Με την επιστολή Λαγκάρντ, το ΔΝΤ έρχεται να γίνει για δεύτερη φορά «game changer» στο θρίλερ της ελληνικής αξιολόγησης λίγους μήνες αφότου ο Πωλ Τόμσεν είχε πρώτος ταράξει τα νερά βάζοντας στο τραπέζι τα μέτρα ύψους 9 δισ. ευρώ.
Η παρέμβασή του Ταμείου θα έχει καταλυτικές επιπτώσεις στο είδος των αποφάσεων αλλά και στον χρόνο που τελικά αυτές θα ληφθούν για την Ελλάδα, και για αυτό η Λαγκάρντ δεν...
άφησε καμία αμφιβολία, υπενθυμίζοντας πως το ΔΝΤ έχει το πάνω χέρι στη διαπραγμάτευση εφόσον η Ευρώπη το θέλει μέσα στο ελληνικό πρόγραμμα.
Παρότι θα μπορούσε κάποιος να πει πως η επίγευση της επιστολής Λαγκάρντ είναι ευχάριστη για τα ελληνικά συμφέροντα εφόσον διατυμπανίζει τη θέση για μείωση του στόχου των πρωτογενών πλεονασμάτων στο 1,5% από το 3,5% (και άρα για λιγότερη λιτότητα 3,6 δισ. ευρώ το χρόνο) και παράλληλη διευθέτηση του χρέους, εντούτοις τα πράγματα ίσως να μην αποδειχθούν έτσι.
Στην πραγματικότητα η τελική στόχευση του Ταμείου –αν θέλει δηλαδή να οδηγήσει τα πράγματα σε αδιέξοδο ή επιδιώκει να δώσει λύσεις- είναι άγνωστη αλλά η επιστολή αφήνει περιθώρια για πολλές ερμηνείες και το πάζλ δεν θα συμπληρωθεί παρά μόνο όταν πληροφορηθούμε την επίσημη αντίδραση της Γερμανίας που αποτελεί την άλλη πλευρά του ίδιου νομίσματος. Το ΔΝΤ επικοινωνιακά επιχειρεί να αποσείσει από πάνω του το στίγμα του ευαγγελιστή της λιτότητας υποστηρίζοντας πως ο στόχος για πρωτογενή πλεονάσματα πρέπει να μειωθεί στο 1,5% και παράλληλα να πετάξει το μπαλάκι των ευθυνών στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις οι οποίες θα πρέπει να αποφασίσουν εκείνες πλέον με ποιους όρους θα διασφαλίσουν την παραμονή του Ταμείου στο πρόγραμμα, και της Ελλάδας στο ευρώ.
Ηχεί ωστόσο παράδοξο να πιστεύει κανείς πως αίφνης το ΔΝΤ προθυμοποιείται να αποσύρει την πρότασή του για τη νομοθέτηση σκληρών επιπρόσθετων μέτρων 3,6 δις. ευρώ στην οποία έχει συγκατανεύσει και ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, και να αντιπροτείνει στους ευρωπαίους μόνο μείωση του χρέους και των πρωτογενών πλεονασμάτων ώστε να παραμείνει στο πρόγραμμα και να δημιουργήσει χώρο για να φυτρώσει η ανάπτυξη στην Ελλάδα.
Σαφώς πρόκειται για την πάγια θέση του, αλλά μια άλλη ερμηνεία είναι πως η Λαγκάρντ ουσιαστικά βάζοντας στο τραπέζι την βαθιά μείωση του χρέους την οποία δεν αποδέχονται οι περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ως άμεση προτεραιότητα, καλεί ανοιχτά τους Ευρωπαίους να ασκήσουν τη μέγιστη πίεση στην Ελλάδα τις επόμενες ημέρες ώστε η κυβέρνηση να εξειδικεύσει και να πάρει τελικά τα «προληπτικά μέτρα» ως αντάλλαγμα στην όποια μελλοντική διευθέτηση του χρέους και παράλληλα να αποδεχθεί την «ισχυρή ευρωπαϊκή επιτήρησης του προϋπολογισμού της για πολλά χρόνια». Την ίδια ώρα που στην ανακοίνωση της ατζέντας του Eurogroup γίνεται λόγος για αναζήτηση «πολιτικής συμφωνίας», η επιστολή Λαγκάρντ καθιστά σαφές πως το ταμείο δεν είναι πλέον πρόθυμο να δεχθεί τίποτα λιγότερο από διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις μόνιμου χαρακτήρα (βλέπε μείωση συντάξεων, μισθών, διεύρυνση φορολογικής βάσης κλπ) στο δημόσιο, και όχι άλλα έκτακτου χαρακτήρα φορολογικά και δημοσιονομικά μέτρα. Το μήνυμα προς τους ευρωπαίους πιστωτές είναι πως όσο περισσότερες μεταρρυθμίσεις μακροχρόνιου χαρακτήρα κάνει η Ελλάδα, τόσο μικρότερη θα είναι στο μέλλον η ανάγκη ανακούφισης από το χρέος.
Στην πραγματικότητα η πρωτοφανής για τα ευρωπαϊκά δεδομένα απαίτηση εκ των προτέρων νομοθέτησης μελλοντικών περικοπών σε μισθούς, συντάξεις, δαπάνες κλπ, αποτελεί συνταγή από μόνη της συνταγή πολιτικού αδιεξόδου.
Η παρέμβασή του Ταμείου θα έχει καταλυτικές επιπτώσεις στο είδος των αποφάσεων αλλά και στον χρόνο που τελικά αυτές θα ληφθούν για την Ελλάδα, και για αυτό η Λαγκάρντ δεν...
άφησε καμία αμφιβολία, υπενθυμίζοντας πως το ΔΝΤ έχει το πάνω χέρι στη διαπραγμάτευση εφόσον η Ευρώπη το θέλει μέσα στο ελληνικό πρόγραμμα.
Παρότι θα μπορούσε κάποιος να πει πως η επίγευση της επιστολής Λαγκάρντ είναι ευχάριστη για τα ελληνικά συμφέροντα εφόσον διατυμπανίζει τη θέση για μείωση του στόχου των πρωτογενών πλεονασμάτων στο 1,5% από το 3,5% (και άρα για λιγότερη λιτότητα 3,6 δισ. ευρώ το χρόνο) και παράλληλη διευθέτηση του χρέους, εντούτοις τα πράγματα ίσως να μην αποδειχθούν έτσι.
Στην πραγματικότητα η τελική στόχευση του Ταμείου –αν θέλει δηλαδή να οδηγήσει τα πράγματα σε αδιέξοδο ή επιδιώκει να δώσει λύσεις- είναι άγνωστη αλλά η επιστολή αφήνει περιθώρια για πολλές ερμηνείες και το πάζλ δεν θα συμπληρωθεί παρά μόνο όταν πληροφορηθούμε την επίσημη αντίδραση της Γερμανίας που αποτελεί την άλλη πλευρά του ίδιου νομίσματος. Το ΔΝΤ επικοινωνιακά επιχειρεί να αποσείσει από πάνω του το στίγμα του ευαγγελιστή της λιτότητας υποστηρίζοντας πως ο στόχος για πρωτογενή πλεονάσματα πρέπει να μειωθεί στο 1,5% και παράλληλα να πετάξει το μπαλάκι των ευθυνών στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις οι οποίες θα πρέπει να αποφασίσουν εκείνες πλέον με ποιους όρους θα διασφαλίσουν την παραμονή του Ταμείου στο πρόγραμμα, και της Ελλάδας στο ευρώ.
Ηχεί ωστόσο παράδοξο να πιστεύει κανείς πως αίφνης το ΔΝΤ προθυμοποιείται να αποσύρει την πρότασή του για τη νομοθέτηση σκληρών επιπρόσθετων μέτρων 3,6 δις. ευρώ στην οποία έχει συγκατανεύσει και ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, και να αντιπροτείνει στους ευρωπαίους μόνο μείωση του χρέους και των πρωτογενών πλεονασμάτων ώστε να παραμείνει στο πρόγραμμα και να δημιουργήσει χώρο για να φυτρώσει η ανάπτυξη στην Ελλάδα.
Σαφώς πρόκειται για την πάγια θέση του, αλλά μια άλλη ερμηνεία είναι πως η Λαγκάρντ ουσιαστικά βάζοντας στο τραπέζι την βαθιά μείωση του χρέους την οποία δεν αποδέχονται οι περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ως άμεση προτεραιότητα, καλεί ανοιχτά τους Ευρωπαίους να ασκήσουν τη μέγιστη πίεση στην Ελλάδα τις επόμενες ημέρες ώστε η κυβέρνηση να εξειδικεύσει και να πάρει τελικά τα «προληπτικά μέτρα» ως αντάλλαγμα στην όποια μελλοντική διευθέτηση του χρέους και παράλληλα να αποδεχθεί την «ισχυρή ευρωπαϊκή επιτήρησης του προϋπολογισμού της για πολλά χρόνια». Την ίδια ώρα που στην ανακοίνωση της ατζέντας του Eurogroup γίνεται λόγος για αναζήτηση «πολιτικής συμφωνίας», η επιστολή Λαγκάρντ καθιστά σαφές πως το ταμείο δεν είναι πλέον πρόθυμο να δεχθεί τίποτα λιγότερο από διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις μόνιμου χαρακτήρα (βλέπε μείωση συντάξεων, μισθών, διεύρυνση φορολογικής βάσης κλπ) στο δημόσιο, και όχι άλλα έκτακτου χαρακτήρα φορολογικά και δημοσιονομικά μέτρα. Το μήνυμα προς τους ευρωπαίους πιστωτές είναι πως όσο περισσότερες μεταρρυθμίσεις μακροχρόνιου χαρακτήρα κάνει η Ελλάδα, τόσο μικρότερη θα είναι στο μέλλον η ανάγκη ανακούφισης από το χρέος.
Στην πραγματικότητα η πρωτοφανής για τα ευρωπαϊκά δεδομένα απαίτηση εκ των προτέρων νομοθέτησης μελλοντικών περικοπών σε μισθούς, συντάξεις, δαπάνες κλπ, αποτελεί συνταγή από μόνη της συνταγή πολιτικού αδιεξόδου.
Αν η Ελλάδα πιεστεί υπερβολικά, δεν αποκλείεται η κυβέρνηση να μην αντέξει και να καταρρεύσει. Αυτό είναι σενάριο που έχουν στο πίσω μέρος του μυαλού τους όσοι θεωρούν ότι μετά τις υποκλοπές και τη διαρροή των συνομιλιών των στελεχών του ΔΝΤ, ο πολιτικός χρόνος έχει αρχίσει να μετρά αντίστροφα.
Από την άλλη η λύση που έχει περιγραφεί για το ελληνικό χρέος είναι ήδη λίγο πολύ προκαθορισμένη, τουλάχιστον εκ μέρους της γερμανικής πλευράς που επιδιώκει να ανοίξει το θέμα μετά τις εκλογές του 2017. Με τα έως τώρα δεδομένα η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από την «παγιοποίηση» του ετήσιου κόστους εξυπηρέτησης κοντά στο 15% του ΑΕΠ (έξοδα τόκων και χρεολυσίων) για την δύσκολη περίοδο που ξεκινά μετά το 2021. Όταν δηλαδή θα έχει πλέον εκπνεύσει πλέον η περίοδος χάριτος για τα δάνεια του 2ου μνημονίου λόγω της οποίας μέχρι τότε το κόστος αποπληρωμής τόκων και παλαιών δανείων διατηρείται κοντά στο 11-13% του ΑΕΠ και οι ανάγκες θα αυξηθούν κατακόρυφα.
Από την άλλη η λύση που έχει περιγραφεί για το ελληνικό χρέος είναι ήδη λίγο πολύ προκαθορισμένη, τουλάχιστον εκ μέρους της γερμανικής πλευράς που επιδιώκει να ανοίξει το θέμα μετά τις εκλογές του 2017. Με τα έως τώρα δεδομένα η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από την «παγιοποίηση» του ετήσιου κόστους εξυπηρέτησης κοντά στο 15% του ΑΕΠ (έξοδα τόκων και χρεολυσίων) για την δύσκολη περίοδο που ξεκινά μετά το 2021. Όταν δηλαδή θα έχει πλέον εκπνεύσει πλέον η περίοδος χάριτος για τα δάνεια του 2ου μνημονίου λόγω της οποίας μέχρι τότε το κόστος αποπληρωμής τόκων και παλαιών δανείων διατηρείται κοντά στο 11-13% του ΑΕΠ και οι ανάγκες θα αυξηθούν κατακόρυφα.
Από την ερχόμενη εβδομάδα και πιθανότατα στο δεύτερο Eurogroup μέχρι τις 24ης Μαΐου ο ESM και το ΔΝΤ αναμένεται ότι θα ξεδιπλώσουν τις προτάσεις τους αναλυτικά.
liberal.gr
liberal.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου