Τα υποστηρικτικά γεγονότα: την περασμένη βδομάδα, στις εκλογές της Κάτω Σαξονίας στη Γερμανία, η AfD (Alternative fur Deutschland) ανέβηκε στο... 10%, διακόπτοντας μια συνεχή πτώση δέκα ετών. Στις φετινές προεδρικές εκλογές στη Γαλλία, η Λεπέν έχασε μεν αλλά ανέβασε κατά 10% το ποσοστό της σε σχέση με το 2017 και πέρασε κατά πολύ τη συμβολική μπάρα του 40% στο δεύτερο γύρο.
Στην Ισπανία και την Πορτογαλία, δυο ως τώρα προπύργια συγκράτησης του φασιστικού φιδιού μέσα στο αυγό του, Vox και Chega όχι μόνο δε χάνουν τη δύναμή τους αλλά την ενισχύουν σε δημοσκοπήσεις και δευτερεύουσες, προς το παρόν, αναμετρήσεις.
Στην εύκρατη για την ανεκτικότητα και τη σοσιαλδημοκρατία Σκανδιναβία, ισχυρές ακροδεξιές δυνάμεις έχουν ριζώσει σε όλες τις χώρες. Και στην Ελλάδα, παρά τη δίκη και καταδίκη της Χρυσής Αυγής, ένα τουλάχιστον παρακλάδι της, με τον αρχηγό της στη φυλακή, χτυπάει με αξιώσεις την πόρτα της επόμενης Βουλής -ελέω απλής αναλογικής, αλλά όχι μόνο.
Το νήμα που ενώνει: δεν είναι τυχαίο που η άνοδος αυτή παρατηρείται κατά την περίοδο που η Ευρώπη έχει εισέλθει, εκούσα-άκουσα, στην τριπλή μέγγενη του πολέμου του Πούτιν, της οικονομικής/ενεργειακής κρίσης και της αναζωπύρωσης των μεταναστατευτικών ροών.
Οι ακροδεξιές δυνάμεις αντιμετωπίζουν αυτά τα φαινόμενα με πολύ παρόμοιο τρόπο. Είναι κρυπτό- ή και ανοικτό-φιλοπουτινικές.
Η AfD, κι όχι μόνο στη Σαξονία, έχει στην πρώτη θέση της πολιτικής πλατφόρμας της την εγκατάλειψη των κυρώσεων κατά της Ρωσίας και το άμεσο άνοιγμα των εκ Ρωσίας αγωγών φυσικού αερίου.
Στην Ιταλία, τα δυο τουλάχιστον από τα τρία κόμματα του ακροδεξιού συνασπισμού -γιατί, παγκόσμια πρωτοτυπία, και τα τρία κόμματα, τα «Αδερφια» της Μελόνι, η «Λέγκα» του Σαλβίνι και η «Φόρτσα» του Μπερλουσκόνι είναι, με ελαφρώς διαφορετικές αποχρώσεις, ακροδεξιά- έχουν κάτι παραπάνω από συμπάθεια για τον Πούτιν.
Το δε απίστευτο μπάχαλο -δεν υπάρχει άλλη λέξη- από τις πρώτες ώρες της νέας θητείας και την εγκατάσταση δυο ανοιχτά φιλοφασιστικών προσώπων στις Προεδρίες της Γερουσίας και της Βουλής (ο πρώτος, των «Αδερφών», επικαλείται το Μουσολίνι και ο δεύτερος, της «Λέγκας» είχε «χαιρετίσει» τη Χρυσή Αυγή) δεν προοιωνίζεται τίποτα μετριοπαθές.
Σε πολλές άλλες χώρες, η ακροδεξιά "καταλαβαίνει" ή υποβιβάζει τη ρωσική εισβολή, για λόγους αγάπης προς την ισχύ και τη βία, ή από ιδεολογικο-θρησκευτική συγγένεια, όπως στην Ελλάδα (αλλά και στη Βουλγαρία).
Η εντατικοποίηση του μεταναστευτικού φαινομένου επίσης ενώνει την Ακροδεξιά.
Το δε απίστευτο μπάχαλο -δεν υπάρχει άλλη λέξη- από τις πρώτες ώρες της νέας θητείας και την εγκατάσταση δυο ανοιχτά φιλοφασιστικών προσώπων στις Προεδρίες της Γερουσίας και της Βουλής (ο πρώτος, των «Αδερφών», επικαλείται το Μουσολίνι και ο δεύτερος, της «Λέγκας» είχε «χαιρετίσει» τη Χρυσή Αυγή) δεν προοιωνίζεται τίποτα μετριοπαθές.
Σε πολλές άλλες χώρες, η ακροδεξιά "καταλαβαίνει" ή υποβιβάζει τη ρωσική εισβολή, για λόγους αγάπης προς την ισχύ και τη βία, ή από ιδεολογικο-θρησκευτική συγγένεια, όπως στην Ελλάδα (αλλά και στη Βουλγαρία).
Η εντατικοποίηση του μεταναστευτικού φαινομένου επίσης ενώνει την Ακροδεξιά.
Οι πρόσφυγες δεν προέρχονται κυρίως, ούτε καν πλειοψηφικά, από τις εμπόλεμες Ουκρανία και Ρωσία, αλλά μπορεί να θεωρηθεί ότι η εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού αποτελούσε μέρος της στρατηγικής αντιπαλότητας του Πούτιν με τη Δύση ήδη από την εποχή της ρωσικής εμπλοκής στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας.
Με μαζικούς βομβαρδισμούς αμάχων (carpet bombing), η Ρωσία ώθησε εκατομμύρια κυνηγημένων προς την Ευρώπη, πετυχαίνοντας με ένα σμπάρο τρία τρυγόνια: αποσταθεροποίηση των ευρωπαϊκών χωρών, ενίσχυση των αντι-μεταναστευτικών, δηλαδή ακροδεξιών και φιλορωσικών δυνάμεων (έχει πλέον αποδειχθεί από επίσημες έρευνες και έγγραφα ότι το καθεστώς Πούτιν «στηρίζει», τόσο οικονομικά όσο και με κυβερνοεπιθέσεις κατά τις εκλογές, πολλά ακροδεξιά κόμματα -κι αυτά βέβαια του το ανταποδίδουν), εγκατάσταση της -θεωρητικά ουδέτερης, αλλά με σαφή προτίμηση στη «δύναμη» έναντι της δημοκρατίας- Τουρκίας σε ρόλο ρυθμιστή.
Τα ακροδεξιά κόμματα, που είναι φύσει και θέσει αντι-ευρωπαικά, και πάντως σίγουρα κατά των ανοιχτών συνόρων και των κοινών σχεδίων εντός της Ένωσης, βρήκαν μια ονειρεμένη ευκαιρία να προβάλλουν ως θέσφατο την οργή τους, που αποτελεί στην πραγματικότητα τη μόνη ιδεολογία τους.
Ο πόλεμος έφερε κύματα μεταναστών, ακρίβεια λόγω πληθωρισμού και προβλήματα -κι ας μην τα έχουμε δει ακόμη- ενέργειας, έναντι των οποίων οι «παραδοσιακές», δηλαδή δημοκρατικές, πολιτικές δυνάμεις δεν έχουν ούτε τα μέσα ούτε τη βούληση να δώσουν «καθαρές» απαντήσεις.
Ο ξυλοδαρμός προσφύγων από «αγανακτισμένους πολίτες» στη Λειψία, στις αρχές αυτής της εβδομάδας, τα λέει όλα. Ψηφίστε μας για να σάς προστατέψουμε από τον Αρμαγεδώνα, κραυγάζουν οι ακροδεξιοί -κι η κραυγή ακούγεται σα μια κάποια λύση σε όλο και πιο ανοιχτά αυτιά όλο και πιο τρομαγμένων πολιτών.
Μόνο που αυτή «συνταγή» έχει ένα δομικό πρόβλημα, αυτό που κάνει (ακόμη) τα ακροδεξιά κόμματα και τις ακροδεξιές θέσεις να μην καθίστανται πλειοψηφικές. Την επί του πεδίου Ακροδεξιά δεν σταματά η δίψα δημοκρατίας των λαών αλλά η πρακτική ανεπάρκεια της ίδιας της Ακροδεξιάς: γιατί μπορεί η διαρκής υποδαύλιση του φόβου να αποτελεί την καύσιμη ύλη της, δεν βοηθά όμως στην εξουσία ή πέριξ της εξουσίας, όταν ο φόβος θα πρέπει να μετατραπεί σε πράξη υπέρβασής του.
Η Ακροδεξιά έχει ανάγκη το φόβο των πολιτών και τη διασπορά διχόνοιας, έως και μίσους, δεν έχει όμως τα όπλα, ούτε τη διάθεση, να ξεπεράσει το φόβο και το μίσος. Το ιταλικό παράδειγμα το αποδεικνύει ήδη.
Θα ήταν, ωστόσο, δραματικό λάθος των αυτο-αποκαλούμενων «δυνάμεων της δημοκρατίας» να επαναπαυτούν ή να χαλαρώσουν, θεωρώντας εγγενώς ασύμβατη τη συνάντηση της Ακροδεξιάς με την εξουσία: αρκεί να σκεφτούμε και πάλι την Ιταλία, αλλά και το ότι τόσο ο Πούτιν όσο και οι μεταναστευτικές ροές και τα οικονομικά προβλήματα δεν πρόκειται να εξαφανιστούν ούτε δια μαγείας ούτε αύριο το πρωί.
Η διατήρηση μιας πολεμικής, κυριολεκτικά, αβεβαιότητας αποδυναμώνει τη δημοκρατία κι ενισχύει την Ακροδεξιά -κι ένα τόσο βαθύ ρήγμα δεν αντιμετωπίζεται με λόγια περί Ευρώπης και δημοκρατίας και με προσευχές για άμωμη μετατροπή των λόγων σε πράξη.
Κώστας Μποτόπουλος
Με μαζικούς βομβαρδισμούς αμάχων (carpet bombing), η Ρωσία ώθησε εκατομμύρια κυνηγημένων προς την Ευρώπη, πετυχαίνοντας με ένα σμπάρο τρία τρυγόνια: αποσταθεροποίηση των ευρωπαϊκών χωρών, ενίσχυση των αντι-μεταναστευτικών, δηλαδή ακροδεξιών και φιλορωσικών δυνάμεων (έχει πλέον αποδειχθεί από επίσημες έρευνες και έγγραφα ότι το καθεστώς Πούτιν «στηρίζει», τόσο οικονομικά όσο και με κυβερνοεπιθέσεις κατά τις εκλογές, πολλά ακροδεξιά κόμματα -κι αυτά βέβαια του το ανταποδίδουν), εγκατάσταση της -θεωρητικά ουδέτερης, αλλά με σαφή προτίμηση στη «δύναμη» έναντι της δημοκρατίας- Τουρκίας σε ρόλο ρυθμιστή.
Τα ακροδεξιά κόμματα, που είναι φύσει και θέσει αντι-ευρωπαικά, και πάντως σίγουρα κατά των ανοιχτών συνόρων και των κοινών σχεδίων εντός της Ένωσης, βρήκαν μια ονειρεμένη ευκαιρία να προβάλλουν ως θέσφατο την οργή τους, που αποτελεί στην πραγματικότητα τη μόνη ιδεολογία τους.
Ο πόλεμος έφερε κύματα μεταναστών, ακρίβεια λόγω πληθωρισμού και προβλήματα -κι ας μην τα έχουμε δει ακόμη- ενέργειας, έναντι των οποίων οι «παραδοσιακές», δηλαδή δημοκρατικές, πολιτικές δυνάμεις δεν έχουν ούτε τα μέσα ούτε τη βούληση να δώσουν «καθαρές» απαντήσεις.
Ο ξυλοδαρμός προσφύγων από «αγανακτισμένους πολίτες» στη Λειψία, στις αρχές αυτής της εβδομάδας, τα λέει όλα. Ψηφίστε μας για να σάς προστατέψουμε από τον Αρμαγεδώνα, κραυγάζουν οι ακροδεξιοί -κι η κραυγή ακούγεται σα μια κάποια λύση σε όλο και πιο ανοιχτά αυτιά όλο και πιο τρομαγμένων πολιτών.
Μόνο που αυτή «συνταγή» έχει ένα δομικό πρόβλημα, αυτό που κάνει (ακόμη) τα ακροδεξιά κόμματα και τις ακροδεξιές θέσεις να μην καθίστανται πλειοψηφικές. Την επί του πεδίου Ακροδεξιά δεν σταματά η δίψα δημοκρατίας των λαών αλλά η πρακτική ανεπάρκεια της ίδιας της Ακροδεξιάς: γιατί μπορεί η διαρκής υποδαύλιση του φόβου να αποτελεί την καύσιμη ύλη της, δεν βοηθά όμως στην εξουσία ή πέριξ της εξουσίας, όταν ο φόβος θα πρέπει να μετατραπεί σε πράξη υπέρβασής του.
Η Ακροδεξιά έχει ανάγκη το φόβο των πολιτών και τη διασπορά διχόνοιας, έως και μίσους, δεν έχει όμως τα όπλα, ούτε τη διάθεση, να ξεπεράσει το φόβο και το μίσος. Το ιταλικό παράδειγμα το αποδεικνύει ήδη.
Θα ήταν, ωστόσο, δραματικό λάθος των αυτο-αποκαλούμενων «δυνάμεων της δημοκρατίας» να επαναπαυτούν ή να χαλαρώσουν, θεωρώντας εγγενώς ασύμβατη τη συνάντηση της Ακροδεξιάς με την εξουσία: αρκεί να σκεφτούμε και πάλι την Ιταλία, αλλά και το ότι τόσο ο Πούτιν όσο και οι μεταναστευτικές ροές και τα οικονομικά προβλήματα δεν πρόκειται να εξαφανιστούν ούτε δια μαγείας ούτε αύριο το πρωί.
Η διατήρηση μιας πολεμικής, κυριολεκτικά, αβεβαιότητας αποδυναμώνει τη δημοκρατία κι ενισχύει την Ακροδεξιά -κι ένα τόσο βαθύ ρήγμα δεν αντιμετωπίζεται με λόγια περί Ευρώπης και δημοκρατίας και με προσευχές για άμωμη μετατροπή των λόγων σε πράξη.
Κώστας Μποτόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου