Θα σου διηγηθώ μία μικρή ιστορία, την
ιστορία της ζωής μου. Δεν έχει σημασία η ηλικία μου ή το όνομά μου. Θα
μπορούσαν να με λένε Κατερίνα ή Μαρία ή οτιδήποτε άλλο και να είμαι
κάπου γύρω στα 45.
Με πολλές και ακριβές σπουδές στο
παρελθόν μου (ευτυχώς είχα την τύχη να γεννηθώ σε μία οικογένεια που
παρόλο που δεν ήταν πλούσια πολύ – σε υλικά αγαθά, ήταν οι πιο πλούσιοι
άνθρωποι στον κόσμο – σε πνευματικά αγαθά).
Θέλησαν από τα πολύ μικρά
μου χρόνια να με μάθουν ποιες είναι οι αξίες της ζωής, με ενθάρρυναν να
βρω τα δικά μου ιδανικά, να πιστέψω σε αυτά και να ανοίξω τόσο τους
ορίζοντές μου, ώστε να είμαι ελεύθερη.
Ελεύθερη να σπουδάσω ή όχι, να διαβάσω ή
όχι, να...
διαμορφώσω τον χαρακτήρα μου όπως εγώ νόμιζα. Και πάντα μου
έλεγαν, ότι δεν υπάρχει κανένα όριο σ΄αυτά που θέλω να πετύχω. Τα μόνα
όρια που έχει ο άνθρωπος, είναι αυτά που θέτει ο ίδιος.
Σπούδασα σε κάποια χώρα του εξωτερικού.
Οχι χωρίς θυσίες, και από μεριά μου αλλά κυρίως από τη μεριά των
ανθρώπων που με συντηρούσαν. Και κατάφερα να γίνω επιστήμονας, μέσα σε
ένα περιβάλλον, που με έμαθε να ζω, να ελπίζω, να πιστεύω στην
αναγνώριση και στην αξιολόγηση των ανθρώπων. Κι όταν ο κύκλος των
σπουδών μου τελείωσε, ήταν δική μου η απόφαση να γυρίσω στην Ελλάδα.
Ηθελα να προσφέρω στην Ελλάδα, κάτι από αυτά που μου είχε προσφέρει η άλλη χώρα. Γύρισα γεμάτη με όνειρα, με φιλοδοξίες, έτοιμη να κατακτήσω όχι μόνο την Ελλάδα, αλλά ολόκληρο τον κόσμο. Και βίωσα τι σημαίνει να σου ψαλιδίζουν κάθε μέρα τα όνειρά σου, αργά αργά, έτσι ώστε κάθε μέρα να χάνεις ένα απειροελάχιστο κομμάτι του εαυτού σου, έτσι ώστε να φτάσεις σε ένα σημείο να ενταχτείς “με τους άλλους”, να γίνεις ένα με αυτούς.
Μετά από σχεδόν 15 χρόνια προσπάθειας στη
χώρα μου, όπου προσπαθώ, όχι να κάνω σωστά τη δουλειά μου, αλλά να ζήσω
σύμφωνα με αυτά που μου υπαγορεύει η συνείδησή μου, οφείλω να πω ότι
κουράστηκα.
Δεν είναι η κρίση που με κούρασε, δεν είναι το ότι μερικές
φορές δεν έχω λεφτά ούτε για σούπερ μάρκετ, εκείνο που με “πάγωσε” στην
κυριολεξία, είναι ότι σβήνουν τις ελπίδες των παιδιών μου. Που είναι
αναγκασμένα να φοιτούν σε σχολεία, που δεν έχουν βιβλία, δεν έχουν
καθηγητές, που πρέπει να διδαχθούν από όντα αδιάφορα και ακατάλληλα για
εκπαίδευση.
Ναι, είμαι μία από αυτούς που φεύγουν.
Φεύγω, κοιτώντας με δάκρυα στα μάτια τους γερασμένους γονείς μου που
μένουν πίσω, και που ίσως δεν ξαναδώ ποτέ ζωντανούς, τα αδέλφια μου,
ακάματους παραστάτες της ζωής μου που μένουν πίσω.
Και προσπαθώ, να
φορέσω ένα χαμόγελο στα χείλη, κάθε βράδυ που μιλάω στα παιδιά μου, και
τους εξηγώ ότι εκεί που θα πάμε θα είναι πιο ωραία, θα έχουμε καλύτερη
ζωή.
Μα η αλήθεια είναι ότι εκείνα θα έχουν καλύτερη ζωή, θα έχουν την
πολυτέλεια να αρχίσουν να ονειρεύονται ξανά, να ελπίζουν ξανά, να
εκπαιδεύονται με ένα σύστημα που θα τους κάνει σκεπτόμενους ανθρώπους
και όχι άβουλα πιόνια στα χέρια κανενός.
Κι αν ακόμη νομίζεις ότι το να φύγεις
είναι εύκολο, έλα για ένα βράδυ στα όνειρά μου και κάνε μία κατάδυση
μαζί μου μέχρι την ψυχή μου.
Κολύμπα για λίγο στα ταραγμένα νερά της
ύπαρξής μου, κι ίσως τότε να νιώσεις, τον πόνο, την πίκρα, την
στενοχώρια που βιώνει όποιος φεύγει…
Regina Ri
by Αντικλείδι , http://antikleidi.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου