Μετά την ευρωπαϊκή περιοδεία του κατά τη διάρκεια της οποίας είχε την ευκαιρία να σκιαγραφήσει τις νέες στρατηγικές σχέσεις των ΗΠΑ με τους συμμάχους τους στο ΝΑΤΟ, οΜπαράκ Ομπάμα συνεχίζει να θέτει σε νέες βάσεις τα μεγάλα διπλωματικά ζητήματα της χώρας του. Σε αυτό το πνεύμα αποφάσισε τις προηγούμενες ημέρες να χαλαρώσει τη στάση των Ηνωμένων Πολιτειών έναντι της Κούβας, μια σχέση η οποία είχε ενταθεί από την προηγούμενη προεδρία Μπους το 2004. Στο εξής λοιπόν οι «Κουβανοί της Αμερικής» θα έχουν το δικαίωμα να αποστέλλουν εμβάσματα στους οικείους τους στη χώρα καταγωγής τους. Αναμφίβολα πρόκειται για μια σημαντική κίνηση που προοιωνίζεται την έναρξη διαλόγου με τη χώρα που διοικείται πλέον από τονΡαούλ Κάστρο.
Διάλογος και όχι προληπτική δράση ή πόλεμος μοιάζει να είναι το νέο σύνθημα μιας Αμερικής που κατά τα φαινόμενα κάνει μια στροφή ή μάλλον επιστροφή στη διπλωματία την οποία είχε εγκαινιάσει από το 1950.
Ως προς το ζήτημα του Ιράν η κινητικότητα που παρατηρείται από τη νέα αμερικανική διπλωματία φέρνει τις ΗΠΑ πολύ πιο κοντά στην ευρωπαϊκή οπτική γωνία. Πρόκειται για μια στάση που αποσκοπεί στην αποφυγή της σύγκρουσης με το άνοιγμα- και εδώ - ενός διαλόγου τον οποίο δυσχέραιναν οι προϋποθέσεις που προέτασσε ως σήμερα η Ουάσιγκτον. Επομένως οι στόχοι Ευρώπης και Αμερικής συμπίπτουν: η επίτευξη, μέσω της διαπραγμάτευσης, ενός αυτοπεριορισμού των Ιρανών ως προς τις πυρηνικές τους φιλοδοξίες με αντάλλαγμα την παροχή βοήθειας για την ανάπτυξη πυρηνικών προγραμμάτων για ειρηνικούς σκοπούς, κάτι που έχει ήδη προτείνει οΝικολά Σαρκοζί.
Αυτό δε που επιδιώκεται ως προς το Ισραήλ είναι η αποδοχή του διττού δόγματος της «μη αναγνώρισης» και της «μη επέμβασης». Η πτυχή αυτή είναι εξαιρετικής σημασίας για την κατάσταση στη Μέση Ανατολή καθώς θα καθορίσει τη στάση που θα τηρήσουν οι δύο «ένοπλοι εντολοδόχοι» του Ιράν στην περιοχή, δηλαδή η Χαμάς και η Χεζμπολάχ. Ας ελπίσουμε ότι αυτή τη φορά οι προσπάθειες του σημερινού αμερικανού προέδρου θα στεφθούν με επιτυχία. Κάτι τέτοιο όμως απαιτεί την ήττα τουΜαχμούντ Αχμαντινετζάντστις προσεχείς προεδρικές εκλογές στο Ιράν, μια εξέλιξη που φαντάζει ωστόσο ελάχιστα πιθανή.
Προτού ακόμη αξιολογηθούν οι πιθανότητες επιτυχίας αυτής της νέας προσέγγισης, οι ίδιες προσπάθειες έχουν πυροδοτήσει έναν έντονο διάλογο, αν όχι μια πολεμική, στις Ηνωμένες Πολιτείες. Πρώτοι από όλους αντιτίθενται οι Κουβανοί που ζουν εξόριστοι στο Μαϊάμι και είναι αντίθετοι σε οτιδήποτε θα μπορούσε να ενισχύσει το καθεστώς Κάστρο. Φωνές αντίδρασης υψώνονται και από εκείνους που μένουν πιστοί στην παραδοσιακή στρατηγική έναντι του Ιράν εμμένοντας περισσότερο στην προληπτική δράση και λιγότερο στη διπλωματία.
Αυτό ακριβώς είναι και το μεγαλύτερο εμπόδιο για τον Μπαράκ Ομπάμα. Πώς μπορούμε να ισχυριστούμε ότι είναι πράγματι εφικτός ο διάλογος με ένα κράτος το οποίο καλλιεργεί μόνιμα το μίσος εναντίον του Ισραήλ; Για να μην κρυβόμαστε, αυτό το διακύβευμα βρίσκεται στο κέντρο μιας διαπάλης που ίσως φέρει αντιπάλους από τη μία πλευρά τον Μπαράκ Ομπάμα και τηΧίλαρι Κλίντονκαι από την άλλη τονΒενιαμίν Νετανιάχου και τον νέο υπουργό Εξωτερικών του ΙσραήλΑβιγκντορ Λίμπερμαν. Εχει λεχθεί ότι o ισραηλινός πρωθυπουργός, ο οποίος κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας είχε λάβει ακραίες θέσεις αναφορικά με το Παλαιστινιακό εκφράζοντας την αντίθεσή του προς τη διεξαγωγή συνομιλιών, προτίθεται να «δοκιμάσει» τον αμερικανό πρόεδρο. Το βέβαιον είναι ότι ο Νετανιάχου γνωρίζει την επιρροή που έχει η εβραϊκή κοινότητα στη διαμόρφωση της αμερικανικής πολιτικής και σίγουρα δεν θα αφήσει ανεκμετάλλευτο αυτό το όπλο. Ηδη ορισμένοι από τους συμβούλους του ισραηλινού ηγέτη διακηρύσσουν ότι «το Ισραήλ δεν παίρνει εντολές από τον πρόεδρο Ομπάμα». Η κυρίαρχη γνώμη στον ισραηλινό Τύπο είναι ότι οι συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί, δεδομένης της πρόθεσης της προηγούμενης προεδρίας Μπους να υπάρξει μια διμερής συμφωνία για την ίδρυση ενός παλαιστινιακού κράτους, συντείνουν στη διαμόρφωση κλίματος αντιπαράθεσης μεταξύ ΗΠΑ και Ισραήλ.
Θα πρέπει να ανατρέξουμε πίσω στην προεδρία τουΤζορτζ Μπουςτου πρεσβυτέρου και του τότε υπουργού ΕξωτερικώνΤζέιμς Μπέικεργια να βρούμε ένα αντίστοιχο συγκρουσιακό κλίμα καθώς τότε είχαν ασκηθεί εντονότατες πιέσεις στους Ισραηλινούς προκειμένου να συμφωνήσουν με τη διεξαγωγή ειρηνευτικών συνομιλιών. Θα πρέπει ακόμη να θυμηθούμε ότι η πρώην υπουργός Εξωτερικών Τζίπι Λίβνι, η οποία κατά τονΑριέλ Σαρόνευθύνεται για την ήττα του κόμματός της στις τελευταίες εκλογές, αρνήθηκε να συμμετάσχει στην κυβέρνηση Νετανιάχου επειδή ο τελευταίος αρνείται κάθε αναφορά στη διάσκεψη της Αννάπολης και στο σχέδιο που προέβλεπε τη συνύπαρξη δύο ξεχωριστών κρατών.
Για την Τζίπι Λίβνι η εφαρμογή αυτού του σχεδίου συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση για τη συνεργασία με τη διεθνή κοινότητα η οποία διασφαλίζει το Ισραήλ έναντι του Ιράν και κυρίως έναντι της Χεζμπολάχ και της Χαμάς. Στο κέντρο λοιπόν αυτού του γόρδιου δεσμού που καλούνται να λύσουν ο Μπαράκ Ομπάμα και η Χίλαρι Κλίντον βρίσκουμε και πάλι την επίλυση του ιρανικού προβλήματος.
Ας ελπίσουμε ότι κανείς δεν θα επιχειρήσει ή δεν θα καταφέρει έστω να φέρει τις Ηνωμένες Πολιτείες προ ενός τετελεσμένου γεγονότος το οποίο θα μπορούσε να εξανεμίσει τις ελπίδες για την ειρήνη περιπλέκοντας ακόμη περισσότερο την κατάσταση σε αυτή την περιοχή.
Ο κ. Ζαν-Μαρί Κολομπανί είναι ένας από τους εγκυρότερους ευρωπαίους δημοσιογράφους, πρώην διευθυντής της εφημερίδας «Le Μonde». Το τακτικό, ανά Κυριακή, άρθρο του είναι γραμμένο αποκλειστικά για «Το Βήμα»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου