Σήμερα η καθημερινή πραγματική «φωνή της πιάτσας» της βιομηχανίας δεν πιστεύει ότι υπάρχει έστω και αμυδρό φως για ανάπτυξη ή ακόμη και για ανάκαμψη από το τέλμα μέσα στο οποίο βράζει το ελληνικό βιομηχανικό στερέωμα αδυνατώντας να αναβαθμίσει την ανταγωνιστικότητά του στο συγκεκριμένο οικονομικό περιβάλλον που προσφέρει η χώρα.
Η πώληση μεγάλων βιομηχανικών συγκροτημάτων στον τομέα των τροφίμων, της χημικής βιομηχανίας, της κλωστοϋφαντουργίας, της μεταλλουργίας αλλά και η προοπτική πώλησης γνωστών ομίλων στο χώρο της χαλυβουργίας, των πρώτων υλών, της μεταλλουργίας του ξύλου, και της παραγωγής προϊόντων αμύνης και ενέργειας σε συνδυασμό με την πτώχευση επιχειρήσεων από όλους τους παραδοσιακούς βιομηχανικούς κλάδους της χώρας δεν είναι η αρχή ενός κουβαριού που ξετυλίγεται και το έχουμε μπροστά μας.
Είναι τα τελικά μηνύματα και οι οριστικές εικόνες για το σήμερα και το αύριο της βιομηχανίας.
Εμφανέστατη ένδειξη για όλα αυτά είναι και το ότι οι ...
...περισσότεροι εκπρόσωποι των παραγωγικών τάξεων βρίσκονται ήδη σε σοβαρότατο συνδικαλιστικό δίλημμα για το αν έχει σημασία η ύπαρξη των Οργανώσεων των βιομηχανικών κλάδων στην φάση αυτή όπου η ιστορικά ηχηρή φωνή της βιομηχανίας δεν μπορεί να ακουστεί μέσα στον θόρυβο των πολιτικών σκανδάλων και κυρίως των πολιτικών αντιπαραθέσεων που έχει ως έδαφος την οικονομία και τις εξελίξεις που διαδραματίζονται σ αυτήν.
Η αντίθετη ίσως εικόνα που παρουσιάζει ο ΣΕΒ είναι η μοναδική εξαίρεση δεδομένου ότι ο Σύνδεσμος αυτός αφενός δεν είναι αμιγώς βιομηχανική Οργάνωση και αφετέρου έχει ήδη προσανατολιστεί στην κατεύθυνση του άτυπου συμβούλου της πολιτείας και υπό την έννοια αυτή έχει αναλάβει, έστω και με δικές του (απολύτως επιτυχείς) πρωτοβουλίες, ρόλο σχολιαστή και ερευνητή της οικονομικής πραγματικότητας και των επιπτώσεων από τις επιλογές των κυβερνήσεων στην οικονομία.
Η ανησυχία λοιπόν των παραγωγικών τάξεων και των βιομηχανικών Οργανώσεων δεν εστιάζεται τόσο στην πορεία των κλάδων που εκπροσωπούν όσο στην τύχη που θα έχουν μετά τη μεταβίβαση μεγάλων συγκροτημάτων σε ενδιαφερόμενους επενδυτές και κυρίως ομίλους επενδυτών που αγοράζουν βιομηχανικά συγκροτήματα στην Ελλάδα και ευρύτερα στην Ανατολική Ευρώπη βάσει κάποιας συγκεκριμένης στρατηγικής.
Της στρατηγικής εκείνης που γίνεται κάπως αντιληπτή αλλά κανείς δεν μπορεί ούτε να την αποτυπώσει ούτε να την αναλύσει με ακρίβεια.
Η επικρατέστερη πάντως ερμηνεία σε βιομηχανικούς κύκλους είναι ότι το επίκεντρο του αγοραστικού ενδιαφέροντος των σημερινών νέων επενδυτών στην ελληνική βιομηχανία δεν είναι αυτό καθεαυτό το βιομηχανικό αντικείμενο της προς αγορά επιχείρησης αλλά τα περιουσιακά της στοιχεία.
Πρόκειται για μια διαπίστωση που ασφαλώς και έχει βάση αν σημειώσουμε ότι στο λεκανοπέδιο της Αττικής (που είναι εγκατεστημένο το 50% του βιομηχανικού δυναμικού του τόπου) είναι ακόμη σε λειτουργία ή και σε υπολειτουργία μεγάλα βιομηχανικά συγκροτήματα που βρίσκουν ως μοναδική διέξοδο την πώλησή τους μαζί με τα σημαντικότατα ακίνητα που διαθέτουν.
Τον προηγούμενο χρόνο βιομηχανικό συγκρότημα στον χώρο της θέρμανσης που τελικά πτώχευσε είχε δεχθεί προτάσεις με ρυθμό πολυβόλου για εξαγορά όχι γιατί υπήρχε ενδιαφέρον για την συνέχιση του βιομηχανικού του αντικειμένου αλλά γιατί η μονάδα είναι εγκατεστημένη σε 40 στρέμματα στα σύνορα της Εκάλης με την Εθνική Οδό.
Αξίζει δε να θυμηθούμε εδώ ότι και η πώληση των περιβόητων 33 προβληματικών επιχειρήσεων του Οργανισμού Προβληματικών Επιχειρήσεων που είχε συστήσει το 1985 η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ είχε ως επίκεντρο τα ακίνητα και τα άλλα περιουσιακά στοιχεία των ομίλων αυτών και όχι το αντικείμενό τους.
΄Όποιος παρακολούθησε την τελική «αξιοποίηση» εκτάσεων της Πειραϊκής Πατραϊκής (όμιλος Κατσάμπα), της Αθηναϊκής χαρτοποιίας (όμιλος Κεφάλα), της Αιγαίον (όμιλος Καρέλλα), του Βόμβυκα (όμιλος Κουτρουμπή) και πολλών άλλων συγκροτημάτων που είχαν ακίνητα στον Κηφισό, στην Πέτρου Ράλλη, στην Πειραιώς, στο Φάληρο, στον Πειραιά, στα Οινόφυτα, στην Εθνική Οδό Λαμίας αλλά και στην Θήβα και την Λιβαδειά γνωρίζει πολύ καλά τι περιγράφω.Παρόμοια συμπεράσματα μπορεί να βγάλει και αυτός που γνώριζε και γνωρίζει πάμπολλες περιπτώσεις όπου στο Κέντρο της Αθήνας είχαν «φωλιάσει» σε παλαιές πολυκατοικίες δεκάδες βιοτεχνιών που έκλεισαν άλλα είχαν στην ιδιοκτησία τους μικρά διαμερίσματα τα οποία και πώλησαν μαζί με την επιχείρησή τους.
Εργαστήρια δηλαδή τα οποία βεβαίως δεν είχαν συνέχεια.
Υπάρχει περίπτωση κεφαλαιούχου επενδυτή που αγόρασε σχεδόν ολόκληρη πολυκατοικία με περισσότερα από 10 εργαστήρια χρυσοχοΐας τα οποία πουλήθηκαν μαζί με τον εξοπλισμό τους στον συγκεκριμένο ενδιαφερόμενο.
Ας σημειώσουμε τέλος ότι στην πλατεία Συνάγματος όπου ήταν συγκεντρωμένη η διοίκηση της καρδιάς της ελληνικής βαρείας βιομηχανίας (μέγαρο Μποδοσάκη) σήμερα το κέρδος από την ιστορία αυτή είναι ότι αποφέρουν τα ενοίκια και οι αγοραπωλησίες.
Του Γιώργου Κράλογλου
george.kraloglou@capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου