Ένα καινοτόμο επώνυμο προϊόν και οι παγκόσμιες προοπτικές του.
Το λανσάρισμα του προϊόντος αυτού έχει ένα δυναμικό προς εκμετάλλευση που δεν έχει ακόμα εξαντληθεί, ως φαίνεται και επομένως μπορεί να καρπωθεί τα ανάλογα οφέλη , γεγονός που κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, επιβεβαιώθηκε
Πολλές αναλύσεις έγιναν σχετικά με το υψηλό...ποσοστό που έλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ στις τελευταίες εκλογές, γεγονός που τον οδήγησε στην εκλογική νίκη. Ομολογώ ότι δεν διάβασα την εκδοχή της δημιουργικής σύνθεσης – γι’ αυτό και ακολουθούν κάποιες σκέψεις.
Η σχετική άνοδος του πολιτικού αυτού σχηματισμού- αν αναλογιστεί κανείς ότι εκδιώχθηκε ένα μεγάλο μέρος του- δεν μπορεί παρά να είναι μια μεθοδική ανάλυση και επιτυχής εφαρμογή στρατηγικής marketing για επικράτηση στην εκλογική αγορά. Πιθανώς δε η στρατηγική καταρτίστηκε από εταιρεία διεθνούς κύρους, ανάλογης τεχνογνωσίας σε ότι αφορά στους επιχειρηματικούς πολέμους για την επικράτηση της μιας εταιρείας σε βάρος μιας άλλης, με εκμετάλλευση των συγκριτικών της πλεονεκτημάτων.
Και τούτο διότι στο σημερινό εκλογικό τοπίο παγκοσμίως, τα κόμματα είναι προϊόντα στο ράφι και ο καταναλωτής/ ψηφοφόρος καλείται να επιλέξει ανάμεσα σε αυτά ή φυσικά μπορεί και να μην επιλέξει κανένα. Ο πελάτης διαλέγει σύμφωνα με την αντίληψη περί της χρησιμότητας του κάθε προϊόντος, της ανάγκης ή της ιδεατής ανάγκης που αναμένει να του καλύψει και σύμφωνα με την εικόνα του προϊόντος στο ράφι. Τα επώνυμα προϊόντα, όπως είναι ευνόητο έχουν και τη μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία .
Ο ΣΥΡΙΖΑ στην παρούσα ιστορική στιγμή είναι ένα προϊόν με ισχυρό brand name που στηρίζεται στη λέξη αριστερά και στην ιδέα που αυτή η έννοια ενδύεται.
Επομένως, το λανσάρισμα του προϊόντος αυτού έχει ένα δυναμικό προς εκμετάλλευση που δεν έχει ακόμα εξαντληθεί, ως φαίνεται και επομένως μπορεί να καρπωθεί τα ανάλογα οφέλη , γεγονός που κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, επιβεβαιώθηκε.
Στη συλλογική συνείδηση των λαών και ειδικότερα του λαού μας, η λέξη αριστερά, ανεξαρτήτως αν είναι κάποιος οπαδός της ή όχι σημαίνει για ιστορικούς λόγους, ανιδιοτελή προσφορά για το συνολικό καλό. Δεν συνεργάστηκε με τους κατακτητές στον 2ο Π.Π , έχει στο ενεργητικό της εργατικούς αγώνες για τη βελτίωση της ζωής των εργατών κ.ο.κ
Δεν είναι τυχαίο δε που στις πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις εθνικές ή αυτοδιοικητικές ο ΣΥΡΙΖΑ πρόβαλλε το σλόγκαν Αλληλεγγύη και όχι Ανάπτυξη.
Ταυτόχρονα όμως, ο λαός μας έχοντας καρπωθεί και αποδεχθεί τα οφέλη της ανάπτυξης μετά τη νίκη των δυτικών δυνάμεων και την ένταξη της χώρας στην επιρροή των δυτικών δυνάμεων, δεν μπορεί παρά να δηλώνει δυτικόστροφος σε αντίθεση με τα καθεστώτα που βρίσκονταν στην ζώνη επιρροής της παλιάς Σοβιετικής Ένωσης -σημερινής Ρωσίας και τα οποία κατέρρευσαν αφήνοντας πίσω τους συντρίμμια. Επομένως, δεν θα μπορούσε να στραφεί κατά της Δύσης και κατ’ επέκταση της Ε.Ε και της Ευρωζώνης.
Γι αυτούς τους λόγους, για το εκρηκτικό αυτό δίπολο ο ιστορικός και ο ψυχολόγος θα είχε πολύ περισσότερα να απαριθμήσει και να αναλύσει, ένα είναι σίγουρο: το Brand είναι ισχυρό.
Η συμπάθεια αυτή στην αριστερά είναι αυτή είναι που κάνει το brand ισχυρό.
Πως φάνηκε ότι το brand είναι ισχυρό?
Η απάντηση είναι ότι φάνηκε ως τάση από το δημοψήφισμα, μετρήθηκε ο δείκτης συμπάθειας γι αυτό άλλωστε μπορεί και να έγινε-ας μην επεκταθούμε εδώ.
Επίσης, δεν είναι τυχαίο το γιατί αναδεικνύεται τώρα αυτή η συμπάθεια και όχι νωρίτερα.
Αυτό συμβαίνει διότι σήμερα είναι καταφανής η ριζική μη αναστρέψιμη αλλαγή στο οικονομικό και πολιτικό status που είχε εδραιωθεί μετά τον 2ο Π.Π.
Φυσικά, αυτό το status δεν άλλαξε με μιας αλλά την ελληνική κοινωνία την ξάφνιασε.
Κάποιοι από τους λόγους που συνετέλεσαν σε αυτή την απομόνωση είναι η εντελώς διαφορετική γλώσσα μας, η γεωγραφική μας θέση αλλά κυρίως η κουτοπόνηρη στάση των πολιτικών- που δεν αρέσκονται στις αλλαγές -σε αγαστή σύμπνοια με την ασύμμετρη πληροφόρηση. Έτσι, ο μέσος πολίτης δεν μπόρεσε να παρακολουθήσει τις βαθμιαίες αλλαγές που συντελούνταν ακόμα κι από τη δεκαετία του ’80. Έτσι, όταν ήρθε αίφνης αντιμέτωπος με την νέα πραγματικότητα, έμεινε μετέωρος.
Για να γίνουμε πιο σαφείς, όλα τα φιλοδυτικά- δεξιά και σοσιαλδημοκρατικά -κόμματα που κυβέρνησαν τη χώρα για πολλές δεκαετίες, με χαρακτηριστικά το ρουσφέτι για το διορισμό και τον προσπορισμό ποικίλων ωφελειών, δεν μπορούν πια να εφαρμόσουν την πολιτική που γνωρίζουν καλά και αυτό λόγω των μνημονίων, της κρίσης, της ενίσχυσης της πολιτικής της Γερμανίας στην Ε.Ε αλλά κυρίως λόγω των ραγδαίων αλλαγών που έχουν επέλθει στο παγκοσμιοποιημένο πλέον περιβάλλον που διεξάγεται η επιχειρηματικότητα (διεθνείς συμφωνίες εμπορίου, παραγωγή σε ανταγωνιστικές χώρες με χαμηλά ημερομίσθια, σε χώρες με ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς κ.α).
Με την την υποχρεωτική εφαρμογή των μνημονίων, τα παραδοσιακά κόμματα που κυριαρχούσαν για πολλές δεκαετίες, έχασαν βαθμιαία τα στηρίγματα τους από τους ψηφοφόρους. Πόσο μάλλον που αποκαλύφθηκαν δεκάδες σκάνδαλα διαπλοκής και διαφθοράς των πολιτικών.
Εδώ, να προσθέσουμε έναν ακόμα παράγοντα που σχετίζεται με την ψυχολογία της ζήλειας του μη έχοντα προς τον κατέχοντα, δηλαδή την αντίληψη του ψηφοφόρου ότι η ισορροπία του οφέλους έγειρε συντριπτικά στην ζυγαριά υπέρ του πολιτικού χωρίς ο ίδιος να έχει αποκομίσει το παραμικρό όφελος από την εκλογή του πολιτικού αυτού. Ο ίδιος αυτός μηχανισμός πυροδοτεί εξάλλου την πάλη των τάξεων.
Επειδή καλό είναι να μην εθελοτυφλούμε, ας αναγνωρίσουμε ότι η γκρίνια αρχίζει όταν έρχεται η οικονομική στενότητα. Αντίθετα, όταν όλοι μπορούν σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό να βγουν ωφελημένοι, ανάλογα με το ρίσκο που αναλαμβάνει και αποδέχεται ο καθένας, όλοι είναι ευχαριστημένοι. Θα ήταν καθαρή υποκρισία λοιπόν, αν ο ανώνυμος ψηφοφόρος δεν παραδεχόταν ότι γνώριζε τη διαφθορά ή την εν δυνάμει διαφθορά του πολιτικού που ενίσχυε, απλά είχε αναγνωρίσει ότι η σχέση ήταν διμερώς επωφελής και γι’ αυτό την αποδεχόταν. Αυτό που αναφέρθηκε αφορά βέβαια σε συνθήκες ισορροπίας.
Στη συνέχεια και όταν η ισορροπία έγινε ασταθής, υπήρχε ακόμα η ελπίδα αποκατάστασης της.
Τι γίνεται όμως όταν η ισορροπία αυτή καταστρέφεται οριστικά, όταν η ζυγαριά γέρνει σταθερά προς το ένα μέρος ?
Όσοι έχασαν την πλεονεκτική αντιμετώπιση τους, λόγω πολιτικής ένταξης στους χρεωκοπημένους πλέον οργανισμούς βρέθηκαν ξεκρέμαστοι. Οι μεσαίοι, κύριο τμήμα που τους στήριζε κατρακύλησαν προς τα κάτω και βρέθηκαν μαζί με «της γης τους κολασμένους», για να χρησιμοποιήσουμε μια έκφραση της κομμουνιστικής Διεθνούς αφού τα στρώματα αυτά άρχισαν να προλεταριοποιούνται, λόγω πτωχεύσεων, απόλυσης, υψηλής φορολόγησης κ.α
Ο πολίτης/πελάτης εγκαταλείπει τον χώρο που παραδοσιακά στήριζε και στρέφεται κάπου αλλού. Στην πρόσφατη περίπτωση στράφηκε στην αριστερά γιατί από τις δηλώσεις της και τα πεπραγμένα παλαιότερων γενεών τη θεωρεί ως ιδέα άσπιλη και σχετικά αμόλυντη, καθώς δεν είχε παίξει στο παιχνίδι της εξουσίας.
Για τους οπαδούς της πάλι, και ανάλογα με τη θέση που κατέχει ο καθένας στην ιεραρχία, είναι η ευκαιρία να είναι κι αυτοί επιτέλους μέσα στα πράγματα, έχοντας μετανοήσει που είχαν συνταχθεί με λάθος μέρος και έχασαν ευκαιρίες (δημόσια έργα, πολιτικά οφέλη κλπ), τώρα ήρθε και η δική τους ώρα, πιστεύουν οι περισσότεροι ως μη γνωρίζοντες.
Αυτή ήταν η κατάλληλη χρονική στιγμή που ήρθε η αριστερά ως έννοια, ως ιδέα για να καλύψει το κενό (η υποτιθέμενη αριστερά για κάποιους), με τα γνωστά συνθήματά της και την λεκτική τοποθέτηση της με το μέρος των φτωχών αυτής της γης. Αυτή η αριστερά, που δεν ψήφισε μνημόνια ( πριν τις εκλογές του Ιανουαρίου) ή θα παλέψει ( στις εκλογές του Σεπτεμβρίου) κατά των μνημονίων που η ίδια ως κυβέρνηση ψήφισε- η «πάλη» είναι κομβική λέξη συνυφασμένη με την αριστερά.
Που θα λύσει τα προβλήματα χωρίς να έχει εμβαθύνει σε τι είδους ανάπτυξη προσβλέπει και πως θα την πετύχει (για να μην αναφέρουμε ότι σε κάποιους αριστερούς οι λέξεις ανάπτυξη, επένδυση και επενδυτής προκαλούν ρίγη αποστροφής παρεμφερή με την κόλαση).
Μα καλά, θα αναρωτηθεί κάποιος , δεν συνιστά οφθαλμοφανή αντίθεση αυτή η πρόσφατη στάση της κυβέρνησης που ψήφισε το τρίτο μνημόνιο κάτι που θα μπορούσε να κάνει τους ψηφοφόρους πιο προσεκτικούς?
Όχι, είναι η απάντηση. Αφενός διότι «η ελπίδα είναι το όπιο των λαών» κατά τη ρήση του Κούντερα και αφετέρου διότι προϋπήρχε η παρακάτω αντίφαση την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ γεφύρωσε.
Η κρίση και τα μνημόνια είναι μεν της Δύσης αλλά ως λαός έχουμε τοποθετηθεί αποφασιστικά υπέρ της Δύσης, με άλλα λόγια ο πελάτης/ ψηφοφόρος ήθελε κάτι δυτικό αλλά και αριστερό μαζί! (σε αντίθεση με προγενέστερες εποχές, όπου η αριστερά ήταν συνυφασμένη και υποστηριζόμενη από την ΕΣΣΔ).
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι λοιπόν καινοτόμο προϊόν δημιουργικής σύνθεσης και προσέφερε ότι ζητούσε ο ψηφοφόρος, ασφάλεια και ελπίδα.
Σ’ αυτό το τοπίο δεν είναι απορίας άξιο το ότι η αριστερή φρασεολογία με ολίγη φιλοπάτριδα διάθεση συνεργασίας κέρδισε τις εκλογές και σχημάτισε κυβέρνηση τον Σεπτέμβριο, όπως είχε σχηματίσει και τον Ιανουάριο.
Στο έδαφος της παραπάνω αντίθεσης πάτησε η αξιοποίηση του brand της αριστεράς και κατέκτησε πάλι την εξουσία ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ο χώρος της σοσιαλδημοκρατίας, δηλαδή παροχολογίας, που είχε περιέλθει σε πτώχευση λόγω της εφαρμογής νεοφιλελεύθερων οικονομικών μοντέλων, εξυγιάνθηκε με απορρόφηση, έστω και αν κάποιοι «μέτοχοι» αντιδρούν για τους δικούς τους λόγους. Το εγχείρημα πέτυχε και είναι πιθανά εφαρμόσιμο και αλλού με τις αναγκαίες προσαρμογές.
Μέχρι πότε? Μέχρι να εξαντληθεί το δυναμικό του brand, ή αποκαλυφθεί δόλος όπως στην περίπτωση της VW και πέσει ο δείκτης συμπάθειας. Σε πλείστες όσες περιπτώσεις η αποκάλυψη γίνεται από τον ισχυρό ανταγωνιστή, το ερώτημα παραμένει:
Ποιος θα είναι ο ανταγωνιστής στο μέλλον. Αν δεχθούμε ότι δύσκολα βγαίνουν νέες ισχυρές επιχειρήσεις σήμερα καθώς αντιμετωπίζουν πολλά εμπόδια εισόδου απ’ αυτούς που έχουν ήδη εδραιωθεί στην αγορά και επίσης χρειάζονται τεράστια κεφάλαια για τη διείσδυση καθώς και το γεγονός ότι συχνότατα απορροφώνται ή συγχωνεύονται από ισχυρές επιχειρήσεις, είναι πολύ πιθανό ότι ο ανταγωνιστής θα προέρχεται από τους προϋπάρχοντες οργανισμούς (αυτά βεβαίως συμβαίνουν σε συνθήκες ειρήνης και διεθνούς σταθερότητας, την οποία ευχόμαστε να συνεχίσει να έχει η δεινόπαθη περιοχή μας και η χώρα μας, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τα χαρακτηριστικά μιας δημιουργικής καταστροφής όπως αυτές που συντελέστηκαν στη διάρκεια των δύο Π.Π του 20ου αιώνα) .
Συμπερασματικά, σκοπός του σχεδίου μάρκετινγκ ήταν ο προσδιορισμός και η δημιουργία ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος έναντι των άλλων κομμάτων.
Αναλύθηκαν οι τάσεις κλειδιά της αγοράς (μέσω του δημοψηφίσματος).
Προσδιορίστηκαν τα τμήματα της αγοράς- στόχου ( νέοι, επιστήμονες, άνεργοι, γυναίκες, μικρομεσαίοι, κοινότητα LGBT, συνταξιούχοι) και αναλύθηκε πως θα δημιουργηθεί ανώτερη αξία απ’ αυτή του ανταγωνισμού («ένδοξο παρελθόν στο σύγχρονο παρόν της παγκοσμιοποίησης») , που θα μετρηθεί με το εκλογικό αποτέλεσμα.
Αξιοποιήθηκαν οι παράγοντες επιτυχίας και ελκυστικότητας του προϊόντος ( αριστερά= ιδέα υψηλών απαιτήσεων, δεν μιμείται το παλιό, αλλά αντιλαμβάνεται την παρουσία του ως δημιουργική προσαρμογή )
Τα χαρακτηριστικά του νέου προϊόντος: Το προϊόν είναι υψηλής σύγχρονης αισθητικής σε σχέση με τον ανταγωνισμό, νεανικό, έχει αύρα κουλτούρας, επανερμηνεύει τις σταθερές (δηλαδή την αριστερά ως ιδέα) και γι’ αυτό η αποδοχή του στην αγορά είναι ρεαλιστική.
‘Οπερ και εγένετο.
Αλήθεια, μπορεί να πειστεί κάποιος ότι οι ιθύνοντες νόες του κυβερνητικού κόμματος, με το μέχρι σήμερα κυβερνητικό έργο που επέδειξαν, είχαν την ικανότητα, για την ευρηματική σύλληψη και την υλοποίηση αυτής της επιτυχούς στρατηγικής δημιουργικής σύνθεσης για την τοποθέτηση τους στο ράφι?
Δύσκολο να το πιστέψει κανείς.
Κατερίνα Μπερλή, Χημικός Μηχ/κός- Περιβαλλοντολόγος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου