Κατά πόσο βέβαια θα έχει κάποιο απτό αποτέλεσμα και δεν θα μείνουμε στα ευχολόγια μένει να το δούμε τους επόμενους μήνες, εφόσον η Τουρκία συνεχίσει να δείχνει το ίδιο καλό πρόσωπο με αυτό των τελευταίων πέντε μηνών.
Ασφαλώς από μόνο του αυτό δεν αρκεί για να διευθετηθούν οι ελληνοτουρκικές διαφορές, ωστόσο προτού μπούμε στα δύσκολα, πρέπει ως Αθήνα να κατοχυρώσουμε ότι το περιβάλλον της συζήτησης δεν θα είναι τοξικό. Και επειδή τόσο για την ένταση, όσο και για την αποσυμπίεσή της, υπεύθυνη ήταν η Τουρκία, η απόφαση για τυχόν επιστροφή σε εκβιασμούς τύπου... «θα έρθουμε μια νύχτα ξαφνικά» και «θα ρίξουμε πυραύλους στην Αθήνα» ή η διατήρηση του μορατόριουμ που ζούμε από το Φεβρουάριο, εξαρτάται αποκλειστικά από την ίδια.
Είναι πράγματι έτοιμη η Άγκυρα για μια επανεκκίνηση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και για μια ειλικρινή συμφωνία που θα σέβεται το Διεθνές Δίκαιο;
Το κλειδί για την απάντηση βρίσκεται στους λόγους που επέβαλαν την αναδίπλωση του Ερντογάν και την «στροφή» προς την Δύση.
Κατά πόσο ο μετά Βίλνιους Ερντογάν θα είναι ίδιος με τον Ερντογάν των τελευταίων 48 ωρών, δηλαδή θα υλοποιήσει τις δεσμεύσεις του για την επικύρωση από την τουρκική Εθνοσυνέλευση της ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ και κατά πόσο θα φανεί συνεπής με τις δηλώσεις του για διάθεση επανεκκίνησης με την Ελλάδα. Εφόσον κρίνει ότι κάτι τέτοιο θα τον ενισχύσει διπλωματικά στην προσπάθειά του να προσεγγίσει τις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, θα το κάνει.
Επιχειρώντας να βρούμε απαντήσεις θα πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε τους λόγους αυτής της στάσης. Σε συνδυασμό με την επανεκλογή του, η οποία του επιτρέπει να λειτουργεί πιο απελευθερωμένα απ' ότι στο παρελθόν, μια αιτία για την υποχώρησή του συνδέεται ασφαλώς με την οικονομία, η οποία σημαίνει και μακροημέρευση για έναν ηγέτη. Και επειδή πλέον έχει γίνει η αχίλλειος πτέρνα του, αν θέλει να την ξανακάνει το ισχυρό του χαρτί θα πρέπει να βάλει νερό στο κρασί του.
Ένας δεύτερος λόγος για την θετική εικόνα που προβάλει και την προσέγγιση με την Ελλάδα είναι η συνειδητοποίηση ότι η υπερέκταση που ακολούθησε στην ευρύτερη περιοχή, ναι μεν τον ωφέλησε ως ένα βαθμό (τουρκολιβυκό σύμφωνο, εγκαθίδρυση σε σημεία της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής, κλπ), ωστόσο παράλληλα τον ζημίωσε, καθώς διέρρηξε τις σχέσεις του με το Ισραήλ και την Αίγυπτο, χώρες που ήρθαν πιο κοντά με την Ελλάδα.
Και ένας τρίτος λόγος είναι ότι η εξασθένιση του Πούτιν λόγω του ουκρανικού αλλά και της εικόνας αδυναμίας που έδειξε με το πραξικόπημα του Πριγκόζιν, έχει αποδυναμώσει το χαρτί «Ρωσία» για τον Ερντογάν.
Τρεις λόγοι, ικανοί για να τον κάνουν να αλλάξει την πολιτική του.
Τα ερωτήματα βέβαια παραμένουν και είναι εύλογα. Όλος αυτός ο αναθεωρητισμός, οι φιλοδοξίες της Τουρκίας, το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας», ο μη σεβασμός του Διεθνούς Δικαίου θα εγκαταλειφθούν ή θα μετριαστούν χάρη μιας προσέγγισης με τη Δύση;
Είναι πραγματική η αναδίπλωση στο Βίλνιους ή αποτελεί ένα ελιγμό, προκειμένου μόλις κερδίσει τη στήριξη που χρειάζεται για τη χώρα του και ανατάξει την οικονομία, να εκδηλώσει ξανά τις γνωστές του ηγεμονικές βλέψεις;
Την απάντηση τη γνωρίζει μόνο ο ίδιος ο Ερντογάν. Το ίδιο ισχύει και για το δίλημμα κατά πόσο η προσέγγιση με τις ΗΠΑ και την ΕΕ έχει περισσότερα πλεονεκτήματα για την Τουρκία, έστω και πρόσκαιρα, έναντι μιας σύγκρουσης μαζί τους.
Τι οπλοστάσιο έχει η Δύση στο αρνητικό σενάριο που η Τουρκία θυμηθεί αργά ή γρήγορα τον γνωστό της εαυτό;
Η απάντηση ακούει στις λέξεις «όρια και πλαίσιο». Εναπόκειται στη Δύση να αποφύγει αυτή τη φορά τα ίδια λάθη του παρελθόντος και να εγκαταλείψει την αφελή προσέγγιση ότι επειδή η Άγκυρα έχει εκμηδενίσει τις παραβιάσεις και υπερπτήσεις στο Αιγαίο, ξαναμπαίνει σε δυτική τροχιά, επομένως την αποδεχόμαστε, όπως είναι, χωρίς να επιβάλλουμε όρους και προϋποθέσεις.
Εφόσον θέλει πραγματικά η Δύση να ελέγξει αν όσα λέει ο Ερντογάν τα εννοεί, και να αντέξει στον χρόνο αυτή η στροφή, τότε πρέπει να του θέσει εγκαίρως όρια και ένα πλαίσιο. Ένας Ερντογάν εκτός ορίων και πλαισίου, ακριβώς όπως έκανε την κυβίστηση στο Βίλνιους, το ίδιο εύκολα μπορεί να επιστρέψει σε όσα μας έχει συνηθίσει να κάνει, δηλαδή σε μια τροχιά ηγεμονικών βλέψεων.
Συμπέρασμα: Η αναθέρμανση των σχέσεων Δύσης-Τουρκίας περνάει μέσα από την Άγκυρα και εφόσον εννοεί όσα δήλωσε το τελευταίο 48ωρο ο Ερντογάν, τότε οι σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση περνούν μέσα (και) από την Αθήνα.
* Ο Κωνσταντίνος Φίλης είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Αμερικανικού Κολεγίου Ελλάδας, αναλυτής διεθνών θεμάτων του ΑΝΤ1, παρουσιάζει την εκπομπή «Η Ελλάδα στον κόσμο (της)», η οποία προβάλλεται από την πλατφόρμα ΑΝΤ1+
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου