Ας ελπίσουμε ότι η δυναμική που αποκτούν οι εξελίξεις στο μέτωπο της διαπραγμάτευσης με τους εταίρους, δεν θα οδηγήσει σε απώλεια ελέγχου και σε ατύχημα, την ώρα που ο πρωθυπουργός δείχνει να παίρνει αυτός το τιμόνι, επιδιώκοντας μία ευνοϊκή για τα ελληνικά συμφέροντα πολιτική λύση.
Η κρίσιμη ώρα που θα καθορίσει το μέλλον της χώρας και το κατά πόσο αυτό θα είναι εντός ή εκτός της Ευρωζώνης φαίνεται...
πως πλησιάζει πλέον με αυξημένη ταχύτητα.
Οι εναλλαγές στα συναισθήματα και τις εντυπώσεις είναι συνεχείς και είναι προφανές ότι η διαπραγμάτευση βρίσκεται σε ένα εξαιρετικά εύθραυστο τελικό στάδιο, καθώς άλλωστε η χώρα δεν διαθέτει πλέον άλλο χρόνο.
Την αισιοδοξία που αποπνέουν οι διπλωματικές ενέργειες Γιουνκέρ και Σουλτς, οι αμερικανικές παρεμβάσεις και η πρόσκληση του Έλληνα πρωθυπουργού στο Βερολίνο, έρχεται να αντισταθμίσει η σκληρή στάση των Ευρωπαίων τεχνοκρατών. Η δια στόματος του επικεφαλής της γενικής διεύθυνσης Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων της Κομισιόν, Declan Costello, επιχείρηση μπλόκου σε καίρια για την κυβέρνηση αλλά και για τη συνοχή της, νομοσχέδια, τα οποία ουσιαστικά χαρακτηρίζονται από τον κορυφαίο αξιωματούχο ως μονομερείς ενέργειες, δεν είναι ασφαλώς ένδειξη διάθεσης για υποχώρηση.
Και σε αυτή τη συμπεριφορά θα πρέπει να προστεθούν και οι δηλώσεις του J. Dijsselbloem για το ενδεχόμενο επιβολής περιοριστικών μέτρων στις τραπεζικές συναλλαγές στην Ελλάδα αν δεν υπάρξει πλήρης συμφωνία μέχρι τον Ιούλιο. Βεβαίως και όλα αυτά μπορεί να αποτελούν διαπραγματευτικά μέσα άσκησης πίεσης, ωστόσο είναι σαφές ότι δεν διευκολύνουν και τον συμβιβασμό από την πλευρά του Έλληνα πρωθυπουργού. Οι εταίροι δείχνουν να επιθυμούν πλήρη υποταγή και οι όποιες υποχωρήσεις είναι διατεθειμένοι να κάνουν δεν σχετίζονται με την ουσία ή τον πυρήνα του Μνημονίου, αλλά με αναπτυξιακές δράσεις.
Υπό αυτή την έννοια παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον το πώς θα κλιμακωθούν οι πιέσεις όσο θα πλησιάζουμε στο ραντεβού της ερχόμενης Δευτέρας στη γερμανική καγκελαρία. Αρχής γεννωμένης από τη συμπεριφορά της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και την ανάγνωση του μηνύματος, θετικού ή αρνητικού που θα στείλει δια των ενεργειών της σε σχέση με τα ελληνικά αιτήματα παροχής ρευστότητας. Θα ανοίξει περαιτέρω την κάννουλα ή όχι; Και αν ναι, σε ποιο βαθμό;
Σε κάθε περίπτωση πάντως, όλα δείχνουν ότι φτάνουμε στην κορύφωση του δράματος. Και ας ελπίσουμε ότι η ελληνική πλευρά θα βγει αλώβητη από αυτή τη σκληρή διαπραγμάτευση, συνεχίζοντας την ευρωπαϊκή πορεία της. Ότι θα βρεθεί λύση και δεν θα οδηγηθούμε υπό το βάρος των πιέσεων των εταίρων ή των εσωκομματικών αντιδράσεων, σε μία υψηλού ρίσκου απόφαση όπως θα μπορούσε να είναι η διενέργεια ενός δημοψηφίσματος.
Και το αναφέρω αυτό γιατί τελευταία πυκνώνουν οι φωνές εντός της συγκυβέρνησης που αναφέρονται σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Μπορεί βέβαια και αυτές οι «απειλές» να αποτελούν έναν μοχλό πίεσης προς τους εταίρους, ωστόσο, επειδή δεν πρόκειται για κάποια καινοφανή ιδέα, καλό θα ήταν να μη χρειαστεί να φτάσουμε ως εκεί. Γιατί όποια ερμηνεία και αν δίνουν από την πλευρά των κομμάτων που στηρίζουν την κυβέρνησης στο σκοπό ενός δημοψηφίσματος, για τους εταίρους αν τεθεί αντίστοιχο ζήτημα το ερώτημα είναι ξεκάθαρο. Μέσα ή έξω από το ευρώ.
Και αν τεθεί, είναι βέβαιο ότι θα ανταποκριθεί το αποτέλεσμα στην εικόνα που εμφανίζουν οι διάφορες σφυγμομετρήσεις; Επειδή τα γκάλοπ δεν είναι βέβαιο ότι λένε πάντα την αλήθεια, η υποβολή ενός ερωτήματος σχετικά με το νομισματικό μέλλον της χώρας εμπεριέχει πολύ μεγάλους κινδύνους. Ιδιαίτερα αν τεθεί υπό μία μορφή που θα εξεγείρει το συναίσθημα. Το βέβαιο πάντως είναι ότι πολύς κόσμος έχει αρχίσει να εξοικειώνεται με την ιδέα ενός ενδεχόμενου δημοψηφίσματος. Το νόμισμα και το μέλλον της χώρας είναι πλέον κοινό θέμα συζήτησης στις περισσότερες παρέες.
Ας ελπίσουμε ότι θα παραμείνει ως θέμα συζήτησης μόνο σε παρεΐστικο επίπεδο...
Του Δημήτρη Παπακωνσταντίνου
dimitris.papakonstantinou@capital.gr
Πηγή:www.capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου