Του Γιαννη Παπαδογιαννη / jpapadogiannis@kathimerini.gr
Περί τα 45 δισ. ευρώ έχουν δανειστεί από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) οι εγχώριες εμπορικές τράπεζες κάνοντας χρήση της -μη συμβατικής- χρηματοδοτικής διευκόλυνσης που προσφέρει η ΕΚΤ για την ανακούφιση των τραπεζών και την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Πρόκειται για δυνατότητα που η ΕΚΤ παρέχει σε όλες στις τράπεζες των χωρών-μελών, ωστόσο φαίνεται ότι οι εγχώριες τράπεζες την έχουν υπερ-αξιοποιήσει: τα 45 δισ. που έχουν αντλήσει από την ΕΚΤ αντιστοιχούν στο 5,5% των συνολικών κεφαλαίων που έχει χορηγήσει η ΕΚΤ στις ευρωπαϊκές τράπεζες, ποσοστό περίπου διπλάσιο του 2,8% που είναι η συμβολή του εγχώριου ΑΕΠ στο ευρωπαϊκό.
Η ΕΚΤ παρέχει ρευστότητα στις τράπεζες λαμβάνοντας ως εγγύηση ομόλογα, χαρτοφυλάκια δανείων και άλλα χρεόγραφα. Σημειώνεται ότι η συμμετοχή της κάθε χώρας στο ΑΕΠ της Ευρωζώνης αποτελεί την άτυπη ποσόστωση για τη συμμετοχή κάθε χώρας στα προγράμματα βοήθειας. Πολλοί αναλυτές ανησυχούν ότι οι εγχώριες εμπορικές τράπεζες έχουν κάνει κατάχρηση της δυνατότητας. Επιτελικά στελέχη της Τραπέζης της Ελλάδος ανησυχούν και επισημαίνουν ότι ορισμένες εγχώριες τράπεζες δεν κάνουν συνετή χρήση του έκτακτου αυτού μέτρου. «Οι τράπεζες βολεύονται με το φθηνό χρήμα που προσφέρει η ΕΚΤ και δεν προσαρμόζουν τις δομές τους στα νέα δεδομένα της αγοράς. Αναπόδραστα κάποια στιγμή θα πρέπει να αντικαταστήσουν τα 45 δισ. από εξωτερικές πηγές δανεισμού, με όρους αγοράς. Δηλαδή σημαντικά υψηλότερα επιτόκια» αναφέρουν. Αναλυτές σημειώσουν ότι οι τράπεζες θα έπρεπε να κάνουν περιορισμένη χρήση των κεφαλαίων της ΕΚΤ καθώς, δεδομένου ότι δεν θα επανέλθουμε στην προ κρίσης κατάσταση, θα υποχρεωθούν στο κοντινό μέλλον να αντικαταστήσουν τα φθηνά αυτά κεφάλαια με άλλα που θα αντλήσουν από τις διεθνείς αγορές.
Υπογραμμίζεται ότι πρόκειται για μια έκτακτη και μη συμβατική δράση της ΕΚΤ που σκοπό έχει να εξασφαλίσει σε όλες τις τράπεζες των χωρών της Ευρωζώνης φθηνή ρευστότητα έως ότου αποκατασταθεί η ομαλότητα στις διεθνείς αγορές χρήματος και τη διατραπεζική αγορά. Μόλις αποκατασταθεί η λειτουργιά των αγορών οι τράπεζες θα πρέπει να επιστρέψουν τα κεφάλαια που έχουν δανειστεί από την ΕΚΤ αντλώντας δανειακά κεφάλαια από άλλες πηγές.
Αργά ή γρήγορα οι εγχώριες τράπεζες θα πρέπει να προσφύγουν στις διεθνείς αγορές σε μια περίοδο που η κάκιστη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας έχει ως αποτέλεσμα ο δανεισμός να πραγματοποιείται με σημαντικά υψηλά -σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρωζώνης- επιτόκια.
Μέσω της ΕΚΤ οι τράπεζες έχουν λύσει το πρόβλημα της ρευστότητας. Χαρακτηριστική είναι η απροθυμία τους να αξιοποιήσουν τα κεφάλαια από το κυβερνητικό πρόγραμμα ενίσχυσης της ρευστότητας επικαλούμενες το υψηλό κόστος άντλησης κεφαλαίων του προγράμματος. Ωστόσο, ορατός είναι ο κίνδυνος όταν η ΕΚΤ αποσύρει τα κεφάλαια αυτά οι τράπεζες που έχουν κάνει κατάχρηση να βρεθούν σε ευάλωτη θέση.
Επιπρόσθετα οι τράπεζες έχουν αναπτύξει και έναν ιδιότυπο μηχανισμό αποκόμισης κερδών: αγοράζουν ομόλογα του Δημοσίου απολαμβάνοντας τα υψηλότερα επιτόκια με τα οποία δανείζεται η Ελλάδα και εν συνεχεία τους τίτλους αυτούς χρησιμοποιούν ως εγγύηση στην ΕΚΤ για να λάβουν χαμηλού κόστους ρευστότητα. Ακόμη και χθες που το επιτόκιο των εντόκων γραμματίων διαμορφώθηκε σε ιστορικό χαμηλό οι τράπεζες κερδίζουν, αφού δάνεισαν το Δημόσιο με επιτόκιο 1,78% και θα δανειστούν από την ΕΚΤ με ενέχυρο αυτά τα έντοκα με επιτόκιο 1,25%. Το κέρδος είναι πολύ μεγαλύτερο με μεγαλύτερης διάρκειας τίτλους, που έχουν υψηλότερο επιτόκιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου