(Photo by Mark Kolbe/Getty Image/Ideal Image) |
Από την ερχόμενη εβδομάδα που σύσσωμη η κοινοβουλευτική ομάδα θα ψηφίζει με χέρια και με πόδια το πολυνομοσχέδιο με τις νέες περικοπές στις συντάξεις, τη μείωση στο αφορολόγητο και τον αφανισμό των κοινωνικών επιδομάτων, ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει πετύχει ό,τι πιο ριζοσπαστικό κατάφερε ποτέ:
να έχει ψηφίσει απανωτά δύο μνημόνια με βαρύτατα δημοσιονομικά μέτρα άνω των 4 δισ. ευρώ και να εύχεται πλέον να επαληθευτεί το «νεοφιλελεύθερο» σενάριο για την ανάκαμψη της οικονομίας μήπως μαζί με τη διάσωση της χώρας, καταφέρει και ο ίδιος να διασωθεί πολιτικά έστω ως κάτι πλήρως μεταλλαγμένο σε σύγκριση με τις πολιτικές καταβολές του.
Έχει πράγματι πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να παρακολουθεί κανείς τους υπουργούς και τα στελέχη της κυβέρνησης να αλλάζουν ρητορική και να ομνύουν στις αγορές, να θριαμβολογούν για το ρεκόρ των ομολόγων και το ράλι στο Χρηματιστήριο, να αρκούνται σε «μερεμέτια» για το χρέος, να παίρνουν πίσω τους νόμους που ψήφιζαν προ μερικών μηνών, και να προβλέπουν ότι η οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα θα αλλάξει προς το καλύτερο με τις ιδιωτικοποιήσεις, την απελευθέρωση των αγορών και την -γενικώς και αορίστως- προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων.
Αλλά είναι επίσης εξαιρετικά ανησυχητικό οι ίδιοι άνθρωποι να βάλουν κατά ανεξάρτητων αρχών όπως το Ελεγκτικό Συνέδριο και το ΣτΕ επειδή οι εισηγήσεις του δεν εξυπηρετούν το αφήγημά τους, να κλείνουν τα αυτιά, τα μάτια και τη μύτη μπροστά σε φαινόμενα διαπλοκής που στηρίζουν τη δική τους κυβέρνηση, και να στηρίζουν το αφήγημα της επιτυχίας τους στα χειρότερα υποδείγματα που κληρονόμησαν από τις προηγούμενες δεξιές και κεντρώες κυβερνήσεις: την υπερφορολόγηση, τις αθρόες προσλήψεις συμβασιούχων στο Δημόσιο και την οικονομική θωπεία προς συγκεκριμένες κοινωνικές και επαγγελματικές ομάδες.
Αλλά είναι επίσης εξαιρετικά ανησυχητικό οι ίδιοι άνθρωποι να βάλουν κατά ανεξάρτητων αρχών όπως το Ελεγκτικό Συνέδριο και το ΣτΕ επειδή οι εισηγήσεις του δεν εξυπηρετούν το αφήγημά τους, να κλείνουν τα αυτιά, τα μάτια και τη μύτη μπροστά σε φαινόμενα διαπλοκής που στηρίζουν τη δική τους κυβέρνηση, και να στηρίζουν το αφήγημα της επιτυχίας τους στα χειρότερα υποδείγματα που κληρονόμησαν από τις προηγούμενες δεξιές και κεντρώες κυβερνήσεις: την υπερφορολόγηση, τις αθρόες προσλήψεις συμβασιούχων στο Δημόσιο και την οικονομική θωπεία προς συγκεκριμένες κοινωνικές και επαγγελματικές ομάδες.
Το συμπέρασμα όμως είναι συγκεκριμένο και δεν αλλάζει:
Όπως πίστευαν «παλιά» στον ΣΥΡΙΖΑ ότι θα καταργήσουν τα μνημόνια και οι πολίτες θα τους ψηφίζουν ξανά και ξανά γιατί τους έσωσαν από τη λαίλαπα της καπιταλιστικής Ευρώπης, έτσι πιστεύουν τώρα με το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης, ότι αύριο οι ψηφοφόροι θα τους εμπιστευτούν επειδή θα είναι εκείνοι που θα έχουν πιάσει από τα κέρατα τον Μινώταυρο του νεοφιλελευθερισμού και θα οδηγούν μαζί του τη χώρα στην ανάπτυξη.
Πίσω από όλη αυτή την ιδεολογική μετάλλαξη που ωθεί την πάλαι ποτέ «ριζοσπαστική Αριστερά» να ενστερνιστεί θέσεις των πολιτικών της αντιπάλων, να αντιπολιτεύεται το παρελθόν της και να ψηφίζει αδιαμαρτύρητα τα μνημόνια, δεν βρίσκεται μόνο η προσκόλληση στην εξουσία.
Υπό το βάρος της ζημιάς των τελευταίων 2,5 χρόνων, στην κυβέρνηση έχουν αντιληφθεί πως ο μόνος τρόπος για να μην φέρουν ξανά επί των ημερών τους τη χώρα προ επικίνδυνων ατραπών και τους ίδιους υπό διωγμό, είναι να παίξουν το υπόλοιπο του παιχνιδιού με τους όρους που θέτουν οι δανειστές ακόμη και αν δεν τους εφαρμόσουν επί της ουσίας.
Υπό αυτή την έννοια, πράγματι εμφανίζονται πως «σώζουν τη χώρα» από τον παλιό αντιδραστικό εαυτό τους, αλλά την ίδια στιγμή κερδίζουν χρόνο ώστε να κάνουν μπίζνες με τα παλαιά και νέα τζάκια του εγχώριου κρατικοδίαιτου καπιταλισμού και των ξένων επενδυτών, στο όνομα της ταχείας ανάκαμψης που έχει ανάγκη η οικονομία.
Μόνον έτσι μπορούν επίσης να ελπίζουν ότι θα έχουν περιθώρια να μείνουν πολιτικά ζωντανοί και να πιστωθούν δημοσκοπικά για ένα – ενάμιση χρόνο τα οφέλη από την αναθέρμανση του «αναπτυξιακού αφηγήματος» που διακόπηκε βιαίως το 2015.
Η τελική επιδίωξη της κυβέρνησης είναι να φτάσει από καλύτερη θέση στο «τέλος των μνημονίων» το καλοκαίρι του 2018, αποφεύγοντας ενόσω βρίσκεται στο τιμόνι να υλοποιήσει τα μέτρα που ψηφίζει και πολύ περισσότερο να υπογράψει ένα νέο πρόγραμμα διάσωσης.
Παρότι η συμφωνία που θα ψηφιστεί την επόμενη εβδομάδα στη Βουλή είναι τέτοια που ναρκοθετεί εν τη γενέσει τους τις όποιες προσδοκίες ανάκαμψης στην οικονομία, το πρόβλημα δεν το έχει η σημερινή κυβέρνηση. Θα το βρει μπροστά της η επόμενη που θα προκύψει μετά από πιθανές πρόωρες εκλογές.
Το πρώτο ορόσημο για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ θα είναι το τέλος του 2018 και η πρώτη χρονιά εφαρμογής των δημοσιονομικών περικοπών στις συντάξεις και το αφορολόγητο το 2019 και το 2020 που φαντάζουν πολύ μακριά από το σήμερα.
Στο μεσοδιάστημα και για τους επόμενους 12-15 μήνες, η κυβέρνηση θεωρεί ότι στην καλύτερη περίπτωση θα καταφέρει να βελτιώσει τη θέση της και στη χειρότερη ότι δεν θα σκάσει η βόμβα στα χέρια της.
Του Βασίλη Γεώργα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου