Οι ηρωικοί αρνητές του μπολιάσματος, αντιστάθηκαν και αντιστέκονται με αλύγιστη σθεναρότητα στην παγκόσμια νεοταξίτικη συνωμοσία, που πρώτα θέλησε να μας φιμώσει με τις μάσκες και στην συνέχεια βρήκε την ευκαιρία να μας μετατρέψει σε στρατιές από υποτακτικά ζόμπι, αλλοιώνοντας το DNA μας.
Τώρα οι νεοταξίτες της παγκόσμιας ελίτ και τα ντόπια νεοφιλελεύθερα τσιράκια τους πέρασαν στο επόμενο στάδιο...
Στέλνουν μισθοφόρους να μπουκάρουν στα σπίτια μας, να τσεκάρουν το βιός μας, να καταγράψουν πόσοι είμαστε, πόσα έχουμε, και για να εντοπίσουν ποιοι από μας είναι οι ανεμβολίαστοι.
Στη συνέχεια θα στείλουν κατά σειρά, κοινωνικούς λειτουργούς, δικηγόρους και στο τέλος αστυνόμους, να μας μπουζουριάζουν με τη βία στα μπολιαστικά κέντρα και να μας βάλουν το τσιπάκι.
Αλλά έχουσιν γνώσιν οι φύλακες. Ακοίμητοι φρουροί κάποιοι συνέλληνες αγωνιστές, στέκουν σκοπιά στις ντάπιες του ιντερνέτ, τσεκάρουν τις κινήσεις των ύπουλων εξουσιαστών, και μόλις αρχίσει η επίθεση σφυράνε κλέφτικα στις διμοιρίες των κομάντος για να αρχίσει η αντίσταση.
Παράλληλα με προκηρύξεις τοίχων (διαδικτυακών) στέλνουν ορμήνιες στις εφεδρείες ακροβολισμένων στις πολυκατοικίες συντρόφων, για τον τρόπο οργάνωσης του σαμποτάζ (με ψευδώνυμα πάντα γιατί ο σωστός κοινωνικός αντάρτης ξέρει να κρύβεται όταν ο εχθρός καραδοκεί):
Στη συνέχεια θα στείλουν κατά σειρά, κοινωνικούς λειτουργούς, δικηγόρους και στο τέλος αστυνόμους, να μας μπουζουριάζουν με τη βία στα μπολιαστικά κέντρα και να μας βάλουν το τσιπάκι.
Αλλά έχουσιν γνώσιν οι φύλακες. Ακοίμητοι φρουροί κάποιοι συνέλληνες αγωνιστές, στέκουν σκοπιά στις ντάπιες του ιντερνέτ, τσεκάρουν τις κινήσεις των ύπουλων εξουσιαστών, και μόλις αρχίσει η επίθεση σφυράνε κλέφτικα στις διμοιρίες των κομάντος για να αρχίσει η αντίσταση.
Παράλληλα με προκηρύξεις τοίχων (διαδικτυακών) στέλνουν ορμήνιες στις εφεδρείες ακροβολισμένων στις πολυκατοικίες συντρόφων, για τον τρόπο οργάνωσης του σαμποτάζ (με ψευδώνυμα πάντα γιατί ο σωστός κοινωνικός αντάρτης ξέρει να κρύβεται όταν ο εχθρός καραδοκεί):
«Σαμποτάρουμε την ηλεκτρονική απογραφή του Μητσοτάκη. Πετάμε τις κάρτες τους με τους κωδικούς που μας στέλνουν, τις «κλέβουμε» από τις πολυκατοικίες της γειτονιάς και τις ρίχνουμε στα σκουπίδια» Και η προκήρυξη τελειώνει με την γενναία παραίνεση: «Αντισταθείτε στην υγειονομική χούντα»! *Δεν είναι προϊόν μυθοπλαστικής υπερβολής τα ανωτέρω.
Είναι η ακριβής αποτύπωση από το διαδίκτυο, του νέου «κινήματος» που γεννιέται. Μετά τους αρνητές του κορονοϊού, των μασκών και του εμβολίου, βρήκαν νέο αλώνι «αντίστασης»: Οχι στην απογραφή! *
Υπάρχει ένα αδιάσπαστο νήμα. Έκανε την εμφάνισή του από τους «δεν πληρώνω» (και δεν το πολιτικοποιούμε τώρα. Πίσω από αυτούς ήταν μεν ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν τους δημιούργησε. Βρήκε έτοιμο εύφλεκτο υλικό που απλώς το πυροδότησε).
Στη συνέχεια εκφράστηκε με το δημοψήφισμα, μετά με τον COVID και όσα ζούμε ακόμη, και τώρα με την απογραφή. Το νήμα το ανορθολογισμού.
Ίσως πάντα ήμασταν έτσι, αλλά συνέβαινε αυτό που έχει πει ο Ουμπέρτο Έκο, και το προσομοιάζουμε στην ελληνική πραγματικότητα: Αυτοί που παίζοντας πρέφα στο καφενείο ορμήνευαν την πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα με μείγμα καχυποψίας, κουτοπονηριάς, φαντασιοπληξίας και υπέρτροφου «εγώ» («σε μας τώρα θα τα πούνε αυτά;») δικτυώθηκαν.
Και επειδή στο διαδίκτυο, όπως και στη ζωή, όμοιος ομοίω αεί πελάζει, βρήκαν τους δικούς τους και τακίμιασαν. Ανταλλάσσουν παρόμοιες ιδέες, δημιουργούν ιδιωτικές ομάδες, κλειστά κλαμπ, επικοινωνούν μεταξύ τους, αλληλοτροφοδοτούνται και ανατροφοδοτούνται. Ο αριθμός τους είναι μεγάλος και τους καθιστά κοινωνική συνισταμένη.
Ίσως με την δικτύωση και την αίσθηση του μεγέθους και της μαζικότητας, εκδηλώνεται η νέα κοινωνιοπαθής συμπεριφορά. Δεν γνωρίζουμε αν προϋπήρχε. Πάντως, δεν εκδηλώθηκε κατά τις απογραφές των προηγούμενων χρόνων.
Άνθρωποι που συμμετείχαν στις απογραφές του 2001 και του 2011, έχουν να λένε για την γλυκύτητα υποδοχής και θερμής φιλοξενίας, από τους ανθρώπους στων οποίων τα σπίτια πήγαιναν.
Με τι χαμόγελο τους υποδέχονταν, το τι καφέδες, γλυκά, ποτά, φαγητά, τους κερνούσαν, με τι ευχές για δύναμη τους ξεπροβοδούσαν. Η πατροπαράδοτη ελληνική φιλοξενία, το φιλότιμο να έρχεται ο ξένος άνθρωπος σπίτι σου και να τσακίζεσαι να τον εξυπηρετήσεις, να είσαι ευγενικός μαζί του, να του δείξεις ότι είναι καλοδεχούμενος, δεν ήταν μυθολόγημα. Το διηγούνται οι ίδιοι στα κοινωνικά δίκτυα.
Είναι οι ίδιοι που τώρα σοκαρισμένοι ακούνε από τα θυροτηλέφωνα φράσεις «γιατί ενοχλείς τον κόσμο;», «τσακίσου από δω, δεν ενδιαφέρομαι», και άλλα αγενή παρόμοια. Όπως επίσης και πιο «πολιτικοποιημένα»: «Δεν θέλω, μας βλέπει σαν νούμερα ο Μητσοτάκης», ή ήμουν υπέρ της απογραφής μέχρι που κατάλαβα ότι είναι υποχρεωτική». Και φυσικά υπάρχει και η φιλελέ εκδοχή «βρήκε ευκαιρία το κράτος να ροκανίσει περιουσίες».
Θα ήταν απολύτως κατανοητή η επιφύλαξη, η καχυποψία για τα πρόσωπα των απογραφέων. Να φοβάται δηλαδή ο κόσμος ότι υπό το πρόσχημα της απογραφής, θα μπορούσαν να μπουν στο σπίτι τους κακοποιοί. Τόσα γίνονται.
Όμως δεν μιλούν γι' αυτό. Δεν μιλούν για την ευγενική ή έστω και κοφτή, ψυχρή άρνηση. Μιλούν για πρωτοφανή αγένεια, που πρώτη φορά ξεβράζεται στην ελληνική κοινωνία.
Κάτι έχει πάει στραβά αυτά τα χρόνια, και δεν είμαστε ικανοί να εντοπίσουμε την αιτία του.
Ίσως πάντα ήμασταν έτσι, αλλά συνέβαινε αυτό που έχει πει ο Ουμπέρτο Έκο, και το προσομοιάζουμε στην ελληνική πραγματικότητα: Αυτοί που παίζοντας πρέφα στο καφενείο ορμήνευαν την πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα με μείγμα καχυποψίας, κουτοπονηριάς, φαντασιοπληξίας και υπέρτροφου «εγώ» («σε μας τώρα θα τα πούνε αυτά;») δικτυώθηκαν.
Και επειδή στο διαδίκτυο, όπως και στη ζωή, όμοιος ομοίω αεί πελάζει, βρήκαν τους δικούς τους και τακίμιασαν. Ανταλλάσσουν παρόμοιες ιδέες, δημιουργούν ιδιωτικές ομάδες, κλειστά κλαμπ, επικοινωνούν μεταξύ τους, αλληλοτροφοδοτούνται και ανατροφοδοτούνται. Ο αριθμός τους είναι μεγάλος και τους καθιστά κοινωνική συνισταμένη.
Ίσως με την δικτύωση και την αίσθηση του μεγέθους και της μαζικότητας, εκδηλώνεται η νέα κοινωνιοπαθής συμπεριφορά. Δεν γνωρίζουμε αν προϋπήρχε. Πάντως, δεν εκδηλώθηκε κατά τις απογραφές των προηγούμενων χρόνων.
Άνθρωποι που συμμετείχαν στις απογραφές του 2001 και του 2011, έχουν να λένε για την γλυκύτητα υποδοχής και θερμής φιλοξενίας, από τους ανθρώπους στων οποίων τα σπίτια πήγαιναν.
Με τι χαμόγελο τους υποδέχονταν, το τι καφέδες, γλυκά, ποτά, φαγητά, τους κερνούσαν, με τι ευχές για δύναμη τους ξεπροβοδούσαν. Η πατροπαράδοτη ελληνική φιλοξενία, το φιλότιμο να έρχεται ο ξένος άνθρωπος σπίτι σου και να τσακίζεσαι να τον εξυπηρετήσεις, να είσαι ευγενικός μαζί του, να του δείξεις ότι είναι καλοδεχούμενος, δεν ήταν μυθολόγημα. Το διηγούνται οι ίδιοι στα κοινωνικά δίκτυα.
Είναι οι ίδιοι που τώρα σοκαρισμένοι ακούνε από τα θυροτηλέφωνα φράσεις «γιατί ενοχλείς τον κόσμο;», «τσακίσου από δω, δεν ενδιαφέρομαι», και άλλα αγενή παρόμοια. Όπως επίσης και πιο «πολιτικοποιημένα»: «Δεν θέλω, μας βλέπει σαν νούμερα ο Μητσοτάκης», ή ήμουν υπέρ της απογραφής μέχρι που κατάλαβα ότι είναι υποχρεωτική». Και φυσικά υπάρχει και η φιλελέ εκδοχή «βρήκε ευκαιρία το κράτος να ροκανίσει περιουσίες».
Θα ήταν απολύτως κατανοητή η επιφύλαξη, η καχυποψία για τα πρόσωπα των απογραφέων. Να φοβάται δηλαδή ο κόσμος ότι υπό το πρόσχημα της απογραφής, θα μπορούσαν να μπουν στο σπίτι τους κακοποιοί. Τόσα γίνονται.
Όμως δεν μιλούν γι' αυτό. Δεν μιλούν για την ευγενική ή έστω και κοφτή, ψυχρή άρνηση. Μιλούν για πρωτοφανή αγένεια, που πρώτη φορά ξεβράζεται στην ελληνική κοινωνία.
Κάτι έχει πάει στραβά αυτά τα χρόνια, και δεν είμαστε ικανοί να εντοπίσουμε την αιτία του.
Δουλειά μας είναι να το καταγράψουμε, και ανθρώπινη απορία μας: Πώς καταντήσαμε έτσι;
* Σας αφιερώνω το επίπεδο τους...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου