Και φυσικά το άνοιγμα των αγορών στον ανταγωνισμό πρέπει να συνοδεύεται από τον έλεγχο πάνω στην τήρηση του ανταγωνισμού και την πλήρη πάταξη της δημιουργίας καρτέλ.
Το ίδιο ισχύει και στην τραπεζική αγορά. Μια αγορά που ταλαιπωρείται και ταλαιπωρεί εδώ και πολύ καιρό. Δεν θα κάνουμε εκτενή αναφορά στο παρελθόν. Απλά οφείλουμε να σημειώσουμε ότι η διαδικασία των υποχρεωτικών συγχωνεύσεων και εξαγορών, των αναγκαστικών ανακεφαλαιοποιήσεων και η μετάβαση από το σκοτάδι των ζημιών στο φως της εύρυθμης λειτουργίας των τραπεζών, άφησε αλώβητα τα χρήματα των καταθετών.
Στη διαδικασία διάσωσης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος καταστράφηκαν οι μέτοχοι των τραπεζών, καταστράφηκαν οι ομολογιούχοι και οι πιστωτές των τραπεζών, αλλά όχι οι αποταμιευτές. Και αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει να λησμονούμε. Διότι το παράδειγμα του «haircut», δηλαδή του «κουρέματος» των ανασφάλιστων καταθέσεων στην Κύπρο, δεν είναι τόσο μακρινό...
Στο 47,5% είχε κλείσει το τελικό ύψος του «κουρέματος» των ανασφάλιστων καταθέσεων της Τράπεζας Κύπρου, το οποίο είχαν αποφασίσει μετά από μαραθώνιες διαβουλεύσεις το καλοκαίρι του 2013, το υπουργείο Οικονομικών της Κύπρου, η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου και οι εκπρόσωποι της τρόικας.
Σήμερα, δεκαπέντε χρόνια μετά τη διάλυση των τραπεζών που προκλήθηκε από την πτώχευση του ελληνικού δημοσίου, τη στιγμή που οι τράπεζες βγαίνουν από το σκοτάδι του δάσους ζημιών και από τον κρατικό μετοχικό έλεγχο, το «κλίμα αμφισβήτησης» του τραπεζικού συστήματος, φούντωσε εκ νέου, διαγράφοντας όλο το δύσκολο παρελθόν.
Όλοι ξαφνικά θυμήθηκαν ότι οι τράπεζες έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί και με χρήματα των φορολογουμένων, ότι δεν χορηγούν με ευκολία δάνεια, ότι χρεώνουν υπερβολικές προμήθειες και ότι τα περιθώρια ανάμεσα στα επιτόκια καταθέσεων και χορηγήσεων είναι υψηλά.
Η πραγματικότητα είναι ότι ουδείς μπορεί να πιέσει τις τράπεζες να αυξήσουν τα επιτόκια καταθέσεων. Άλλωστε το 70% των καταθέσεων αφορά χαμηλά υπόλοιπα, τα οποία δεν έχει νόημα να μετατραπούν σε προθεσμιακές καταθέσεις, καθώς μέσω αυτών καλύπτονται συνήθως καθημερινές ανάγκες των καταθετών.
Επίσης, για μεγαλύτερα ποσά τα οποία πράγματι μπορούν με άνεση να «μένουν στην άκρη», υπάρχουν πολλά προϊόντα που προσφέρουν ικανοποιητικές λύσεις και αποδόσεις. Από βραχυπρόθεσμα αμοιβαία «money markets» και ομολογιακά, μέχρι πιο μακροπρόθεσμα αποταμιευτικά και επενδυτικά προϊόντα. Εάν αποπειραθούμε και πάλι να φέρουμε παραδείγματα από την ευρωπαϊκή πρακτική, θα δούμε ότι και εκεί οι λογαριασμοί όψεως και ταμιευτηρίου, απολαμβάνουν πολύ χαμηλών επιτοκίων και ότι δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου υπάρχουν ακόμα και αρνητικά επιτόκια.
Θα υπάρξει ανταγωνισμός όσον αφορά τα επιτόκια καταθέσεων από τους νέους παίκτες στον χώρο των πιστώσεων;
Δηλαδή από τις Εταιρείες Παροχής Πιστώσεων (ΕΠΠ) που θα ιδρυθούν, αλλά και από τις ενεργές Εταιρείες Παροχής Μικροχρηματοδοτήσεων;
Κατηγορηματικά, όχι.
Διότι και οι δυο μορφές εταιρειών δεν δέχονται καταθέσεις. Επομένως, ανταγωνισμός μπορεί θεωρητικά να υπάρξει μόνο στο επίπεδο των επιτοκίων χορηγήσεων.
Αλλά ας δούμε κι εδώ τι γίνεται.
Οι Εταιρείες Παροχής Πιστώσεων πέραν των κεφαλαίων τους θα πρέπει να αναζητήσουν και άλλες πηγές κεφαλαίων τα οποία ακολούθως να χορηγούν ως δάνεια. Και παράλληλα θα δανειοδοτούν με βάση τα κλασσικά χρηματοπιστωτικά κριτήρια. Οπότε συνδυαστικά η απουσία «φθηνού χρήματος» από τις ΕΠΠ και η αναγκαστική τήρηση των αυστηρών δανειοδοτικών κριτηρίων, μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η πιθανότητα να προσφέρουν οι ΕΠΠ χαμηλότοκα δάνεια, είναι μικρή.
Οι Εταιρείες Παροχής Μικροπιστώσεων (ΕΠΜ) χορηγούν δάνεια με ποσά έως 25.000 ευρώ, με σκοπό τη χρηματοδότηση μικρών επιχειρήσεων αλλά και φυσικών προσώπων που δεν έχουν πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό. Προσφέρουν επιχειρηματικές μικροχρηματοδοτήσεις, όπως και όλες τις μορφές πιστώσεων με όριο τα 25.000 ευρώ που χορηγούνται είτε για την κάλυψη επενδυτικών αναγκών, είτε ως κεφάλαιο κίνησης, είτε ως προϊόντα χρηματοδοτικής μίσθωσης έως 25.000 ευρώ, για την απόκτηση εξοπλισμού.
Ταυτόχρονα, προσφέρουν και αυτοτελείς εγγυήσεις με όριο τα 25.000 ευρώ, οι οποίες ωστόσο, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθούν για τη λήψη δανείων από άλλα χρηματοδοτικά ιδρύματα. Προσφέρουν παράλληλα προσωπικές μικροχρηματοδοτήσεις για εκπαιδευτικούς σκοπούς έως 10.000 ευρώ και για την ενίσχυση δημόσιων πολιτικών ή με σκοπό την κοινωνική και οικονομική ένταξη ευάλωτων κοινωνικά ομάδων έως το ποσό των 25.000 ευρώ. Τα επιτόκια των δανείων των ΕΠΜ κινούνται μεταξύ 7,00% και 9,75%.
Σήμερα στη χώρα μας δραστηριοποιούνται τρεις ΕΠΜ. Η ΤΜΕΔΕ Microfinance Solutions που ανήκει στο ΤΜΕΔΕ, η Microsmart που ανήκει στο Albanian Besa Capital και στο Balkan Fund for Economic Development Foundation και η AFI Microfinance AE που ανήκει στον Θεόδωρο Πετρουλά, στον γαλλικό οργανισμό Adie, στην Actionaid Hellas και στην Eurobank.
Όπως διαπιστώνουμε, στον ανταγωνισμός και στη διεκδίκηση των καταθέσεων και των δανειοδοτήσεων στη χώρα μας, συμμετέχουν ουσιαστικά έξι παίκτες. Η Eurobank, η Εθνική Τράπεζα, η Alpha Bank, η Piraeus, η Τράπεζα Αττικής και η Optima Bank.
Όσον αφορά τις τραπεζικές προμήθειες κυρίως στις πληρωμές και μεταφορές χρημάτων, το παιχνίδι θα ανοίξει μόνο αν επιτραπεί και στην Ελλάδα να συμμετάσχουν οι μεγάλες ψηφιακές τραπεζικές πλατφόρμες, όπως είναι η Viva Wallet, η Revolut, η Ν26 και άλλες, στη διαδικασία της φιλοξενίας λογαριασμών μισθοδοσίας από τον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. Πλατφόρμες οι οποίες είναι ιδιαίτερα διαδεδομένες μεταξύ των νεότερων ηλικιών.
Σοβαρός ανταγωνισμός στο τραπεζικό πεδίο μπορεί να υπάρξει μόνο με την είσοδο νέων ισχυρών παικτών από το εξωτερικό. Όμως η Ελλάδα είναι μικρή αγορά η οποία δεν ενδιαφέρει όπως φαίνεται επιχειρηματικά, τους διεθνείς τραπεζικούς οίκους. Το παράδειγμα της στρατηγικής συμμετοχής της UniCredit στο μετοχικό κεφάλαιο της Alpha Bank, αποδεικνύει ότι είναι πιο ασφαλής επιλογή η συμμετοχή σε ένα ήδη υπάρχον σχήμα, παρά η ίδρυση μιας νέας τράπεζας.
Ειδικά σε μια περίοδο, κατά τη διάρκεια της οποίας οι μεν φυσικές τράπεζες υποχωρούν, οι δε ψηφιακές τράπεζες εξαπλώνονται με ταχύτητα, κυρίως στο τραπεζικό retail και στις χρηματιστηριακές υπηρεσίες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου