Θα ξεπεράσουμε την κρίση μέσα από τις πολιτικές που
ακολουθούμε; Δεν ξέρουμε.
Για τέσσερα χρόνια τώρα το σημείο ισορροπίας,
μετά το οποίο θα μπορούσαμε να ατενίζουμε μια προοπτική προς τα επάνω,
δεν έχει βρεθεί.
Από την άνοιξη του 2010 κάθε κάποιους μήνες βρισκόμαστε
σε κρίσεις πολιτικής, που ακολουθούνται από νέες κρίσεις.
Η πολιτική επικεντρώνεται – αναγκαστικά –
στα μακροοικονομικά. Eτσι τα ζητήματα του παραγωγικού συστήματος και
του κοινωνικού κράτους βρίσκονται στο κενό. Και τα δύο αποτελούν τα
παθιασμένα στοιχεία κάθε δημόσιας συζήτησης, αλλά κατά περίεργο τρόπο
είναι οι παρίες της πολιτικής αντιμετώπισης της κρίσης.
Ομως η σχέση της
χώρας και της ελληνικής κοινωνίας με την κρίση θα κριθεί από την
ισορροπία στο τρίγωνο «δημοσιονομική, παραγωγική, κοινωνική διάσταση».
Η ισορροπία αυτή ήταν προβληματική για
δεκαετίες και γι’ αυτό η κρίση πήρε τη μορφή και την ένταση που πήρε...
Η
ίδια ισορροπία συνεχίζει να είναι πιο προβληματική σήμερα, μέσα στην
κρίση. Η οικονομία μας δεν πέτυχε ανάπτυξη επειδή ισχυροποιήθηκε
αντίστοιχα η παραγωγική μας βάση. Ούτε πέτυχε κοινωνικό κράτος
στηριγμένο σε κάποιο ανθεκτικό παραγωγικό σύστημα. Αλλωστε ένα τμήμα
αυτού που εμφανίζεται ως κοινωνικό κράτος κάθε τόσο αποκαλύπτεται ότι
δεν είναι παρά ιδιοτελείς παροχές σε άτομα ή ομάδες, άσχετες με
κοινωνική πολιτική. Ανάπτυξη, κοινωνικό κράτος και κρατική πολιτική πριν
από την κρίση στηρίζονταν σε μεγάλο βαθμό στο αδιάκοπο φούσκωμα των
ελλειμμάτων και των εξωτερικών χρεών. Στη φάση της κρίσης ξεφουσκώνουν
τα ελλείμματα και έτσι ξεφουσκώνουν και η ανάπτυξη και το κοινωνικό
κράτος.
Γίνεται κάτι λάθος; Θέλει κανείς να
απαντήσει στο ερώτημα αρνητικά;
Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να
ξεκαθαριστεί ότι μια ανάπτυξη η οποία θα μείωνε την ύφεση, θα στήριζε το
κοινωνικό κράτος και θα έδινε μια διαφορετική προοπτική δεν σημαίνει
πρόσθετα ελλείμματα και δάνεια αλλά πιο ισχυρή παραγωγή. Η κυρίαρχη
αντίληψη όμως όλο αυτό το διάστημα είναι ότι η επιστροφή σε συνθήκες
δημοσιονομικής ισορροπίας δημιουργεί ύφεση και η συνταγή που συνάγεται
είναι ίδια με την παλιά που οδήγησε στην κατάρρευση: θα τα
«καταφέρουμε», αν οι ξένοι μάς δώσουν τα ποσά που φοροδιαφεύγουν στη
χώρα, μέσα από νέα και μεγαλύτερα δάνεια, που θα τα ξοδέψουμε
καταναλωτικά και θα τα αποπληρώσουμε όπως τα παλιά!
Μια τέτοια ψευδοαναπτυξιακή συνταγή για
άλλη μια φορά σημαίνει μετάθεση του λογαριασμού της κενότητας σε όσους
θα αποπληρώσουν αργότερα. Ακόμα και η επιμήκυνση που συζητείται, που
φυσικά θα ελαφρύνει το βάρος μας για τα επόμενα άμεσα χρόνια, θα
μετακυλήσει μια τεράστια μάζα υποχρεώσεων για το 2020 και μετά, που θα
διατηρεί το τέλμα για αόριστο διάστημα. Η σκέψη είναι φωτοαντίγραφο των
κοινωνικά ευαίσθητων πολιτικών λύσεων του παρελθόντος, που αποτέλεσαν τη
γενέτειρα των άγριων περικοπών μισθών, συντάξεων και εισοδημάτων
σήμερα. Τέτοιες τεράστιας σημασίας επιλογές μπορεί να απαντηθούν
καταφατικά ή και αρνητικά, οι συνέπειές τους όμως για την κοινωνία και
τη χώρα δεν μπορεί να αποσιωπώνται συστηματικά και όταν έρθει η ώρα της
αλήθειας να θυμόμαστε «κόκκινες γραμμές».
Η πολιτική της τρόικας, ενώ παρεμβαίνει
έντονα στα εισοδηματικά, περιορίζεται σε φραστικές συστάσεις για τη
φοροδιαφυγή και αγνοεί την παραγωγική αναδιάρθρωση. Επιπλέον, σε επί
μέρους πολιτικές δείχνει να αποβλέπει περισσότερο σε επί μέρους
συμφέροντα παρά στη δημοσιονομική σταθεροποίηση και στην ανάπτυξη. Ετσι η
συρρίκνωση της οικονομίας ακυρώνει τις προσπάθειες μακροοικονομικής
προσαρμογής. Επιπλέον, όταν, πέρα από την ύφεση, το κράτος σαρώνει κάθε
τραπεζική ρευστότητα για να καλύψει τα δικά του ελλείμματα, αδυνατεί να
πληρώσει τις υποχρεώσεις του και υπάρχει γενικότερη έλλειψη
εμπιστοσύνης, προκύπτει παραγωγική αποδιάρθρωση. Πολλές παραγωγικές
μονάδες κλείνουν, η γνώση διασπάται και χάνεται, επενδύσεις
καταστρέφονται. Αν η κρίση είναι πίσω από τις επιπτώσεις αυτές, η κρίση
τροφοδοτείται και από αυτές. Αυξάνονται τα ελλείμματα, υπονομεύεται η
ανταγωνιστική βάση, εντείνεται η ανεργία, πλήττεται η ανάπτυξη.
Με το τοπίο ως έχει, οικονομία και
κοινωνία βυθίζονται στην παγίδα ενός αργόσυρτου τέλματος.
Πολλά και
επώδυνα έχουν γίνει μέχρι τώρα. Ομως η απόδοση θα είναι ισχνή όσο οι
αλλαγές έχουν κενά σε κεντρικούς κρίκους της «αλυσίδας αξίας» της
πολιτικής. Αναφορές σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις δεν αρκούν γιατί οι
μεταρρυθμίσεις διόλου δεν οδηγούν αναγκαστικά στην ανάπτυξη. Αν π.χ. η
πολιτική αξιοποιεί το οξυγόνο που δημιουργείται για να εντείνει τα
παράλογα του δημόσιου τομέα ή τη διαφθορά, η κοινωνία δεν θα καταλάβει
τίποτα, όσες μεταρρυθμίσεις και αν γίνουν. Επίσης, μια σοβαρή
μεταρρύθμιση απαιτεί πολλές συμπληρωματικές δράσεις, σε επίπεδο
πολιτικής αλλά και κοινωνικών παικτών.
Μεταρρυθμίσεις σε μια κοινωνία
στην οποία κάθε εβδομάδα κλείνουν κατά βούληση συγκοινωνίες, λιμάνια,
εμπορικά κέντρα, σημειώνονται καταστροφές, ξυλοδαρμοί και εντάσεις, το
αναπτυξιακό αποτέλεσμα είναι ανέφικτο.
Προφανώς στη σημερινή φάση δεν
περιμένει κανείς κοινωνική υποταγή σε περιοριστικές πολιτικές. Αλλά και,
προφανώς, αν μια κοινωνία που προσβλέπει με αγωνία σε μια ανάπτυξη
κινείται σε ένα τέτοιο τοπίο, η συνέπεια είναι αντίστροφη με την
επιδίωξη. Η απάντηση δεν είναι τεχνοκρατική. Είναι δουλειά της πολιτικής
(και της «απ’ έξω») να σχεδιάσει, να πείσει και να εξισορροπήσει
πολιτικές και πραγματικότητες.
Η Ελλάδα ενώ σημείωσε σημαντική σύγκλιση
σε όρους ΑΕΠ με την ΕΕ υστερεί σημαντικά στις δομές παραγωγής και σε
γνώσεις. Ανάπτυξη όμως σημαίνει παραγωγικό μετασχηματισμό, αλλαγή στα
μεγέθη και στην ανταγωνιστική ανθεκτικότητα των επιχειρήσεων, ανάδειξη
επιχειρήσεων που δεν σβήνουν σε λίγα χρόνια, καινοτομίες και τεχνολογική
ανάπτυξη στο εκπαιδευτικό και στο παραγωγικό σύστημα, απάλειψη της
εκτεταμένης διαφθοράς και γραφειοκρατίας σε όλο το φάσμα της διοίκησης,
σημαίνει και απεγκλωβισμό από πολιτικές που απονέμουν προσόδους για
πελατειακά οφέλη σε ειδικές ομάδες. Σημαίνει μια επιστροφή στις
δυνατότητες του αγροτικού χώρου, ο οποίος αφού απομυζήθηκε από τον κόσμο
του εγκαταλείφθηκε. Σημαίνει επίσης ένα αυστηρό, διαφανές δίκαιο και
απαλλαγμένο από μηχανισμούς διαφθοράς φορολογικό σύστημα. Σημαίνει
κράτος δικαίου. Τι απ’ όλα αυτά συνοδεύει τα προγράμματα που εκπονούν
τρόικα και κυβερνήσεις μαζί;
Παλαιότερα η αντίληψη της βιομηχανικής
πολιτικής οδήγησε σε τερατουργήματα κρατικής αποτυχίας και διαφθοράς.
Σήμερα η έννοια μιας πολιτικής που θέτει γενικότερους στόχους ανάπτυξης
και προσπαθεί να στηρίξει την παραγωγική αναδιάρθρωση είναι εγγενής στη
διεθνή πολιτική. Στη νεοφιλελεύθερη Ευρώπη και στην ΕΕ η συνεχής
διαφοροποίηση της παραγωγής και η δημιουργία νέων – μικρών ή μεγάλων –
πεδίων ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων έχουν αναδειχθεί σε κεντρικά
εργαλεία αναπτυξιακής πολιτικής (τηλεπικοινωνίες, ενέργεια, σύγχρονες
υποδομές, νανοτεχνολογία, βιοτεχνολογία, ηλεκτρονικά). Στη μη
νεοφιλελεύθερη χώρα μας αντίστοιχες μορφές πολιτικής ανάλογες με τα
δεδομένα μας απλώς είναι ανύπαρκτες. Η λογική της αυτορρύθμισης της
αγοράς κυριαρχεί.
Σύντομα οι αποφάσεις για τα νέα μέτρα θα
σβήσουν κάθε άλλον προβληματισμό και εξέλιξη στη χώρα. Ετσι,
αναγκαστικά, θα μείνουμε με αναπάντητα τα δύο παραπάνω αρχικά ερωτήματα.
Τάσος Γιαννίτσης, Το Βήμα, 23/09/2012
by Αντικλείδι , http://antikleidi.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου