Εγώ τότε προτιμούσα να παίζω παρά να κάθομαι σκυμμένος σε ένα γραφείο ή καθισμένος σε μία καρέκλα, και αναζητούσα εναγωνίως το επιχείρημα που θα έβαζε φρένο σε αυτή τη συνεχή πίεση για διάβασμα.
Την εποχή εκείνη ήταν πολύ της μόδας η άποψη πως «οι βόρειοι λαοί είναι πιο καλλιεργημένοι επειδή διαβάζουν στατιστικά περισσότερα βιβλία».
Στην παραπάνω παραδοχή είχα να αντιτάξω στους γονείς μου το εξής επιχείρημα: «Την ώρα που ένας Σουηδός διαβάζει ένα βιβλίο, εγώ μπορεί να έχω συζητήσει απείρως περισσότερα και πιο ενδιαφέροντα πράγματα με τους φίλους μου, τεστάροντας μάλιστα την κάθε πρόταση με τη βάσανο του αντίλογου»!
Η παραπάνω παραδοχή για τους βόρειους λαούς βεβαίως, εξακολουθεί να υφίσταται και να ισχύει! Κάποιος που διαβάζει πολύ είναι συνήθως πιο καλλιεργημένος από κάποιον που ξημεροβραδιάζεται αμπελοφιλοσοφώντας σε στέκια και καφενέδες. Βάλθηκα λοιπόν να βρω γιατί να ισχύει αυτό...
Στο κάτω κάτω, με τον προφορικό λόγο μεταξύ πολλών διαφορετικών ανθρώπων, μπορείς πράγματι να καταπιαστείς στον ίδιο χρόνο που θα απαιτούσε η ανάγνωση ενός βιβλίου με πολύ περισσότερα θέματα! Γιατί να μην είναι λοιπόν πιο ανοιχτόμυαλοι αυτοί που συζητούν πολύ σε σχέση με αυτούς που απλώς διαβάζουν πολύ! Μια προσεκτικότερη ματιά στις συζητήσεις των μεγαλύτερων, μου παρείχε στοιχεία για την απάντηση στο πρόβλημά μου: Σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει με τα παιδιά, οι ενήλικες όταν μιλούν μεταξύ τους δεν συζητούν πραγματικά! Απλώς λογομαχούν!
Η ελληνική γλώσσα διαχωρίζει πολύ εύστοχα τις δύο αυτές πολύ διαφορετικές λειτουργίες κατά τις συνομιλίες των ανθρώπων, που μπορεί να μοιάζουν αλλά στην πραγματικότητα εξυπηρετούν πολύ διαφορετικούς σκοπούς: Την από κοινού αναζήτηση λύσης σε ένα πρόβλημα από τη μία και τη λεκτική μάχη από την άλλη! Όπως όλα τα υπόλοιπα κοινωνικά ζώα έτσι και οι άνθρωποι συχνά μάχονται μεταξύ τους.
Οι μάχες στα αγελαία ζώα μπορεί να έχουν στόχο την αναρρίχηση στην κοινωνική ιεραρχία, τη διεκδίκηση καλύτερων συνθηκών (π.χ. μιας θέσης στο ψηλότερο κλαδί του δέντρου ή μιας θέσης παρκαρίσματος σε πολυσύχναστο δρόμο), την καλύτερη πρόσβαση στα θηλυκά της ομάδας κ.ο.κ.). Παρατηρείται μάλιστα, πως τα ζώα μάχονται πάντα με τρόπο που εστιάζει τη φυσική επιλογή στα χαρακτηριστικά που είναι κρίσιμα για την επιβίωσή τους.
Όταν μάχεσαι με τα κέρατα, όπως κάνουν ας πούμε τα βουβάλια, η φυσική επιλογή θα προωθήσει τα άτομα που έχουν τα μεγαλύτερα κέρατα και το δυνατότερο και πιο αποτελεσματικό χτύπημα με αυτά. Χτύπημα που αύριο θα προστατέψει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο το άτομο που τα φέρει και το κοπάδι στο οποίο αυτό ανήκει, από τους εχθρούς του. Όταν μάχεσαι με κλωτσιές και δαγκώματα, όπως κάνουν ας πούμε οι ζέβρες, βελτιώνεις ως είδος, μέσω της φυσικής επιλογής, τις ικανότητες που αύριο θα εξασφαλίσουν, όχι μόνο την άνοδό σου στην κοινωνική ιεραρχία αλλά και την ίδια σου την επιβίωση.
Στις επιθέσεις των λιονταριών τα βουβάλια αμύνονται με τα κέρατα και οι ζέβρες με κλωτσιές και δαγκωματιές! Οι γορίλες αντίθετα, αμύνονται απέναντι στους εχθρούς τους, συνήθως με χτυπήματα των χεριών. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο δηλαδή, που μάχονται μεταξύ τους!
Εδώ και αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια, η επιβίωση του ζώου άνθρωπος, βασίστηκε στην ικανότητα λογικής σκέψης και επικοινωνίας, αυτό που συμπεριληπτικά ονομάζουμε «λόγο». Η εξυπνάδα, η ευστροφία, η ταχεία λήψη λογικών αποφάσεων έγινε ξάφνου, το κύριο όπλο της επιβίωσης του γένους μας. Η ικανότητα λογικής σκέψης, επικοινωνίας και συντονισμένης δράσης ήταν αυτή που έδωσε τελεσίδικα το υπέρτατο συγκριτικό πλεονέκτημα στους προγόνους μας (γι’ αυτό και είναι σημαντικό να εκπαιδευόμαστε από νωρίς στην ικανότητα καλής συζήτησης)!
Ταυτόχρονα όμως, η ικανότητα αυτή στην παραγωγή λόγου κατέστη νομοτελειακά και το πεδίο ανταγωνισμού στις μεταξύ μας μάχες, προκειμένου αυτή να συνεχίσει να εξελίσσεται και να οξύνεται. Έτσι εξηγείται η λεκτική αντιπαράθεση, που προηγείται κάθε φυσικής εμπλοκής, έτσι εξηγείται και το περιεχόμενο φράσεων όπως «τον αποστόμωσε», «τον κόλλησε στον τοίχο με την επιχειρηματολογία του», «τον έκανε να μοιάζει με βλάκα»…, όλες ενδεικτικές καταστάσεων, όπου η ανθρώπινη ομιλία χρησιμοποιείται ως όπλο σε μάχη. «Λογοφέρανε», «λογομάχησαν», «αντάλλαξαν κουβέντες» λέμε συχνά για να περιγράψουμε ανάλογους ανταγωνισμούς.
Να λοιπόν η λύση στο παιδικό μου ερώτημα για το διάβασμα: Με το βιβλίο δεν μπορείς να μαλώσεις, μπορείς μόνο να «συζητήσεις»! Όπως έκανες με τους φίλους σου όταν ήσουν παιδί. Τότε που δεν σε ένοιαζαν ιδιαίτερα, ούτε τα θηλυκά, ούτε το παρκάρισμα! Λογομαχούσατε βεβαίως και τότε, όπως κάνουν τα κατσικάκια που παίζουν κουτουλιές, πριν αποκτήσουν κέρατα στα κεφάλια τους. Τον περισσότερο χρόνο όμως συζητούσες! Αυτό ήταν που έκανε τη διαφορά και είχε καλύτερα αποτελέσματα κι από το διάβασμα! Μεγαλώνοντας όμως, τα πράγματα άλλαξαν. Η ανάγκη ιεραρχικής ανέλιξης έγινε όλο και πιο έντονη και η συζήτηση μειώθηκε δίνοντας περισσότερο χώρο στη λογομαχία.
Ενήλικος πλέον, παύεις σχεδόν να συζητάς. Βασικός ρόλος της ομιλίας σου γίνεται η κοινωνική σύγκρουση. Συζητάς μόνο με τον στενό σου κύκλο – την οικογένεια και κάποιους λίγους συνεργάτες –, όταν προκύπτει ένα πραγματικό πρόβλημα που απαιτεί πραγματική λύση, η οποία συνήθως προκύπτει καλύτερα μέσα από τη συνδυασμένη σκέψη. Τότε έρχεται η ώρα που ένα καλό βιβλίο μετράει ξανά περισσότερο σε σχέση με τις περισσότερες συνομιλίες.
Στον παραπάνω κανόνα υπάρχει μια εξαίρεση: Η συζήτηση με έξυπνους και καλοπροαίρετους ανθρώπους, με τους οποίους δεν έχεις κάτι να χωρίσεις και ιδανικά ανήκουν σε διαφορετικά κοινωνικά σύνολα! Οι συζητήσεις αυτές είναι το παραγωγικότερο πράγμα που μπορούν να κάνουν οι άνθρωποι μεταξύ τους. Και παραδόξως, το internet και τα κοινωνικά δίκτυα μπορούν να βοηθήσουν πολύ σε αυτό! Για πρώτη φορά στην ιστορία, άνθρωποι από διαφορετικές πόλεις ή/και χώρες, μπορούν να συζητήσουν άμεσα μεταξύ τους προς αντιμετώπιση κοινών προβλημάτων, χωρίς να τους ενδιαφέρει ιδιαίτερα αν ο συνομιλητής τους σκαρφιστεί κάτι πιο έξυπνο από τους ίδιους!
Ταυτόχρονα, γίνεται πολύ πιο εύκολα αποδεκτό ότι κάποιος άλλος μπορεί να είναι ειδικότερος από εμάς σε ένα πεδίο, χωρίς αυτό να θίγει κατ’ ελάχιστο τον κοινωνικό μας εγωισμό.
Γραφικοί, εγωπαθείς και καβγατζήδες βεβαίως, που δεν μπορούν με τίποτα να αποδεχθούν πως «έχασαν» μια λεκτική μάχη, θα συνεχίσουν πάντα να υπάρχουν, η πλειοψηφία όμως των ανθρώπων θα βγει σίγουρα κερδισμένη από αντίστοιχες συνομιλίες, αποδεχόμενη πιο εύκολα τυχόν αντίθετους ισχυρισμούς.
Πλειοψηφίες που παλιότερα δυσκολεύονταν να πράξουν το ίδιο, απέναντι σε άτομα που γνώριζαν και με τα οποία ήταν υποχρεωμένες να ανταγωνίζονται για τους ίδιους φυσικούς και κοινωνικούς πόρους.
*Ο Γ. Καραβάνας είναι Μορ. Βιολόγος, MSc, PhD
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου