλεσμα να χάσει την πρωθυπουργία και μεγάλο μέρος από την υστεροφημία του.
Ακόμη και ο -αλεργικός σε τολμηρές κινήσεις- Κώστας Καραμανλής είχε πλήρη συνείδηση ότι «η ΝΔ είναι ένα φθαρμένο προϊόν». Αντί λοιπόν να επιχειρήσει βαθιές αλλαγές κατέληξε ο ίδιος, παρά τις σημαντικές ικανότητές του, να αποτελεί σήμερα στην κοινή γνώμη ένα από τα πιο φθαρμένα πρόσωπα της μεταπολίτευσης.
Ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιχειρεί μια θεαματική παράκαμψη της ΝΔ. Χρησιμοποιεί όσο το δυνατόν περισσότερο μη κομματικό πολιτικό προσωπικό και ο ίδιος χτίζει ένα προσωπικό πολιτικό κεφάλαιο, διακριτό και αποστασιοποιημένο από την ταμπέλα του κλασικού νεοδημοκράτη πρωθυπουργού.
Ολοι οι τελευταίοι πρωθυπουργοί έβλεπαν ότι μια καλή διακυβέρνηση ήταν το πιο σύντομο ανέκδοτο με βάση το παραδοσιακό κομματικό σύστημα. Ολοι επιχείρησαν να αλλάξουν τα κόμματά τους και είτε εγκατέλειψαν τις αλλαγές στη μέση του δρόμου είτε τις ακύρωσαν γιατί έβλεπαν στο βάθος του δρόμου τον κομματικό «Μινώταυρο».
Κορυφαίο παράδειγμα ο Κώστας Σημίτης, ο οποίος τη βραδιά της εκλογικής νίκης του ΠΑΣΟΚ το 2000 μονολογούσε ότι «με αυτό το ΠΑΣΟΚ δεν πρόκειται να ξανακερδίσουμε τις εκλογές». Επιχείρησε να αλλάξει τα πράγματα μετά την κρίση του ασφαλιστικού το 2001 και τελικά τα άφησε όλα στη μέση. Με αποτέλεσμα να χάσει την πρωθυπουργία και μεγάλο μέρος από την υστεροφημία του.
Ακόμη και ο -αλεργικός σε τολμηρές κινήσεις- Κώστας Καραμανλής είχε πλήρη συνείδηση ότι «η ΝΔ είναι ένα φθαρμένο προϊόν». Αντί λοιπόν να επιχειρήσει βαθιές αλλαγές κατέληξε ο ίδιος, παρά τις σημαντικές ικανότητές του, να αποτελεί σήμερα στην κοινή γνώμη ένα από τα πιο φθαρμένα πρόσωπα της μεταπολίτευσης.
Ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιχειρεί μια θεαματική παράκαμψη της ΝΔ. Χρησιμοποιεί όσο το δυνατόν περισσότερο μη κομματικό πολιτικό προσωπικό και ο ίδιος χτίζει ένα προσωπικό πολιτικό κεφάλαιο, διακριτό και αποστασιοποιημένο από την ταμπέλα του κλασικού νεοδημοκράτη πρωθυπουργού.
Με τη μέθοδο Μητσοτάκη παρουσιάζεται η εξής πολιτική ιδιοτυπία: Η ΝΔ κυβερνά, αλλά ταυτόχρονα δεν κυβερνά απολύτως.
Το project είναι βέβαιο ότι έχει ενδιαφέρον ως απάντηση στην πραγματικότητα της παρακμής των κομμάτων, αλλά δημιουργεί και κινδύνους.
Το project είναι βέβαιο ότι έχει ενδιαφέρον ως απάντηση στην πραγματικότητα της παρακμής των κομμάτων, αλλά δημιουργεί και κινδύνους.
Σε μια πιθανή πολιτική κρίση στο μέλλον, όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα χρειασθεί όλο το «βάρος» της ΝΔ για να την αντιμετωπίσει δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα την έχει στη διάθεσή του. Αλλά, όπως και στη ζωή, έτσι και στην πολιτική όλα τα δυνατά στοιχήματα έχουν ρίσκο…
Από την άλλη πλευρά, ο Αλέξης Τσίπρας δείχνει να «σέβεται» τον ΣΥΡΙΖΑ πολύ περισσότερο απ΄ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης τη ΝΔ. Με αποτέλεσμα να κινδυνεύει ο ΣΥΡΙΖΑ να «κατασπαράξει» το δικό του πολιτικό κεφάλαιο. Να αναγνωρίσουμε ότι είναι πολύ πιο εύκολη η αλλαγή και ο μετασχηματισμός για ένα «κόμμα της δεξιάς» παρά για ένα κόμμα που προέρχεται από την αριστερά. Για τα πρώτα, οι μηχανισμοί της εξουσίας λειτουργούν καταλυτικά και καθοριστικά. Για τα δεύτερα, οι παραδόσεις, οι ιδεολογικές παρακαταθήκες και οι ιστορικοί μύθοι πολλές φορές στοιχίζονται μπροστά ως «φράγματα» στις αλλαγές.
Μια ματιά στην αντίπερα όχθη, δηλαδή στην παρακαμπτήριο μέθοδο που χρησιμοποιεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης για να διαχειρισθεί τα βαρίδια της ΝΔ δεν θα ήταν άσκοπη για τον Αλέξη Τσίπρα.
Από την άλλη πλευρά, ο Αλέξης Τσίπρας δείχνει να «σέβεται» τον ΣΥΡΙΖΑ πολύ περισσότερο απ΄ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης τη ΝΔ. Με αποτέλεσμα να κινδυνεύει ο ΣΥΡΙΖΑ να «κατασπαράξει» το δικό του πολιτικό κεφάλαιο. Να αναγνωρίσουμε ότι είναι πολύ πιο εύκολη η αλλαγή και ο μετασχηματισμός για ένα «κόμμα της δεξιάς» παρά για ένα κόμμα που προέρχεται από την αριστερά. Για τα πρώτα, οι μηχανισμοί της εξουσίας λειτουργούν καταλυτικά και καθοριστικά. Για τα δεύτερα, οι παραδόσεις, οι ιδεολογικές παρακαταθήκες και οι ιστορικοί μύθοι πολλές φορές στοιχίζονται μπροστά ως «φράγματα» στις αλλαγές.
Μια ματιά στην αντίπερα όχθη, δηλαδή στην παρακαμπτήριο μέθοδο που χρησιμοποιεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης για να διαχειρισθεί τα βαρίδια της ΝΔ δεν θα ήταν άσκοπη για τον Αλέξη Τσίπρα.
Με την αναγκαία υποσημείωση από την ιστορική εμπειρία πως ότι δεν αλλάζει πεθαίνει…
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΑΛΕΦΑΝΤΟΣ
01/08/2021 08:18
Πηγή: iefimerida.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου