Τρίτη 1 Ιουνίου 2010

«Η Ελλάδα εμπνέει»


Τους στοχασμούς και την κοσμοθεωρία του αποκαλύπτει στη Χριστίνα Καρατζά ο μουσουργός Zbigniew Preisner, που μάγεψε όσους τον παρακολούθησαν στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.

Παραγωγικός, συναισθηματικός, ρομαντικός και ανήσυχος. 
Στον αντίποδα της σύγχρονης τεχνολογίας που καλπάζει, παρασύροντας στο διάβα της την ανθρωπότητα, αντιπαρατάσσει την ανθρώπινη ψυχή. 
Έχοντας στο επίκεντρο τον άνθρωπο, μοιράζει απλόχερα τις μουσικές του δημιουργίες, ανοίγοντας νέους μελωδικούς ορίζοντες. Εντυπωσιάζει η αμεσότητά του, προκαλεί έκπληξη η καθαρότητα του λόγου του και γοητεύει με την εσωτερική του καλλιέργεια. Ο Zbigniew Preisner «ακούμπησε» το ελληνικό κοινό για ακόμη μία φορά και άφησε υποσχέσεις για το ...
μέλλον.

Είναι η τρίτη φορά που δίνετε συναυλία στην Αθήνα. Η τελευταία ήταν στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού το 2007, το οποίο αποτελεί σημείο αναφοράς του πολιτισμού που εκπροσωπεί η Πόλη των Αθηνών. Τα μνημεία και η ιστορία της ελληνικής πρωτεύουσας σας εμπνέουν, σας προκαλούν πρόσθετα συναισθήματα;
Θεωρώ πως ο ελληνικός πολιτισμός και η ιστορία της Ελλάδος εμπνέουν πολλούς. Θυμάμαι όταν πήγαινα σχολείο, μελετούσαμε πολύ την ελληνική κουλτούρα. Όταν δίνεις συναυλία σε έναν τόσο μοναδικό αρχαιολογικό πολιτιστικό χώρο, όπως το Ηρώδειο κάτω από την Ακρόπολη, φυσικό είναι να διακατέχεσαι από δέος. Εάν σκεφτούμε ποιοι έπαιξαν στην ίδια σκηνή, ποιοι κάθισαν πάνω σε αυτές τις πέτρες, είναι πραγματικά απίστευτο. Αυτό για εμένα είναι μεγάλη έμπνευση. Έχω συνθέσει τραγούδια στην ελληνική γλώσσα πολλές φορές. Εκτός από τη μουσική στην ταινία της Λουκίας Ρηκάκη έχω επενδύσει μουσικά «Την επιστολή προς Κορινθίους» για τη Μπλε ταινία της Τριλογίας του Kieślowski. Πραγματικά δεν πρέπει να λησμονούμε τη σημασία του ελληνικού πολιτισμού.
Η μουσική σας έχει ντύσει σημαντικότατες κινηματογραφικές παραγωγές που οδηγούν τον θεατή σε δρόμους αυτογνωσίας. Ποιο ήταν το έναυσμα για να ασχοληθείτε με τη σύνθεση;
Όταν ξεκίνησα στα τέλη της δεκαετίας του εβδομήντα τη σύνθεση για ταινίες, ήταν δύσκολη εποχή στην Πολωνία. Με το κομουνιστικό καθεστώς στην εξουσία, ήταν εξαιρετικά δύσκολο να ξεκινήσει κανείς καριέρα. Η παραγωγή ταινιών ήταν «ανοιχτή πόρτα». Εάν κάποιος «έντυνε» με τη μουσική του ταινίες, αυτός ήταν ο μόνος τρόπος να παρουσιάσει τη δουλειά του. Ήξερα λοιπόν πως αν ήθελα να δημιουργήσω στο μουσικό στερέωμα, έπρεπε να ασχοληθώ με τον κινηματογράφο. Στην πορεία ανακάλυψα ότι ακολούθησα το «φυσικό μου δρόμο». Μου αρέσει πολύ ο κινηματογράφος και με συνεπαίρνει να βλέπω την μεταμόρφωση της ταινίας, όταν την «αγκαλιάζει» η μουσική.
Εξισώνετε την Ελευθερία με την Τέχνη και πιστεύετε ότι αργά ή γρήγορα η Τέχνη θα διαδοθεί. Είναι λοιπόν η Τέχνη «εργαλείο» για την ελεύθερη έκφραση των σύγχρονων κοινωνιών; Μπορεί να αποτελέσει η Τέχνη το επίκεντρο νέο-ουμανιστικών κινημάτων;
Δεν είμαι αφελής. Γνωρίζω ότι η τέχνη είναι υψίστης σημασίας, πρωτίστως για την πορεία μιας χώρας. Φανταστείτε μία χώρα χωρίς πολιτισμό! Είναι αδύνατον! Ένα λαϊκό ρητό λέει: «Αν μία κυβέρνηση δεν επενδύσει στον πολιτισμό, τότε πρέπει να επενδύσει στη φυλακή». Η ανεξαρτησία στην τέχνη και η ελευθερία στη χώρα είναι ο ιδανικός συνδυασμός. Βέβαια υπάρχουν παραδείγματα στην ιστορία, όπου η τέχνη λογοκρίθηκε λόγω των πολιτικών συγκυριών. Ο πολιτισμός προσπάθησε να επιβιώσει, άνθρωποι ριψοκινδύνεψαν ακόμη και τη ζωή τους. Οι προσπάθειες ανεξαρτητοποίησης της τέχνης σε χαλεπούς καιρούς προκάλεσαν κινήματα αντίστασης, αφυπνίζοντας το λαό στο δρόμο προς την ελευθερία.
Πρόσφατα δηλώσατε ότι «πρέπει να κολυμπάς κόντρα στο ρεύμα», το οποίο «συμπαρασύρει και τα σκουπίδια», τονίζοντας ταυτοχρόνως ότι «επιπλέουν οι ατάλαντοι». Επιβεβαιώνετε έτσι ότι υπάρχει παγκόσμια πολιτισμική κρίση. Τι μέτρα προτείνετε για την αντιμετώπισή της; Μπορεί η ποιότητα να ανταγωνιστεί τις εξελίξεις;
Αν κάποιος θέλει να είναι γνήσιος καλλιτέχνης, θεωρώ πως πρέπει να αποφεύγει τον τετριμμένο και κοινότυπο τρόπο δημιουργίας, εξερευνώντας νέα μονοπάτια πιο ουσιαστικά και όχι τόσο εμπορικά. Πρέπει να μπορεί να δείξει στον κόσμο νέα δεδομένα, καινούριες πολιτισμικές προτάσεις. Είναι η μόνη πιθανότητα να σε θυμούνται. Στον 21ο αιώνα κάτι τέτοιο είναι ιδιαιτέρως επίπονο. Ξεκινάει μία καριέρα απότομα και έτσι γρήγορα τελειώνει. Δεν είναι επιτυχία να είσαι απλώς ένας διάττων αστέρας. Αν έχεις ταλέντο, πρέπει να πείσεις το κοινό να σε ακολουθήσει, πρέπει να προσφέρεις κάτι καινούριο και ουσιαστικό.
Η σύγχρονη τεχνολογία αποψιλώνει τις ψυχές των ανθρώπων και φαίνεται πως επιτρέπει την αγελοποίησή τους. Ωστόσο εμφανίζεται ως «αναπόφευκτο κακό» και δεδομένου ότι δεν μπορούμε να γυρίσουμε στην εποχή της «λάμπας πετρελαίου», πιστεύετε ότι θα επέλθει ισορροπία ή θα επισκιάσει η τεχνολογία τις αρετές της ψυχής;
Η τεχνολογία είναι εξαιρετικά χρήσιμη. Θυμάμαι όταν ξεκίνησα να γράφω μουσική για ταινίες, τα τεχνικά μέσα ήταν πενιχρά. Το μόνο που έκανα ήταν να βλέπω την ταινία δύο φορές, να κρατάω σημειώσεις και μετά γυρνούσα σπίτι, έκλεινα τα μάτια και φανταζόμουνα τη μουσική, που θα ταίριαζε στην ταινία. Τώρα πια υπάρχει καινούρια τεχνολογία που είναι γρήγορη και με βοηθάει πολύ στη δουλειά μου. Όμως η αλόγιστη χρήση της μπορεί να «σκοτώσει» τη ψυχή μας. Αν η τεχνολογία υπηρετεί τον άνθρωπο, τότε αυτό είναι καλό. Αλλά, εάν ο άνθρωπος άγεται και φέρεται από τα νέα τεχνολογικά μέσα χωρίς μέτρο, τότε υπάρχει πρόβλημα. Είναι όλα θέμα ισορροπίας και σωστής δοσολογίας. Δεν πρέπει να χαθεί ο αυθορμητισμός και να παραμερισθεί η φαντασία.
Βρίσκετε ομοιότητες και παράλληλες πολιτιστικές πορείες της Πολωνίας με την Ελλάδα;
Θεωρώ ότι η νοοτροπία μεταξύ των δύο χωρών είναι παρεμφερής. Οι πολιτιστικές πορείες Ελλάδας και Πολωνίας είναι κοινές ως ένα βαθμό. Βέβαια ο ελληνικός πολιτισμός είναι κορυφαίος. Εδώ γεννήθηκε το θέατρο, η ποίηση, η φιλοσοφία. Εκπλήσσομαι με την εικόνα της Αθήνας. Με εξαίρεση κάποιες περιοχές, η αρχιτεκτονική είναι άχρωμη, δεν μου αρέσει αυτή η εικόνα. Πρέπει να πράξουμε ότι είναι δυνατό για να μη λησμονήσουμε το παρελθόν. Αν ξεχάσουμε το παρελθόν δεν μπορούμε να προχωρήσουμε στο μέλλον.

Βιογραφικό: Γεννήθηκε στην Πολωνία. Αναδείχθηκε ως ένας από τους πιο γνωστούς συνθέτες κινηματογραφικής μουσικής της γενιάς του. Ξεκίνησε τις σπουδές του στην  Ιστορία της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο της Κρακοβίας, αποφασίζοντας στη συνέχεια και επαγγελματικά πλέον να αξιοποιήσει την αγάπη του για τη μουσική. Εξελίχθηκε σε έναν ρομαντικό συνθέτη με εμφανείς επιρροές, όπως ο ίδιος συχνά παραδέχεται, από τον  Paganini και τον Sibelius. Το όνομά του έχει συνδεθεί με το κινηματογραφικό έργο του επίσης Πολωνού σκηνοθέτη Krzysztof Kieślowski, ενώ συνεργάστηκε και με τον  Louis Malle, την Agnieszka Holland και πολλούς άλλους.  Έχει «ντύσει» μουσικά περισσότερες από σαράντα ταινίες, κυρίως ευρωπαϊκές. Ξεχωρίζουν οι συνθέσεις του για τις ταινίες: «Η διπλή ζωή της Βερόνικα», «Τα τρία χρώματα: Μπλε, Λευκό, Κόκκινο», «Μοιραίο πάθος», «Europa Europa», «Κουαρτέτο σε τέσσερις κινήσεις». Το μεγαλείο της συνθετικής του ικανότητας δεν αποτυπώνεται στα εκατομμύρια των πωλήσεων, αλλά στο «Requiem for my friend» που έγραψε για τον σκηνοθέτη Krzysztof Kieślowski.

Δεν υπάρχουν σχόλια: