ο Κυριάκος Μητσοτάκης προχωρά στην πραγματοποίηση του 14ου Τακτικού Συνεδρίου της Ν.Δ. τον Δεκέμβριο, έχοντας πριν υλοποιήσει και τον προγραμματισμό για τις εσωκομματικές εκλογές.
Δείχνει με τον τρόπο αυτό ότι παράλληλα με την επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων και την προσπάθεια αλλαγής σελίδας στη μετά Covid εποχή δίνει βάρος και στις εσωτερικές διεργασίες που καθιστούν το κόμμα ζωντανό οργανισμό συνδεδεμένο με την κοινωνία...
Τα όσα ανέφερε χθες στο διαγραμματειακό όργανο του κόμματος είναι χαρακτηριστικά. Κλείνοντας τα σενάρια περί πρόωρης προσφυγής στις κάλπες, που μάλιστα αποτελούν και ένα είδος δικαιολογίας σε ό,τι αφορά τις εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ, ανοίγει τον δρόμο και για έναν απολογισμό που θα αφορά την ίδια την λειτουργία του κόμματος που στηρίζει την σημερινή κυβέρνηση στο έργο που έχει μπροστά της αναφορικά με την ανάταξη της οικονομίας και της κοινωνικής συνοχής.
Η αναφορά του στην προοδευτικότητα που ταυτίζεται με το κυβερνών κόμμα έρχεται να προστεθεί στα όσα πρόσφατα ανέφερε περιγράφοντας το σκεπτικό του σχετικά με το πως οριοθετείται σήμερα η διαχωριστική γραμμή προόδου – συντήρησης και πως αυτό δεν αποτελεί ζήτημα αυτοπροσδιορισμού, αλλά πράξεων και έργων.
Η προϋπόθεση των συνθηκών που θα επικρατούν την περίοδο εκείνη και ως προς την πορεία διαχείρισης της πανδημίας παραμένει.
Εν τούτοις η απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη να ορίσει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα δείχνει τις προθέσεις του ως προς τον τρόπο με τον οποίο ένα κόμμα δύναται να συμβάλλει στην προσπάθεια που πραγματοποιεί μια κυβέρνηση, κυρίως ως προς τη διασύνδεση του με την κοινωνία. Ειδικά σήμερα ως προς τις σχέσεις που δύναται να αναπτυχθούν με τη νέα γενιά.
Στον αντίποδα ο ΣΥΡΙΖΑ δύο χρόνια μετά την ήττα των εκλογών του 2019 παραμένει καθηλωμένος σε μια διαδικασία που προσβλέπει σε μια συσπείρωση ψηφοφόρων μέσω των υψηλών τόνων και των ακραίων εκφάνσεων ενός διχαστικού λόγου και μια ρητορικής που θυμίζει όχι μόνο την περίοδο πριν το 2015 αλλά επί της ουσίας εμφυλιοπολεμικές καταστάσεις.
Ο αυτοπροσδιορισμός της προοδευτικότητας καθίσταται εκ των ουκ άνευ, δεδομένου ότι αποφεύγει επιμελώς τόσο ένα απολογισμό όσο και μια αλλαγή τακτική ανάλογη με τον ρόλο που οι ψηφοφόροι του ανέθεσαν, δηλαδή αυτόν της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Και μέσα από τη λογική της μετατροπής του κόμματος σε αρχηγικό, λειτουργεί με προσωπικές αποφάσεις που προκαλούν αντιδράσεις και εσωκομματικές γκρίνιες. Γκρίνιες που συσσωρεύονται, με τα στελέχη να αναμένουν εδώ και καιρό το συνέδριο προκειμένου να τοποθετηθούν κυρίως για τα όσα έχουν γίνει μετά τις εκλογές του 2019.
Αυτό είναι που ξορκίζει όμως και ο Αλέξης Τσίπρας μέσα από τις εναλλακτικές λύσεις, όπως για παράδειγμα η πραγματοποίηση μιας πανελλαδικής συνδιάσκεψης η οποία θα πραγματοποιηθεί με τη συμμετοχή των μελών της επιτροπής ανασυγκρότησης (που αποτελείται και από τους προσχωρήσαντες υπό τη σκέπη της προοδευτικής συμμαχίας) και των 1.800 μελών που εξελέγησαν στις νομαρχιακές εσωκομματικές εκλογές όπου κυριάρχησαν οι προεδρικοί και οι φίλα προσκείμενοι υποστηρικτές της ηγεσίας.
Με τον τρόπο αυτό εκτιμάται πως θα μειωθούν και οι φωνές αντίδρασης που εξακολουθούν εντός του κόμματος να αντιτίθεται στην μετατροπή του στο αρχηγικό και να ζητούν έναν απολογισμό ουσίας σε συνδυασμό με την κατάρτιση προγραμματικών θέσεων και προτάσεων που να εντάσσονται σε μια πραγματική βάση και όχι στις «αυταπάτες» του παρελθόντος και σε μια αλόγιστη πλειοδοσίας υποσχέσεων στη λογική του «λεφτά υπάρχουν».
Δείχνει με τον τρόπο αυτό ότι παράλληλα με την επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων και την προσπάθεια αλλαγής σελίδας στη μετά Covid εποχή δίνει βάρος και στις εσωτερικές διεργασίες που καθιστούν το κόμμα ζωντανό οργανισμό συνδεδεμένο με την κοινωνία...
Τα όσα ανέφερε χθες στο διαγραμματειακό όργανο του κόμματος είναι χαρακτηριστικά. Κλείνοντας τα σενάρια περί πρόωρης προσφυγής στις κάλπες, που μάλιστα αποτελούν και ένα είδος δικαιολογίας σε ό,τι αφορά τις εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ, ανοίγει τον δρόμο και για έναν απολογισμό που θα αφορά την ίδια την λειτουργία του κόμματος που στηρίζει την σημερινή κυβέρνηση στο έργο που έχει μπροστά της αναφορικά με την ανάταξη της οικονομίας και της κοινωνικής συνοχής.
Η αναφορά του στην προοδευτικότητα που ταυτίζεται με το κυβερνών κόμμα έρχεται να προστεθεί στα όσα πρόσφατα ανέφερε περιγράφοντας το σκεπτικό του σχετικά με το πως οριοθετείται σήμερα η διαχωριστική γραμμή προόδου – συντήρησης και πως αυτό δεν αποτελεί ζήτημα αυτοπροσδιορισμού, αλλά πράξεων και έργων.
Η προϋπόθεση των συνθηκών που θα επικρατούν την περίοδο εκείνη και ως προς την πορεία διαχείρισης της πανδημίας παραμένει.
Εν τούτοις η απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη να ορίσει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα δείχνει τις προθέσεις του ως προς τον τρόπο με τον οποίο ένα κόμμα δύναται να συμβάλλει στην προσπάθεια που πραγματοποιεί μια κυβέρνηση, κυρίως ως προς τη διασύνδεση του με την κοινωνία. Ειδικά σήμερα ως προς τις σχέσεις που δύναται να αναπτυχθούν με τη νέα γενιά.
Στον αντίποδα ο ΣΥΡΙΖΑ δύο χρόνια μετά την ήττα των εκλογών του 2019 παραμένει καθηλωμένος σε μια διαδικασία που προσβλέπει σε μια συσπείρωση ψηφοφόρων μέσω των υψηλών τόνων και των ακραίων εκφάνσεων ενός διχαστικού λόγου και μια ρητορικής που θυμίζει όχι μόνο την περίοδο πριν το 2015 αλλά επί της ουσίας εμφυλιοπολεμικές καταστάσεις.
Ο αυτοπροσδιορισμός της προοδευτικότητας καθίσταται εκ των ουκ άνευ, δεδομένου ότι αποφεύγει επιμελώς τόσο ένα απολογισμό όσο και μια αλλαγή τακτική ανάλογη με τον ρόλο που οι ψηφοφόροι του ανέθεσαν, δηλαδή αυτόν της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Και μέσα από τη λογική της μετατροπής του κόμματος σε αρχηγικό, λειτουργεί με προσωπικές αποφάσεις που προκαλούν αντιδράσεις και εσωκομματικές γκρίνιες. Γκρίνιες που συσσωρεύονται, με τα στελέχη να αναμένουν εδώ και καιρό το συνέδριο προκειμένου να τοποθετηθούν κυρίως για τα όσα έχουν γίνει μετά τις εκλογές του 2019.
Αυτό είναι που ξορκίζει όμως και ο Αλέξης Τσίπρας μέσα από τις εναλλακτικές λύσεις, όπως για παράδειγμα η πραγματοποίηση μιας πανελλαδικής συνδιάσκεψης η οποία θα πραγματοποιηθεί με τη συμμετοχή των μελών της επιτροπής ανασυγκρότησης (που αποτελείται και από τους προσχωρήσαντες υπό τη σκέπη της προοδευτικής συμμαχίας) και των 1.800 μελών που εξελέγησαν στις νομαρχιακές εσωκομματικές εκλογές όπου κυριάρχησαν οι προεδρικοί και οι φίλα προσκείμενοι υποστηρικτές της ηγεσίας.
Με τον τρόπο αυτό εκτιμάται πως θα μειωθούν και οι φωνές αντίδρασης που εξακολουθούν εντός του κόμματος να αντιτίθεται στην μετατροπή του στο αρχηγικό και να ζητούν έναν απολογισμό ουσίας σε συνδυασμό με την κατάρτιση προγραμματικών θέσεων και προτάσεων που να εντάσσονται σε μια πραγματική βάση και όχι στις «αυταπάτες» του παρελθόντος και σε μια αλόγιστη πλειοδοσίας υποσχέσεων στη λογική του «λεφτά υπάρχουν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου