Η πρόσφατη αποκάλυψη κυκλώματος πλαστογραφίας στη Θεσσαλονίκη για όσους γνωρίζουν καλά την εγχώρια αγορά της τέχνης, δεν ήταν έκπληξη. Οι άθλιες απομιμήσεις που η συγκεκριμένη σπείρα έβγαζε συστηματικά στη δευτερογενή αγορά, γεννούσαν κάθε τόσο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, βιτριολικά σχόλια κι έκδηλη απορία.
Όμως, ο ψηφιακός θόρυβος τι αντίκτυπο μπορούσε να έχει;
Μακαρίως το κύκλωμα συνέχιζε, απολαμβάνοντας το θεσμικό κενό στον τόπο μας, που σημαίνει την απουσία ενός φορέα με ρόλο παρεμβατικό.
Δεν έχει περάσει καιρός από την τολμηρή έκθεση του Τελλογλείου Ιδρύματος στη Θεσσαλονίκη με έργα νεότερων Ελλήνων που κακοποιήθηκαν και κακοποιούνται διαρκώς με πλαστά.
Μεταξύ των Δασκάλων – Παρθένης, Μπουζιάνης, Παπαλουκάς – βρισκόταν και ο Γιώργος Σταθόπουλος. Ο αγαπημένος ζωγράφος, ακόμη σήμερα από το ατελιέ του στον Άγιο Αρτέμιο, εργάζεται με την ένταση ενός εφήβου. Κι αν σ’ αυτούς, η ευκολία της πλαστογραφίας πηγάζει από το γεγονός ότι δεν ζουν ανάμεσά μας – κι άρα δεν μπορούν να υποστηρίξουν το έργο τους – φανταστείτε το θράσος των αντιγραφέων που έριχναν στην αγορά πίνακες με την υποτιθέμενη υπογραφή του Σταθόπουλου... Ο καλλιτέχνης, μέσω του δικηγόρου και γνωστού συλλέκτη Στέλιου Γκαρίπη, άσκησε ασφαλιστικά μέτρα στη θεσσαλονικιώτικη σπείρα, την πρώτη φορά γιατί διέθεσε πλαστό έργο και τη δεύτερη γιατί έβαλε σε δημοπρασία ένα γνήσιο με τιμή εκκίνησης 1 ευρώ. Παρ’ όλα αυτά, δεν θέλησε να δοθεί συνέχεια στα δικαστήρια.
«Η πλαστογραφία είναι όπως όταν σε πιάνει η τροχαία» απαντά με χιούμορ ο ζωγράφος από το τηλέφωνο. «Κάθε φορά, τις ίδιες δικαιολογίες ακούς: ''έχω άρρωστο στην οικογένεια, δεν γνώριζα, σκεφτείτε μόνο τα παιδάκια μου'', μεταφέρει τις φορές – που δεν ήταν λίγες – όποτε «πιάστηκε» ο διακινητής ή ο πλαστογράφος. Θυμάται μάλιστα την περίπτωση όπου μαζί με τον αείμνηστο Δημήτρη Μυταρά, είχαν πάει στα δικαστήρια κάποιον που δεν αρνήθηκε τη «μαϊμού» παραγωγή έργων. «Τον λυπήθηκα και δεν ήθελα την καταδίκη του. Ε, στο τέλος, αθωώθηκε επειδή είχε τέσσερα παιδάκια!».
Βεβαίως, εγείρεται το ερώτημα: το ψεύτικο δεν έχει συνέπειες στο έργο – και τη φήμη – του καλλιτέχνη;
Μπορεί ο δημιουργός – όχι ο νομοθέτης - να δείχνεται επιεικής με το κίβδηλο;
Στην απάντησή του, ο Σταθόπουλος επικαλέστηκε το παράδειγμα του Τζόρτζιο ντε Κίρικο στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης. «Όταν μεγάλος στα χρόνια βρέθηκε μπροστά σε δύο έργα που τα παρουσίαζαν στη συλλογή ως δικά του, σχολίασε: ''τα βλέπω σαν δικά μου – μην τα βγάλετε!''».
Ορισμένοι από τους πίνακες του κυκλώματος πλαστογραφίας στη Θεσσαλονίκη.
Πηγή φωτ.: Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη
Αυτό το γεγονός μας υπενθυμίζει μια διαχρονική αλήθεια: η τέχνη, ως αυθεντική έκφραση της ανθρώπινης δημιουργικότητας, δεν μπορεί να κινδυνέψει από το ψεύτικο. Το κίβδηλο μπορεί να προσπαθεί να μιμηθεί την ουσία της, αλλά δεν έχει τη δύναμη να την επισκιάσει. Αντίθετα, η ύπαρξη πλαστών ίσως να αναδεικνύει την αξία του αυθεντικού και να ενισχύει τη συζήτηση γύρω από την τέχνη, την αυθεντικότητα και τη σημασία της. Όμως, η αληθινή τέχνη θα συνεχίσει να πορεύεται, άλλοτε με εμπόδια – όπως η ζωηρή συζήτηση που ανοίγει σήμερα για την Τεχνητή Νοημοσύνη – κι άλλοτε με θριάμβους. Τα πλαστά ίσως να την περιβάλλουν, αλλά δεν θα μπορέσουν ποτέ να αλλοιώσουν την πραγματική της αξία. Η δημιουργία πάντα θα υπερέχει της αντιγραφής, όπως το φως ξεπερνά τη σκιά.
Την υπόθεση των πλαστών της Θεσσαλονίκης έφερε τελικά στο φως ο Στέλιος Γκαρίπης εκπροσωπώντας τη Λορέττα Γαΐτη, κόρη του ζωγράφου Γιάννη Γαΐτη. Η όποια έκβαση της ιστορίας, θα έχει αξία αν ανοίξει ο δρόμος για τη δημιουργία ενός πλαισίου θεσμικού που θα εγγυάται την αξιοπιστία της αγοράς. Οι φορείς υπάρχουν και η τεχνογνωσία πλέον παρέχει τις δυνατότητες. Μήπως λείπει η βούληση;
Κεντρική φωτ.: Ο Γιώργος Σταθόπουλος στο εργαστήριό του. @Γιώργος Μυλωνάς
Γιώργος Μυλωνάς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου