«Η ομιλία μιας ξένης γλώσσας βελτιώνει τη λειτουργικότητα του εγκεφάλου προκαλώντας τον να αναγνωρίσει, να διαπραγματευτεί το νόημα και να επικοινωνήσει σε διαφορετικά γλωσσικά συστήματα»
Η τραγική επίθεση στην Αμερική της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 είχε μια θετική συνέπεια. Πολλοί Αμερικανοί συνειδητοποίησαν πόσο συνδεδεμένη ήταν η ζωή τους με αυτές των ανθρώπων σε όλο τον κόσμο και είδαν ότι συχνά δεν κατανοούσαν τις ελπίδες και τους φόβους των ανθρώπων αυτών. Μερικοί υπέβαλαν, με μια αίσθηση πατριωτισμού, αίτηση για να μπουν στο διπλωματικό σώμα ή τις υπηρεσίες πληροφοριών. Κάποιοι άλλοι αποφάσισαν να μάθουν ξένες γλώσσες. Ο αριθμός των φοιτητών που σπουδάζουν αραβικά στο πανεπιστήμιο αυξήθηκε. Όμως, έκτοτε, έχει υπάρξει μια διάσπαση προσοχής. Η πιο πρόσφατη έρευνα στην Αμερική από τον Σύλλογο Σύγχρονης Γλώσσας (Modern Language Association) κατέγραψε μείωση 9,2% στην εγγραφή σε μαθήματα ξένων γλωσσών πανεπιστημιακού επιπέδου μεταξύ 2013 και 2016.
Αυτό πολύ πιθανόν οφείλεται στην παγκόσμια άνοδο των Αγγλικών. Εάν συνομιλήσετε με Ευρωπαίους διαφορετικών ηλικιών, εμφανίζεται ένα μοτίβο τριών γενεών. Οι γηραιότεροι, εάν μιλούν αγγλικά, το κάνουν με έντονη προφορά και γραμματικά λάθη. Οι μεσήλικες, ειδικά σε μέρη όπως η Σκανδιναβία ή η Ολλανδία, έχουν ελαφριά προφορά και καμιά φορά μπερδεύουν κάποιο ιδίωμα. Οι νέοι συχνά ντροπιάζουν τους μεγαλύτερους. Μιλούν με αμερικάνικες προφορές που φαινομενικά θα μπορούσαν να έχουν υιοθετήσει από τη σειρά «Friends» - αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν έχουν την προφορά αυτή από κάτι τόσο «πρωτόγονο» όσο μια παλιομοδίτικη σειρά στην τηλεόραση. Ο ατελείωτος χρόνος στο Youtube και το live gaming έχει κάνει τα αγγλικά να φαίνονται λιγότερο σαν μια ξένη γλώσσα και περισσότερο σαν μια ακόμα δική τους.
Όλα αυτά τα δεδομένα είναι λογικό να κάνουν τους νέους στις αγγλόφωνες χώρες να αναρωτηθούν γιατί πρέπει να μπουν στον κόπο να μάθουν γαλλικά ή ισπανικά στο σχολείο. Γιατί να αντέξουν αυτή την τόσο κουραστική ενδιάμεση φάση όταν μαθαίνεις μια καινούργια γλώσσα, όπου έχεις μεν κάποια γνώση αλλά δεν έχεις εμπειρία - εάν το αμήχανο αποτέλεσμα που βγαίνει από το στόμα σου είναι πιθανό να αντιμετωπιστεί με μια απάντηση σε άψογα αγγλικά; Η πραγματική ευφράδεια είναι πολύτιμη, όπως θα το βεβαιώσει περήφανα όποιος έχει ιδρώσει για να το πετύχει. Αλλά η ημιμάθεια, το τυπικό αποτέλεσμα πολλών μαθημάτων, φαίνεται όλο και περισσότερο περιττή.
Ωστόσο, υπάρχουν αρκετοί καλοί λόγοι για να επιμείνουμε στη εκμάθηση γλωσσών στα σχολεία και τα πανεπιστήμια.
Πρώτον, όποιος σχεδιάζει να μετακομίσει σε άλλη χώρα ή επικοινωνεί τακτικά με κάποιον από άλλη χώρα είτε για λόγους εργασίας ή άλλους, εξακολουθεί να επωφελείται εξαιρετικά από σχεδόν κάθε είδους εξοικείωση με τη γλώσσα αυτή. Δεν υπάρχει τρόπος να γνωρίσετε πραγματικά ένα μέρος χωρίς να μπορείτε να μιλήσετε στοιχειωδώς ή να παρακολουθήσετε λίγο τηλεόρασή στον τόπο αυτό. Δεύτερον, ακόμη και αν η επαφή σας με τον εν λόγω πολιτισμό είναι μόνο περιστασιακή, οι προσπάθειές σας να χρησιμοποιήσετε τη γλώσσα του θα εκτιμηθούν πολύ - τουλάχιστον από τους ηλικιωμένους κατοίκους, οι οποίοι μπορεί να σας κοροϊδέψουν γιατί υποθέτετε ότι όλοι είναι πρόθυμοι να μιλούν αγγλικά.
Οι ξένες γλώσσες έχουν επίσης μια πνευματική αξία από μόνες τους - ακόμα κι αν δεν επισκεφτείτε ποτέ την εν λόγω χώρα. Τα λατινικά και τα ελληνικά θεωρούνταν για αιώνες εκπαίδευση για το μυαλό. Το ίδιο ισχύει και για τη βαθιά και ενδελεχή γνώση οποιασδήποτε ξένης γλώσσας. Και η προσπάθεια που σχετίζεται με την ομιλία σε μια ξένη γλώσσα μας κάνει να επιβραδύνουμε και να αναλογιστούμε τι λέτε και γιατί. Ερευνητές διαπίστωσαν μάλιστα ότι οι άνθρωποι παίρνουν πιο ορθολογικές αποφάσεις όταν μιλούν άλλη γλώσσα.
Πέρα από τα ατομικά οφέλη, οι οικονομίες του 21ου αιώνα εξακολουθούν να χρειάζονται άτομα που μπορούν να λειτουργούν και να μιλούν άπταιστα στο εξωτερικό. Ακριβώς όπως η καθολική μαθηματική εκπαίδευση δημιουργεί μια μεγάλη πηγή δυνητικών μηχανικών, η ευρεία διδασκαλία γλωσσών κάνει το ίδιο για στελέχη επιχειρήσεων, διπλωμάτες, στρατιώτες και κατασκόπους. Το να μιλάς μια άλλη γλώσσα δεν είναι απλώς μια ευγενική πράξη προς άλλους. Μεγάλο μέρος του οφέλους εξακολουθεί να απονέμεται σε όσους εργάζονται - και στις κοινωνίες που τους υποστηρίζουν. Ενώ ο αριθμός των ανθρώπων που μιλούν αγγλικά συνεχίζει να αυξάνεται, οι αγγλόφωνες χώρες που μειώνουν τον προϋπολογισμό για τις ξένες γλώσσες φαίνεται να μένουν πίσω.
Διάφορες μελέτες έχουν ανακαλύψει ότι η ομιλία δύο ή περισσότερων γλωσσών είναι ένα μεγάλο πλεονέκτημα στη γνωστική διαδικασία. Ο εγκέφαλος των δίγλωσσων ανθρώπων λειτουργεί διαφορετικά από τους ομιλητές μιας γλώσσας και αυτές οι διαφορές προσφέρουν αρκετά ψυχικά οφέλη. Η ομιλία μιας ξένης γλώσσας βελτιώνει τη λειτουργικότητα του εγκεφάλου προκαλώντας τον να αναγνωρίσει, να διαπραγματευτεί το νόημα και να επικοινωνήσει σε διαφορετικά γλωσσικά συστήματα. Αυτή η ικανότητα ενισχύει την ικανότητά να διαπραγματευτούμε το νόημα και σε άλλες εργασίες επίλυσης προβλημάτων.
Τα πολύγλωσσα άτομα, ειδικά τα παιδιά, μπορούν να εναλλάσσονται μεταξύ δύο συστημάτων ομιλίας, γραφής και δομής. Σύμφωνα με μια μελέτη από το Pennsylvania State University, αυτή η ικανότητα τους καθιστά καλούς multitaskers (που μπορούν να κάνουν διαφορετικά πράγματα ταυτόχρονα), επειδή μπορούν εύκολα να εναλλάσσονται μεταξύ διαφορετικών δομών. Σε μια μελέτη, οι συμμετέχοντες χρησιμοποίησαν προσομοιωτή οδήγησης ενώ έκαναν ξεχωριστές δραστηριότητες ταυτόχρονα που τους αποσπούσαν την προσοχή. Η έρευνα βρήκε ότι οι άνθρωποι που μιλούσαν περισσότερες από μία γλώσσες έκαναν λιγότερα λάθη στην οδήγησή τους.
Έχουν διεξαχθεί αρκετές μελέτες (τις οποίες μπορείτε να βρείτε στο περιοδικό «Trends in Cognitive Sciences») σχετικά με αυτό το θέμα και τα αποτελέσματα είναι συνεπή. Για τους μονόγλωσσους ενήλικες, η μέση ηλικία για τα πρώτα σημάδια άνοιας είναι τα 71,4. Για ενήλικες που μιλούν δύο ή περισσότερες γλώσσες, η μέση ηλικία για αυτά τα πρώτα σημάδια είναι 75,5. Οι μελέτες εξέτασαν παράγοντες όπως το επίπεδο εκπαίδευσης, το επίπεδο εισοδήματος, το φύλο και τη σωματική υγεία, αλλά τα αποτελέσματα ήταν συνεπή.
Οι εκπαιδευτικοί παρομοιάζουν συχνά τον εγκέφαλο με έναν μυ, επειδή λειτουργεί καλύτερα με την άσκηση. Η εκμάθηση μιας γλώσσας περιλαμβάνει την απομνημόνευση κανόνων και λεξιλογίου, τα οποία βοηθούν στην ενίσχυση αυτού του πνευματικού «μυός». Αυτή η άσκηση βελτιώνει τη συνολική μνήμη, πράγμα που σημαίνει ότι οι ομιλητές πολλών γλωσσών είναι καλύτεροι στο να θυμούνται λίστες ή ακολουθίες. Μελέτες δείχνουν ότι οι δίγλωσσοι άνθρωποι θυμούνται καλύτερα λίστες για ψώνια, ονόματα και οδηγίες.
Μια μελέτη από το Πανεπιστήμιο Pompeu Fabra της Ισπανίας αποκάλυψε ότι οι πολύγλωσσοι άνθρωποι είναι καλύτεροι στο να παρατηρούν το περιβάλλον τους, να επικεντρώνονται σε πληροφορίες που έχουν ουσία και είναι σχετικές με αυτό και να «αγνοούν» τις άσχετες. Είναι επίσης καλύτεροι στο να εντοπίζουν παραπλανητικές πληροφορίες.
Τέλος, σύμφωνα με μελέτη του Πανεπιστημίου του Σικάγο (University of Chicago), οι δίγλωσσοι άνθρωποι τείνουν να λαμβάνουν πιο ορθολογικές αποφάσεις. Όλες οι γλώσσες περιέχουν μικρές διαφορές ή νοηματικές «χροιές» στο λεξιλόγιό τους, και αυτές οι προκαταλήψεις μπορεί υποσυνείδητα να επηρεάσουν την κρίση μας. Οι δίγλωσσοι είναι πιο σίγουροι για τις επιλογές τους αφού σκεφτούν ένα θέμα ή μια απόφαση και στη δεύτερη γλώσσα τους και δουν ότι τα αρχικά τους συμπεράσματα εξακολουθούν να ισχύουν.
Υπάρχουν αμέτρητα άρθρα και μελέτες που απαριθμούν τα οφέλη (μακροχρόνια και μη) της εκμάθησης μιας ξένης γλώσσας, και ενώ τα περισσότερα ομολογουμένως έρχονται με την επίτευξη της ευφράδειας ή πολύ καλής γνώσης αυτής της γλώσσας, η όλη διαδικασία μάθησης και ανακάλυψης μιας διαφορετικής κουλτούρας και ενός άλλου τρόπου σκέψης και έκφρασης αδιαμφησβήτητα έχει μόνο πλεονεκτήματα για αυτούς που το επιχειρούν.
Οι ξένες γλώσσες έχουν επίσης μια πνευματική αξία από μόνες τους - ακόμα κι αν δεν επισκεφτείτε ποτέ την εν λόγω χώρα. Τα λατινικά και τα ελληνικά θεωρούνταν για αιώνες εκπαίδευση για το μυαλό. Το ίδιο ισχύει και για τη βαθιά και ενδελεχή γνώση οποιασδήποτε ξένης γλώσσας. Και η προσπάθεια που σχετίζεται με την ομιλία σε μια ξένη γλώσσα μας κάνει να επιβραδύνουμε και να αναλογιστούμε τι λέτε και γιατί. Ερευνητές διαπίστωσαν μάλιστα ότι οι άνθρωποι παίρνουν πιο ορθολογικές αποφάσεις όταν μιλούν άλλη γλώσσα.
Πέρα από τα ατομικά οφέλη, οι οικονομίες του 21ου αιώνα εξακολουθούν να χρειάζονται άτομα που μπορούν να λειτουργούν και να μιλούν άπταιστα στο εξωτερικό. Ακριβώς όπως η καθολική μαθηματική εκπαίδευση δημιουργεί μια μεγάλη πηγή δυνητικών μηχανικών, η ευρεία διδασκαλία γλωσσών κάνει το ίδιο για στελέχη επιχειρήσεων, διπλωμάτες, στρατιώτες και κατασκόπους. Το να μιλάς μια άλλη γλώσσα δεν είναι απλώς μια ευγενική πράξη προς άλλους. Μεγάλο μέρος του οφέλους εξακολουθεί να απονέμεται σε όσους εργάζονται - και στις κοινωνίες που τους υποστηρίζουν. Ενώ ο αριθμός των ανθρώπων που μιλούν αγγλικά συνεχίζει να αυξάνεται, οι αγγλόφωνες χώρες που μειώνουν τον προϋπολογισμό για τις ξένες γλώσσες φαίνεται να μένουν πίσω.
Διάφορες μελέτες έχουν ανακαλύψει ότι η ομιλία δύο ή περισσότερων γλωσσών είναι ένα μεγάλο πλεονέκτημα στη γνωστική διαδικασία. Ο εγκέφαλος των δίγλωσσων ανθρώπων λειτουργεί διαφορετικά από τους ομιλητές μιας γλώσσας και αυτές οι διαφορές προσφέρουν αρκετά ψυχικά οφέλη. Η ομιλία μιας ξένης γλώσσας βελτιώνει τη λειτουργικότητα του εγκεφάλου προκαλώντας τον να αναγνωρίσει, να διαπραγματευτεί το νόημα και να επικοινωνήσει σε διαφορετικά γλωσσικά συστήματα. Αυτή η ικανότητα ενισχύει την ικανότητά να διαπραγματευτούμε το νόημα και σε άλλες εργασίες επίλυσης προβλημάτων.
Τα πολύγλωσσα άτομα, ειδικά τα παιδιά, μπορούν να εναλλάσσονται μεταξύ δύο συστημάτων ομιλίας, γραφής και δομής. Σύμφωνα με μια μελέτη από το Pennsylvania State University, αυτή η ικανότητα τους καθιστά καλούς multitaskers (που μπορούν να κάνουν διαφορετικά πράγματα ταυτόχρονα), επειδή μπορούν εύκολα να εναλλάσσονται μεταξύ διαφορετικών δομών. Σε μια μελέτη, οι συμμετέχοντες χρησιμοποίησαν προσομοιωτή οδήγησης ενώ έκαναν ξεχωριστές δραστηριότητες ταυτόχρονα που τους αποσπούσαν την προσοχή. Η έρευνα βρήκε ότι οι άνθρωποι που μιλούσαν περισσότερες από μία γλώσσες έκαναν λιγότερα λάθη στην οδήγησή τους.
Έχουν διεξαχθεί αρκετές μελέτες (τις οποίες μπορείτε να βρείτε στο περιοδικό «Trends in Cognitive Sciences») σχετικά με αυτό το θέμα και τα αποτελέσματα είναι συνεπή. Για τους μονόγλωσσους ενήλικες, η μέση ηλικία για τα πρώτα σημάδια άνοιας είναι τα 71,4. Για ενήλικες που μιλούν δύο ή περισσότερες γλώσσες, η μέση ηλικία για αυτά τα πρώτα σημάδια είναι 75,5. Οι μελέτες εξέτασαν παράγοντες όπως το επίπεδο εκπαίδευσης, το επίπεδο εισοδήματος, το φύλο και τη σωματική υγεία, αλλά τα αποτελέσματα ήταν συνεπή.
Οι εκπαιδευτικοί παρομοιάζουν συχνά τον εγκέφαλο με έναν μυ, επειδή λειτουργεί καλύτερα με την άσκηση. Η εκμάθηση μιας γλώσσας περιλαμβάνει την απομνημόνευση κανόνων και λεξιλογίου, τα οποία βοηθούν στην ενίσχυση αυτού του πνευματικού «μυός». Αυτή η άσκηση βελτιώνει τη συνολική μνήμη, πράγμα που σημαίνει ότι οι ομιλητές πολλών γλωσσών είναι καλύτεροι στο να θυμούνται λίστες ή ακολουθίες. Μελέτες δείχνουν ότι οι δίγλωσσοι άνθρωποι θυμούνται καλύτερα λίστες για ψώνια, ονόματα και οδηγίες.
Μια μελέτη από το Πανεπιστήμιο Pompeu Fabra της Ισπανίας αποκάλυψε ότι οι πολύγλωσσοι άνθρωποι είναι καλύτεροι στο να παρατηρούν το περιβάλλον τους, να επικεντρώνονται σε πληροφορίες που έχουν ουσία και είναι σχετικές με αυτό και να «αγνοούν» τις άσχετες. Είναι επίσης καλύτεροι στο να εντοπίζουν παραπλανητικές πληροφορίες.
Τέλος, σύμφωνα με μελέτη του Πανεπιστημίου του Σικάγο (University of Chicago), οι δίγλωσσοι άνθρωποι τείνουν να λαμβάνουν πιο ορθολογικές αποφάσεις. Όλες οι γλώσσες περιέχουν μικρές διαφορές ή νοηματικές «χροιές» στο λεξιλόγιό τους, και αυτές οι προκαταλήψεις μπορεί υποσυνείδητα να επηρεάσουν την κρίση μας. Οι δίγλωσσοι είναι πιο σίγουροι για τις επιλογές τους αφού σκεφτούν ένα θέμα ή μια απόφαση και στη δεύτερη γλώσσα τους και δουν ότι τα αρχικά τους συμπεράσματα εξακολουθούν να ισχύουν.
Υπάρχουν αμέτρητα άρθρα και μελέτες που απαριθμούν τα οφέλη (μακροχρόνια και μη) της εκμάθησης μιας ξένης γλώσσας, και ενώ τα περισσότερα ομολογουμένως έρχονται με την επίτευξη της ευφράδειας ή πολύ καλής γνώσης αυτής της γλώσσας, η όλη διαδικασία μάθησης και ανακάλυψης μιας διαφορετικής κουλτούρας και ενός άλλου τρόπου σκέψης και έκφρασης αδιαμφησβήτητα έχει μόνο πλεονεκτήματα για αυτούς που το επιχειρούν.
Ελένη Χελιώτη
*Με στοιχεία από The Economist και The Telegraph
athensvoice.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου