Τι και αν αφελείς τίνες, αδυνατούντες να φτάσουν στο ύψος της αριστεράς σκέψης και ευαισθησίας, ματαίως επισημαίνουν πως τέτοιος όρος νομικά δεν έχει νόημα, γιατί δεν μπορεί να παραγάγει καμία έννομη συνέπεια για τον εγκληματία θύτη. Αλλά και αν ακόμη καταφέρουν να το συνειδητοποιήσουν αυτό κάποιοι αριστεροί εγκέφαλοι, δυνατότητα που δεν νομίζω πως έχουν όλοι τους, εξακολουθούν να επιμένουν αταλαντεύτως: Πρέπει να θεσπιστεί ένα τέτοιο έγκλημα, για λόγους ηθικούς, συμβολικούς, ψυχολογικούς και δεν ξέρω τι άλλο...
Ας προσπαθήσει ο τάλας συνομιλητής τους να τους λογικέψει, λέγοντας πως νόμοι εισάγονται στην έννομη τάξη για να παράγουν έννομα αποτελέσματα, ενώ δημιουργία νομικών εννοιών και ρυθμίσεων αποκλειστικά και μόνο προς επίταση της ηθικής απαξίας κάποιας -εν προκειμένω της συγκεκριμένης- πράξης θα οδηγούσε σε παραλογισμούς: Θα σήμαινε, π.χ., ότι θα έπρεπε αναλογικά να προβλεφθούν και εγκλήματα εφηβοκτονίας, γεροντοκτονίας, βλακοκτονίας, ανημποροκτονίας, προσφυγοκτονίας, ομοφυλοφιλοκτονίας, μαύρο- ή ασιατό- ή ερυθροδερμοκτονίας κ.ο.κ. Οπωσδήποτε πάντως γλωσσοκτονίας.
Πού να τους εξηγήσεις, δε, πως η μόνη ποινική διαφοροποίηση ανθρωποκτονίας που υπάρχει στο νομικό μας σύστημα είναι μια -αυτή της παιδοκτονίας-, η οποία όμως οδηγεί σε επιεικέστερη αντιμετώπιση της δολοφόνου.
Βέβαια, αν οι αριστεροί είχαν νου, κυρίως δε αν είχε συνοχή και λογικό/πρακτικό προσανατολισμό η σκέψη τους, θα είχαν σκεφθεί -κάποιοι ίσως και να το έχουν, αλλά δεν νομίζω πως θα τολμούσαν ποτέ να το ψελλίσουν- δύο τρόπους βαρύτερης αντιμετώπισης ενός εγκλήματος περιγραφόμενου ως «γυναικοκτονία» και συνιστάμενου, π.χ., εις την εντός γάμου ή σχέσης δολοφονία γυναίκας από τον σύντροφό της ή ακόμη και από κάποιον που αξιώνει να την έχει κοντά του άκουσα (ήτοι -σε αριστερούς απευθύνομαι, άρα επεξηγώ- άνευ συναίνεσής της). Με άλλα λόγια ενός εγκλήματος που το αντιμετωπίζουν ως κάτι ειδεχθέστερο από την «απλή» ανθρωποκτονία, ως μιαιφονία...
Ο ένας τρόπος θα ήταν η επανεισαγωγή της θανατικής ποινής, αποκλειστικά για το συγκεκριμένο έγκλημα. Αυτό, όμως, δεν προσκρούει μόνο στη συνταγματική τάξη και τις διεθνείς νομικές δεσμεύσεις της χώρας. Είναι περισσότερο από βέβαιο πως προσκρούει και στις συνειδησιακές ευαισθησίες των Αριστερών (γιατί τέτοιες τουλάχιστον ασφαλώς -και ευτυχώς- έχουν…)
Ο δεύτερος -εξίσου θεωρητικός στην πραγματικότητα- τρόπος για επί την επί τα χείρω διαφοροποίηση του συγκεκριμένου εγκλήματος, του οποίου τη θέσπιση με τόση εμμονή αξιώνουν οι αριστερές ψυχές και φωνές, θα ήταν ειδικά και αποκλειστικά για αυτό να απαγορευτεί στα δικαστήρια να αναγνωρίζουν στους καταδικαζόμενους οποιοδήποτε ελαφρυντικό. Όποια και αν είναι τα πραγματικά περιστατικά και οι περιστάσεις που οδήγησαν στη δολοφονία!
Έχει κανείς (τους) σκεφθεί τι θα σήμαινε κάτι τέτοιο;
Θα προσπαθήσω να το αναδείξω με δύο απλά και απτά παραδείγματα.
Πρώτον παράδειγμα. Έστω πως μια γυναίκα παντρεύτηκε χωρίς συναισθηματική εμπλοκή έναν μεγαλύτερό της ευκατάστατο άνδρα. Και τον δηλητηριάζει με μικρές δόσεις, προκειμένου να επισπεύσει την απόκτηση ως κληρονόμος της περιουσίας του. Σε αυτήν οι δικάζοντες δικαστές θα είχαν τη δυνατότητα να αναγνωρίσουν ελαφρυντικά.
Δεύτερο παράδειγμα. Έστω πως κάποιος μεροκαματιάρης, π.χ. ταξιτζής ή βιοτέχνης, δουλεύει καθημερινά δωδεκάωρο, θεωρώντας πως η σύζυγός του παραμένει σπίτι φροντίζοντας το δίχρονο ή τρίχρονο παιδί τους. Τα «φέρνει ο διάολος» και μαθαίνει πως αυτή καθημερινά εγκαταλείπει το παιδί σπίτι, μόνο του και χωρίς καμία επίβλεψη, -ούτε καν για να δει κάποιον εραστή, εκεί τουλάχιστον θα υπήρχε η δικαιολογία της συναισθηματικής φόρτισης, αλλά- για να γυρίζει ολημερίς σε νυχάδικα, ρουχάδικα κ.λπ. Πάνω στη φόρτιση την οποία δημιουργεί ο καυγάς που ακολουθεί, τη χτυπάει στο κεφάλι με ένα γεμάτο μπουκάλι κρασί ή τη σπρώχνει από τη σκάλα και τη σκοτώνει. Εδώ, αν έπρεπε για τη γυναικοκτονία να βρεθεί μια αυστηρότερη της κοινής» ανθρωποκτονίας αντιμετώπιση, δεν θα μπορούσε να γίνει επίκληση κανενός ελαφρυντικού…
Τούτων δοθέντων, ανακεφαλαιώνουμε:
Τη δεκαετία του 1940 είδαμε την ακραία αγριότητα της -πιο σωστά: μιας κάποιας- Αριστεράς.
Τη δεκαετία του 1950 είδαμε την ακραία γενναιότητα της -πιο σωστά: μιας κάποιας- Αριστεράς.
Την περίοδο 2012-2015 είδαμε την ακραία ανευθυνότητα της καθ΄ ημάς Αριστεράς.
Τα επόμενα τέσσερα χρόνια είδαμε την απόλυτη διαχειριστική της ανεπάρκεια. Σήμερα βλέπουμε -δεν θα ήθελα να πω την ηλιθιότητα, αλλά πάντως- τη διανοητική καθήλωση της σύγχρονης Αριστεράς… Αν όχι κάθε Αριστεράς, της πάσχουσας από κάποιο είδος μεταμοντέρνας πολιτικής κορεκτίλας.
* Ο καθηγητής Θανάσης Διαμαντόπουλος είναι συγγραφέας του έργου «ΧΩΡΙΣ ΣΤΕΜΜΑ, Η Αβασίλευτη του Μεσοπολέμου», που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου