- Τα σχέδια για ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής παραγωγής
- Πώς θα επηρεαστεί η Ελλάδα
Ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι εκτιμήσεις ότι αυτή η στρατηγικού χαρακτήρα αντιπαράθεση θα διαρκέσει επί μακρόν και η «απειλή» επανεκλογής του Ντόναλντ Τραμπ, που θα... αναδείξει τις αρνητικές συνέπειες της αμυντικής εξάρτησης της Ε.Ε. από την ομπρέλα των ΗΠΑ, αφυπνίζουν την Ε.Ε. που επιχειρεί να κάνει ένα σημαντικό βήμα για την Ευρωπαϊκή Αμυνα, με τη νέα Ευρωπαϊκή Αμυντική Βιομηχανική Στρατηγική (EDIS).
Οι εξελίξεις στο ουκρανικό μέτωπο τα τελευταία δύο χρόνια και οι ρωγμές που προκαλεί στη διατλαντική συνεργασία η ευαλωτότητά τους από πολιτικές αλλαγές στην Ουάσινγκτον έχει οδηγήσει σε βαθύ προβληματισμό στη Γηραιά Ηπειρο για την ανάπτυξη του Αμυντικού Βραχίονα της Ε.Ε. ως μέσου και για τη «Στρατηγική Αυτονομία» της Ε.Ε. Διότι εάν η Ε.Ε. θέλει να διεκδικεί ρόλο στα παγκόσμια πράγματα και τον παγκόσμιο ανταγωνισμό με τη Ρωσία, την Κίνα, αλλά και τις ΗΠΑ, δεν μπορεί να το κάνει χωρίς ισχυρό αμυντικό βραχίονα και κοινή εξωτερική πολιτική.
Στο πλαίσιο του σχεδιασμού θα δρομολογηθεί η συγκρότηση μιας ομάδας υψηλού επιπέδου για την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία που θα συμβάλλει στον συντονισμό των προμηθειών και του προγραμματισμού. Η ομάδα αυτή θα διαμορφώσει έργα κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος και τα χρηματοδοτικά προγράμματα, για ένα δίκτυο δυνατοτήτων κυβερνοάμυνας, καθώς και ολοκληρωμένα ευρωπαϊκά συστήματα αεροπορικής και πυραυλικής άμυνας.
Ο στόχος είναι αυτό το σχέδιο να οδηγήσει σε ένα ταμείο 100 δισ. ευρώ για την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία και τους εξοπλισμούς και το μεγάλο ερώτημα είναι βεβαίως τα χρηματοδοτικά εργαλεία. Η Κομισιόν κάλεσε την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) να αλλάξει την πολιτική της ώστε να μπορέσει να χρηματοδοτήσει αμυντικά έργα.
Με συνολικό ισολογισμό 544 δισ. ευρώ, η ΕΤΕπ είναι ο μεγαλύτερος πολυμερής χρηματοπιστωτικός οργανισμός στον κόσμο, οι κανόνες λειτουργίας της όμως δεν επιτρέπουν τη χρηματοδότηση παραγωγής πυρομαχικών και όπλων ή υποδομών για στρατιωτική χρήση.
Η Κομισιόν συζήτησε επίσης τη δυνατότητα να αξιοποιηθούν τα κέρδη από τα δεσμευμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία για τη χρηματοδότηση αγοράς όπλων για την Ουκρανία στο πλαίσιο του EDIP, αλλά για μια τέτοια κίνηση θα πρέπει να υπάρξει απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και να ληφθεί υπόψη επίσης η απειλή της Ρωσίας ότι θα αντιδράσει σε κάθε προσπάθεια «σφετερισμού» των περιουσιακών στοιχείων που έχουν δεσμευθεί. Οι προτάσεις από τη Γαλλία και άλλα κράτη-μέλη για την έκδοση Ευρωπαϊκών Αμυντικών Ομολόγων (European Defense Funds) απορρίπτονται προς το παρόν από τη Γερμανία.
Εξαιρετικά σημαντική είναι η πρόβλεψη για την ενίσχυση και μικρομεσαίων αμυντικών βιομηχανιών και εταιρειών και η ενσωμάτωσή τους στο Ευρωπαϊκό Ταμείο για την «Επιτάχυνση μετασχηματισμού των αλυσίδων εφοδιασμού στον τομέα της Αμυνας» (Fund to Accelerate Defence Supply Chains Transformation -FAST).
Το ευρωπαϊκό εγχείρημα, ωστόσο, απαιτεί λεπτές ισορροπίες ώστε να μη διαταραχθεί ο βασικός πυλώνας συλλογικής -διατλαντικής άμυνας που είναι το ΝΑΤΟ. Και ο γ.γ. της Συμμαχίας αλλά και αρκετοί Ευρωπαίοι παράγοντες δηλώνουν ότι η πρωτοβουλία αυτή θα είναι συμβατή με τις δομές του ΝΑΤΟ και θα λειτουργεί συμπληρωματικά για την ενίσχυσή του, καθώς και οι περισσότερες χώρες της Ε.Ε. αποτελούν μέλη της Συμμαχίας. Το 2023 στο Βίλνιους οι ηγέτες του ΝΑΤΟ συμφώνησαν σε ένα σχέδιο δράσης για την αμυντική παραγωγή για την ενίσχυση της κοινής ικανότητας προμηθειών και παραγωγής και οι ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες θα πρέπει να είναι συμβατές.
Ο μεγάλος χαμένος εφόσον ευοδωθεί το ευρωπαϊκό σχέδιο δεν θα είναι άλλος από τις μεγάλες αμυντικές βιομηχανίες των ΗΠΑ, που σήμερα έχουν τη μερίδα του λέοντος στα εξοπλιστικά προγράμματα των χωρών-μελών της Ε.Ε., αν και στο ορατό μέλλον θα συνεχίσουν εταιρείες όπως οι Lockheed Martin, Boeing, GE, Raytheon κ.ά. να διατηρούν αυτή την ισχυρή θέση στις προμήθειες εξοπλισμών στις ευρωπαϊκές χώρες.
Από το βήμα του συνεδρίου του Μονάχου για την Ασφάλεια στα μέσα Φεβρουαρίου, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είχε θίξει το κρίσιμο για την Ευρωπαϊκή Ασφάλεια και Αμυνα θέμα της ανυπαρξίας κοινής προσέγγισης στους εξοπλισμούς και στον κατακερματισμό των προμηθειών από τις ευρωπαϊκές χώρες.
ΕΑΒ και ΕΑΣ
Ο Ελληνας πρωθυπουργός είχε επισημάνει την ανάγκη εξορθολογισμού της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας και να «λάβουμε στρατηγικές αποφάσεις για το πού θα κατευθύνουμε τους πόρους μας, δεν μπορεί να υπάρχουν 6 και 7 διαφορετικοί προμηθευτές οπλικών συστημάτων στην Ευρώπη» και επεσήμανε ότι πρέπει να «διασφαλίσουμε πως η αμυντική μας βιομηχανία θα προσαρμοστεί στις νέες γεωπολιτικές προκλήσεις και στον νέο τρόπο με τον οποίο διεξάγονται πλέον οι πολεμικές αναμετρήσεις ανά τον κόσμο».
Για την Ελλάδα η νέα Ευρωπαϊκή Αμυντική Βιομηχανική Στρατηγική (EDIS) είναι εξαιρετικά σημαντική, καθώς συμπίπτει με το δύσκολο έργο που έχει αναληφθεί από την ηγεσία του ΥΕΘΑ και τον Νίκο Δένδια για την επιβίωση και ανασυγκρότηση των δύο παραδοσιακών πυλώνων της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας των ΕΑΣ και της ΕΑΒ. Τα ΕΑΣ για χρόνια βρίσκονται σε δραματική κατάσταση και ουσιαστικά χωρίς αντικείμενο και μόνο με την αυξημένη ζήτηση βλημάτων 155 χιλιοστών στον πόλεμο της Ουκρανίας επιχειρείται η «ανάστασή» τους με την επαναλειτουργία του γομωτηρίου έπειτα από σχεδόν τρεις δεκαετίες. Επίσης, δραματική κατάσταση επικρατεί και στην ΕΑΒ, η οποία, αν και πιστοποιημένη, δεν έχει κατορθώσει τα τελευταία χρόνια να εκπληρώσει βασικές υποχρεώσεις που αφορούν τη συντήρηση και επισκευή των C-130.
Με το νέο ευρωπαϊκό πρόγραμμα υπάρχει η δυνατότητα πλέον να αναζητηθεί χρηματοδότηση, αλλά και να αποκτηθεί μερίδιο αγοράς σε ένα μελλοντικό ευρωπαϊκό κοινό σύστημα αμυντικών προμηθειών.
Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν ήταν από τους πρώτους που μίλησαν για τη Στρατηγική Αυτονομία της Ευρώπης, που θα είναι ουσιαστικά η ικανότητα της Ευρωπαϊκής Ενωσης να μην εξαρτάται υπερβολικά από τις Ηνωμένες Πολιτείες, να υπερασπίζεται την Ευρώπη, και να ενεργεί στρατιωτικά στην ευρύτερη γειτονιά της για τους στρατηγικούς σκοπούς της, ανεξάρτητη από την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ.
Με τον πόλεμο στην Ουκρανία να βρίσκεται στο κατώφλι της Ε.Ε., η Κομισιόν πρότεινε την Τρίτη ένα σχέδιο 1,5 δισ. ευρώ που θα αποτελέσει τη «μαγιά» για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής παραγωγής με την προώθηση κοινών στρατιωτικών προμηθειών μεταξύ των κρατών-μελών.
Η νέα αυτή στρατηγική που δρομολογεί την εκ βάθρων αναμόρφωση της αμυντικής βιομηχανίας της Ε.Ε. στοχεύει στο να πειστούν χώρες-μέλη να προμηθεύονται όπλα μαζί και να περιοριστεί η αγορά όπλων από τις ΗΠΑ και άλλες τρίτες αγορές, να υπάρξει ασφάλεια εφοδιασμού, χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών αμυντικών βιομηχανιών ώστε να μπορούν να επιβιώσουν και σε περιπτώσεις μείωσης της ζήτησης και φυσικά τον περιορισμό της γραφειοκρατίας για τα ευρωπαϊκά αμυντικά έργα κοινού ενδιαφέροντος. Η πρωτοβουλία αυτή συνιστά την εγκατάλειψη μιας στρατηγικής των τελευταίων δεκαετιών που η Ευρώπη στηρίχθηκε στην προστατευτική ασπίδα των ΗΠΑ μέσω του ΝΑΤΟ, ενώ οι δικές της αμυντικές δαπάνες έχουν μειωθεί, με τις ανάγκες που προέκυψαν από τον πόλεμο στην Ουκρανία να φέρνουν στο φως τις δραματικές αδυναμίες στις δυνατότητες κατασκευής όπλων στην Ευρώπη.
Δραματικά αποτελέσματα
Η πολυδιάσπαση, ο εθνοκεντρικός χαρακτήρας λήψης αποφάσεων για προμήθειες οπλικών συστημάτων, η υποστήριξη από τις μεγάλες χώρες των δικών τους εθνικών βιομηχανιών και ο κατακερματισμός οδηγεί σε δραματικά αποτελέσματα. Σύμφωνα με έκθεση του Ευρωκοινοβουλίου, το 2019, το κόστος από την επικάλυψη στην πολιτική ασφάλειας και άμυνας μεταξύ των «27» φτάνει ετησίως τα 22 δισ. ευρώ.
Το πρόγραμμα θα προσφέρει κίνητρα για κοινές προμήθειες από τα κράτη-μέλη στην αμυντική βιομηχανία της Ε.Ε., εκτός των άλλων με την απαλλαγή από τον ΦΠΑ και με ενίσχυση από τον κοινό προϋπολογισμό, αλλά θα προσφέρει και οικονομική στήριξη για την ενίσχυση της αμυντικής-βιομηχανικής ικανότητας της Ευρώπης.
Με τον πόλεμο στην Ουκρανία να βρίσκεται στο κατώφλι της Ε.Ε., η Κομισιόν πρότεινε την Τρίτη ένα σχέδιο 1,5 δισ. ευρώ που θα αποτελέσει τη «μαγιά» για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής παραγωγής με την προώθηση κοινών στρατιωτικών προμηθειών μεταξύ των κρατών-μελών.
Η νέα αυτή στρατηγική που δρομολογεί την εκ βάθρων αναμόρφωση της αμυντικής βιομηχανίας της Ε.Ε. στοχεύει στο να πειστούν χώρες-μέλη να προμηθεύονται όπλα μαζί και να περιοριστεί η αγορά όπλων από τις ΗΠΑ και άλλες τρίτες αγορές, να υπάρξει ασφάλεια εφοδιασμού, χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών αμυντικών βιομηχανιών ώστε να μπορούν να επιβιώσουν και σε περιπτώσεις μείωσης της ζήτησης και φυσικά τον περιορισμό της γραφειοκρατίας για τα ευρωπαϊκά αμυντικά έργα κοινού ενδιαφέροντος. Η πρωτοβουλία αυτή συνιστά την εγκατάλειψη μιας στρατηγικής των τελευταίων δεκαετιών που η Ευρώπη στηρίχθηκε στην προστατευτική ασπίδα των ΗΠΑ μέσω του ΝΑΤΟ, ενώ οι δικές της αμυντικές δαπάνες έχουν μειωθεί, με τις ανάγκες που προέκυψαν από τον πόλεμο στην Ουκρανία να φέρνουν στο φως τις δραματικές αδυναμίες στις δυνατότητες κατασκευής όπλων στην Ευρώπη.
Δραματικά αποτελέσματα
Η πολυδιάσπαση, ο εθνοκεντρικός χαρακτήρας λήψης αποφάσεων για προμήθειες οπλικών συστημάτων, η υποστήριξη από τις μεγάλες χώρες των δικών τους εθνικών βιομηχανιών και ο κατακερματισμός οδηγεί σε δραματικά αποτελέσματα. Σύμφωνα με έκθεση του Ευρωκοινοβουλίου, το 2019, το κόστος από την επικάλυψη στην πολιτική ασφάλειας και άμυνας μεταξύ των «27» φτάνει ετησίως τα 22 δισ. ευρώ.
Το πρόγραμμα θα προσφέρει κίνητρα για κοινές προμήθειες από τα κράτη-μέλη στην αμυντική βιομηχανία της Ε.Ε., εκτός των άλλων με την απαλλαγή από τον ΦΠΑ και με ενίσχυση από τον κοινό προϋπολογισμό, αλλά θα προσφέρει και οικονομική στήριξη για την ενίσχυση της αμυντικής-βιομηχανικής ικανότητας της Ευρώπης.
Στο πλαίσιο του σχεδιασμού θα δρομολογηθεί η συγκρότηση μιας ομάδας υψηλού επιπέδου για την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία που θα συμβάλλει στον συντονισμό των προμηθειών και του προγραμματισμού. Η ομάδα αυτή θα διαμορφώσει έργα κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος και τα χρηματοδοτικά προγράμματα, για ένα δίκτυο δυνατοτήτων κυβερνοάμυνας, καθώς και ολοκληρωμένα ευρωπαϊκά συστήματα αεροπορικής και πυραυλικής άμυνας.
Ο στόχος είναι αυτό το σχέδιο να οδηγήσει σε ένα ταμείο 100 δισ. ευρώ για την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία και τους εξοπλισμούς και το μεγάλο ερώτημα είναι βεβαίως τα χρηματοδοτικά εργαλεία. Η Κομισιόν κάλεσε την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) να αλλάξει την πολιτική της ώστε να μπορέσει να χρηματοδοτήσει αμυντικά έργα.
Με συνολικό ισολογισμό 544 δισ. ευρώ, η ΕΤΕπ είναι ο μεγαλύτερος πολυμερής χρηματοπιστωτικός οργανισμός στον κόσμο, οι κανόνες λειτουργίας της όμως δεν επιτρέπουν τη χρηματοδότηση παραγωγής πυρομαχικών και όπλων ή υποδομών για στρατιωτική χρήση.
Η Κομισιόν συζήτησε επίσης τη δυνατότητα να αξιοποιηθούν τα κέρδη από τα δεσμευμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία για τη χρηματοδότηση αγοράς όπλων για την Ουκρανία στο πλαίσιο του EDIP, αλλά για μια τέτοια κίνηση θα πρέπει να υπάρξει απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και να ληφθεί υπόψη επίσης η απειλή της Ρωσίας ότι θα αντιδράσει σε κάθε προσπάθεια «σφετερισμού» των περιουσιακών στοιχείων που έχουν δεσμευθεί. Οι προτάσεις από τη Γαλλία και άλλα κράτη-μέλη για την έκδοση Ευρωπαϊκών Αμυντικών Ομολόγων (European Defense Funds) απορρίπτονται προς το παρόν από τη Γερμανία.
Εξαιρετικά σημαντική είναι η πρόβλεψη για την ενίσχυση και μικρομεσαίων αμυντικών βιομηχανιών και εταιρειών και η ενσωμάτωσή τους στο Ευρωπαϊκό Ταμείο για την «Επιτάχυνση μετασχηματισμού των αλυσίδων εφοδιασμού στον τομέα της Αμυνας» (Fund to Accelerate Defence Supply Chains Transformation -FAST).
Το ευρωπαϊκό εγχείρημα, ωστόσο, απαιτεί λεπτές ισορροπίες ώστε να μη διαταραχθεί ο βασικός πυλώνας συλλογικής -διατλαντικής άμυνας που είναι το ΝΑΤΟ. Και ο γ.γ. της Συμμαχίας αλλά και αρκετοί Ευρωπαίοι παράγοντες δηλώνουν ότι η πρωτοβουλία αυτή θα είναι συμβατή με τις δομές του ΝΑΤΟ και θα λειτουργεί συμπληρωματικά για την ενίσχυσή του, καθώς και οι περισσότερες χώρες της Ε.Ε. αποτελούν μέλη της Συμμαχίας. Το 2023 στο Βίλνιους οι ηγέτες του ΝΑΤΟ συμφώνησαν σε ένα σχέδιο δράσης για την αμυντική παραγωγή για την ενίσχυση της κοινής ικανότητας προμηθειών και παραγωγής και οι ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες θα πρέπει να είναι συμβατές.
Ο μεγάλος χαμένος εφόσον ευοδωθεί το ευρωπαϊκό σχέδιο δεν θα είναι άλλος από τις μεγάλες αμυντικές βιομηχανίες των ΗΠΑ, που σήμερα έχουν τη μερίδα του λέοντος στα εξοπλιστικά προγράμματα των χωρών-μελών της Ε.Ε., αν και στο ορατό μέλλον θα συνεχίσουν εταιρείες όπως οι Lockheed Martin, Boeing, GE, Raytheon κ.ά. να διατηρούν αυτή την ισχυρή θέση στις προμήθειες εξοπλισμών στις ευρωπαϊκές χώρες.
Από το βήμα του συνεδρίου του Μονάχου για την Ασφάλεια στα μέσα Φεβρουαρίου, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είχε θίξει το κρίσιμο για την Ευρωπαϊκή Ασφάλεια και Αμυνα θέμα της ανυπαρξίας κοινής προσέγγισης στους εξοπλισμούς και στον κατακερματισμό των προμηθειών από τις ευρωπαϊκές χώρες.
ΕΑΒ και ΕΑΣ
Ο Ελληνας πρωθυπουργός είχε επισημάνει την ανάγκη εξορθολογισμού της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας και να «λάβουμε στρατηγικές αποφάσεις για το πού θα κατευθύνουμε τους πόρους μας, δεν μπορεί να υπάρχουν 6 και 7 διαφορετικοί προμηθευτές οπλικών συστημάτων στην Ευρώπη» και επεσήμανε ότι πρέπει να «διασφαλίσουμε πως η αμυντική μας βιομηχανία θα προσαρμοστεί στις νέες γεωπολιτικές προκλήσεις και στον νέο τρόπο με τον οποίο διεξάγονται πλέον οι πολεμικές αναμετρήσεις ανά τον κόσμο».
Για την Ελλάδα η νέα Ευρωπαϊκή Αμυντική Βιομηχανική Στρατηγική (EDIS) είναι εξαιρετικά σημαντική, καθώς συμπίπτει με το δύσκολο έργο που έχει αναληφθεί από την ηγεσία του ΥΕΘΑ και τον Νίκο Δένδια για την επιβίωση και ανασυγκρότηση των δύο παραδοσιακών πυλώνων της Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας των ΕΑΣ και της ΕΑΒ. Τα ΕΑΣ για χρόνια βρίσκονται σε δραματική κατάσταση και ουσιαστικά χωρίς αντικείμενο και μόνο με την αυξημένη ζήτηση βλημάτων 155 χιλιοστών στον πόλεμο της Ουκρανίας επιχειρείται η «ανάστασή» τους με την επαναλειτουργία του γομωτηρίου έπειτα από σχεδόν τρεις δεκαετίες. Επίσης, δραματική κατάσταση επικρατεί και στην ΕΑΒ, η οποία, αν και πιστοποιημένη, δεν έχει κατορθώσει τα τελευταία χρόνια να εκπληρώσει βασικές υποχρεώσεις που αφορούν τη συντήρηση και επισκευή των C-130.
Με το νέο ευρωπαϊκό πρόγραμμα υπάρχει η δυνατότητα πλέον να αναζητηθεί χρηματοδότηση, αλλά και να αποκτηθεί μερίδιο αγοράς σε ένα μελλοντικό ευρωπαϊκό κοινό σύστημα αμυντικών προμηθειών.
Το αμυντικό οικοσύστημα καινοτομίας που προωθεί το ΥΕΘΑ έχει επίσης τη δυνατότητα να διασυνδεθεί με κοινά ευρωπαϊκά projects εξασφαλίζοντας και αναγκαίους πόρους.
Αρκεί φυσικά να ξεπεραστούν οι γνωστές παθογένειες και γραφειοκρατικές αγκυλώσεις του παρελθόντος και η αποφυγή κατασπατάλησης δημόσιου και ευρωπαϊκού χρήματος και τη δημιουργία νέων προβληματικών και εταιρειών-ζόμπι που τελικά αποτελούν βαρίδια για την εθνική οικονομία και υπονομεύουν και τις αμυντικές δυνατότητες της χώρας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου